Ρεπορτάζ libre/Τι πραγματικά έχουν να χωρίσουν οι ακροδεξιοί-Ο “Κασιδιαρισμός” και ο περαιτέρω εκφασισμός της κοινωνίας
«Το ζήτημα είναι να μη μιλάμε για την ακροδεξιά σαν έναν επικείμενο κίνδυνο». Αυτό θα πει στο libre o Κωστής Παπαϊωάννου σε μια συζήτηση που κάναμε, με αφορμή τα τελευταία γεγονότα που αφορούν τους «Σπαρτιάτες». Η ακροδεξιά είναι εδώ και κερδίζει έδαφος και το διαφαινόμενο κενό των Σπαρτιατών από το πολιτικό σκηνικό, παλεύουν να καλύψουν άλλα μορφώματα. Τι έχει αλλάξει από τότε που η Χρυσή Αυγή αλώνιζε και ο Κασιδιάρης χαστούκιζε βουλεύτρια στον αέρα τηλεοπτικής εκπομπής; Η Ρόζα Βασιλάκη, κοινωνιολόγος, συν-συντονίστρια του διαρκούς σεμιναρίου Politics of Liberation και της ερευνητικής ομάδας DISSENSUS-social research, μας απαντά: Οι επιπτώσεις ενός χαστουκιού, είτε είναι του Κασιδιάρη τότε, είτε του Φλώρου και της πολιτεύτριας της Νίκης σήμερα, έχουν μία μόνο κατάληξη: τον περαιτέρω εκφασισμό της κοινωνίας.
Στις 19 Ιουνίου θα δικαστούν ενώπιον Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων οι 11 εκλεγμένοι βουλευτές των «Σπαρτιατών», ο Ηλίας Κασιδιάρης και ένας δικηγόρος «σύνδεσμος», ο Σωτήρης Μεταξάς για το πλημμέλημα της εξαπάτησης του εκλογικού σώματος.
Ο καταδικασμένος για τη διεύθυνση της εγκληματικής οργάνωσης ”Χρυσή Αυγή” ναζιστής Ηλίας Kασιδιάρης κατηγορείται ως ηθικός αυτουργός της εξαπάτησης του εκλογικού σώματος, καθώς από την εισαγγελική έρευνα της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γ. Αδειλίνη, προέκυψε, ότι αυτός ήταν ο πραγματικός ηγέτης του κόμματος των Σπαρτιατών, καθοδηγώντας και συμβάλλοντας καθοριστικά στην εκλογική του κάθοδο αλλά και την εκλογή των βουλευτών του στη Βουλή.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται μετά και την απόφαση του Αρείου Πάγου να αποκλείσει τους Σπαρτιάτες από τη συμμετοχή τους στις ευρωεκλογές έχει ταράξει τα νερά του ακροδεξιού πολιτικού φάσματος, με το ακροδεξιό μόρφωμα να βρίσκεται σε πανικό και τους λοιπούς ακροδεξιούς να προσπαθούν να κερδίσουν τον χώρο. Οι Σπαρτιάτες απασχόλησαν την τελευταία εβδομάδα και με την βίαιη σωματική επίθεση που έκανε ο πρώην βουλευτής τους (νυν ανεξάρτητος) Κωνσταντίνος Φλώρος στον βουλευτή της Ελληνικής Λύσης Βασίλη Γραμμένο, μέσα στη Βουλή.
«Το προχθεσινό περιστατικό στη βουλή είναι μια εκδήλωση αυτού του λούμπεν κόσμου που μετά την είσοδο της Χρυσής Αυγής με τον μανδύα των Σπαρτιατών έχει αποκτήσει κοινοβουλευτική ιδιότητα» θα πει, καταρχήν, ο Κωστής Παπαϊωάννου, διευθυντής της πρωτοβουλίας «ΣΗΜΕΙΟ για τη Μελέτη και την Αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς».
Αν και πολλοί αναφέρουν πως πρόκειται για πρωτοφανές γεγονός, στην πραγματικότητα έχουν ξανασυμβεί περιστατικά χειροδικίας μέσα στη Βουλή ακόμα και ανάμεσα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. «Δεν είναι κάτι σύνηθες, όμως, γενικά, ούτε είναι όλα τα περιστατικά το ίδιο. Και σε κάθε περίπτωση, θίγουν τη Δημοκρατία και τα ήθη» σχολιάζει ο κ. Παπαϊωάννου, τονίζοντας πως «πρέπει να φύγουμε από το περιστατικό και να δούμε τη μεγαλύτερη εικονα, τι συμβαίνει στον χώρο της ακροδεξιάς».
- Κατά τον ίδιο, πρέπει να δούμε πολύ σοβαρά τον όρο ‘’ακροδεξιά’’, να τον επανανοηματοδοτήσουμε. «Αυτός ο όρος πια δεν αρκεί, δεν περιλαμβάνει όλες αυτές τις ιδιαίτερες εκδηλώσεις. Εγώ ξεχωρίζω την βίαιη εξτρεμιστική ακροδεξιά από τα ακροδεξιά μορφώματα που κύριο χαρακτηριστικό τους είναι σίγουρα ο εθνικισμός αλλά δεν εκδηλώνεται πάντα βίαια».
Ποσοτικά ο χώρος της ακροδεξιάς φαίνεται, με τις εκτιμήσεις, να κινείται στο 10 με 15%. «Στο εσωτερικό του χώρου, όμως, υπάρχει διεκδίκηση περισσότερου ζωτικού χώρου. Και τώρα, το κενό που θα αφήσουν λογικά οι Σπαρτιάτες θα σπεύσουν να το καρπωθούν άλλο. Πιθανόν, δηλαδή, θα δούμε κι άλλους διαπληκτισμούς μεταξύ τους» επισημαίνει ο ίδιος.
«Δεν μπορούμε να επαναπαυόμαστε πως είναι δουλειά της Δικαιοσύνης να αντιμετωπίσει την εξτρεμιστική δεξιά. Είναι ένα πρωτίστως πολιτικό και κοινωνικό ζήτημα, και δευτερευόντως φυσικά και δικαστικό όταν υπάρχουν ποινικά αδικήματα. Είμαστε σε ένα σημείο που ο κόσμος δε νιώθει σχέσεις αντιπροσώπευσης με τους θεσμούς και η απαξίωση αυτής της λουμπενοποίησης της πολίτικης ζωής έχει αποτέλεσμα να προβληθούν κόμματα της ακροδεξιάς και η εντός της ΝΔ ακροδεξιά ως κανονικοποιημένη. Κι ενώ αυτή η βίαιη συμπεριφορά μπορεί σε πρώτη εικόνα να σοκάρει, αυτά τα περιστατικά τελικά λειτουργούν στην κατεύθυνση της κανονικοποίησης της ακροδεξιάς και της βίας» υπογραμμίζει.
- Μοιάζει τρομακτικό να μετράμε την ακροδεξιά, να βγάζουμε ‘’ακροδεξιόμετρο’’ και τελικά η ‘’light’’ ακροδεξιά να φαίνεται κάτι κανονικό. Μοιάζει τρομακτικό να συνηθίζουμε τη βία και το μίσος.
Η συζήτηση πηγαίνει γρήγορα στο μόρφωμα των Σπαρτιατών. «Οι Σπαρτιάτες είναι ένα σχήμα που φτιάχτηκε σαν μανδύας των διαδοχών της Χρυσής Αυγής. Με την ιδία ευκολία που ο Κασιδιάρης έχρισε κάποιον εισαγγελέα ως διάδοχο, τον άδειασε και πήγε άλλου, είμαι βέβαιος ότι και τώρα αναζητά -αν δεν έχει βρει ήδη- επόμενο πρόσωπο ή σχήμα που θα έχει το θείο χρίσμα από τη φυλακή» σημειώνει ο κ. Παπαϊωάννου.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και τα σχόλια που έκανε στο libre για το ζήτημα η Ρόζα Βασιλάκη, κοινωνιολόγος, συν-συντονίστρια του διαρκούς σεμιναρίου Politics of Liberation και της ερευνητικής ομάδας DISSENSUS-social research. Για τη χειροδικία του Κ. Φλώρου σε βάρος του βουλευτή της Ελ. Λύσης θα πει πως «σαφέστατα είδαμε την επίδειξη μιας πρακτικής, η οποία προκρίνει την χειροδικία ως μέσο επίλυσης των διαφωνιών, είτε πολιτικών-ιδεολογικών, είτε προσωπικών» και, κοιτώντας τη μεγάλη εικόνα, σχολιάζει:
«Ο συγκεκριμένος τρόπος σκέψης, η συγκεκριμένη νοοτροπία θα λέγαμε, νομιμοποιήθηκε στην περίοδο που η Χρυσή Αυγή απολάμβανε ασυλία, ανοχή – αν όχι αποδοχή, ακόμη και θαυμασμό – για τον τρόπο που επιζητούσε να επιλύσει τις διαφορές της, από σημαντική μερίδα του πολιτικού και του μιντιακού συστήματος. Ο προπηλακισμός των αντιπάλων, η προσβολή και η χυδαιολογία είναι πρακτικές που εξοικειώνουν το μιντιακό κοινό, που εξοικειώνουν την δημόσια σφαίρα -τόσο την επίσημη εντός της οποίας εκτυλίσσεται αυτό που λέμε υψηλή πολιτική, όσο και την ανεπίσημη, εκεί δηλαδή που λαμβάνει χώρα η δημόσια ζωή των περισσότερων ανθρώπων – με τη λογική της επιβολής των απόψεων διά της απειλής, διά του εκφοβισμού. Η καταφυγή στην ωμή βία είναι η λογική συνέχεια αυτών των πρακτικών, τις οποίες κατά κόρον προήγαγε η Χρυσή Αυγή κατά την διάρκεια των «χρυσών» της χρόνων. Οι πρακτικές αυτές – είναι ενδιαφέρον ο όρος «Κασιδιαρισμός» που εισάγεις στην συζήτησή μας – έχουν ένα διττό στόχο.
Από την μία πλευρά να φιλοτεχνήσουν και να συντηρήσουν ένα ψευτο-αντισυστημικό προφίλ – άλλωστε οι ευθείες και πλάγιες σχέσεις των ακροδεξιών με το λεγόμενο σύστημα είναι διαρκείς και γνωστές από τον 19 ο αιώνα, στον ιστορικό φασισμό μέχρι και τις μέρες μας – το οποίο βρίσκει απήχηση εξαιτίας της έλλειψης εκφοράς πολιτικού λόγου που να μην ακούγεται απλώς ‘μια από τα ίδια’. Οι ευθύνες της σύγχρονης Αριστεράς που συναγωνίζεται πλέον σε υποχωρήσεις και προσαρμογές στον λεγόμενο ‘ρεαλισμό’ των αγορών, παρά για ελπίδα και διέξοδο από μια συνεχώς πιο πειστική κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα, είναι τεράστιες. Σε αυτό το ερημοποιημένο πεδίο πολιτικού λόγου και πράξης, ο ψευτο-αντισυστημισμός που εκφέρεται με έναν λόγο θρασύ, καταγγελτικό και εκδικητικό, σαρώνει.
Από την άλλη πλευρά, η επίδειξη τέτοιων πρακτικών, που ξεκινάνε από τον προπηλακισμό και καταλήγουν στο ξύλο, έχουν επίσης ως στόχο την ίδια την λογική του διαλόγου. Στόχος του είναι η διάλυση της ίδιας της λογικής της αντιπαράθεσης μεταξύ πολιτικών απόψεων, την οποία εντέλει αντικαθιστά η χειροδικία – και ποιος ξέρει, ίσως και η φυσική εξόντωση του αντιπάλου, η Χρυσή Αυγή άλλωστε έχει δώσει πλείστα δείγματα γραφής στο κομμάτι της ωμής βίας και των δολοφονικών επιθέσεων απέναντι τους αντιπάλους της. Τα λόγια καθίστανται περιττά όταν τον τελικό λόγο έχουν οι γροθιές, τα όπλα και τα μαχαίρια».
- Αυτό που έγινε ξεκάθαρο σε όλους μετά το περιστατικό που σημειώθηκε εντός του Κοινοβουλίου είναι ότι η βεντάλια της ακροδεξιάς είναι ήδη πολύ ανοιγμένη και οι συγκρούσεις στο εσωτερικό του χώρου βγαίνουν προς τα έξω.
«Αυτό που έχουν να χωρίσουν οι ακροδεξιοί είναι πολύ σημαντικό: είναι οι ψηφοφόροι. Μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη που έφεραν στην επιφάνεια οι τελευταίες εκλογές, δεν είναι μόνο η ξεκάθαρη άνοδος της άκρας Δεξιάς αλλά, θα λέγαμε, και η ‘εξειδίκευσή’ της. Η Ελληνική Λύση, οι Σπαρτιάτες, η Νίκη, ψαρεύουν στα ίδια θολά νερά του νέο-φασισμού. Και μπορεί να αντλούν από τις ίδιες ιδεολογικές αναφορές – πατριδοκαπηλία, επιθετικός εθνικισμός, Ισλαμοφοβία, ρατσισμός, σεξισμός, ομοφοβία, ανορθολογισμός και συνωμοσιολογική ανάγνωση της ιστορίας και της πραγματικότητας – ωστόσο, ανταγωνίζονται για την εκπροσώπηση αυτών των κοινωνικών ομάδων που πείθονται από τα συγκεκριμένα ιδεολογήματα και τα οποία βλέπουν τα κόμματα αυτά ως εκφράσεις τους» υπογραμμίζει και προχωρά σε πρόχειρες, απλές διακρίσεις στα μορφώματα του χώρου.
«Αν θα μπορούσαμε πρόχειρα να προβούμε σε μια τέτοια αξιολόγηση, θα λέγαμε ότι η Νίκη εκφράζει το εκκλησιαστικό και κυρίως παραθρησκευτικό κοινό, του οποίου βασικός πυλώνας συγκρότησης της ταυτότητάς του είναι η θρησκευτική πίστη ∙ οι Σπαρτιάτες είναι η φυσική συνέχεια της Χρυσής Αυγής, με ξεκάθαρα βιαιότερο λόγο και απήχηση σε ένα πιο νεανικό κοινό ∙ ενώ η Ελληνική Λύση είναι περισσότερο πολυσυλλεκτική από την άποψη των υποστηρικτών της, αλλά θα μπορούσαμε ίσως σαν πούμε ότι η συγκολλητική τους ουσία πέραν των ιδεολογημάτων που αναφέρονται παραπάνω είναι η πρόκριση παντός είδους θεωριών συνωμοσίας.
Τι έχουν λοιπόν να χωρίσουν οι ακροδεξιοί; Ψήφους, κοινοβουλευτική και ευρωπαϊκή εκπροσώπηση καθώς και τις οικονομικές απολαβές και την αναγνωσιμότητα που έρχεται μαζί με μια πετυχημένη πορεία στις εκλογές. Ανταγωνίζονται για το ίδιο κοινό – παρόλες τις επιμέρους διαφοροποιήσεις του. Και πρόκειται για κοινό με αυξητική τάση, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Η λογική λοιπόν του Κασιδιαρισμού που εξετάσαμε παραπάνω είναι συστατικό, δομικό στοιχείο των κομματικών αυτών μορφωμάτων και των οργανώσεων που τα στηρίζουν. Άλλωστε παρόλο που η αντιπαράθεση αφορούσε τους Σπαρτιάτες και την Ελληνική Λύση, είδαμε ότι και υποστηρικτές της Νίκης να προβαίνουν σε αντίστοιχες πράξεις χειροδικίας τις τελευταίες μέρες, όχι στην Βουλή αλλά στον δημόσιο χώρο σε κάθε περίπτωση».
Η κοινωνία βράζει εδώ και περίπου δεκαπέντε χρόνια.
«Η αγανάκτηση δυστυχώς – και εδώ πάλι θα επιμείνω στις σοβαρότατες ιστορικές ευθύνες της Αριστεράς που έχει απωλέσει εδώ και δεκαετίες το ιστορικό της υποκείμενο αλλά εξ ’αυτού και την πολιτική της ουσία – εκφράστηκε κατά τα χρόνια της κρίσης και με την ανάδειξη της Χρυσής Αυγής. Κατά την δική μου εκτίμηση, η πολιτική κρίση που εκφράστηκε με την ανάδειξη της άκρας Δεξιάς ως σοβαρά υπολογίσιμου πολιτικού παίκτη και διαμορφωτή της κοινωνικής πραγματικότητας δεν έληξε σε καμία περίπτωση με την καταδίκη της Χρυσής Αυγής, γεγονός που τεκμηριώνεται και στην μελέτη μας ‘Η Κανονικοποίηση του Ακροδεξιού Λόγου στην Ελλάδα: Φύλο, ΜΜΕ, Ένοπλες Δυνάμεις, Εκκλησία’.
Ήδη από το 2021 αναδείξαμε την διαδικασία εκφασισμού της ελληνικής κοινωνίας και δυστυχώς οι πολιτικές εξελίξεις του 2023 επιβεβαίωσαν τα ευρήματά μας. Η λογική του Κασιδιαρισμού σε συνδυασμό με την επιφανειακή και συχνά κατασταλτική «επίλυση» των βαθύτερων και επειγόντων κοινωνικών και οικονομικών ζητημάτων εξοικείωσε το κοινό με τον εκχυδαϊσμό και τον τραμπουκισμό.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο νέο-φασισμός έχει καταστεί μια Λερναία Ύδρα της οποίας νέα κεφάλια ξεφυτρώνουν όχι μόνο σε χώρους που θεωρούνται ‘συνήθεις ύποπτοι’, όπως για παράδειγμα τα γήπεδα και η παραγηπεδική δραστηριότητα, αλλά και «ασυνήθιστοι», όπως τα σχολεία».
Καταληκτικά, κρατάμε το σχόλιο της κα. Βασιλάκη. «Το χαστούκι του Κασσιδιάρη στη Λιάνα Κανέλλη, στον αέρα της πρωινής εκπομπής του ΑΝΤ1 πριν λίγα χρόνια, γέννησε τα σχολεία της Σταυρούπολης, το πογκρόμ της πλατείας Αριστοτέλους και τις απόπειρες φίμωσης της τέχνης – τα ‘Αγόρια στο Ντουζ’, τα ‘Αδέσποτα Κορμιά’, για να αναφέρω τις πιο πολυσυζητημένες. Οι επιπτώσεις ενός χαστουκιού, είτε είναι του Κασιδιάρη τότε, είτε του Φλώρου και της πολιτεύτριας της Νίκης σήμερα, έχουν μία μόνο κατάληξη: τον περαιτέρω εκφασισμό της κοινωνίας».