Ο Κουροπάτκιν, ο Σαμαράς και ο Μητσοτάκης
Οι κατακτήσεις περιοχών του πολιτικού φάσματος για να είναι επιτυχείς και να παραγάγουν αποτελέσματα μακράς ηγεμονίας πρέπει να διέπονται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: πρώτον, οι μετακινήσεις να μην αφήνουν ακάλυπτα τα νώτα, ήτοι να κρατούν καλά προστατευμένη την περιοχή βάσης, δεύτερον να γίνονται επειδή υπάρχει σαφής κοινωνική αντιστοίχηση με στοιχεία “μονιμότητας” και όχι συγκυριακή, και τρίτον, να μην υιοθετούν ακραίες αντιλήψεις που αλλοιώνουν τον ιδεολογικό χαρακτήρα του πολιτικού υποκειμένου που τις επιχειρεί.
Η φράση “δεξιότερα, Κουροπάτκιν” είναι η ιστορική στρατιωτική αποτύπωση των παραπάνω. Ο Αλεξέι Νικολάγεβιτς Κουροπάτκιν, ως υπουργός Πολέμου της Ρωσίας, οδήγησε σε μεγάλη ήττα τις ρωσικές δυνάμεις στον ρωσοϊαπωνικό πόλεμο (1904) όταν, λόγω αναποφασιστικότητας και έλλειψης επιχειρησιακής διορατικότητας, κινήθηκε …δεξιότερα στο πεδίο της μάχης (Μούκδεν) με αποτέλεσμα να υποστεί δεινή ήττα.
Η παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά (“Καθημερινή της Κυριακής”- διαβάστε εδώ ολόκληρη την συνέντευξη) με την προτροπή προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη να εγκαταλείψει τα πειράματα στο κέντρο του πολιτικού φάσματος και να κινηθεί δεξιότερα είναι εν μέρει η προβολή όλων αυτών στο πολιτικό πεδίο σήμερα. Όπως, από την άλλη, και η συζήτηση περί την διάσπαση στον ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με το εάν πρέπει να κινηθεί αριστερότερα- τάση που έρχεται ως φαίνεται να καλύψει η αποχώρηση και δημιουργία της κίνησης των “11”.
Η σκέψη Σαμαρά εκκινεί από μία πραγματική ανάγνωση της κοινωνικής κινητικότητας που διαπιστώνεται και από τις δημοσκοπήσεις.
Η Pulse (Σκάϊ), για παράδειγμα, καταγράφει πως το 53% του εκλογικού πληθυσμού εντάσσεται πλέον στην πολιτική περιοχή που ξεκινά από τη Ν.Δ και φθάνει στην ακροδεξιά, ενώ η λεγόμενη κεντρο-αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) που το 2019 συγκέντρωνε το 40%, τώρα περιορίζεται αγκομαχώντας στο 30%.
Ο πρώην πρωθυπουργός εννοεί, λοιπόν, πως η μετακίνηση της Ν.Δ δεξιότερα θα την βοηθήσει να καλύψει αυτόν τον διευρυνόμενο χώρο. Η Ν.Δ, ωστόσο, διαθέτει αυτή την στιγμή το 41% της συγκεκριμένης περιοχής, τα δε κόμματα στα δεξιά της αποτελούν είτε κόμματα με επιβεβαιωμένη καταγραφή για αρκετά χρόνια (Ελληνική Λύση), είτε ακροδεξιά και γραφικά μορφώματα με μάλλον θνισηγενή χαρακτηριστικά. Η μετακίνηση της Ν.Δ στα δεξιά, εάν αυτή είναι η προσέγγιση Σαμαρά, θα την βοηθούσε να κατακτήσει εδάφη που καλύπτονται τώρα από αυτά τα κόμματα/μορφώματα.
Έχουν έτσι τα πράγματα; Πιθανότατα όχι. Εκ της φύσεως και της ιστορίας της η Ν.Δ δεν είναι εύκολο να προσελκύσει ψηφοφόρους που έλκονται από τον ρατσιστικό, ομοφοβικό, δήθεν χριστιανικό, σκληρά εθνικιστικό, αντιευρωπαϊκό, ισλαμοφοβικό-αντιμεταναστευτικό λόγο των υποστηρικτών του Κασιδιάρη ή των νεοζηλωτών της “Νίκης”. Ο Κυριάκος Βελόπουλος είναι μία άλλη υπόθεση με ενδιαφέρουσες αντοχές και ισχυρά ερείσματα στην Βόρεια Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν μπορεί να μεταβληθεί σε ένα πολιτικό κράμα του Βίλντερς και του Ορμπάν και, αναμφίβολα, δεν το θέλει εάν κρίνει κανείς από την διεθνή παρουσία του και το μεταρρυθμιστικό προφίλ που προβάλλει, ακόμα κι αν σε ορισμένες περιπτώσεις (κράτος δικαίου) αποκλίνει από το ευρωπαϊκό πρότυπο.
Κάτι ανάλογο είχε προσπαθήσει να κάνει ο ίδιος ο Αντώνης Σαμαράς αλλά ηττήθηκε κατά κράτος, τόσο από την συγκυρία που τον οδήγησε σε συνεργασία με το “κεντρώο” ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου, όσο και από το κύμα του Αλέξη Τσίπρα.
Ακόμα, όμως, κι αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης κινούνταν όπως ο …Κουροπάτκιν, πόσο περισσότερο από το ήδη κατεχόμενο από τον ίδιο 41% της συγκεκριμένης ευρείας πολιτικής περιοχής θα μπορούσε να κατακτήσει; Τι θα του προσέφερε η προσέλκυση ψηφοφόρων του ακραίου ή γραφικού υπολειπόμενου 12% αυτής της περιοχής, εάν -και είναι βέβαιο- την ίδια στιγμή έχανε σημαντικό μέρος του 41% που περιλαμβάνει ψηφοφόρους που δεν επιθυμούν ακρότητες και έλκονται από την αίσθηση κανονικότητας που καλλιεργεί; Άλλωστε, την πολιτική ηγεμονία του την κέρδισε στην μάχη του κέντρου, εκεί όπου επικράτησε ολοσχερώς παρά τα δειλά ανοίγματα του Αλέξη Τσίπρα και την προσπάθεια του Νίκου Ανδρουλάκη να εμφανιστεί μετριοπαθής και συμβιβαστικός- εν τέλει συμπληρωματικός.
Εάν, ο πρωθυπουργός υποκύψει τελικά στις υποδείξεις του Αντώνη Σαμαρά (και αρκετών άλλων στη Ν.Δ) σχετικά με το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών -παρά την νόθευση του θέματος της τεκνοθεσίας- θα απωλέσει σε αρκετά μεγάλο βαθμό την γείωσή του με το κέντρο. Το εφεύρημα να μην επιβάλει κομματική πειθαρχία είναι μία πολιτική υπεκφυγή που τον βολεύει αν και θα δείξει το δισυπόστατο της συντηρητικής παράταξης (κεντροδεξιοί και δεξιοί/υπερδεξιοί). Κι αυτό, ακόμα, εν τέλει πολιτικά βολικό είναι για τον ίδιο και στην τρέχουσα πολιτική φάση με καταρκερματισμένη και αμήχανη την αντιπολίτευση δεν προκαλεί κινδύνους.
Δεν φαίνεται διατεθιμένος να το κάνει. Όχι γιατί θα χάσει τον Άλεξ Πατέλη (όπως προειδοποίησε ο ίδιος ο σύμβουλός του) αλλά διότι θα προκαλέσει ρωγμές στο προφίλ του, αυτό που θα του επιτρέψει να διεκδικήσει μία ακόμα θητεία και θα του ανοίξει διαδρόμους για το “μετά”, τους οποίους ήδη ανιχνεύει. Από την άλλη, ουδόλως ενοχλείται εν τέλει από τις κατά καιρούς ηχηρές παρεμβάσεις Σαμαρά (κατ’ αναλογία και Βορίδη, Άδωνι), καθώς φυλάσσουν το δεξιό σύνορο και συνομιλούν ατύπως με το υπερδεξιό ακροατήριο.