Πέθανε η Μαίρη Χρονοπούλου – Η ζωή και η καριέρα της σπουδαίας ηθοποιού (vids)

 Πέθανε η Μαίρη Χρονοπούλου – Η ζωή και η καριέρα της σπουδαίας ηθοποιού (vids)

Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών η μεγάλη σταρ του ελληνικού κινηματογράφου Μαίρη Χρονοπούλου.

Η ηθοποιός είχε μεταφερθεί εσπευσμένα στο νοσοκομείο, έπειτα από σοβαρό ατύχημα που είχε στο σπίτι της. Η δυσάρεστη είδηση γνωστοποιήθηκε από την εκπομπή της Ελένης Μενεγάκη, το μεσημέρι της Παρασκευής 6 Οκτωβρίου.

Η Μαίρη Χρονοπούλου υπήρξε μεγάλη σταρ του ελληνικού κινηματογράφου με δεκάδες επιτυχίες στο ενεργητικό της. Ηταν ενα αστέρι που φώτισε για πολλά χρόνια τη σκηνή του θεάτρου και το λευκό πανί του κινηματογράφου. Ενα αστέρι που αγαπήθηκε και καταχειροκροτήθηκε απ’ όλο τον κόσμο. Γεννήθηκε στο Κολωνάκι σε μία μητριαρχική οικογένεια. Κάτι που την ακολούθησε σε όλη τη ζωή της. «Μεγάλωσα σ’ ένα σπίτι περίεργο, σαν το σπίτι της Μπερνάντα Αλμπα. Ημασταν όλο γυναίκες. Αργησα να χαρώ την αντρική παρουσία. Ο πατέρας μου χώρισε νωρίς με τη μητέρα μου. Μ’ εβγαζε μια φορά στο τόσο σε ακριβά ρεστοράν, που ετρεμα να μη λαδωθώ και κάνω καμία ατζαμοσύνη. Αν έχω βέβαια κάποιο ταλέντο πάνω μου, το χρωστάω σ’ εκείνον, είναι το δικό του DNA. Η απώλεια του μου στοίχισε φοβερά» είχε αναφέρει η ίδια σε παλιότερη συνέντευξή της.

Η μητέρα της, Κατερίνα Χρονοπούλου, αποτέλεσε για εκείνη ένα θλιβερό κεφάλαιο στη ζωή της. «Τη μαμά μου δεν τη συγχώρησα. Ηταν σημαντική και μορφωμένη γυναίκα. Μου έδωσε πάρα πολλά εφόδια. Μου είχε βάλει πολλές δραστηριότητες στο πρόγραμμά μου. Δεν είχα μία ελεύθερη ώρα στο 24ωρο για να παίξω ως παιδί. Ημουν 22 ετών με κοτσίδες, ένα άπραγο παιδί που δεν ήξερα τον κόσμο» είπε πει και πρόσθεσε: «Δεν χάρηκε καθόλου που ασχολήθηκα με την υποκριτική. Ποτέ δεν ήρθε σε πρεμιέρα. Δεν ήταν καθόλου θεατρομαμά. Επειτα από πολλές παραστάσεις, ερχόταν σε μία θέση που αγόραζε, χωρίς πρόκληση, με εβλεπε και εφευγε. Δεν μου είπε ποτέ ενα “συγχαρητήρια” ή “μπράβο”. Δεν σχολίαζε».

Οπως εχει αποκαλύψει η ίδια, μεγάλωσε με Γερμανίδα νταντά. «Εχω φάει πολύ ξύλο για να μάθω τη στάση των ποδιών στο πλάι, γιατί έτσι κάθονται οι αξιοπρεπείς κυρίες. Μηχανικά κάθομαι πλέον. Εκανα την επανάστασή μου, οταν απέκτησα οικονομική αυτοτέλεια και μπόρεσα να νοικιάσω το πρώτο μου σπίτι και εφυγα από τη μητέρα μου. Η ελευθερία ήταν απερίγραπτο συναίσθημα. Βέβαια, ήμουν μοναχικός καπετάνιος. Ημουν ο αντρας της ζωής μου. Αλλά είναι ωραίο πράγμα η ανεξαρτησία».

Τα πρώτα βήματα

Τα πρώτα χρόνια της καριέρας της συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο και εμφανίστηκε ως μέλος του χορού σε παραστάσεις αρχαίου δράματος. Το 1957, έφυγε από το Εθνικό και ξεκίνησε τη συνεργασία της με το ελεύθερο θέατρο. Η πρώτη της εμφάνιση έγινε στο Ακροπόλ με τα έργα των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου. «Εγινα τυχαία ηθοποιός. Είχα πάει στο χορό του αρχαίου δράματος από το Λύκειο Ελληνίδων. Εγώ νόμιζα ότι εκεί χορεύουν, ήμουν και ψώνιο με το χορό, έτσι πήγα. Μια μέρα ήρθε η Δέσπω Διαμαντίδου και μου πρότεινε να παίξω σ’ ένα έργο. “Θέλεις να παίξεις το ρόλο της πρωταγωνίστριας;” με ρώτησε. Εγώ δεν ήθελα, αλλά που είπαν έναν πολύ μεγάλο μισθό. Εμαθα το ρόλο μέσα σε 37 ώρες. Θυμάμαι στην πρεμιέρα είχα πιάσει την κουΐντα με τα δυο μου χέρια και δεν εβγαινα, τέτοιο τρακ είχα πάθει. Τότε ήρθε ο Σακελλάριος, μου δίνει μια γονατιά και βγήκα στη σκηνή με πλονζόν και επεσα σ’ εναν καναπέ. Ημουν παράνομη, γιατί δεν είχα αδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Ερχόταν ο αστυνομικός στο θέατρο να με συλλάβει και εγώ έβγαινα στο βάθος της σκηνής χωρίς να παίζω και καθόμουν σ’ έναν καναπέ για να μη με πιάσουν».

Το 1953, πήρε το βάπτισμα του πυρός και στον κινηματογράφο, ερμηνεύοντας ένα μικρό ρόλο στην ταινία του Ντίνου Δημόπουλου «Χαρούμενο Ξεκίνημα». Στην ίδια ταινία εμφανιζόταν και η Μάρω Κοντού, που ξεκινούσε και η ίδια τη μεγάλη της καριέρα στον κινηματογράφο και το θέατρο. «Αμα δεις τα πλάνα εκείνης της εποχής σού σηκώνεται η τρίχα από την ασχήμια και των δυο μας, αλλά φαίνεται πως με τα τότε δεδομένα θεωρούμασταν νοστιμούλες» είχε δηλώσει. Αν και η ταινία δεν υποσχόταν πολλά πράγματα, προβλήθηκε στο σινεμά, κόβοντας 124.749 εισιτήρια. Κατατάχθηκε στη δεύτερη θέση ανάμεσα σε 14 ταινίες της ίδιας σεζόν.

Με τα χρόνια το ασχημόπαπο έγινε κύκνος και παρά τη μετριοφροσύνη της Χρονοπούλου που έλεγε πάντα πως υπήρχαν ομορφότερες πρωταγωνίστριες από την ίδια, η παρουσία της άφησε στο πανί το στίγμα της εκλεπτυσμένης γόησσας, μιας πραγματικής κυρίας του ελληνικού κινηματογράφου. «Ο Δαλιανίδης μου έκανε πρόταση να παίξω σε ταινία του. Δεν μου αρεσα στις ταινίες εμφανισιακά. Δεν είχε ωραίο ηχόχρωμα η φωνή μου. Είχα όμως το χαρακτήρα να επιβάλλω τα τραγούδια. Το τσιφτετέλι που επρεπε να χορέψω μου φάνηκε εξωπραγματικό με τις αστικές καταβολές που είχα. Πήρα ενα μπουκάλι πορτοκαλάδα, την έχυσα, έβαλα μέσα κονιάκ χύμα από το μπαρ και το κατέβασα. Εγινα ντίρλα. Ετσι βγήκε η σκηνή. Στο τρίτο μιούζικαλ λύθηκα. Στο “Γοργόνες και Μάγκες”. Εκεί ναι, μου άρεσε».

Η θηλυκότητά της, η αριστοκρατική φινέτσα, η εκλεπτυσμένη ερμηνεία της και το χαρακτηριστικό της ταμπεραμέντο αποτέλεσαν τον πυρήνα κάθε ρόλου που υιοθέτησε στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Οι ερμηνείες της πάντα αναδείκνυαν δύναμη και θηλυκότητα. Αν και η εξωτερική της εμφάνιση δεν υπήρξε ποτέ προκλητική, η ηθοποιός διέθετε μια αύρα ιδιαίτερης ομορφιάς και σώματος που γοήτευε την αντρική φαντασία. Από τη μικρή οθόνη πέρασε για λίγο. Ο ρόλος της Μαίρης Μωυσιάδου στο «Μάνα είναι μόνο μία» έμεινε έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς της ελληνικής τηλεόρασης. Τελευταία της συμμετοχή σε σειρά ήταν στον τελευταίο κύκλο του «Ετερος Εγώ», σε σκηνοθεσία Σωτήρη Τσαφούλια.

Σχετικά Άρθρα