Οι κρυφές ενημερώσεις εκλογολόγων και δημοσκόπων στο Μαξίμου και την Κουμουνδούρου- Τι δείχνουν οι τάσεις
Οι πληροφορίες θέλουν τη Ν.Δ να καταστρώνει πολύ προσεκτικά την εκλογική στρατηγική της με στόχο την αυτοδυναμία, αξιοποιώντας κάθε επιστημονική ή άλλη μέθοδο, με ειδικούς από το εγχώριο δημοσκοπικό δυναμικό αλλά και εκλογολόγους από την αλλοδαπή. Οι μετρήσεις κοινής γνώμης είναι ένα βασικό εργαλείο, ωστόσο γίνεται δουλειά σε βάθος και στα social media με στελέχη που έχουν εφαρμόσει ανάλογες μεθόδους σε εκλογικές καμπάνιες σε άλλες χώρες.
Η στρατηγική αυτή αποσκοπεί στο να ταυτιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ με την “εσχατολογία”, να αναδειχθούν οι (δήθεν) κίνδυνοι από μία νέα διακυβέρνηση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και στο πλαίσιο αυτό η ταύτιση του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ με εκείνον, όχι τόσο πιά του 2015 αλλά του 2012, δηλαδή στην πρώϊμη ριζοσπαστική φάση του. Οι αναφορές του πρωθυπουργού στην “πεζοδρομιακή δημοκρατία” και στις “πλατείες” αυτόν ακριβώς τον στόχο υπηρετούν.
Όλα αυτά εκκινούν από μία βάση: στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν πως το ισχυρότερο χαρτί του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο αρχηγός του. Η πολιτική ανθεκτικότητα του Αλέξη Τσίπρα είναι εντυπωσιακή, ακόμα κι αν το κόμμα του εμφανίζεται εδώ και χρόνια να υπολλείπεται σημαντικά στις δημοσκοπήσεις. Η αμεσότητά του στην επικοινωνία με τον κόσμο και η δυναμική που μπορεί να αναπτύσσει στο προεκλογικό “ντεμαράζ” (το απέδειξε, άλλωστε, στον ένα μήνα που μεσολάβησε από την οδυνηρή ήττα των ευρωεκλογών του 2019 μέχρι τις εθνικές κάλπες) είναι στοιχεία που έχουν μπει στο μικροσκόπιο του επιτελείου της Ν.Δ.
Το σύνθημα -λαϊκιστί- είναι “σκοτώστε πολιτικά τον Τσίπρα“, μέσω της ταύτισής του με παλαιότερες περιόδους του ΣΥΡΙΖΑ και της μείωσης δια της σύγκρισης των περιόδων διακυβέρνησης 2015-19 με την τρέχουσα. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, για παράδειγμα, σε αυτό ακριβώς προσπάθησε να απαντήσει με πρόσφατη ανάρτησή του σχετικά με την οικονομία, επισημαίνοντας πως η ουσιαστική σύγκριση πρέπει να γίνεται μεταξύ αυτού που παρέδωσε η κυβερνηση Σαμαρά το ’15 με αυτό που παρέδωσε ο Τσίπρας το ΄19. Λαμβάνοντας υπόψιν, όπως επισήμανε, πως ο ΣΥΡΙΖΑ διαχειρίστηκε το τρίτο μνημόνιο, άρα σφιχτές δημοσιονομικές πολιτικές -επ΄ αυτού η αυτοκριτική δεν υπήρξε επαρκώς γενναία-, και παρέδωσε την οικονομία με ρυθμισμένο χρέος, “μαξιλάρι” και προδιαγεγραμμένη έξοδο από την επιτήρηση.
Εκείνο που εξετάζεται από τους ειδικούς του κυβερνωντος κόμματος είναι το όριο εκλογικής επιρροής των δύο μεγαλύτερων κομμάτων. Όπως αναφέρει σχετικό ρεπορτάζ του “Βήματος”, ο Αλέξης Τσίπρας κατόρθωσε στις εκλογές του 2019 να συγκεντρώσει ποσοστό κοντά στο 32% όταν το όριο εκλογικής επιρροής του (κατά την Metron Analysis) ήταν μόλις 33%. Η καμπάνια Τσίπρα, στην χειρότερη στιγμή του κόμματος του, δηλαδή, οδήγησε σε εκλογικό ποσοστό πολύ κοντά στην δυνητική εκλογική του επιρροή.
Τώρα, η ίδια εταιρεία, με βάση τις μετρήσεις της, δίνει στον ΣΥΡΙΖΑ όριο εκλογικής επιρροής στο 37%.
Τα στοιχεία
Οπως δείχνουν τα στοιχεία της Metron Analysis, σύμφωνα με το “Βήμα”, στη διαχρονικά χειρότερη φάση του, το 2019, ενώ είχε βαριές απώλειες στις ευρωεκλογές, στις βουλευτικές που ακολούθησαν έφτασε κοντά στο όριο της επιρροής του. Στον δείκτη «θα μπορούσα να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ» το ποσοστό του ήταν 33% και στην κάλπη 31,5%, που σημαίνει ότι ο Αλ. Τσίπρας έχει τον τρόπο να συσπειρώνει το ακροατήριό του. Τώρα ο αντίστοιχος δείκτης τοποθετεί την επιρροή του στο 37% – 4 μονάδες πάνω από 2019 -, ενώ το ποσοστό «δεν θα ψήφιζα ποτέ ΣΥΡΙΖΑ μειώθηκε από 67% το 2019 σε 62% σήμερα. Αν καταφέρει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ να επανασυσπειρώσει τους ψηφοφόρους του, το ποσοστό του στις εκλογές αναμένεται να είναι υψηλό. Αντιστοίχως, η ΝΔ έχασε 4 μονάδες, το 48% όσων δήλωναν ότι θα μπορούσαν να ψηφίσουν ΝΔ το 2019, έπεσε σήμερα στο 44%.
Στρατηγικές και ποσοστά
Εάν, λοιπόν, όπως επισημαίνουν τα στοιχεία της Metron Analysis, ο ΣΥΡΙΖΑ στην χειρότερη στιγμή του (2019) πλησίασε σε απόσταση αναπνοής το όριο εκλογικής επιρροής του, τώρα που αυτό αυξήθηκε στο 37%, δεν πρέπει να θεωρείται καθόλου απίθανο να συγκεντρώσει ποσοστό (το πιθανότερο στην δεύτερη κάλπη) πολύ κοντά σε αυτό το όριο. Αυτό εξηγεί και την σκληρή προεκλογική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ που αποσκοπεί να συσπειρώσει το ακροατήριο του ’19 και επιπλέον να το διευρύνει. Οι δημοσκόποι δεν το λένε ευθέως, ωστόσο αφήνουν να εννοηθεί πως μεταξύ των δύο κομμάτων ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τάση ανόδου από το ποσοστό του ’19, ενώ η Ν.Δ τάση μείωσης. Το όριο εκλογικής επιρροής της είναι μεν το 44% (τέσσερις μονάδες κάτω από εκείνο που είχε πριν τέσσερα χρόνια), όμως η διαφορά δείχνει πως είναι κατά πολύ δυσκολότερο για εκείνη να πλησιάσει αυτό το όριο.
Δηλαδή, το 2019 με όριο εκλογικής επιρροής 48% έφτασε στο 39,8%, τώρα μετά την διακυβέρνηση, την ακρίβεια και το σκάνδαλο των υποκλοπών και εάν διατηρηθεί η απόσταση μεταξύ ορίου και εκλογικού ποσοστού θα βρεθεί κάτω από το 39,8%. Το εάν θα κατακτήσει την αυτοδυναμία στη δεύτερη κάλπη ή όχι θα κριθεί από πολλές άλλες παραμέτρους.
Οι ειδικοί, λοιπόν, φαίνεται πως μεταφέρουν αυτές τις τάσεις στο Μέγαρο Μαξίμου, μη αποκλείοντας για μια κλειστή εκλογική αναμέτρηση, ένα ντέρμπι, δηλαδή, που θα κριθεί σε μικρές διαφορές, με τη Ν.Δ, βεβαίως, να παραμένει φαβορί. Κι εδώ αρχίζουν οι ερμηνείες: Είναι νίκη για τη Ν.Δ η κατάκτηση μιας οριακής αυτοδυναμίας, ή μιας συγκυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ, και είναι ήττα εάν ο ΣΥΡΙΖΑ κατορθώσει να κρατήσει μικρή την διαφορά και έχει συγκεντρώσει ποσοστό μεγαλύτερο από εκείνο του 2019; Και τι θα σηματοδοτήσει κάτι τέτοιο για την διετία μετά τις εκλογές που θα έχει δύο αναμετρήσεις για την αυτοδιοίκηση και μία για τις ευρωεκλογές, και όλα αυτά εν μέσω επώδυνων αποφάσεων που πρέπει να ληφθούν στην οικονομία;
Χωρίς, φυσικά, να αποκλείονται πια ακόμα και ανατροπές. Είτε επί τα βελτίω για τη Ν.Δ (λιγότερο πιθανό, λένε οι εκλογολόγοι), είτε επί τα χείρω. Επ΄ αυτού, μάλιστα, κάποιοι δημοσκόποι λένε πως -με τις σημερινές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες- εάν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αρχίσει νωρίτερα την κούρσα προς τις εκλογές (με την ανάδειξη προγράμματος και νέων προσώπων), ή εάν είχε περισσότερο χρόνο μπροστά του, η εξέλιξη ίσως ήταν πολύ πιο εντυπωσιακή…