Τζούφη: Πρόκειται για ανθρωποφαγικό μοντέλο – Ο μόνος που θα μείνει πίσω είναι ο ασθενής
Με άρθρο της στην καθημερινή εφημερίδα της Ηπείρου «Ελευθερία» η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Μερόπη Τζούφη αναφέρεται στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την υγεία.
Αναλυτικά όσα γράφει:
Έχοντας υπηρετήσει για περισσότερα από 30 χρόνια το Εθνικό Σύστημα Υγείας από διάφορες θέσεις, έζησα τη μακρά πορεία του περίπου από την έναρξή του. Ως γιατρός στο «Χατζηκώστα» και στη συνέχεια στο Πανεπιστημιακό, είδα σε πραγματικό χρόνο την εξέλιξη του ΕΣΥ, την προσφορά του στην περιοχή, στην εκπαίδευση των νέων γιατρών και νοσηλευτών, στην έρευνα και στην εξειδίκευση. Σήμερα, το Πανεπιστημιακό των Ιωαννίνων είναι το δεύτερο μεγαλύτερο νοσοκομείο σε εξυπηρέτηση ασθενών μετά τον Ευαγγελισμό. Με εξειδικευμένο προσωπικό και κλινικές και προηγμένο τεχνολογικό εξοπλισμό εξυπηρετεί τις ανάγκες όλης της βορειοδυτικής Ελλάδας, της Δυτικής Μακεδονίας, της Κέρκυρας, της Λευκάδας, ακόμη και της νότιας Αλβανίας.
Η πανδημία και η πρωτόγνωρη πίεση που άσκησε στα εθνικά συστήματα υγείας όλων των χωρών, μας αφήνει μια σειρά από διδάγματα για την επόμενη μέρα. Παράλληλα φωτίζει και τις χρόνιες ανεπάρκειες που πρέπει να λύσουμε άμεσα. Όλα συνηγορούν πως το ΕΣΥ πρέπει να ενισχυθεί, να ανανεωθεί, να ενδυναμώσει τις υποδομές και το προσωπικό του και όχι να αναζητήσει εμβαλωματικές λύσεις που εξοντώνουν το προσωπικό, που δημιουργούν ανασφάλεια και αβεβαιότητα στους ασθενείς.
Όταν νομοθετήσαμε την άμεση προκήρυξη των πανεπιστημιακών θέσεων με τον κανόνα του 1 προς 1, θέσαμε ως στόχο την άμεση αναπλήρωση των κενών αλλά και την επιστροφή ιατρών που έφυγαν κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης σε χώρες του εξωτερικού.
Η κυβέρνηση της ΝΔ από την άλλη, είχε ως διακηρυγμένο στόχο την ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ. Η πανδημία μπορεί να καθυστέρησε το σχέδιο της, όμως για μια ακόμα φορά είδε την κρίση σαν ευκαιρία. Αφού τελειώσαμε -υποτίθεται- με την πανδημία και το ΕΣΥ είναι πλέον βαριά επιβαρυμένο, αποτελεί εύκολη λεία προς ιδιωτικοποίηση. Άλλωστε, η ΝΔ φρόντισε να προφυλάξει τον ιδιωτικό τομέα υγείας από την επιβάρυνση της πανδημίας ακόμα και όταν τα δημόσια νοσοκομεία δε μπορούσαν πλέον να ανταπεξέλθουν στις μεγάλες ανάγκες των ασθενών. Ειδικά αυτών με σοβαρά / χρόνια νοσήματα.
Υπολογίζεται πως οι υγειονομικές ανάγκες της χώρας έχουν μείνει ακάλυπτες κατά 30%.
Το ΕΣΥ λειτουργεί με 10.000 υγειονομικούς λιγότερους και πολλές κλινικές, πολλά τμήματα και υπηρεσίες αναστέλλουν τη λειτουργία τους. Τα χειρουργεία πηγαίνουν πίσω για μήνες. Οι ασθενείς για να εξυπηρετηθούν, οδηγούνται είτε στα επί πληρωμή απογευματινά ιατρεία των νοσοκομείων είτε στον ιδιωτικό τομέα. Η κατάσταση είναι εκρηκτική και θυμίζει την πρώτη μνημονιακή περίοδο, όταν περισσότεροι από 2 εκατομμύρια συμπολίτες μας στερήθηκαν την πρόσβαση στη δημόσια και δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Πως απαντά η κυβέρνηση Μητσοτάκη; Με έναν προϋπολογισμό – αναντίστοιχο των αναγκών και με ένα νόμο που γυρίζει τη φροντίδα υγείας 40 χρόνια πίσω, πριν την ίδρυση του ΕΣΥ. Τότε που για να εξυπηρετηθείς έπρεπε να έχεις χρήματα ή πολιτικό μέσο – συχνά και τα δύο. Η κυβέρνηση της ΝΔ δεν νομοθετεί για τους γιατρούς, τους νοσηλευτές, τα νοσοκομεία, τους ασθενείς, ούτε για το δημόσιο συμφέρον. Οι άμεσα εμπλεκόμενοι, αυτοί δηλαδή που στήριξαν και συνεχίζουν να στηρίζουν το δημόσιο σύστημα όλα αυτά τα χρόνια, ζητούν να αποσυρθεί ο νόμος. Όλοι αυτοί γνωρίζουν από πρώτο χέρι πως το σχέδιο της ΝΔ για την επόμενη μέρα είναι δυστοπικό, γεμάτο ανταγωνισμούς και ναρκοθετημένο από τους κανόνες της αγοράς.
Καταργείται η πλήρης αποκλειστική απασχόληση και θεσμοθετείται το παράλληλο ιδιωτικό έργο για τους γιατρούς του ΕΣΥ. Η κυβέρνηση, αντί «να βάλει το χέρι στην τσέπη», μεταβιβάζει το κόστος στις τσέπες των ασθενών. Για αυτό δεν ανοίγει και καμία συζήτηση σχετικά με την αύξηση των αποδοχών.
Λέει η κυβέρνηση πως οι ασθενείς δεν ενδιαφέρονται για τις εργασιακές σχέσεις των γιατρών. Αν είναι μόνιμοι, μερικής απασχόλησης ή με μπλοκάκι. Το μόνο που θέλουν -τονίζει- είναι να βρίσκουν γιατρούς στο νοσοκομείο. Όλα αυτά συνιστούν βαθιά άγνοια και ιδεοληψία. Οι νέοι γιατροί θα βρεθούν σε ένα αποδιοργανωμένο σύστημα, όπου θα τους ζητηθούν πολύ περισσότερα από όσα γνωρίζουν και έχουν εκπαιδευτεί. Η εκπαίδευση των ειδικευομένων θα υποχωρήσει και οι κίνδυνοι θα αυξηθούν. Έχουμε αναρωτηθεί αν με το μοντέλο αυτό ωθούμε τη νέα γενιά ιατρών να εγκαταλείψει και πάλι το σύστημα; Την ίδια στιγμή, οι ιδιώτες γιατροί θίγονται από τον αθέμιτο ανταγωνισμό από τους νοσοκομειακούς που θα λειτουργούν και ιδιωτικά.
Πρόκειται για ένα ανθρωποφαγικό μοντέλο που θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε χειρότερες υπηρεσίες σε βάρος της υγείας και της φροντίδας των ασθενών. Οι ασθενείς θα επιβαρυνθούν οικονομικά για να αντιμετωπίσουν την περιορισμένη πρόσβαση στην πρωινή και δωρεάν λειτουργία των νοσοκομείων, καταφεύγοντας στον ιδιωτικό τομέα ή στην επί πληρωμή απογευματινή λειτουργία των μέχρι χθες δημόσιων νοσοκομείων.
Είναι ανθρωπίνως αδύνατο να ανταποκριθεί ένα γιατρός στην καθημερινή τακτική λειτουργία του νοσοκομείου, στα απογευματινά ιατρεία ή χειρουργεία, στην εφημερία και ταυτόχρονα να κάνει ιδιωτικό ιατρείο ή κλινική. Ο μόνος που θα μείνει πίσω είναι ο ασθενής. Και κυρίως, ο ασθενής που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα.
Μια ακόμη σημαντική διάσταση του νομοσχεδίου είναι η επαναφορά της κομματοκρατίας και του πελατειακού συστήματος. Το σύστημα κρίσεων του ιατρικού προσωπικού υποβαθμίζει τα αντικειμενικά κριτήρια: την προϋπηρεσία, τη μετεκπαίδευση, το κλινικό έργο. Πλέον, η προφορική συνέντευξη παίζει τον κύριο ρόλο. Όλες και όλοι αντιλαμβανόμαστε τι πρόκειται να συμβεί.
Το προσωπικό των νοσοκομείων, όλοι οι υγειονομικοί, οι ασθενείς και οι οικογένειές τους, κάθε δημοκρατικός και προοδευτικός πολίτης δε μπορεί παρά να βρεθεί απέναντι στην προσπάθεια διάλυσης του ΕΣΥ. Ο νόμος του 1983 αποτελεί ένα νόμο-τομή στα μεταπολιτευτικά δρώμενα. Και δεν είναι η πρώτη φορά που η ΝΔ προσπαθεί να κατεδαφίσει τον πυρήνα του. Κάτι αντίστοιχο είχε γίνει και την περίοδο 1990-1993, με έναν άλλο Μητσοτάκη… στο τιμόνι. Σήμερα επανέρχονται, αδιαφορώντας για το πλήγμα που θα προκαλέσουν στην κοινωνική συνοχή και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων, μάλιστα σε μια περίοδο υγειονομικά τεταμένη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καταψήφισε την κατάργηση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία. Στεκόμαστε αντιδιαμετρικά απέναντι στην ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περίθαλψης, στο σχέδιο κατάργησης του ΕΣΥ και αρνούμαστε να γυρίσουμε στην εποχή πριν την ίδρυσή του.
Οι εκλογές κοντοζυγώνουν και ο νόμος θα μείνει στα χαρτιά. Παρόλο που ψηφίστηκε μόλις χθες, θα είναι ένας από τους πρώτους που θα καταργήσει η επόμενη προοδευτική διακυβέρνηση. Όχι από ρεβανσισμό ή πολιτική σκοπιμότητα. Αλλά επειδή βρίσκεται στην αντίπερα όχθη των αναγκών της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, επιλέγοντας τη συμμαχία με τους ιδιώτες και τα συμφέροντα που ωφελούνται από τη διάλυση του ΕΣΥ.