Τσιόδρας στο libre: Αυτονόητη η λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων
«Τελειώνουμε με αυτό το κωμικοτραγικό παράδοξο. Επιπλέον, τελειώνουμε με τον παραλογισμό: να λέμε στα παιδιά που δεν θα φοιτήσουν σε ένα δημόσιο πανεπιστήμιο, ότι δεν έχουν επιλογή να σπουδάσουν εδώ σε ένα μη κρατικό, αλλά θα πρέπει να το αναζητήσουν σε κάποια άλλη χώρα», τονίζει ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού Δημήτρης Τσιόδρας σχετικά με την ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων στην Ελλάδα.
Ο ίδιος μιλά για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η Ευρώπη από το αυξανόμενο ρεύμα του λαϊκισμού και την ανάγκη για «περισσότερη και καλύτερη Ευρώπη».
Συνέντευξη
–Κύριε Τσιόδρα, να σας ευχηθούμε καλή επιτυχία ενόψει των ευρωεκλογών;
Επίσημη ανακοίνωση υποψηφιότητας δεν έχει υπάρξει –και βέβαια δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει από μένα! Είναι γνωστό, ότι η αρμοδιότητα της συγκρότησης του ευρωψηφοδελτίου ανήκει στον πρωθυπουργό και πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτός θα κάνει τις ανακοινώσεις στον κατάλληλο χρόνο. Σε ό,τι με αφορά, δεν έκρυψα ποτέ το ενδιαφέρον μου για τα ευρωπαϊκά πράγματα: και οι σπουδές μου στις διεθνείς σχέσεις, και τα βιβλία που έγραψα (το τωρινό, που κυκλοφόρησε πρόσφατα, είναι το δεύτερο σ’ αυτή τη θεματολογία, το πρώτο ήταν το 2017), δείχνουν τη μακρόχρονη και συστηματική ενασχόλησή μου με το αντικείμενο. Επίσης ως συνεργάτης του πρωθυπουργού έχω παρακολουθήσει από κοντά τις ευρωπαϊκές εξελίξεις και τις σχετικές διεργασίες. Αλλά ας περιμένουμε τις ανακοινώσεις.
–Η Ευρώπη φαίνεται ότι κάνει μια ακροδεξιά στροφή. Αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε από τις έρευνες κοινής γνώμης που έχουν γίνει γνωστές. Που οφείλεται κατά γνώμη σας αυτή η στροφή;
Τα τελευταία χρόνια, σε πολλές (και ορισμένες μάλιστα πολύ σημαντικές) χώρες της Ένωσης, αναπτύσσονται ρεύματα αντιευρωπαϊκά και αντισυστημικά. Το ζήσαμε και στη χώρα μας πολύ έντονα στη δεκαετία της κρίσης. Λαϊκιστικές δυνάμεις, της ακροδεξιάς κυρίως αλλά και της αριστεράς, εκμεταλλεύονται τα μεγάλα προβλήματα της εποχής και κερδοσκοπούν αδίστακτα. Εργαλειοποιούν την πληθωριστική κρίση, την πίεση από τις αυξημένες μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές, και το αίτημα των πολιτών για ασφάλεια, για να προωθήσουν θέσεις βαθιά αντιευρωπαϊκές. Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και αυξανόμενος. Η απάντηση είναι μία: Περισσότερη και καλύτερη Ευρώπη. Με πολιτικές ρεαλιστικές και αποτελεσματικές, που θα τις νιώθει στην καθημερινότητά του ο πολίτης της Ένωσης. Ο στόχος είναι ασφαλώς δύσκολος, αλλά εφικτός –με συγκεκριμένο σχέδιο, με επίμονη βούληση, με σκληρή και συστηματική προσπάθεια.
–Πιστεύετε ότι στην Ελλάδα έχουμε ανάγκη από «μη κρατικά Πανεπιστήμια», όπως αυτά που προτείνει η κυβέρνηση;
Η απάντηση είναι ναι! –κατηγορηματικά ναι! Η ερώτηση με υποχρεώνει, πάντως, να επιχειρηματολογήσω υπέρ του αυτονόητου. Ο νόμος που φέραμε για τα μη κρατικά μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια καταργεί έναν αδιανόητο αναχρονισμό: η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα στον κόσμο που δεν επέτρεπε τη λειτουργία μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων. Μια χώρα της ευρωζώνης να απαγορεύει αυτό που επιτρέπει ακόμα και η Βόρεια Κορέα! Το φαντάζεστε; Ε λοιπόν, τελειώνουμε με αυτό το κωμικοτραγικό παράδοξο. Επιπλέον, τελειώνουμε με τον παραλογισμό: να λέμε στα παιδιά που δεν θα φοιτήσουν σε ένα δημόσιο πανεπιστήμιο, ότι δεν έχουν επιλογή να σπουδάσουν εδώ σε ένα μη κρατικό, αλλά θα πρέπει να το αναζητήσουν σε κάποια άλλη χώρα. Πράγμα που ήδη κάνουν δεκάδες χιλιάδες και το κάνουν πολύ περισσότερα παιδιά πχ από την Ισπανία που έχει υπερτετραπλάσιο πληθυσμό από την Ελλάδα. Θα μπορεί αυτή η δυνατότητα να παρέχεται εδώ, με αυστηρό έλεγχο, με προδιαγραφές πολύ υψηλές –και θα μπορεί η χώρα μας να προσελκύει μάλιστα και φοιτητές από άλλες χώρες. Αυτή τη μεταρρύθμιση, ναι, την έχει ανάγκη η Ελλάδα.
-Εσείς, έχετε κάνει μεταπτυχιακά στις Διεθνείς Σχέσεις στο Fletcher School of Law and Diplomacy, στο Πανεπιστήμιο του Tufts στις ΗΠΑ. Μπορείτε να μας μιλήσετε για την εμπειρία σας; Πως ήταν η ζωή για ένα μεταπτυχιακό φοιτητή στις ΗΠΑ και πόσο άξιζε αυτή η εμπειρία σε σχέση με τα χρήματα που δώσατε;
Η εμπειρία των μεταπτυχιακών σπουδών μου στις ΗΠΑ υπήρξε για μένα πολύτιμη. Και άξιζε απολύτως το κάθε σεντ, την κάθε ώρα μελέτης και σκληρής ακαδημαϊκής δουλειάς. Ήταν μια περίοδος εξαιρετικά δημιουργική: μού έδωσε γνώση, με έφερε σε ζώσα επαφή με τη σύγχρονη επιστημονική σκέψη, μού δίδαξε συστηματικότητα και μέθοδο, με υποχρέωσε να κρίνω και να συγκρίνω τις επιδόσεις μου στο υψηλότερο επίπεδο, μού έμαθε να είμαι αυστηρός και πολύ απαιτητικός με τον εαυτό μου –να μη βολεύομαι στον εύκολο δρόμο. Το ίδιο χρήσιμες, αλλά και απολαυστικές αυτές, ήταν και οι άλλες, οι εκτός ακαδημαϊκής εργασίας πλευρές: οι διεθνείς συναναστροφές, η καθημερινή γνωριμία με διαφορετικές κουλτούρες, η βιωματική (και όχι μόνον από τα βιβλία) επαφή με ρεύματα ιδεών. Ήταν ένα όμορφο μεγάλο ταξίδι, που άνοιξε σημαντικά τους ορίζοντές μου.
–Ο κ. Τσίπρας είπε mea culpa για την υπόθεση Novartis και τις τηλεοπτικές άδειες. Κάποιος από την κυβέρνηση πρέπει να πει mea culpa για τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις της ΕΥΠ και μέσω του predator και όσα αποκάλυψαν οι συγγενείς των θυμάτων για τα Τέμπη;
Πρώτο, για την απολογία του κ. Τσίπρα: Too little, too late –αυτό θα λέγαμε με τους συμφοιτητές μου, στις ΗΠΑ, στα χρόνια που αναφερθήκαμε με την προηγούμενη ερώτησή σας. Πολύ λίγο, πολύ αργά. Και επιπλέον, εντελώς προσχηματική –θα πρόσθετα. Απλώς, διότι δεν υπάρχει… σκευωρία κατά λάθος! Αλλά θα μπορούσαμε μήπως να περιμένουμε κάτι καλύτερο από τον κ. Τσίπρα; Το παρελθόν και το παρόν του φωνάζουν «όχι».
Δεύτερο, για όσα αφορούν την κυβέρνησή μας: Τα λάθη που υπήρξαν, σε ό,τι αφορά τις νόμιμες παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ, αναγνωρίσθηκαν δημοσίως από τον πρωθυπουργό, η πολιτική ευθύνη αναλήφθηκε με παραιτήσεις, το θεσμικό πλαίσιο βελτιώθηκε δραστικά με πρωτοβουλία της κυβέρνησης και η δικαιοσύνη έκανε το χρέος της. Για το διαβόητο predator, σας θυμίζω ότι καμία σχέση του με την κυβέρνηση δεν έχει προκύψει –και πάντως η δικαιοσύνη ερευνά την υπόθεση, ως όφειλε.
Τέλος, για την τραγωδία των Τεμπών, είχαμε ανάληψη πολιτικής ευθύνης με παραίτηση υπουργού και η δικαιοσύνη κινείται σαφώς πιο γρήγορα από ότι την είχαμε δει σε άλλες περιπτώσεις. Και είμαστε σίγουροι ότι θα καταλογιστούν οι ευθύνες. Το οφείλουμε στα παιδιά που χάθηκαν, στις οικογένειές τους, στην κοινωνία. Εμείς δεν χρειαστήκαμε 7 ή 8 χρόνια για να αναλάβουμε εμπράκτως, με θάρρος και ειλικρίνεια, τις ευθύνες που μάς αναλογούν και να δράσουμε για να διορθώσουμε τα πράγματα. Αυτή ακριβώς είναι η χαώδης διαφορά που μας χωρίζει από τον κ. Τσίπρα.