Ρεκόρ εισαγωγών και στο κρέας
Αποτελεί κοινό μυστικό ότι το εθνικό μας προϊόν, το σουβλάκι, εδώ και χρόνια, αν όχι δεκαετίες, είναι κάθε άλλο παρά ελληνικό, αφού παρασκευάζεται κατά κανόνα από ολλανδικό, γερμανικό αλλά και δανέζικο κατεψυγμένο κρέας, ειδικά στις αλυσίδες μαζικής εστίασης.
Δεν είναι όμως μόνο το χοιρινό που συμβάλλει στο αρνητικό ισοζύγιο της Ελλάδας σε ζωικά προϊόντα. Παρά τη συνεχιζόμενη μείωση της κατανάλωσης κρέατος, που συνδέεται με την ακρίβεια αλλά και με τις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες, η εγχώρια παραγωγή εξακολουθεί να είναι ελλειμματική σε όλα τα είδη, πλην του αιγοπρόβειου, αντανακλώντας την παρατεταμένη κρίση που διέρχεται η ελληνική κτηνοτροφία.
Μάλιστα το 2023 οι εισαγωγές κρέατος κατέρριψαν νέο ρεκόρ σε αξία, αγγίζοντας το 1,6 δισ. ευρώ, το υψηλότερο ποσό από τότε που η χώρα μας μπήκε στο ευρώ, όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά το περιοδικό Meat News. Σύμφωνα με την εμπεριστατωμένη έρευνα που δημοσίευσε το κλαδικό έντυπο, βασισμένη σε ανάλυση δεδομένων της ΕΛΣΤΑΤ και της Eurostat, η αξία των εισαγωγών κρέατος έχει αυξηθεί κατά 52% σε σύγκριση με την περίοδο πριν από τα μνημόνια (2009), ενώ μόνο την τελευταία πενταετία αυξήθηκε κατά 41%.
Η πορεία αυτή, υπογραμμίζει το αφιέρωμα, «δεν αποτυπώνει μόνο την αύξηση των χρημάτων που φεύγουν από τη χώρα για εισαγωγή κρέατος, αλλά κυρίως την αποτυχία των κυβερνήσεων και των υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης που πέρασαν από την Αχαρνών και ορκίζονταν σε μια πολιτική που θα αντέστρεφε κάπως τα πράγματα υπέρ του ελληνικού κρέατος.
Προφανώς το πρόβλημα είναι πιο σοβαρό από ό,τι μπορούν να αντιληφθούν οι κατά καιρούς επικεφαλής του ΥΠΑΑΤ (16 τον αριθμό την τελευταία 20ετία)». Πράγματι, το γεγονός ότι το υπουργείο που είναι επιφορτισμένο με την ανόρθωση του πρωτογενούς τομέα έχει και τους πιο βραχύβιους υπουργούς (επί Κυριάκου Μητσοτάκη έχουν αλλάξει ήδη πέντε), μαρτυρά την αδυναμία χάραξης ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Ειδικά στο κρέας το έλλειμμα στο ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών άγγιξε σχεδόν το 1,45 δισ. ευρώ το 2023, ποσό δυσθεώρητο αν αναλογιστούμε ότι συνολικά το εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας ανήλθε σχεδόν στα 2,6 δισ. ευρώ ή στο 1,97 δισ. εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών.
Ενδεικτικό των πληθωριστικών πιέσεων και στις εισαγωγές κρέατος είναι ότι ο όγκος τους αυξήθηκε μόλις κατά 1,5%, ενώ η αξία τους σχεδόν κατά 10%, ενώ είχε προηγηθεί αύξηση 33% το 2022. Ο βασιλιάς των εισαγωγών σε όρους αξίας και όγκου είναι το χοιρινό κρέας (νωπό και κατεψυγμένο), αγγίζοντας σχεδόν τα 657 εκατ. ευρώ και τους 197.000 τόνους, αύξηση 25% και 2,7% αντίστοιχα. Ακολουθεί το φρέσκο βόειο κρέας με αξία εισαγωγών πάνω από 565 εκατ. ευρώ, ελάχιστα αυξημένο σε σύγκριση με το 2022, αν και σε όγκο μειώθηκε σχεδόν 2,5%.
Οι Ελληνες περιορίζουν την κατανάλωση κόκκινου κρέατος, τόσο για λόγους υγείας όσο και οικονομίας, καθώς είναι ακριβότερο όλων, αλλά πληρώνουν περισσότερα για να το αγοράσουν. Η ακρίβεια σπρώχνει το καταναλωτικό κοινό στην αναζήτηση αναλογικά φτηνότερων ζωικών πρωτεϊνών, με αποτέλεσμα η διαρκώς αυξανόμενη ντόπια παραγωγή να μην αρκεί για να καλύψει τη ζήτηση και να απαιτούνται αυξημένες εισαγωγές. Συγκεκριμένα, το 2023 ξοδέψαμε σχεδόν 216,6 εκατ. ευρώ σε εισαγωγές πουλερικών (μαζί με τα υποπροϊόντα τους), ποσό αυξημένο κατά 1,8% σε σύγκριση με το 2022. Ο όγκος των εισαγωγών αυξήθηκε σχεδόν 3%, αγγίζοντας τους 88.000 τόνους. Βασικός προμηθευτής στα εισαγόμενα κοτόπουλα είναι η Βουλγαρία, στο μοσχαρίσιο κρέας η Γαλλία, ενώ το 45% των εισαγωγών χοιρινού προήλθε από την Ολλανδία.
Πηγή: Η Εφημερίδα των Συντακτών