Ανάλυση/ Tο συντηρητικότερο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από το 1979- Τι σημαίνει
Οι Ευρωεκλογές του 2024 επιβεβαίωσαν την άνοδο των δυνάμεων της άκρας δεξιάς στην Ευρώπη των 27, μια τάση που παρατηρείται ήδη από το 2014. Αν και κατακερματισμένος σε δύο διαφορετικές ευρω-ομάδες – την καθαρόαιμη ριζοσπαστική δεξιά Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID) και τους Συντηρητικούς και Μεταρρυθμιστές (ECR) που περιλαμβάνει από ευρωσκεπτικιστικά και συντηρητικά, αλλά και ριζοσπαστικά λαϊκιστικά δεξιά κόμματα – ο δεξιότερα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος χώρος συγκεντρώνει πλέον 131 έδρες, δηλαδή 13 περισσότερες από ό,τι στο προηγούμενο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αν προσθέσει κανείς και τις έδρες μη εγγεγραμμένων στις ομάδες αυτές, πλην όμως ακροδεξιών κομμάτων, όπως της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AFD) (15), του Ουγγρικού Fidesc (10), του Πολωνικού Κόμματος της Συνομοσπονδίας (6), το ρωσόφιλο Βουλγαρικό κόμμα (3) καθώς και πρωτοεμφανιζόμενα στην ευρωπαϊκή αρένα κόμματα όπως η θρησκευτική Νίκη (1), η Φωνή Λογικής (1), τότε το σύνολο των ευρωσκεπτικιστικών, ρωσόφιλων, αντιευρωπαϊκών, θρησκευτικών, ριζοσπαστικά δεξιών και μερικών εξτρεμιστικών κομμάτων ξεπερνά τις 167 σε σύνολο 720 εδρών.
Της Λαμπρινής Ρόρης*
Λαμβάνοντας κανείς υπόψη ότι οι μόνοι δύο πολιτικοί χώροι που σε συγκεντρωτικό επίπεδο σημειώνουν άνοδο είναι το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και το μπλοκ δυνάμεων δεξιότερα αυτού, η δεξιά στροφή στα εκλογικά σώματα της Ευρώπης είναι μια νηφάλια παρατήρηση. Εάν δε ο ακροδεξιός χώρος ήταν ενωμένος, θα αποτελούσε τη δεύτερη σε εκλογική δύναμη ευρωομάδα. Πρόκειται για το πιο δεξιόστροφο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από το 1979. Οι αιτίες της συντηρητικοποίησης και της αντίδρασης που σχετίζονται με τις συνεχείς και επάλληλες κρίσεις και τις πολλαπλές ανασφάλειες των πολιτών σε συνθήκες πολέμου, παγκοσμιοποιημένου οικονομικού ανταγωνισμού και αυξημένων μεταναστευτικών ροών που βιώνονται απειλητικά, έχουν καταγραφεί συστηματικά από την έρευνα στην πολιτική επιστήμη και δεν αποτελούν αντικείμενο του παρόντος σχολίου. Αξίζει μόνο να υπογραμμίσουμε ότι η οντολογική ανασφάλεια που επιβάλλει την «ανάκτηση του ελέγχου», καθώς και η διάθεση τιμωρίας των πολιτικών ελίτ που δεν καταφέρνουν να επουλώσουν τα τραύματα των «χαμένων της παγκοσμιοποίησης», είναι μια ψυχική αλλά και (για τμήμα των εκλογέων αυτών) υλική συνθήκη, η οποία δεν πρόκειται να ανατραπεί εύκολα στο ορατό μέλλον. Η τάση, με άλλα λόγια, δεν είναι συγκυριακή.
Τι σημαίνουν οι νέες εκλογικές καταγραφές για τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πολιτική και στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Καταρχάς, υπάρχουν ήδη απτά αποτελέσματα για τον εκλογικό ανταγωνισμό στο εθνικό επίπεδο. Η διάλυση της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης αμέσως μετά την ανακοίνωση της συντριπτικής νίκης του Εθνικού Συναγερμού (31,4% από 23,34% το 2019) μπορεί να αποτελεί την πιο άμεση επίδραση· όμως η πρωτιά του FPÖ στην Αυστρία (από 19,7% το 2019 σε 25,7% το 2024), η άνοδος του AFD στη δεύτερη θέση στη Γερμανία από 11% σε 16%, η μετεωρική άνοδος των Fratelli d’Italia από 6,4% το 2019 σε 28,8% που επεκτείνει την πολιτική ηγεμονία της Μελόνι, θα ισχυροποιήσει περαιτέρω ακροδεξιά κόμματα στην εθνική πολιτική σκηνή χωρών στις οποίες κατέγραψαν μεγάλες ανόδους, αποστιγματοποιώντας την ακροδεξιά πολιτική επιλογή, θα αυξήσει την πόλωση και θα θέσει δύσκολα στρατηγικά διλήμματα στα άλλα κόμματα της εθνικής εκλογικής αρένας σε σχέση με το πώς πρέπει να τοποθετηθούν έναντι των κομμάτων αυτών, των θέσεων και των συμβόλων τους. Ο κίνδυνος της άμεσης ή έμμεσης κανονικοποίησης της ακροδεξιάς πολιτικής είναι ορατός.
Στο ευρωπαϊκό επίπεδο, μπορεί η συμπόρευση των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών και των Φιλελεύθερων Renew να παραμένει πλειοψηφική δύναμη, όμως η δυναμική του ακροδεξιού χώρου, θα δυσκολέψει κατεπείγουσες πολιτικές που η ΕΕ δεν έχει την πολυτέλεια να καθυστερήσει. Δεδομένης της άρνησης της κλιματικής κρίσης από την άκρα δεξιά, της αντίδρασης των Ευρωπαίων αγροτών, αλλά και της σημαντικής μείωσης των δυνάμεων των Πρασίνων, ο ρυθμός και το εύρος της πράσινης μετάβασης θα δοκιμαστούν και ενδέχεται να υποχωρήσουν. Ομοίως, πολιτικές για την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, την ισχυροποίηση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και της επένδυσης στην τεχνολογία, καθώς και η ενεργειακή πολιτική που αποτελούν απόλυτες προτεραιότητες δεδομένης της σημαντικής υστέρησης της ΕΕ στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, θα προκαλέσουν τριβές, με την εθνοκεντρική πλαισίωση των ακροδεξιών δυνάμεων, αλλά και τη ρωσόφιλη, αντιευρωπαϊκή τους στάση να βάζει εμπόδια στην ενοποίηση. Η συζήτηση για το νέο προϋπολογισμό της ΕΕ – πολιτικές προτεραιότητες, κατανομή δαπανών αλλά και τρόπος διάθεσης των πόρων – θα αποτελέσει τον καμβά πάνω στον οποίο θα ασκηθεί μέρος των πιέσεων αυτών. Καθώς δε επεκτατικοί και αναθεωρητικοί παίκτες περιφερειακά βρίσκονται στην εξουσία, μια ενδεχόμενη εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ θα περιπλέξει περαιτέρω αποφάσεις με γεωπολιτική διάσταση, όπως την πορεία και το ρυθμό της ενοποίησης ειδικά σε τομείς όπως η άμυνα, όσο και τις στάσεις της ΕΕ έναντι του διεθνούς εμπορίου και της Κίνας συγκεκριμένα. Προφανώς, το πεδίο πολιτικής που θα δεχτεί τις ισχυρότερες πιέσεις θα είναι η μεταναστευτική πολιτική.
Δεδομένης της μεγάλης εικόνας κυβερνητικών συνασπισμών με ακροδεξιά κόμματα, αξίζει τέλος να υπογραμμίσουμε ότι οι εκλογικές επιτυχίες της άκρας δεξιάς που διαχέονται και καταγράφονται και στην εθνική αρένα, σημαίνουν ότι περισσότεροι ηγέτες ενδέχεται να εκπροσωπούν στο άμεσο μέλλον κυβερνήσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η μεγάλη εικόνα της φιλοευρωπαϊκής πλειοψηφίας παραμένει, όμως οι απειλές εναντίον μιας φιλελεύθερες Ευρώπης είναι υπαρκτές.
(*) Η Λαμπρινή Ρόρη, είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Πολιτικής Ανάλυσης, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών- Αναδημοσίευση από το KREPORT