Χαλκίδα:Οι κινήσεις του δράστη από κάμερες ασφαλείας -Πού πήγε μετά την δολοφονία

 Χαλκίδα:Οι κινήσεις του δράστη από κάμερες ασφαλείας -Πού πήγε μετά την δολοφονία

Σοκαρισμένη παραμένει η τοπική κοινωνία της Χαλκίδας, από την αποκάλυψη ότι η 63χρονη γυναίκα που βρέθηκε δολοφονημένη μέσα στο σπίτι της, μαχαιρώθηκε από τον παιδικό φίλο της κόρης της, ο οποίος σκότωσε τη γυναίκα οδηγούμενος από το πάθος του για τον τζόγο. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, σκότωσε τη μητέρα της παιδικής του φίλης για να αρπάξει τις περίπου 7.000 ευρώ που βρίσκονταν στο σπίτι για να τα παίξει σε τυχερά παιχνίδια, καθώς ήταν εθισμένος στον τζόγο.

Η συνάντηση του δράστη με την κόρη του θύματος πριν από τη δολοφονία

Η κόρη της 63χρονης γυναίκας, την Παρασκευή 17 Μαΐου ήπιε καφέ με τον δολοφόνο, όπου αποσπά πληροφορίες για το σπίτι και την μητέρα της παιδικής του φίλης. Ο δράστης και η κόρη του θύματος αποχώρησαν από την καφετέρια που είχαν δώσει ραντεβού στις 11:49, όπως φαίνεται στις φωτογραφίες του MEGA.

Κατόπιν, οι κάμερες έχουν «πιάσει» τον 39χρονο και συγκεκριμένα το ΙΧ του στις 13:54 στην οδό που βρίσκεται το σπίτι που έγινε το στυγερό έγκλημα. Σύμφωνα με τους αστυνομικούς, το διάστημα 13:56 – 14:27, δηλαδή 21 λεπτά, δεν υπάρχει άλλο αυτοκίνητο να εισέρχεται στο δρόμο. Κι αυτό ήταν το κρίσιμο στοιχείο που «έδεσε» την υπόθεση εις βάρος του δράστη.

Ο δράστης –όπως αποκαλύπτεται– αμέσως μετά το έγκλημα που διέπραξε, έπαιξε σε τυχερά παιχνίδια τα χρήματα που έκλεψε από την άτυχη γυναίκα. Συγκεκριμένα, στις 14:29, ο 39χρονος γυρνά στο καφέ που είχε δώσει ραντεβού με την κόρη του θύματος, όπου εκεί «κατεβάζει» μία εφαρμογή για να παίξει ηλεκτρονικό τζόγο. Τέλος, στις 16:09, κάμερες δείχνουν τον 39χρονο να πηγαίνει για κούρεμα.

Εικόνες μέσα από το σπίτι που ο δράστης δολοφόνησε την 63χρονη:

Η κυνική ομολογία του

«Την ημέρα της δολοφονίας, είχαμε πάει μαζί για καφέ. Εκείνη την ημέρα έμαθε ότι η μητέρα μου θα ήταν μόνη της κάποιες ώρες και του είπα ότι ευτυχώς έχει συνέλθει γιατί εκείνος πίστευε ότι θα ήταν στην κατάσταση που την είχε αφήσει, δηλαδή κατάκοιτη. Του το διευκρίνισα ότι σηκώνεται πλέον κανονικά μόνη της με το “πι”».

Οι δύο τους συζητούν, με την κόρη της άτυχης γυναίκας να δέχεται ερωτήσεις και ανυποψίαστη να απαντά δίνοντας κρίσιμα στοιχεία. «Μου είπε ότι έχει άτομο να την προσέχει όσο εκείνη είναι στη δουλειά και ότι αφήνει το κλειδί του σπιτιού μέσα σε μία γλάστρα. Πιο παλιά μου είχε πει ότι μάζευε κάτι οικονομίες στο σπίτι. Ήμουν σε κακή οικονομική κατάσταση, σκέφτηκα ότι αν έπαιρνα τα χρήματα που υπήρχαν στο σπίτι θα με βοηθούσαν έστω και λίγο».

Η κόρη της 63χρονης πιάνει δουλειά το μεσημέρι. Φεύγει από το σπίτι στις 12:30. Ο 39χρονος βρίσκεται ήδη στην περιοχή, έτοιμος να εισβάλλει στο διαμέρισμα. Παρέμεινε εκεί για 20 λεπτά, όπως ανέφερε στους αστυνομικούς. Σε αυτό το διάστημα, σκότωσε την 63χρονη και έκλεψε ορισμένα από τα χρήματα που υπήρχαν.

«Άνοιξα την πόρτα και ξαφνικά είδα από πίσω την κυρία Μαρία όρθια με το “πι” .Τότε τα έχασα, θόλωσα και σκέφτηκα “με πιάσανε”. Τράβηξα την κυρία Μαρία από το χέρι και την έσπρωξα από τις σκάλες. Αυτή έπεσε περίπου μέχρι τη μέση της σκάλας .Το “πι” έμεινε έξω από την πόρτα.

Εκείνη φώναζε: “Βοήθεια, Σταύρο, τι κάνεις; Σταύρο, σε αγαπάω”. Τότε πήγα στην κουζίνα, άνοιξα τα συρτάρια και πήρα ένα μαχαίρι που βρήκα. Θυμάμαι ήταν μεγάλο. Κατέβηκα, έσπρωξα ξανά την κυρία Μαρία και έφτασε στο τελευταίο σκαλί», λέει.

«Μου μίλαγε ακόμα και επειδή είχα φοβηθεί ότι θα μας ακούσουν τη χτύπησα με το μαχαίρι στο λαιμό στο πλάι, αρκετές φορές για να σταματήσει. Δεν θυμάμαι πόσες φορές τη χτύπησα. Μόλις σταμάτησε να μιλάει, γύρισα στο διαμέρισμα και έψαξα για τα λεφτά».

Τα χρήματα όπως ανέφερε, τα βρήκε μετά τη δολοφονία, μέσα σε ένα κουτί που υπήρχε ντουλάπα. Λίγα μόνο μέτρα από τη γυναίκα που μόλις είχε σκοτώσει.

«Δεν ήξερα τι να κάνω. Βγήκα από το σπίτι, έβαλα ξανά τα κλειδιά στη θέση τους στη γλάστρα, πήρα μαζί μου το μαχαίρι και έφυγα με το αμάξι μου. Πήγα στο σπίτι μου. Έκατσα λίγο και κάπνισα, καθώς δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που είχα κάνει», αποκαλύπτει ακόμη ο δράστης.

Όπως είπε στους αστυνομικούς, τα ρούχα του δεν πρόδιδαν το έγκλημα που είχε διαπράξει όταν έφυγε από το σπίτι. «Πήγα για κούρεμα και πήρα και την ασφάλεια για το αμάξι. Τα ρούχα μου δεν λερώθηκαν καθόλου από το αίμα. Δυστυχώς, έτσι έγιναν τα πράγματα».

Οι πρώτες κρίσιμες μέρες περνούν και ο 39χρονος σκέφτεται ότι μπορεί τελικά να αποφύγει τη σύλληψη. Το τραγικό λάθος που έγινε αρχικά, όταν ο θάνατος της γυναίκας αποδόθηκε σε δυστύχημα από πτώση, τον έκαναν να ελπίζει.

«Γύρισα αργά το βράδυ στο σπίτι και από αυτά που είδα –γιατί τα είχαν ”καθαρίσει” οι αστυνομικοί– κατάλαβα ότι δεν είναι ένα απλό χτύπημα, τα αίματα είχαν πεταχτεί στους τοίχους», ανέφερε η κόρη του θύματος.

Φως στο έγκλημα αρχίζει να ρίχνει η ιατροδικαστική εξέταση, τρεις μέρες μετά τη δολοφονία. Αρχικά, οι πέντε μαχαιριές στον αυχένα της 63χρονης δεν είχαν εντοπιστεί.

«Από την πρώτη ημέρα που έγινε το κακό νιώθω πολύ άσχημα. Περίμενα κάθε ημέρα πότε θα έρθετε να με βρείτε». Ο καθ’ ομολογίαν δράστης πήγε στην κηδεία της γυναίκας που σκότωσε, στάθηκε απέναντι από την κόρη και τις επόμενες μέρες προσπάθησε να μάθει πληροφορίες για την πορεία της έρευνας.

«Τα τελευταία χρόνια τα οικονομικά μου δεν πάνε και πολύ καλά. Υπάρχουν περίοδοι που δύσκολα τα φέρνω βόλτα. Όλα αυτά ξεκίνησαν όταν άρχισα να παίζω τζόγο, στοίχημα στο ίντερνετ. Υπήρχαν περίοδοι που έχανα πολλά λεφτά στο στοίχημα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να αφήνω απλήρωτους λογαριασμούς και οι επόμενοι να έρχονται διπλοί και μετά το πράγμα δεν μαζευόταν. Για να καταλάβετε, μου είχαν κόψει και το ρεύμα και το σύνδεσα μόνος μου», είπε ακόμη.

Ο 39χρονος που ομολόγησε το στυγερό έγκλημα, πήρε προθεσμία για να απολογηθεί μεθαύριο (07/06).

Κόρη 63χρονης: «Ήθελε να έρθει στο σπίτι για καφέ – Εγώ του είπα για τα κλειδιά»

Για όσα προηγήθηκαν της δολοφονίας της μητέρας της από τον καλύτερό της φίλο μίλησε η κόρη της 63χρονης δολοφονημένης στη Χαλκίδα, για πρώτη φορά μετά την ομολογία του δράστη.

Μιλώντας στον Alpha και την εκπομπή «TLive» και αποδομώντας το αφήγημα του καθ’ ομολογίαν δράστη ότι ξαφνιάστηκε, που είδε ξαφνικά μπροστά του την 63χρονη, σημειώνει: «Την ημέρα της δολοφονίας με κάλεσε ο ίδιος στο τηλέφωνο, γιατί είχε σκοπό να έρθει από το σπίτι να πιούμε καφέ, νομίζοντας ότι η μαμά μου δεν είναι καλά και ότι εγώ δεν έχω χρόνο. Και επειδή ήμουν ήδη έξω για δουλειά πήγα και τον βρήκα εγώ σε ένα καφέ δίπλα στο σπίτι του. Με ρωτούσε: «Εγώ την άφησα πολύ χάλια, απορώ με το πόσο γρήγορα συνήλθε!» και μου λέει: «Τι; Σηκώνεται κανονικά;». Του λέω «Ναι, κανονικά με το πι, μόνη της». Δεν μπορεί να την είδε και να ξαφνιάστηκε, γιατί ήδη το είχαμε διευκρινίσει δύο φορές».

Η ίδια δηλώνει πως ήταν εκείνη που του είχε αποκαλύψει πού είχε κρύψει τα κλειδιά για το σπίτι της μητέρας της, κλειδιά που ο δράστης ζητούσε μετ’ επιτάσεως, ώστε «να μπορεί να βοηθήσει σε μια ώρα ανάγκης»: «Για τα κλειδιά του είχα πει, γιατί μου είπε ότι «έτσι όπως είναι η κατάσταση με τη μαμά σου, πρέπει να αφήνεις κάποια κλειδιά, για να μπορούμε να πεταχτούμε, να με πάρεις ένα τηλέφωνο να πάω, αν χρειαστεί κάποια βοήθεια». Του είπα: «Εντάξει, δεν χρειάζεται τώρα, έχει συνέλθει». Του είπα ότι έχω αφήσει κλειδιά, είπαμε ότι είναι σε μια γλάστρα δίπλα στην πόρτα. Δεν είπαμε κάτι άλλο για λεφτά».

Παράλληλα, η γυναίκα επισημαίνει την επιμονή του δράστη να μάθει πού έκρυβε χρήματα μέσα στο σπίτι. «Με είχε ρωτήσει: «Δεν φοβάσαι μήπως η γυναίκα που καθαρίζει το σπίτι σου πάρει λεφτά;» και του έλεγα «Τι να μου πάρουν;». Δεν του είχα πει ποτέ ότι έχω λεφτά, ότι μαζεύω και ότι είναι εκεί. Δεν το γνώριζε το ποσό και την τοποθεσία. Του το είπε η μητέρα μου; Την ανάγκασε να του το πει; Μπορεί να θυμήθηκε πριν πολλά χρόνια, που ήξερε τότε το μέρος, αλλά είναι έξι χρόνια πίσω. Μάζευα ψιλά τότε και του είχα αναφέρει το μέρος. Τρεις με τέσσερις φορές του έχω δανείσει για εξετάσεις ή για το ενοίκιο, για τα έξοδα που ζοριζόταν. Ήξερα ότι παίζει φρουτάκια πού και πού, αλλά όχι στον βαθμό που αναφέρεται τώρα. Όπως παίζει πολύς κόσμος, μπορεί καμιά φορά να χάσεις και παραπάνω. Όχι να παίξεις αρρωστημένα. Δεν το ήξερα αυτό το στάδιο».

Σχετικά με την έκπληξη που ένιωσε όταν έμαθε ότι ο δολοφόνος της μητέρας της είναι ο καλύτερός της φίλος, αναφέρει: «Το δικό μου μυαλό δεν πήγαινε σε κοντινό πρόσωπο. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι κάποιος γνωστός είχε σκοτώσει με τέτοιο τρόπο. Δεν μπορούσα με τίποτα να το δεχτώ. Δεν άκουγα κανέναν, δεν πήγαινε το μυαλό μου. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν σοκ, ρωτούσα και ξαναρωτούσα αν όντως είναι αλήθεια. Μετά πάγωσαν όλα. Δεν μπορώ να νιώσω τίποτα αυτή τη στιγμή. Από μικρά παιδιά ήμασταν μαζί. Ένιωσα μεγάλη ανακούφιση, γιατί είχα αρχίσει να πιστεύω ότι δεν θα βρεθεί ποτέ. Αυτό το πράγμα μπορεί να σε τρελάνει. Είναι ανακούφιση. Δεν χρειάζεται να μου ζητήσει συγγνώμη η οικογένειά του, δεν ευθύνονται για τις πράξεις του. Είναι πλέον ξένος, δεν έχω την ανάγκη να του πω τίποτα.

Σχετικά Άρθρα