Μία ιστορία περί “επιτελικού κράτους”- Η φιλόδοξη ιδέα και το αδιέξοδο…
Το “επιτελικό κράτος” ήταν μία σύλληψη του καθηγητή -τότε- Γιώργου Γεραπετρίτη που θρυλείται πως είχε προτείνει μετά τις εκλογές του 2009 στον Γιώργο Παπανδρέου αλλά δεν υλοποιήθηκε ποτέ λόγω της χρεοκοπίας και της υπαγωγής της χώρας στην επιτροπεία του ΔΝΤ. Ο καθηγητής Γεραπετρίτης δεν πτοήθηκε και επανέφερε το πόνημά του στον Κυριάκο Μητσοτάκη μετά την εκλογή του στην ηγεσία της Ν.Δ και τότε βρήκε ευήκοα ώτα και σύντομα η ιδέα μετατράπηκε στην αιχμή του δόρατος της πολιτικής της Ν.Δ, περίπου δέκα χρόνια μετά την εξαγγελία του Κώστα Καραμανλή περί “επανίδρυσης του κράτους”, η οποία ουδέποτε υλοποιήθηκε.
Την ιστορία μας την διηγήθηκαν δύο πρόσωπα στο στενό περιβάλλον του Μεγάρου Μαξίμου, δεν χρειάζεται να την πάρει κανείς τοις μετρητοίς, έχει, ωστόσο, μεγάλο ενδιαφέρον: Μετά την εκλογική νίκη της Ν.Δ το 2019, ο Γεραπετρίτης έγινε υπουργός Επικρατείας και εγκαταστάθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου, όπου μαζί με τον έτερο υπουργό Άκη Σκέρτσο ανέλαβαν να δώσουν σάρκα και οστά στο φιλόδοξο σχέδιο. Ο δεύτερος μεταφέροντας το οργανόγραμμα στο “excel”, ο πρώτος συνθέτοντας το απαραίτητο -αν και φαραωνικό- νομοθετικό πλαίσιο που απαιτούσε το εγχείρημα.
Οι γνωρίζοντες όσων διαδραματίστηκαν εκείνη την εποχή στο Μέγαρο Μαξίμου αναφέρουν πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης ενστερνίστηκε με ζέση το σχέδιο, πλην όμως είχε γνώση πως το ελληνικό γραφειοκρατικό failed state, με βαθιά τραύματα και ελλείψεις σε δομές και προσωπικό εξαιτίας των μνημονίων δεν θα μπορούσε να μετουσιωθεί εύκολα στο μεγαλεπήβολο “επιτελικό κράτος” του Γεραπετρίτη. Εκεί “εφευρέθηκε” ο κρίκος που θα μπορούσε με τον γνωστό παραδοσιακό τρόπο να συντονίζει τον ασύντακτο και παράλυτο κρατικό/ κυβερνητικό μηχανισμό. Και το όνομα αυτού “Γρηγόρης Δημητριάδης”...
Ο τελευταίος κάλυπτε τα τεράστια κενά σηκώνοντας τηλέφωνα, προσπαθώντας να προβλέψει τους κινδύνους και δρώντας “αντ’ αυτού”. Η σχέση Μητσοτάκη-Δημητριάδη ήταν τόσο στενή ώστε ο δεύτερος να έχει την δυνατότητα να παρεμβαίνει και να εισακούγεται σε διοικητές οργανισμών, το επιτελείο του στρατού, τους υπουργούς, ακόμα και στον κάθε δήμαρχο και περιφερειάρχη. Σε αυτόν τον σχεδιασμό εντάσσεται, άλλωστε, και η εποπτεία της ΕΥΠ με τα γνωστά …αποτελέσματα.
Όλοι, όμως, είχαν να λένε για την επιμονή, την εργασιομανία και τις δυνατότητες του να βρίσκει λύσεις ακόμα κι εκεί που άλλοι κατέβαζαν τα μολύβια. Και να κάνει “delivery” όσα αναλάμβανε…
Όσοι βρισκόταν εκείνη την εποχή στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν να λένε πως η σύλληψη Γεραπετρίτη επενδύθηκε με ένα τεράστιο νομοθετικό πλαίσιο που, όμως, δεν διέθετε τις απαραίτητες ερμηνευτικές εγκυκλίους και εφαρμοστικές διατάξεις και πολύ συχνά ψηφίζονταν νόμοι που στην συνέχεια έμεναν στα συρτάρια των υπουργών. Αυτή ήταν και η κριτική που γινόταν στον Γεραπετρίτη, ή και στον Σκέρτσο που προσπαθούσε να κάνει το ανθρωπίνως δυνατό αν και η ένταξη της μιας ή της άλλης δράσης στα “excel” δεν σήμαινε -όπως νόμιζαν κάποιοι- ότι ο κύκλος των απαραίτητων ενεργειών ολοκληρώθηκε.
Η έξοδος Δημητριάδη από το Μέγαρο Μαξίμου λόγω του σκανδάλου των υποκλοπών άρχισε να αποκαλύπτει τα κενά. Ο Γεραπετρίτης προωθούσε ακόμα περισσότερα νομοσχέδια, ο κρατικός και κυβερνητικός μηχανισμός, όμως, αδυνατούσε να τα αφομοιώσει και να τα μεταφράσει σε εντολές δράσης. Στον δε συντονισμό άρχισαν να διαπιστώνονται μεγάλα κενά (από την Μήδεια και το χάος στην Αττική Οδό η κατάσταση άρχισε να γίνεται αδιέξοδη) καθώς ο αντικαστάτης του Δημητριάδη, Γ. Μπρατάκος, δεν είχε ούτε στοιχειωδώς την δυνατότητα να εμφανίζεται ως “φωνή του Κυρίου”. Η μακρά, δε, προεκλογική περίοδος, με τον πρωθυπουργό να αφήνει να εννοηθεί ότι οι κάλπες είναι κοντά, προκάλεσε πλήρη παράλυση καθώς κανένας υπουργός δεν υλοποιούσε τα “παραδοτέα” και αυτό διαχύθηκε γρήγορα και “μολυσματικά” σε όλο το εύρος της δημόσιας διοίκησης αλλά και της (περιφερειακής) αυτοδιοίκησης.
Σήμερα, και μετά το δραματικό καλοκαίρι, το επιτελικό κράτος ουσιαστικά δεν υφίσταται. Η Δαδιά, οι Κροάτες χούλιγκανες που διέσχισαν ολόκληρη την χώρα για να δολοφονήσουν τον Μιχάλη Κατσούρη, οι πλημμύρες στη Θεσσαλία, η ολιγωρία στην Πολιτική Προστασία, η αδυναμία συντονισμού με τις περιφέρεις και, κυρίως, με τις ένοπλες δυνάμεις, είναι μερικές από τις σημαντικότερες αποδείξεις της μεγάλης αποτυχίας. Είναι σαφές πως το μοντέλο έχει καταρρεύσει και από την έλλειψη επιχειρησιακών στις καίριες θέσεις, είτε στα υπουργεία, είτε στην αστυνομία, είτε σε ενδιάμεσες υπηρεσίες.
Το γεγονός για παράδειγμα πως ο πρωθυπουργός εμπιστεύθηκε τον Χρήστο Στυλιανίδη για να οικοδομήσει τη νέα Πολιτική Προστασία και μετά τις εκλογές παρέδωσε το 9υποτίθεται) “δημιούργημά” του στον Βασίλη Κικίλια προδίδει την λανθασμένη αντίληψη των πραγμάτων. Και φυσικά, η απουσία του προσώπου που κάλυπτε τα κενά επειδή είχε τις υπερεξουσίες που απαιτούνται δυσχεραίνει έτι περαιτέρω τα πράγματα. Εφεξής όλα θα είναι δυσκολότερα και οι πιθανότητες αντιμετώπισης κρίσεων συρρικνώνονται.
Γι αυτό και εσχάτως βλέπουν το φως της δημοσιότητας αναφορές και σχόλια για την “απουσία Δημητριάδη”. Μόνο που αυτό δεν μπορεί να αλλάξει: θα ήταν προσωπική ήττα του πρωθυπουργού μια τέτοια παραδοχή με επιστροφή του συγκεκριμένου προσώπου ( όσο κι αν η κυβέρνηση διαχειριστεί υπό την ασυλία του 41% το θέμα των υποκλοπών), αλλά και ο ίδιος δεν έχει κανένα λόγο να διακινδυνεύσει την φήμη που δημιούργησε τα τρία χρόνια που έμεινε στο Μαξίμου.