Γάμος ομοφύλων: Μια πρόκληση ουσίας για τον Κυριάκο Μητσοτάκη

 Γάμος ομοφύλων: Μια πρόκληση ουσίας για τον Κυριάκο Μητσοτάκη

Ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών είναι μία ηχηρή περίπτωση της αναντιστοιχίας που δημιουργείται μεταξύ (από την μία) προθέσεων, εξαγγελιών, δεσμεύσεων και (από την άλλη) εφαρμογής και υλοποίησης.

Η εξαγγελία περιλαμβανόταν στο κυβερνητικό πρόγραμμα της Ν.Δ (όπως επισήμανε προ ημερών και η νέα γραμματέας της Π.Ε του κόμματος Μαρία Συρεγγέλα) που τέθηκε υπόψη των πολιτών και επιβραβεύτηκε εν συνόλω με το 41% του εκλογικού σώματος. Επιπλέον, αυτό το κυβερνητικό πρόγραμμα δεν το αποδέχθηκαν μόνο οι ψηφοφόροι, προηγουμένως είχε συμφωνήσει πλήρως επ΄ αυτού το σύνολο του πολιτικού προσωπικού του κόμματος. Έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει σε κάθε προηγμένη δυτική δημοκρατία.

Επιπροσθέτως, περιλαμβανόταν αυτονοήτως στις προγραμματικές εξαγγελίες της νέας κυβέρνησης που προέκυψε από τις εκλογές του Ιουνίου. Και τότε δεν υπήρξε κάποια διαφωνία. Όπως δεν υπήρξε και όταν ο πρωθυπουργός στις 5 Ιουλίου δήλωνε στο Bloomberg πως δεσμεύεται ότι θα φέρει προς ψήφιση στην Βουλή σχετικό νόμο (αφήνοντας να εννοηθεί πως θα περιλαμβάνει και την τεκνοθεσία), κάτι που επανέλαβε τον Σεπτέμβριο. Είναι αλήθεια πως η εξαγγελία αναφερόταν στο χρονικό εύρος της κυβερνητικής τετραετίας, όμως πριν λίγο καιρό ήταν το Μέγαρο Μαξίμου και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη που άφηναν ως πολύ πιθανό αυτό να συμβεί μέχρι το τέλος του έτους.

Μέχρι που “εμφανίστηκε” (συνέντευξη στην “Καθημερινή”) ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς με κατηγορηματικά αντίθετη θέση και επιπλέον την διατύπωση της “συμβουλής” για στροφή προς τα δεξιά. Λίγο πριν είχε τοποθετηθεί επί του θέματος ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης, ως εκπροσωπών την (σκληρή) δεξιά πτέρυγα, ο οποίος όχι μόνο είπε πως δεν θα ψηφίσει ένα τέτοιο νομοσχέδιο αλλά και ότι θα παραιτηθεί από το υπουργικό αξίωμα. Οι διαρροές από το Μέγαρο Μαξίμου έκαναν τότε λόγο για ελευθερία στην έκφραση των βουλευτών (“κατά συνείδηση”) και μη επιβολή κομματικής πειθαρχίας.

Ακόμα κι έτσι, όμως, οι διερευνητικές επαφές του Μαξίμου στην κοινοβουλευτική ομάδα αποκάλυψαν πως είναι πολλές δεκάδες οι βουλευτές που είτε δεν σκοπεύουν, είτε διστάζουν να στηρίξουν μία τέτοια επιλογή. Όλα αυτά εκ των υστέρων. Όλοι αυτοί οι βουλευτές και υπουργοί δεν είχαν διατυπώσει την παραμικρή ένσταση όταν συνέθεταν ή διανικούσαν και υποστήριζαν προεκλογικά το κυβερνητικό πρόγραμμα υπό την σημαία του οποίου εξελέγησαν.

Έτσι, ένα σοβαρό κοινωνικό και νομικό ζήτημα που εμπεριέχει και την ανάγκη προσαρμογής του θεσμικού μας πλαισίου στα ευρωπαϊκά δεδομένα μετακυλίεται στην διελκυστίνδα του πολιτικού κόστους και των εσωκομματικών/ ενδοκυβερνητικών ισορροπιών. Πώς να συγκρουστεί κανείς με εκείνη την συμπαγή πολιτική ομάδα που φυλάσσουν το δεξιό σύνορο από διαρροές προς τα μικρά κόμματα της υπερδεξιάς, ακροδεξιάς και γραφικής και αντιευρωπαϊκής εθνικιστικής “χριστιανοσύνης”;

Όμως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδεικνύει σε κάθε ευκαιρία τα φιλελεύθερα και κεντρώα χαρακτηριστικά του. Και για να είμαστε δίκαιοι, η πολιτική του φύση είναι πολύ πιό κοντά στην φιλελεύθερη κεντροδεξιά παρά στις σκληρότερες εκφάνσεις της δεξιάς. Έτσι δηλώνει πως θέλει να πορεύεται στην οικονομία και την εξωτερική πολιτική, για την μάχη του κέντρου μιλούν οι συνεργάτες του. Αυτός ο δυϊσμός της Ν.Δ μπορεί να αποτελεί το μεγάλο όπλο για τις εκλογικές μάχες και την διεύρυνση της επιρροής της, από την άλλη, όμως, συχνά αποδεικνύεται και σοβαρή τροχοπέδη.

Επί τέσσερα χρόνια, για παράδειγμα, αποφεύγει να φέρει στην Βουλή την κύρωση δύο τυπικών συμφωνιών/ μνημονίων με την Βόρεια Μακεδονία, ενώ ούτε αστερίσκο δεν επιχείρησε να αλλάξει στην Συμφωνία των Πρεσπών και, παράλληλα, προσφέρει σχεδόν ανεμπόδιστα αρωγή στον βόρειο γείτονα για την πορεία ένταξης στην Ε.Ε. Κι αυτό επειδή, η τρέχουσα πολιτική φημολογία αναφέρει πως δεν επιθυμεί να συναινέσει προς τούτο η ίδια πτέρυγα του κόμματος που βγάζει φλύκταινες στο άκουσα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών.

Επισήμως, η κυβέρνηση δεν δηλώνει ότι δεν θα φέρει το σχετικό νομοσχέδιο, φαίνεται όμως πως το μεταθέτει χρονικά για μετά τις ευρωεκλογές υπό τον φόβο (;) όχι μόνο της καταψήφισης εκ μέρους βουλευτών της αλλά και της δυσφορίας μερίδας δεξιών ψηφοφόρων.

Ας σημειωθεί άπαξ, πως το σχετικό νομοσχέδιο θα το ψηφίσουν -όπως έχουν δηλώσει- και το ΣΥΡΙΖΑ, και το ΠΑΣΟΚ, και η νέα Κ.Ο των “11”, πιθανότατα και η “Πλεύση Ελευθερίας”. Δεν θα το ψηφίσουν, δηλαδή, η “Ελληνική Λύση”, οι “Σπαρτιάτες” και η “Νίκη”. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς τον κοινοβουλευτικό και πολιτικό διαχωρισμό, που βρίσκεται δηλαδή το νοητό σύνορο μεταξύ της προσαρμογής στο ευρωπαϊκό θεσμικό οπλοστάσιο και μιας άλλης αντίληψης που ομνύει δήθεν στην “παράδοση”.

Όπως και να’ χει, όμως, ας επαναλάβουμε πως το ζήτημα που τίθεται υπό το πρίσμα των αντιθέσεων εντός της Ν.Δ υπήρχε και υπάρχει στο κυβερνητικό πρόγραμμα της και αποτελεί δέσμευση του πρωθυπουργού. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς πως δεν αποτελεί ουσιώδες πρόβλημα η μετάθεσή του χρονικά για το καλοκαίρι (που επικρατεί η γνωστή ραστώνη) του 2024, μετά τις ευρωεκλογές. Για ακόμα μία φορά, ωστόσο, θα έχει ξεγελαστεί μερίδα του εκλογικού ακροατηρίου της Ν.Δ., ακόμα και κεντρώοι ψηφοφόροι που θέλουν να υποστηρίξουν αυτό που δηλώνει πως είναι (πολιτικά) ο πρωθυπουργός.

Κι από την άλλη, κάτι δυσμενές για την κυβέρνηση μπορεί να έχει προκύψει τότε και πάλι να τεθεί θέμα πολιτικού κόστους. Εάν, ωστόσο, σε μία περίοδο που η πολιτική ηγεμονία του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ακλόνητη και αδιαμφισβήτητη, όταν συναινεί ένα μεγάλο τμήμα του κοινοβουλευτικού τόξου, όταν οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν το κυβερνών κόμμα να έχει κατακτήσει την μοναξιά της κορυφής και να μην απειλείται από κανέναν, τι είναι αυτό που θα μπορούσε να ταράξει όλα αυτά; Μήπως η συνειδητοποίηση μιας ιδιότυπης ιδεολογικοπολιτικής ομηρίας από ένα τμήμα του κόμματος που είναι χρήσιμο ως δήθεν θεματοφύλακας παραδοσιακών αξιών και το οποίο λειτουργεί, τελικά, ως ανασταλτικός παράγοντας για τον ίδιο τον ευρωπαϊκό χαρακτήρα της χώρας;

Ο πρωθυπουργός μόνο να κερδίσει μεσομακροπρόθεσμα θα είχε από το να υπερβεί αυτές τις γραμμές και να επιμείνει σε αυτό που ο ίδιος έχει δείξει πως θέλει να είναι. Εκτός εάν πιστεύει εκείνους που του λένε πως η επιχείρηση διείσδυσης στον κεντρώο χώρο έχει ολοκληρωθεί, πως έχει κατακτήσει όλα τα εδάφη της συγκεκριμένης περιοχής, και τώρα πρέπει να ασχοληθεί με τα δεξιά του. Να συνεχίσει την τακτική των “δύο φύσεων”.

Σχετικά Άρθρα