Αχτσιόγλου: ”Το επιτελικό κράτος είναι το σύγχρονο βαθύ κράτος”
Η απόφαση, όπως όλες στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., ήταν συλλογική. Και είμαι χαρούμενη που η προσωπική μου επιθυμία να είμαι υποψήφια στον Δυτικό Τομέα της Αθήνας συνέπεσε με τον συλλογικό σχεδιασμό του κόμματος. Οι άνθρωποι στη δυτική Αθήνα ξέρουν ότι η Ν.Δ. τούς βλέπει μέσα από τα γυαλιά της ταξικής υπεροψίας.
Και σε κάθε συνάντηση, ακούω ένα πράγμα: «Δεν πάει άλλο». Αυτό είναι εμπεδωμένο στην κοινωνία. Η πρόκληση για εμάς είναι να πείσουμε ότι μπορεί να πάει αλλιώς. Να πάει στο «Δικαιοσύνη παντού». Η δικαιοσύνη, όπως και η ασφάλεια δεν είναι αφηρημένες έννοιες. Συνδέονται με την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Και έχουν πολλαπλώς παραβιαστεί από τη σημερινή κυβέρνηση. Η δική μας δουλειά είναι να εφαρμόσουμε ένα πρόγραμμα που συγκρούεται με τα προνόμια των ελαχίστων και εξασφαλίζει τα κοινωνικά δικαιώματα των πολλών. Γι’ αυτό είμαστε στην Αριστερά. Για το περιεχόμενο της πολιτικής.
Η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι ο μοναδικός τρόπος να κυβερνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε συμμαχία με το ΚΙΝ.ΑΛΛ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης όμως έθεσε προϋπόθεση να μην είναι πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος. Τι απαντάτε σ’ αυτό; Και μπορείτε να μας πείτε 5 προγραμματικά σημεία σύμπτωσης με το ΚΙΝ.ΑΛΛ. που να εκπληρώνουν τον στόχο της «αναγέννησης της χώρας», όπως δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας;
Το αίτημα της «αναγέννησης» είναι αυτό που θα καθορίσει την επόμενη μέρα των εκλογών – και όχι οι όποιες προεκλογικές δηλώσεις. Η δική μας προγραμματική πρόταση έχει τα εξής θεμέλια: σύγκρουση με την αισχροκέρδεια που βρίσκεται στον πυρήνα της ακρίβειας, ενίσχυση των δημόσιων δομών και υποδομών, στην υγεία, την παιδεία, την ενέργεια, τις μεταφορές, ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους και ουσιαστική αύξηση των μισθών. Με τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα στις εκλογές της 21ης Μαΐου, το ΚΙΝ.ΑΛΛ., όπως και κάθε αυτοπροσδιοριζόμενη ως προοδευτική πολιτική δύναμη, θα έχει μπροστά του ένα αμείλικτο δίλημμα: κυβέρνηση της Δεξιάς που γνωρίσαμε μέσα από τις υποκλοπές, τη διάλυση κάθε έννοιας ασφάλειας και τη συντριβή του εισοδήματος των πολιτών για τα υπερκέρδη μιας επιχειρηματικής ελίτ ή μια νέα αρχή με μέτωπο των προοδευτικών δυνάμεων και πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα;
Με αφορμή τις υποκλοπές, τη συμπεριφορά της αστυνομίας, την υπόθεση «Greek Mafia» κ.λπ., γίνεται πολλή συζήτηση για το λεγόμενο «βαθύ κράτος». Για ποιο πράγμα μιλάμε, ποια είναι η έκταση και το… βάθος του και τι σκοπεύετε να κάνετε γι’ αυτό αν αναδειχθείτε σε κυβέρνηση;
Το «βαθύ κράτος» έχει ιστορικό βάθος. Είναι προϊόν ενός πολιτικού συστήματος που επένδυσε για χρόνια στη διαπλοκή. Μέσα στους πρώτους μήνες της διακυβέρνησής της το 2019, η Ν.Δ. έδειξε ότι είναι η συνέχεια -και με ακραίους όρους- αυτής της παράδοσης: από την υπαγωγή της ΕΥΠ στον πρωθυπουργό και το σκάνδαλο των υποκλοπών μέχρι τις σκανδαλώδεις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, τις απευθείας αναθέσεις και το φεστιβάλ πελατειακών διορισμών.
Το περίφημο «επιτελικό κράτος» εν τέλει είναι το «σύγχρονο βαθύ κράτος». Ένας γιγαντιαίος μηχανισμός διασπάθισης του δημόσιου χρήματος και πελατειακών σχέσεων. Απαιτείται αναμέτρηση με τον πυρήνα αυτού του συστήματος. Το πρώτο βήμα είναι να έχουμε οριστικές απαντήσεις για σκάνδαλα όπως αυτό των υποκλοπών. Το δεύτερο είναι η εμπέδωση της λογοδοσίας σε όλα τα επίπεδα. Το τρίτο είναι η πλήρης διαφάνεια στη ροή του δημόσιου χρήματος. Και το τέταρτο είναι η μηδενική ανοχή στην ανομία και την καταστρατήγηση της δημοκρατίας στη χώρα μας.
Οι μαζικές κινητοποιήσεις ύστερα από την τραγωδία στα Τέμπη, αλλά και άλλων κοινωνικών ομάδων όπως των καλλιτεχνών έθεσαν προεκλογικά συγκεκριμένα αιτήματα. Εσείς θα εκπληρώσετε τα αιτήματα των καλλιτεχνών; Θα ανατάξετε τον κατακερματισμό του πρώην ενιαίου ΟΣΕ; Θα καταργήσετε τον αντεργατικό νόμο Χατζηδάκη;
Όλα αυτά τα αιτήματα έχουν προκύψει ακριβώς λόγω των αντικοινωνικών επιλογών της Ν.Δ. και ναι, περιλαμβάνονται στο κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Η ακύρωση νόμων όπως ο πτωχευτικός του κ. Σταϊκούρα και ο αντεργατικός του κ. Χατζηδάκη είναι σαφής δέσμευσή μας. Αλλά αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Στην εργατική νομοθεσία, για παράδειγμα, το 8ωρο, οι τριετίες και οι συλλογικές συμβάσεις θα είναι τα πρώτα βήματα στη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, θα συνοδευτούν όμως από ρυθμίσεις των πολλαπλών μορφών εκμετάλλευσης των νέων εργαζομένων που δουλεύουν στις πλατφόρμες ή μέσω δανεισμού ή εργολαβιών.
Η ίδια λογική ισχύει και στο κρίσιμο ζήτημα των υποδομών και της λειτουργίας του σιδηροδρόμου. Η τραγωδία στα Τέμπη έφερε στο προσκήνιο με έναν συγκλονιστικό τρόπο τα αποτελέσματα της διάλυσης των δημόσιων υποδομών. Δική μας προτεραιότητα, εκτός από το αίτημα της απόδοσης των πολιτικών ευθυνών, είναι η αλλαγή παραδείγματος στις δημόσιες μεταφορές με στόχο το αυτονόητο δικαίωμα όλων μας στην ασφάλεια.
Η κυβέρνηση θριαμβολογεί για την ισχυρή ελληνική οικονομία, αλλά ορισμένοι θεμελιώδεις δείκτες μιλούν για το αντίθετο: το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ξεπέρασε το 9% του ΑΕΠ, η παραγωγικότητα της εργασίας (ΑΕΠ ανά εργαζόμενο) μειώνεται αντί να αυξάνεται, το πάγιο κεφάλαιο μειώνεται παρά την αύξηση των επενδύσεων. Πώς τα αξιολογείτε όλα αυτά και πώς σκοπεύετε να τα αντιμετωπίσετε;
Οι δείκτες στους οποίους αναφέρεστε αποτυπώνουν το βαθύτερο πρόβλημα της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης. Πρώτον, σε συνθήκες ακραίου πληθωρισμού η κυβέρνηση λεηλάτησε το πραγματικό εισόδημα της μεγάλης μάζας μισθωτών, συνταξιούχων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων αφ’ ενός μέσω του ΦΠΑ, αφ’ ετέρου συρρικνώνοντας την αγοραστική δύναμη των μισθών, κρατώντας τους στάσιμους για τρία χρόνια. Δεύτερον, μέσα από την πραγματική αφαίμαξη των εισοδημάτων των πολιτών όχι απλώς επέτρεψε αλλά κυρίως επιδότησε την κερδοσκοπία ελάχιστων επιχειρηματικών ομίλων που σώρευσαν δισεκατομμύρια κερδών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2022 εν μέσω ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης μόλις 15 εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες εμφάνισαν ρεκόρ κερδοφορίας 20ετίας! Τρίτον, εφάρμοσε μια «αναπτυξιακή» πολιτική που κάνει αναδιανομή υπαρκτών κεφαλαίων υπέρ funds που είτε πήραν μέρος σε ιδιωτικοποιήσεις (π.χ. ΔΕΗ, ΔΕΔΔΗΕ) είτε διαχειρίζονται «κόκκινα» δάνεια είτε κάνουν real estate. Αυτό το μοντέλο δεν έχει καμία προστιθέμενη αξία για τη χώρα, δεν παράγει νέες αξίες. Αυτό δεν είναι βιώσιμη ανάπτυξη. Είναι μηχανισμός έντασης των κοινωνικών ανισοτήτων και αδιεξόδων στην οικονομία της χώρας. Είναι μια συνταγή που απέτυχε και μας οδήγησε στη χρεοκοπία. Χρειαζόμαστε μια νέα αρχή.
Όχι διαφορετικής διαχείρισης, αλλά διαφορετικής στρατηγικής. Και αυτό θα γίνει: Πρώτον, ενισχύοντας το εισόδημα των πολιτών μέσα από μείωση της έμμεσης φορολογίας και ουσιαστική αύξηση μισθών. Δεύτερον, συγκρουόμενοι με την αισχροκέρδεια, παρεμβαίνοντας στην αγορά όπου λειτουργούν καρτέλ και φορολογώντας το σύνολο των υπερκερδών που σωρεύτηκαν. Τρίτον, ενισχύοντας τους παραγωγικούς τομείς και κυρίως τη γεωργία, τη βιομηχανία και την τεχνολογία, ώστε να αναπτυχθούν με συμμετοχικό τρόπο (π.χ. ενεργειακές κοινότητες), κατευθύνοντας εκεί τα χρηματοδοτικά εργαλεία που διαθέτει η χώρα, όπως τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και της Αναπτυξιακής Τράπεζας. Όχι λοιπόν ανάπτυξη γενικώς και αορίστως, αλλά ανάπτυξη κοινωνικής δικαιοσύνης και βιωσιμότητας.