Στην Τεχνητή Λίμνη του Λάδωνα -Το απόκοσμο “φιόρδ” της ορεινής Αρκαδίας
Πέρα από την ανεκτίμητη χρησιμότητά τους, οι τεχνητές λίμνες δημιουργούν μια πρωτόγνωρη ομορφιά, ένα νέο φυσικό ανάγλυφο, ένα ιδιαίτερο μικροκλίμα και αρκετούς λόγους για μια επίσκεψη.
Η τεχνητή λίμνη του Λάδωνα, στην Αρκαδία, δεν αποτελεί εξαίρεση.
Ανάμεσα στα Λαγκαδινά βουνά και στο Αφροδίσιο όρος, κυριολεκτικά στο μέσο της Πελοποννήσου, στην ορεινή Αρκαδία, βορειοδυτικά της Βυτίνας και περιτριγυρισμένη από μικρά, παραδοσιακά και ιστορικά χωριά, τροφοδοτημένη κυρίως από τα νερά του ποταμού Λάδωνα, η ομώνυμη τεχνητή λίμνη στολίζει το αυθάδες φυσικό ανάγλυφο της περιοχής. Έχοντας στρίψει δεξιά, ψηλά πάνω από τα Τρόπαια, ακολουθώντας τις πινακίδες προς το φράγμα, προς στιγμή χάνεται η αίσθηση του προσανατολισμού, οι συνεχείς στροφές μετακινούν τις σκιές από το φως του ήλιου αριστερά – δεξιά του αυτοκινήτου, ο ορίζοντας, με τις κορυφές των γύρω βουνών, μοιάζει να μετακινείται σε κάθε καμπή του δρόμου. Τελικά, μετά από λίγα χιλιόμετρα, όπως στα περισσότερα μέρη σε αυτή τη μικρή αλλά ατίθαση χώρα, ένα συγκεκριμένο σημείο του δρόμου βάζει τέλος σε αυτό το ακίνδυνο βέρτιγκο εμφανίζοντας κάτω, χαμηλά, τη μεγαλοπρέπεια της νίκης των νερών έναντι του εδάφους.
Η τεχνητή λίμνη Λάδωνα και το φράγμα/Photo: Νίκος Κόκκας
Photo: Νίκος Κόκκας
Photo: Νίκος Κόκκας
Η πρασινωπή, από την αντανάκλαση των χρωμάτων της βλάστησης τριγύρω, αρυτίδωτη επιφάνεια της λίμνης, είναι το μόνο επίπεδο σημείο στην ανακατωσούρα των αρκαδικών βουνών. Σταματώντας με προσοχή δεξιά σε ένα χαλικόστρωτο πλάτωμα ικανό να φιλοξενήσει μόνο ένα αυτοκίνητο τη φορά, απολαμβάνει κανείς όλη την ομορφιά του νέου, από το 1955 συγκεκριμένα, όταν ολοκληρώθηκε η κατασκευή του φράγματος από τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, τοπίου, με το σύμπλεγμα κατασκευών στα αριστερά να ξεχωρίζει μέσα στο πράσινο με τα λευκά βαμμένα κτίσματα, μέχρι δεξιά, μακριά, όπου το φιδωτό σχήμα της λίμνης χάνεται πίσω από τους λόφους. Μόνο ένα μικρό κομμάτι της λίμνης είναι ορατό από εδώ, λίγο πριν την άφιξη στο φράγμα, αφού συνολικά το μήκος της είναι 15 χιλιόμετρα.
Η τεχνητή λίμνη του Λάδωνα βρίσκεται σε υψόμετρο περίπου 400 μέτρων και, όταν είναι γεμάτη φθάνει τα 420 μέτρα/Photo: Νίκος Κόκκας
Η τεχνητή λίμνη Λάδωνα με ομίχλη από ψηλά/Photo: Νίκος Κόκκας
Η Λίμνη
Τεχνητή λίμνη ονομάζεται κάθε λίμνη η οποία δημιουργήθηκε με την κατασκευή φράγματος. Συνήθως, οι τεχνητές λίμνες τροφοδοτούνται από τα νερά ενός ποταμού αλλά και από διάφορα ρέματα τα οποία καταλήγουν στη δημιουργημένη λεκάνη. Η χρησιμότητά τους είναι πολύπλευρη, από την παραγωγή ενέργειας, την άρδευση, τη ύδρευση καθώς και τον έλεγχο της στάθμης των νερών για την αποφυγή πλημυρών. Περισσότερες από εικοσιπέντε τεχνητές λίμνες υπάρχουν στην Ελλάδα καλύπτοντας μια μεγάλη επιφάνεια του εδάφους. Η λίμνη του Λάδωνα βρίσκεται σε υψόμετρο περίπου 400 μέτρων και, όταν είναι γεμάτη φθάνει τα 420 μέτρα. Οι όχθες της απέχουν από 75 μέχρι 1500 μέτρα και, ανάλογα με την εποχή, τις καιρικές συνθήκες και το ύψος της στάθμης των υδάτων, η όψη της, τα χρώματά της και το μυστήριό της μεταλλάσσονται δημιουργώντας ένα απόκοσμο σκηνικό, συχνά στα όρια του λογοτεχνικού, από χαρούμενες ανέμελες στιγμές πικ νικ στο γρασίδι, μέχρι χειμωνιάτικου, ορεινών υψιπέδων στη Σκωτία με την ομίχλη να εξαφανίζει την αντίπερα όχθη και να ζωγραφίζει τη φαντασία.
Το πορθμείο κοντά στο φράγμα/Photo: Νίκος Κόκκας
Το φράγμα/Photo: Νίκος Κόκκας
Το φράγμα/Photo: Νίκος Κόκκας
Το σύμπλεγμα κατασκευών στο φράγμα, με το χαρακτηριστικό για όλες τις παρόμοιες κατασκευές της εποχής αλσύλλιο με πεύκα να στολίζει την είσοδο, είναι μια μεταφορά στο χρόνο κατασκευής του. Η θέα της λίμνης από τη μια πλευρά της γέφυρας με το παλιό πορθμείο στη μέση και το στιβαρό μπετόν με τις «τσουλήθρες» υπερχείλισης από την άλλη πλευρά, περιγράφουν την ευφυία της μηχανικής επιστήμης, κάνοντας κάτι που, κατά τα άλλα δεν θα είχε κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον, να γίνεται εδώ αιτία επίσκεψης. Όπως και σε άλλα φράγματα, φυσικά. Το έργο του φράγματος του Λάδωνα, στη θέση «Πήδημα», δέκα χιλιόμετρα από τα Τρόπαια, κατασκευάστηκε από ιταλική εταιρία στα πλαίσια των πολεμικών αποζημιώσεων προς την Ελλάδα για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Λάρρυ, ο χαρούμενος σκυλάκος που τρέχει πάνω –κάτω στη γέφυρα, συνοδεύοντας τους άλλους δύο ταυτόχρονους με εμένα επισκέπτες εδώ, δεν δίνει καμία απολύτως σημασία στα στοιχεία αυτά.
Το φράγμα/Photo: Νίκος Κόκκας
Τα σπίτια των Ιταλών μηχανικών κοντά στο φράγμα/Photo: Νίκος Κόκκας
Ο Λάρρυ/Photo: Νίκος Κόκκας
Περιμετρικά
Η δεξιόστροφη πορεία από το φράγμα μέχρι το ανατολικότερο άκρο της λίμνης, είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου δίπλα στη βόρεια όχθη της. Κανένας λόγος βιασύνης ή γρήγορης οδήγησης δεν υφίσταται, καθώς η χαμηλή ταχύτητα, τα ανοιχτά παράθυρα στο όχημα και οι συχνές στάσεις, δίνουν όλη την ταξιδιωτική αίσθηση στη συγκεκριμένη περιοχή. Νωρίς το χειμώνα, περίοδος της δικής μου επίσκεψης, η στάθμη είναι χαμηλή, μπορεί να φτάσει μέχρι τα 400 μέτρα, 20 μέτρα χαμηλότερα από τη μέγιστη μετά από μια βροχερή και χιονισμένη χειμερινή περίοδο. Οι χωμάτινες όχθες έχουν μια μπεζ απόχρωση, το χώμα είναι στεγνό και σφιχτό από το ζεστό καλοκαίρι που προηγήθηκε.
Το «Γεφύρι της Κυράς» από ψηλά/Photo: Νίκος Κόκκας
Το «Γεφύρι της Κυράς»/Photo: Νίκος Κόκκας
Το νερό εισχωρεί σε όποια είσοδο της γης βρίσκει, ζωγραφίζοντας μια δαιδαλώδη ακτογραμμή, παρόμοια με φιόρδ των βόρειων σκανδιναβικών χωρών, σε πολύ μικρότερη κλίμακα, εννοείται. Μετά το χωριό Μουριά, μια πινακίδα κατευθύνει τον ταξιδιώτη δεξιά, προς το «Γεφύρι της Κυράς», στην ανατολικότερη γωνιά της λίμνης. Ορατή όταν η στάθμη είναι χαμηλή, η πεντάτοξη πέτρινη γέφυρα χτίστηκε από την Αρχόντισσα της Άκοβας, την Κυρά, τον 13ο αιώνα. Η γέφυρα βυθίζεται την άνοιξη και το καλοκαίρι και η σύζευξη πραγματοποιείται από μια σύγχρονη, ψηλότερη και εμφανώς ασχημότερη γέφυρα από αυτήν της Κυράς.
Η Παλαιά Γέφυρα- Νερόμυλος/Photo: Νίκος Κόκκας
Μέχρι την ολοκλήρωση του γύρου της λίμνης, ο δρόμος μετατρέπεται σε βατό χωματόδρομο, με υψομετρική ποικιλία, μικρούς οικισμούς, έναν παροπλισμένο νερόμυλο και αμέτρητες, διαφορετικές όψεις κάθε γωνιάς της λίμνης.
Η εκδρομή κλείνει, κλασικά, με την πατροπαράδοτη επίσκεψη σε τοπική ταβέρνα, είτε στις Μουριές είτε στα Τρόπαια, επειδή που να συζητήσει κανείς καλύτερα για την εκδρομή που μόλις έκανε αν όχι γύρω από ένα γερό, γευστικό τραπέζι;