Κοντογεώργης: Ο ανθρώπινος πόνος δεν προσφέρεται για μικροκομματική εκμετάλλευση
Από την υπόθεση των Τεμπών, και συγκεκριμένα τη σημερινή κοινοβουλευτική συζήτηση, ξεκίνησε η ραδιοφωνική συνέντευξη του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάση Κοντογεώργη στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ. Εν σχέσει με την απουσία του πρωθυπουργού από τη συζήτηση στη Βουλή επί του κατατεθέντος πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής για την εν λόγω υπόθεση, ο Θ. Κοντογεώργης υπενθύμισε ότι ο πρωθυπουργός δεν παρευρέθη και τις δύο άλλες φορές που είχε γίνει αντίστοιχη συζήτηση στο Κοινοβούλιο, συγκεκριμένα για τους υπουργούς της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, κ.κ. Παππά και Παπαγγελόπουλο. Έτσι και τώρα, συνέχισε, «ο πρωθυπουργός δεν παρευρίσκεται, έχει όμως τοποθετηθεί για το θέμα πάρα πολλές φορές και για τα ζητήματα που έχουν προκύψει με αυτήν την ανείπωτη τραγωδία και για τις ενέργειες της κυβέρνησης προκειμένου να μην επαναληφθεί στο μέλλον».
Στο σημείο αυτό κατηγόρησε την αντιπολίτευση για «προσπάθεια εκμετάλλευσης» αφενός, για «υποκριτική στάση» αφετέρου, γιατί, όπως επιχειρηματολόγησε, «άλλα έλεγαν στο παρελθόν και άλλα λένε τώρα». Και συμπλήρωσε λέγοντας ότι «ο ίδιος ο πρωθυπουργός το 2006 είχε ζητήσει την αλλαγή του άρθρου 86». «Η πρόταση του κ. Μητσοτάκη έγινε πράξη, όταν έγινε πρωθυπουργός το 2019 και αφαιρέσαμε την αποσβεστική προθεσμία των δύο Συνόδων που υπήρχε μέχρι τότε» προσέθεσε σημειώνοντας ότι «αυτό αφορά τους υπουργούς από το 2019 και μετά, γι’ αυτό και βλέπετε μια ευκολία στο πώς τοποθετούνται ο ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Σπίρτζης κ.ά.»
Ζήτησε από όλους να τοποθετούνται στο ζήτημα με σύνεση, προσοχή και ψυχραιμία, με την ταυτόχρονη διευκρίνιση ότι αυτή η προτροπή του δεν αφορά τους γονείς των θυμάτων, που «λαμβάνουν αυτές τις πρωτοβουλίες που λαμβάνουν, γιατί θεωρούν ότι έτσι τιμούν τη μνήμη των παιδιών τους». Αλλά, επισήμανε αμέσως μετά, τα πολιτικά κόμματα σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μπαίνουν «στη διαδικασία εκμετάλλευσης αυτού του πόνου, προκειμένου να αποκομίσουν μικροκομματικά οφέλη». «Σε αυτή τη διαδικασία όλοι κρίνονται: και η Δικαιοσύνη και το πολιτικό σύστημα και τα κόμματα», διεμήνυσε εξ άλλου.
Κληθείς να σχολιάσει τη θέση που πήρε για την τραγωδία των Τεμπών η Ευρωπαία εισαγγελέας Λάουρα Κοβέσι, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ διαβεβαίωσε πως «εμείς σεβόμαστε όλους τους ευρωπαϊκούς θεσμούς». Επεσήμανε δε, πως «είναι διακριτές οι αρμοδιότητες της Ευρωπαίας εισαγγελέως και της ελληνικής Δικαιοσύνης. Στο πλαίσιο του δικού μας δικαιικού συστήματος προχωρούν τα πράγματα, η Ευρωπαία εισαγγελέας μπορεί να αναδεικνύει κάποια κρίσιμα θέματα, κυρίως διασφάλισης ενωσιακών πόρων, αλλά όχι θέματα λειτουργίας της Δικαιοσύνης και εν εξελίξει δικαστικών υποθέσεων».
Αλλάζοντας θέμα, σε αυτό της διαρροής προσωπικών δεδομένων εκλογέων, αφού ανέφερε πως η κυβέρνηση κινήθηκε γρήγορα, δήλωσε: «Οι ευθύνες προέκυψαν, αποδόθηκαν». Άλλωστε, προσέθεσε, «όντως ήταν μια υπόθεση στην οποία δεν έπρεπε να μείνουν αναπάντητα ερωτήματα». Αναφερόμενος, μάλιστα, στις τρεις εν εξελίξει έρευνες, από τη Δικαιοσύνη, την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και το Υπουργείο Εσωτερικών, εξέφρασε την πεποίθησή του ότι «σε εγγύ χρόνο θα έχουμε τα πορίσματα».
Στο σημείο αυτό, επίσης, επέμεινε ότι η συγκεκριμένη περίπτωση «δεν συνδέεται με την επιστολική ψήφο, δεν συνδέεται σε καμία περίπτωση με την παρούσα ηγεσία». Από τη μια, υπάρχει μια «δημοκρατική κατάκτηση», όπως είναι η επιστολική ψήφος, και από την άλλη, «ένα γεγονός ατυχές και παράνομο», είπε επίσης ο Θ. Κοντογεώργης και επέκρινε τα κόμματα εκείνα, τα οποία «μπαίνουν στη λογική να το συνδέσουν (σ.σ. το θέμα της διαρροής στοιχείων) με την επιστολική ψήφο μέχρι και τη διαφάνεια της εκλογικής διαδικασίας».
«Αυτό το οποίο έγινε, σε καμία περίπτωση δεν εκφράζει ούτε την κυβέρνηση ούτε το κόμμα (σ.σ. της Νέας Δημοκρατίας), και για αυτό αποδόθηκαν και οι ευθύνες», ξεκαθάρισε δε, και συμπλήρωσε: «Είναι σαφές το πώς κινήθηκε η κυβέρνηση: ούτε απόπειρα συγκάλυψης υπήρξε, ούτε καθυστέρηση […] ό,τι είχε να γίνει από πλευράς κυβέρνησης, έχει γίνει».
Με αφορμή δε, την άποψη που διετύπωσε ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης ότι πρέπει να αλλάξει ο νόμος, και οι πολιτικοί να μπορούν να κάνουν χρήση προσωπικών δεδομένων, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, αφού είπε για την κυρία Ασημακοπούλου ότι «είχε μια έντονη και πολύ παραγωγική δραστηριότητα τον καιρό που ήταν ευρωβουλευτής», συμπέρανε: «Η κυβέρνηση ήταν αυτή, η οποία άλλαξε το πλαίσιο, ενσωματώνοντας σχετική Οδηγία, προκειμένου να υπάρχει ακόμη μεγαλύτερη προστασία των προσωπικών δεδομένων […] το να δεχόμαστε μηνύματα χωρίς να γνωρίζουμε πώς έχουμε βρεθεί σε κάποιες λίστες, είναι μια πρακτική που πρέπει να σταματήσει». Και, εν κατακλείδι, «όλες οι Αρχές έχουν λάβει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζονται και η προστασία των προσωπικών δεδομένων αλλά και, ταυτόχρονα, να χρησιμοποιούνται για τους λόγους που αυτά έχουν παρασχεθεί».
Για το πολιτικό κλίμα εν όψει ευρωεκλογών και με αφορμή τις πλέον πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο Θ. Κοντογεώργης επέμεινε ότι «η κυβέρνηση ήταν συνεπής στην εντολή που έλαβε τον Ιούνιο του 2023 και προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις στην αρχή της θητείας, όπως είχαμε υποσχεθεί». Ενώ ανοίγοντας τη βεντάλια των επόμενων κυβερνητικών δράσεων, παρέπεμψε στο Υπουργικό Συμβούλιο της επόμενης εβδομάδας, όπου «θα έχουμε νέα αύξηση του κατώτατου μισθού». Ενώ έπονται «άλλες αλλαγές που αφορούν το χώρο της υγείας, το νέο δικαστικό χάρτη».
Συνεπώς, «θα αξιολογηθούμε και ένα πρώτο βήμα, είναι οι ευρωεκλογές, που έχουν όμως μια συνθετότητα», σημείωσε υπογραμμίζοντας ταυτοχρόνως την ελπίδα του για «σημαντική συμμετοχή στις ευρωεκλογές». Σε κάθε περίπτωση, «δεν θεωρούμε κανέναν πολίτη δεδομένο», τόνισε.
Επαναλαμβάνοντας δε, τον κεντρικό κυβερνητικό στόχο, για «σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και κυρίως με τις προηγμένες χώρες σε επίπεδο οικονομικής αλλά και κοινωνικής ανάπτυξης», ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ κατέληξε:
«Η κυβέρνηση απευθύνεται στο σύνολο των Ελλήνων πολιτών και προσπαθεί να δώσει ορθολογικές λύσεις και σε διαχρονικά προβλήματα, όπως αυτό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανοίγοντας νέους ορίζοντες. Θα αξιολογηθεί για την υλοποίηση και αυτής της μεταρρύθμισης όπως και πολλών άλλων».
Και, κλείνοντας, «εμείς θεωρούμε ότι οι πολίτες αξιολογούν την προσπάθεια, βλέπουν τα αποτελέσματα της δουλειάς […] για αυτό και θα συνεχίσουν να ενισχύουν και τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση στην προσπάθεια που καταβάλλουμε όλοι μαζί προκειμένου η χώρα μας κάθε χρόνο να γίνεται και καλύτερη».