Θεσσαλία: Το τέλος του “επιτελικού κράτους”- Απαιτούνται εθνικές αποφάσεις και όχι νέα μπαλώματα- Μετά τις φαραωνικές καταστροφές, τι;- Απόδοση ευθυνών και νέος σχεδιασμός
Έκτη μέρα από την επέλαση του Daniel, έντεκα οι νεκροί και έξι οι επισήμως αγνοούμενοι, σε πάνω από τριάντα οικισμούς οι κάτοικοι είναι σε ετοιμότητα καθώς ο Πηνειός απειλεί νοτιότερα της Λάρισας περιοχές, οι επιχειρήσεις απεγκλωβισμού συνεχίζονται σε πλημμυρισμένα χωριά της Καρδίτσας και της Λάρισας, καθώς πολλοί παραμένουν εγκλωβισμένοι σε απερίγραπτες συνθήκες σε πλημμυρισμένα σπίτια και γειτονιές, με τις αντοχές τους να εξαντλούνται. Εκατοντάδες διασωθέντες έχουν βρει προσωρινά καταλύματα σε γήπεδα και σχολεία, οι περισσότεροι δεν έχουν πού να επιστρέψουν γιατί τα χωριά τους παραμένουν πλημμυρισμένα είτε τα σπίτια τους έχουν καταστραφεί.
Οι υλικές καταστροφές είναι τεράστιες, πρόχειρες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ζημιές 1,5-2 δισ. ευρώ, κατέρρευσαν περίπου είκοσι γέφυρες, διαλύθηκε μεγάλο μέρος του οδικού δικτύου, εκατοντάδες σπίτια υπέστησαν ζημιές, αγροτικές καλλιέργειες, τυροκομεία και κτηνοτροφικές μονάδες καταστράφηκαν, μεγάλες εκτάσεις δεν θα μπορούν να καλλιεργηθούν τα επόμενα χρόνια.
Ειδικοί προειδοποιούν για κινδύνους μολύνσεων και επιδημιών, οι καθηγητές επιδημιολογίας Μαγιορκίνης και Ψαλτοπούλου συστήνουν να μη χρησιμοποιείται νερό που δεν έχει ελεγχθεί.
Όλα αυτά συνιστούν τις πτυχές μιας πραγματικά εθνικής κρίσης που δεν μπορεί και δεν πρέπει να καλυφθεί κάτω από το χαλί της πρόσκαιρης “αναποδιάς”, ούτε φυσικά υπό την δικαιολογία της -αναμφισβήτητα υπαρκτής και τρομακτικής- κλιματικής κρίσης που αποτελεί “παγκόσμιο φαινόμενο” και την οποία αντιμετωπίζουμε κατά το “ανθρωπίνως δυνατό”.
Από το Μάτι μέχρι τον Ιανό και μετά στην Μήδεια, σε όσα συνέβησαν με τον αποκλεισμό χιλιάδων ανθρώπων στην Αττική οδό, στις πρωτοφανείς καταστροφές από τις πυρκαγιές στην Εύβοια, την Δαδιά, την Αττική και σε πολλά ακόμα “ακραία φαινόμενα”, διαπιστώνεται η αδυναμία, ακόμα και διάλυση, των υποδομών, των μηχανισμών πρόληψης αλλά και η διαχειριστική ανεπάρκεια φορέων και ανθρώπων.
Το τέλος του “επιτελικού κράτους”
Η κυβέρνηση της Ν.Δ εγκατέστησε από το 2019 το περίφημο “επιτελικό κράτος” προκειμένου να δρά προληπτικά, συντονιστικά και αποτελεσματικά. Αυτή η αντίληψη και οι πολιτικές αποφάσεις που την συνόδευσαν επί πάνω από τέσσερα χρόνια κάηκαν και βούλιαξαν. Στην περίπτωση του Daniel είναι, για παράδειγμα, σαφές πως και η ΕΜΥ και το Εθνικό Αστεροσκοπείο και κάθε μετεωρολόγος ξεχωριστά είχαν προβλέψει και είχαν ενημερώσει για τις κατακλυσμιαίες διαστάσεις του φαινομένου που θα ακολουθούσε. Ελάχιστα λειτούργησαν. Η απουσία του κράτους υπήρξε φαραωνική (επ΄αυτού η κυβέρνηση δέχεται πλέον και πυρά οίκοθεν), ιδιαίτερα τα δύο πρώτα εικοσιτετράωρα, και μόνο όταν -με καθυστέρηση που ερευνάται και αποτέλεσε πεδίο ενδοκυβερνητικής αντιπαράθεσης- κινήθηκε ο στρατός κάτι άρχισε να λειτουργεί ως προς τους απεγκλωβισμούς πολιτών. Την μεγαλύτερη συνεισφορά, ωστόσο, είχαν οι εθελοντές, οι απλοί πολίτες που έσπευσαν να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους και μάλιστα χωρίς εντολή, χωρίς σχεδιασμό άνωθεν, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό.
Το κράτος βούλιαξε. Και τώρα αποκαλύπτεται σταδιακά το μέγεθος της καταστροφής. Και δεκάδες αναπάντητα ερωτήματα, όπως για παράδειγμα γιατί δεν άντεξαν τα αντιπλημμυρικά έργα που με την διαδικασία του κατεπείγοντος και απευθείας αναθέσεις είχαν υλοποιηθεί μετά τον Ιανό. Ακόμα χειρότερα, αποκαλύπτεται ότι μέρος των κονδυλίων εκείνων δεν χρησιμοποιήθηκαν χρηστά και για τον λόγο για τον οποίο εγκρίθηκαν αλλά σπαταλήθηκαν σε φανφάρες προς ψηφοθηρία. Το “επιτελικό κράτος” (έμπνευση του καθηγητή που έγινε υπουργός) απέτυχε παταγωδώς από την κορυφή του μέχρι την περιφερειακή και (σε κάποιες περιπτώσεις) την τοπική αυτοδιοίκηση, γεγονός που ξεσηκώνει την οργή των Θεσσαλών, όπως είδαμε στο ξέσπασμα της κατά βουλευτών και υπουργών (Λιούτας, Παπαστεργίου) και κατά του περιφερειάρχη Αγοραστού.
Η απάντηση σε όλα αυτά δεν μπορεί να είναι μόνο οι αποζημιώσεις (7 δισ. λέγεται ότι θα δαπανηθούν από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους), διότι αποζημιώσεις υποτίθεται πως δόθηκαν και μετά από άλλες πρόσφατες καταστροφές. Εκτός από αυτά τα κονδύλια προκειμένου να ανατάξουν άμεσα οι πληγέντες μικρό μόνο μέρος της καταστροφής που υπέστησαν, απαιτείται ένα ολιστικό σχέδιο για τις υποδομές, την αγροτική γη, το ζωϊκό κεφάλαιο, να κρατηθούν οι άνθρωποι στον τόπο τους, να αποφύγουμε τις συνέπειες στη δημόσια υγεία.
Εθνική ανάταξη
Και ακόμα περισσότερο, να ξεκινήσει η θωράκιση ολόκληρης της χώρας για τα επόμενα “ακραία φαινόμενα”. Αυτό είναι ένα τιτάνιο έργο που δεν πρέπει να υποκύψει στην συλλογική μας αμνησία, αυτή που τροφοδοτείται από επικοινωνιακά και πολιτικά τεχνάσματα που στρέφουν αλλού την προσοχή. Ούτε από την βεβαιότητα της απουσίας ικανού και ετοιμόπολεμου πολιτικού αντιπάλου που θα αμφισβητήσει σύντομα την ηγεμονία του κυβερνώντος κόμματος.
Είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι ξεχνούν, συχνά επιστρέφουν στην παραδοσιακή κομματική κοιτίδα, υποκύπτουν στο σύνδρομο του Παβλόφ, επαναπαύονται σε επιστρεπτέες, επιδόματα, χαμηλότοκα δάνεια. Το ζήτημα, όμως, δεν είναι η ψηφοθηρία, δεν είναι οι επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές και (ευρω)εκλογές. Κανένα υψηλό εκλογικό ποσοστό δεν επιλύει από μόνο του τα τεράστια προβλήματα. Φάνηκε αυτό και στην κρίση που διανύουμε. Με 41%, δεύτερη κυβερνητική θητεία και ουσιαστικά χωρίς αντιπολίτευση η κυβέρνηση αδυνατεί να αναμετρηθεί με τον πανίσχυρο εαυτό της, ο δε πρωθυπουργός, όπως προβλέπαμε σε ανύποπτο χρόνο είναι πια “μόνος στο δωμάτιο”. Ο,τιδήποτε συμβαίνει το πιστώνεται, ή, εν προκειμένω, το χρεώνεται εκείνος. Δεν μπορεί να δείξει ούτε κάποιον προηγούμενο, ούτε κάποια καμμένη γη. Είναι μόνος του. Και γι’ αυτό πρέπει να δράσει αναγνωρίζοντας μία προς μία τις ευθύνες των υφισταμένων του, να τις αποδόσεις, να τους αντικαταστήσει, να επιλέξει επιχειρησιακά αρτιότερους και, κυρίως, να συγκεντρώσει τα καλύτερα μυαλά της χώρας (και όχι τους γνωστούς φανφαρόνους των τηλεοπτικών πάνελ), ασχέτως πολιτικής τοποθέτησης, ώστε να καταρτιστεί σύντομα ένα σχέδιο δεκαετίας. Για την Θεσσαλία, την Αττική, ολόκληρη την χώρα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης οφείλει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αναλάβει πλήρως και την πολιτική ευθύνη και το πολιτικό κόστος που αναλογεί σε γενναίες αποφάσεις. Δεν πρέπει να υποκύψει στο ότι πολιτικές και μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την πρόληψη και ανάταξη της αρχιτεκτονικής της χώρας και του κράτους ίσως αποδώσουν μετά το τέλος της δικής του θητείας. Τα γρήγορα πολιτικά αποτελέσματα προς τέρψη των ψηφοφόρων που επιδίωξε, για παράδειγμα, στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών, ή μετά τον Ιανό, είδαμε όλοι πως κάηκαν στην Δαδιά, ή βούλιαξαν στον Παλαμά και το Πήλιο.
Θα ήταν ευχής έργο να υπάρξει πολιτική συνεννόηση, η γενικώς “απόμακρη” Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα μπορούσε να πάρει μια σχετική πρωτοβουλία. Όμως για να υπάρξει αυτή η αναγκαία συνεννόηση ως βάση για την εκ βάθρων αλλαγή του κράτους απαιτείται και μία ομολογία των λαθών, απόδοση ευθυνών σε υπουργούς και αυτοδιοικητικούς που απέτυχαν, και η διαμόρφωση ενός πλαισίου και σχεδιασμού στο οποία θα έχουν λόγο και έργο πολλοί περισσότεροι από τους κομματικούς και αρεστούς.
Μπορεί η κυβέρνηση να κάνει αυτή την υπέρβαση; Μπορεί και θέλει ο πρωθυπουργός να δρομολογήσει κάτι τέτοιο; Δεν το γνωρίζουμε. Θα φανεί πολύ σύντομα. Θα κριθεί από το εάν θα δούμε μία επανάληψη απολογισμού και εξαγγελιών, όπως ακριβώς και πανομοιότυπα συμβαίνει μετά από μία καταστροφή. Μόνο που τώρα τα πράγματα έχουν φθάσει στο απροχώρητο.