Πέθανε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε – Οι σχέσεις του με την Ελλάδα – Η απόπειρα δολοφονίας που τον καθήλωσε στο αναπηρικό καρότσι
Τον θάνατο του πρώην υπουργού Οικονομίας της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ανακοίνωσε το πρωί της Τετάρτης η οικογένειά του. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της οικογένειας ο 81χρονος πολιτικός πέθανε στο σπίτι του βράδυ της Τρίτης.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε χαρακτηρίστηκε για την οικονομική πολιτική του, αφού ήταν επί χρόνια υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, επί πρωθυπουργίας της Άνγκελα Μέρκελ.
Έχει συνδεθεί με σφιχτή και αυστηρή οικονομική πολιτική σε χώρες της Ευρωζώνης, μια από τις οποίες είναι και η Ελλάδα, όπου το όνομα του Σόιμπλε συνδέθηκε με τα μνημόνια.
Το πρωτοσέλιδο της Bild
Ο Γερμανός πολιτικός, που ήταν μέλος του Γερμανικού Κοινοβουλίου για περισσότερα από 50 χρόνια, άφησε πίσω του τη σύζυγό του, Ingeborg, τα τέσσερα παιδιά τους και τέσσερα εγγόνια.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κατείχε κυβερνητικές θέσεις από τη δεκαετία του 1980, συμπεριλαμβανομένου του Ομοσπονδιακού Υπουργού Ειδικών Καθηκόντων, του Προϊσταμένου της Ομοσπονδιακής Καγκελαρίας και του Υπουργού Εσωτερικών υπό τον Καγκελάριο Χέλμουτ Κολ.
Επί Άνγκελα Μέρκελ, ο Σόιμπλε ήταν και πάλι υπουργός Εσωτερικών από το 2005 έως το 2009 και υπουργός Οικονομικών από το 2009 έως το 2017, αξιώμα για το οποίο έγινε γνωστός πέρα από τη Γερμανία κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ.
Η μοίρα είχε χτυπήσει άσχημα τον Σόιμπλε στις 12 Οκτωβρίου 1990, όταν ένας ψυχικά ασθενής πυροβόλησε τον πολιτικό κατά τη διάρκεια προεκλογικής εμφάνισης στο Οπενάου, με αποτέλεσμα να μείνει παράλυτος. Τα τελευταία χρόνια είχε αποχωρήσει την πολιτική δράση, για να είναι πιο κοντά στην οικογένειά του.
Οι σχέσεις του με την Ελλάδα
Ο Σόιμπλε επικρίθηκε έντονα για τις ενέργειές του κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης, καθώς ήταν η «προσωποποίηση» της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της λιτότητας.
εν ήταν λίγες οι φορές που ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε συνεντεύξεις του είχε μιλήσει για τη χώρα μας. Τα λεγόμενά του τις περισσότερες φορές είχαν να κάνουν με τα οικονομικά της Ελλάδας αλλά και τις συμβουλές, που είχε δώσει ο ίδιος στα κυβερνητικά στελέχη της. Άλλωστε, ήταν ένα πρόσωπο που πρωταγωνίστησε κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους της ευρωζώνης.
Ο πρώην πρόεδρος της Bundestag και πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, που έφυγε από τη ζωή στα 81 του χρόνια, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Handelsblatt τον Νοέμβριο του 2022 είχε εστιάσει στην εικόνα που παρουσίαζε η Ελλάδα σε οικονομικό επίπεδο, επιμένοντας ότι ήταν σωστή η πρότασή του για προσωρινή έξοδό της από την Ευρωζώνη κατά τη διάρκεια της κρίσης.
«Από νωρίς συμβούλεψα τους Έλληνες συναδέλφους μου: Χρειάζεστε το εργαλείο της εξωτερικής υποτίμησης για να κάνετε την οικονομία σας και πάλι ανταγωνιστική. Γι’ αυτό και θα πρέπει να φύγετε προσωρινά από τη Νομισματική Ένωση και θα μπορέσετε να επιστρέψετε αργότερα σε αυτήν. Τέτοιες συμβουλές δεν είναι δημοφιλείς, αλλά ήταν από οικονομικής απόψεως σωστές. Μια εσωτερική υποτίμηση μέσω των μισθών είναι πολιτικά μη βιώσιμη», είχε δηλώσει στην Handelsblatt και, απαντώντας στο σχόλιο του δημοσιογράφου ότι «η Ελλάδα τελικά τα κατάφερε και παρέμεινε στην Ευρωζώνη», υποστήριξε: «Όμως η Ελλάδα πλήρωσε ακριβό τίμημα, η ζημιά σε κοινωνικό επίπεδο είναι μεγάλη. Πλέον η Ελλάδα δεν βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος».
«Έχω ήσυχη τη συνείδησή μου»
Τον Ιούλιο του 2022 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μιλώντας στην εφημερίδα «Νέα Σαββατοκύριακο» είχε πει ότι είχε ήσυχη τη συνείδησή του για τις επιλογές του αναφορικά με τη χώρα μας αφού το κίνητρό του ήταν να βοηθήσει και όχι να βλάψει τους Έλληνες.
Μάλιστα, είχε πει πως «η Ελλάδα πέτυχε πολλά». «Η κρίση δεν ξεπεράστηκε τελεσίδικα – κυρίως υπό το φως και των επίκαιρων συνθηκών. Αλλά εκείνο που ισχύει είναι: Η Ελλάδα πέτυχε πολλά! Και αυτό δείχνει ότι η δουλειά που έγινε δεν πήγε χαμένη. Χρειάστηκε να απαιτήσουμε πολλά από την Ελλάδα, αλλά πρωτίστως η Ελλάδα χρειάστηκε να απαιτήσει πολλά από τον εαυτό της. Το αντίτιμο για την εσωτερική υποτίμηση, την οποία έπρεπε να υποστεί η Ελλάδα, είναι πολύ βαρύ για τους Έλληνες πολίτες. Αλλά αυτή ήταν μία απόφαση των Ελλήνων και όχι άλλων Ευρωπαίων» είχε δηλώσει.
Αναφερόμενος δε στον κίνδυνο του Grexit το 2015 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε σημειώσει στα «Νέα Σαββατοκύριακο»: «Αυτό είχε προτείνει η μεγάλη πλειοψηφία των υπουργών Οικονομικών στο Eurogroup. Και ξέρετε επίσης ότι στην Ελλάδα ορισμένοι υποστήριζαν πως είναι καλύτερο για τη χώρα. Αλλά δεν πέρασε στο Συμβούλιο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων για καλά σταθμισμένους λόγους. Μετά ο Τσίπρας με την προκήρυξη νέων εκλογών έκανε ένα θαρραλέο βήμα και απέσπασε ξανά μία πλειοψηφία για την αντίθετη πολιτική, από εκείνην με την οποία είχε εκλεγεί. Ήταν αξιοσημείωτη η προσφορά του, η οποία διευκόλυνε τη διάδοχη κυβέρνηση στη διαμόρφωση της βάσης για τη σταθεροποίηση της Ελλάδας. Αυτό αξίζει να αναγνωριστεί».
«Κατηγορήθηκα ότι παραήμουν γενναιόδωρος με την Ελλάδα»
Τον Οκτώβριο του 2018 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μιλώντας στη Deutsche Welle και την εκπομπή Conflict Zone είχε αναφερθεί για ακόμη μία φορά στη χώρα μας λέγοντας «κατηγορήθηκα ότι παραήμουν γενναιόδωρος με την Ελλάδα».
Ειδικότερα κληθείς να σχολιάσει το γεγονός ότι στη διαμάχη με την ιταλική κυβέρνηση η Κομισιόν αποφάσισε για πρώτη φορά να απορρίψει έναν εθνικό προϋπολογισμό, ο Σόιμπλε προχώρησε σε έναν παραλληλισμό με την Ελλάδα. «[…] Θα χαιρόμουν εάν όλοι αυτοί που τα λένε σήμερα αυτά για την Ιταλία με είχαν στηρίξει όταν προσπαθούσαμε να εξηγήσουμε στους Έλληνες ότι πρέπει να σεβαστούν τους κανόνες». Ο ίδιος αντικρούει πάντως την κατηγορία ότι στο παρελθόν «το παρατράβηξε» με την Ελλάδα.
«Όχι. Η κατηγορία στο κοινοβούλιό μου ήταν ότι παραήμουν γενναιόδωρος με την Ελλάδα. Και αυτό ήταν αλήθεια διότι οι Έλληνες δεν τηρούσαν τους κανόνες. Ωστόσο όλα αυτά τα κάναμε με τον κατάλληλο τρόπο» είχε επίσης πει.
Η απόπειρα δολοφονίας
Φυσικά, σταθμός στη ζωή του Σόιμπλε ήταν η απόπειρα δολοφονίας η οποία τον καθήλωσε στο αναπηρικό καροτσάκι.
Τον Οκτώβριο του 1990 η Γερμανία βρισκόταν σε προεκλογικό πυρετό. Στις 2 Δεκεμβρίου θα διεξάγονταν οι πρώτες εκλογές μετά τη Γερμανική ενοποίηση, τις οποίες είχε προκηρύξει ο χριστιανοδημοκράτης καγκελάριος Χέλμουτ Κολ -ο αρχιτέκτονας της Γερμανικής Ενοποίησης, ελπίζοντας σε μία θριαμβευτική επικράτηση της κεντροδεξιάς κυβερνητικής συμμαχίας, που την αποτελούσαν οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU), οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CSU) και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP).
O Υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Κολ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ένας 48χρονος πρώην εφοριακός και επίδοξος δελφίνος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, περιόδευε στην εκλογική του περιφέρεια στο ομοσπονδιακό κρατίδιο της Βάδης – Βυρτεμβέργης, διεκδικώντας μία ακόμη επανεκλογή στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Είχε εκλεγεί για πρώτη φορά το 1972, σε ηλικία 30 ετών. Το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου βρέθηκε στο Όπεναου, ένα όμορφο κεφαλοχώρι στο Μέλανα Δρυμό, κοντά στα σύνορα με τη Γαλλία, που ψηφίζει παραδοσιακά Χριστιανοδημοκράτες. Στους 300 ενθουσιώδεις ψηφοφόρους του, που πήγαν στην τοπική μπυραρία για να τον ακούσουν και ο παρολίγον δολοφόνος του.
Γύρω στις 10 το βράδυ και μετά το τέλος της ομιλίας του, ο Σόιμπλε άρχισε να συνομιλεί χαλαρά με τους ψηφοφόρους του. Τότε, ο 31χρονος βοηθός τοπογράφου Ντίτερ Κάουφμαν έβγαλε από το δερμάτινο μπουφάν του ένα 38άρι περίστροφο τύπου Smith &Wesson και πυροβόλησε τρεις φορές προς το μέρος του Σόιμπλε. Δύο από τις σφαίρες πέτυχαν τον Σόιμπλε, η μία στη δεξιά παρειά και η άλλη στη σπονδυλική στήλη, ενώ η τρίτη τραυμάτισε έναν από τους σωματοφύλακές του. Ο δημοσιογράφος και φίλος του Χανς-Πέτερ Σιτζ, που ήταν παρών, ανακαλεί στη μνήμη του το περιστατικό: «Αρχικά νόμιζα ότι έσκασαν δύο μπαλόνια, που ήταν άφθονα στην αίθουσα, μέχρις ότου είδα τον Σόιμπλε να σωριάζεται δίπλα μου και να ψελλίζει “δεν αισθάνομαι το πόδι μου”».
Ο αιφνιδιασμός της αστυνομίας ήταν πλήρης, καθώς δεν μπόρεσε να προστατεύσει τον πολιτικό της προϊστάμενο. Η γερμανική αστυνομία είχε αι ένα άλλο λόγο να φρουρεί στενά τον Σόιμπλε, καθώς λίγους μήνες πριν είχε πέσει θύμα απόπειρας δολοφονίας και ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών για την καγκελαρία Όσκαρ Λαφοντέν.
Ο Σόιμπλε μεταφέρθηκε αμέσως στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Φράιμπουργκ, όπου ξεκίνησε ένας αγώνας δρόμου των γιατρών για να τον κρατήσουν στη ζωή. Το κατάφεραν, αλλά με τίμημα να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του σε αναπηρική πολυθρόνα. Η δεύτερη σφαίρα που έπληξε τη σπονδυλική του στήλη είχε κάνει όλη τη ζημιά. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν μπορούσε πλέον να παίζει τένις και ποδόσφαιρο και να κάνει σκι, τρία σπορ που τόσο αγαπούσε.
Ο δράστης της επίθεσης Ντίτερ Κάουφμαν ήταν γιος δημάρχου της περιοχής και στα νιάτα του, θέλοντας να αναζητήσει την προσωπική του ελευθερία και την αυτοεπιβεβαίωση, έφυγε από τη Γερμανία και έζησε για πολλά χρόνια στην Ασία. Μπλέχτηκε με τα ναρκωτικά, τα οποία του δημιούργησαν ψυχολογικά προβλήματα. Στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν δήλωσε ότι ήθελε να εκδικηθεί το γερμανικό κράτος για τον «ψυχολογικό και σωματικό τρόμο», που του ασκούσε και επέλεξε ως προσωποποίησή του τον Υπουργό Εσωτερικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Τον Μάιο του 1991 προσήχθη σε δίκη, αλλά κρίθηκε ανίκανος για τον καταλογισμό της πράξης του, επειδή έπασχε από βαριάς μορφής σχιζοφρένεια. Κλείσθηκε σε ψυχιατρείο και αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους το φθινόπωρο του 2004.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εξελέγη πανηγυρικά βουλευτής στις εκλογές της 2ας Δεκεμβρίου 1990 και συνέχισε την πολιτική του καριέρα από το αναπηρικό καροτσάκι του. Η δημοφιλία του αυξήθηκε κατακόρυφα στις 12 Οκτωβρίου 1995, όταν συγχώρεσε δημοσίως τον παρ’ ολίγον δολοφόνο του. Πιθανόν να είχε περάσει το κατώφλι της καγκελαρίας, αν οι Χριστιανοδημοκράτες δεν έχαναν τις εκλογές του 1998 και δεν βρισκόταν στον δρόμο του η ανατολικογερμανίδα Άγκελα Μέρκελ.
Σήμερα, εκτός από κυβερνητικό στέλεχος, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ασχολείται ενεργά με το αναπηρικό κίνημα. Είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Παραπληγικών Γερμανίας (DSQ) και του Διεθνούς Ερευνητικού Ινστιτούτου για τις παθήσεις της σπονδυλικής στήλης, που εδρεύει στη Ζυρίχη.