Ζωή Κωνσταντοπούλου: Βρισκόμαστε ενώπιον μη κανονικής λειτουργίας του πολιτεύματος – Ερωτήματα από το διάγγελμα του πρωθυπουργού
«Η υπόθεση των παρακολουθήσεων αποκαλύπτει πρακτικές υπονόμευσης της δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτεύματος και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών, στα οποία εντάσσεται και το απόρρητο και απαραβίαστο των επικοινωνιών, αλλά και το βουλευτικό απόρρητο. Αποκαλύπτει ένα κράτος που λειτουργεί ως κυβερνητικό παρακράτος. Και θέτει με επιτακτικό τρόπο το ερώτημα τι συμβαίνει με το προϊόν αυτών των παρακολουθήσεων και σε ποιο βαθμό στη χώρα υπάρχει εκβιαζόμενο και εκβιάζον πολιτικό προσωπικό. Οι σημερινές εξηγήσεις του Πρωθυπουργού τον εκθέτουν ανεπανόρθωτα, γιατί αποτελούν ομολογία ατομικής πολιτικής του ευθύνης τόσο για την παρακολούθηση και για την απόπειρα συγκάλυψης» αναφέρει η Ζωή Κωνσταντοπούλου.
«Μετά τις πρόσφατες καταιγιστικές εξελίξεις που αφορούν το σκάνδαλο αποδεδειγμένης παρακολούθησης εν ενεργεία Ευρωβουλευτή και τότε υποψηφίου Αρχηγού Κοινοβουλευτικού Κόμματος, άκουσα εμβρόντητη τις σημερινές δηλώσεις του Πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη, οι οποίες δεν αφήνουν κανένα πεδίο αμφιβολίας: βρισκόμαστε ενώπιον μη κανονικής λειτουργίας του πολιτεύματος, για την οποία γίνεται προσπάθεια συγκάλυψης και ωραιοποίησής της από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, ως φέροντα την πρωταρχική ευθύνη.Βρισκόμαστε ενώπιον κατάστασης που αφορά τους πολίτες, τα θεμελιώδη δικαιώματά τους και την Δημοκρατία. Στη χώρα στην οποία αποδεδειγμένα οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ παρακολουθούσαν εν έτει 2004 ολόκληρη την Ελληνική Κυβέρνηση, ξεκινώντας από τον τότε Πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή, αλλά και την Αντιπολίτευση και άλλα “πρόσωπα ενδιαφέροντος”, στη χώρα όπου η τότε Κυβέρνηση παρασιώπησε επί σχεδόν ένα χρόνο την αποκάλυψη, αλλά και ο τότε αρμόδιος Εισαγγελέας, μετέπειτα Διοικητής της ΕΥΠ και ήδη ελεγχόμενος πρώην Υπουργός Δ. Παπαγγελόπουλος έκρυψε στο συρτάρι του επί 11 μήνες τόσο την υπόθεση των παρακολουθήσεων όσο και την σχετιζόμενη με τις παρακολουθήσεις δικογραφία που αφορούσε την δολοφονία του Κώστα Τσαλικίδη, στη χώρα όπου έχει αποδειχθεί εμπλοκή της ΕΥΠ σε μεγάλα οικονομικο-πολιτικά σκάνδαλα, όπως αυτό της Λίστας Λαγκάρντ, επιχειρείται από τον ίδιο τον σημερινό Πρωθυπουργό η έντεχνη υποβάθμιση της αποκάλυψης ενός ακόμη σκανδάλου παρακολουθήσεων, αλλά και η έμμεση νομιμοποίηση των πρακτικών εσωτερικής κατασκοπείας και παρακολούθησης πολιτικών προσώπων και, φυσικά, και πολιτών» αναφέρει σε δήλωση-Παρέμβαση της η Επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου.
«Οι παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ δεν μπορούν να αφορούν τίποτε άλλο παρά μόνον λόγους Εθνικής Ασφάλειας, με στενότατη και αυστηρότατη ερμηνεία. Και, βεβαίως, η Εθνική Ασφάλεια δεν μπορεί να χρησιμοποιείται εικονικά ως πρόσχημα για παρακολούθηση πολιτών και πολιτικών προσώπων, συνοδοιπόρων ή αντιπάλων. Η δε αναφορά του κ. Μητσοτάκη ότι αυτό έγινε με Νόμο ΣΥΡΙΖΑ του 2018 ουδόλως τον απαλλάσσει από την πολιτική-και ποινική-ευθύνη, αλλά αντίθετα αναδεικνύει εύγλωττα ότι και οι προηγούμενοι και οι νυν κυβερνώντες εργαλειοποιούν την ΕΥΠ για ιδιοτελείς κομματικούς σκοπούς, ώστε τελικώς η ΕΥΠ να καθίσταται στην πραγματικότητα Κυβερνητική, Κομματική, Πρωθυπουργική Υπηρεσία Πληροφορικών και όχι Εθνική.
Ο κ. Μητσοτάκης απερίφραστα δήλωσε ότι η παρακολούθηση Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ ήταν νόμιμη, αλλά λάθος, υπήρχε δηλαδή νόμιμο έρεισμα που να αφορά λόγους εθνικής ασφάλειας, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν θα έπρεπε να έχει γίνει. Ότι διήρκεσε 3 μήνες και διακόπηκε αυτόματα, επομένως ουδείς έδωσε εντολή για την διακοπή της, ούτε ζήτησε την ανανέωσή της, απλώς εξέπνευσε η προθεσμία της άδειας. Και η αυτόματη διακοπή, συνέπεσε με την εκλογή Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ. Δηλαδή η παρακολούθηση συνέπεσε με την προεκλογική περίοδο εσωτερικής εκλογικής διαδικασίας, στην οποία ο κ. Ανδρουλάκης ήταν υποψήφιος αρχηγός του ανωτέρω κοινοβουλευτικού κόμματος. Παράλληλα, από την ΕΥΠ έχει επισήμως δηλωθεί ότι η παρακολούθηση Ανδρουλάκη έγινε κατόπιν πληροφοριών από τις μυστικές υπηρεσίες 2 ξένων κρατών ότι ο κ. Ανδρουλάκης είχε επαφές με αμφιλεγόμενους παράγοντες συνδεδεμένους με την Κίνα» τονίζει στη συνέχεια.
Τα ερωτήματα στα οποία δεν απάντησε ο Πρωθυπουργός είναι αμείλικτα, αναφέρει η Ζ. Κωνσνταντοπούλου:
– Ποιες ήταν οι μυστικές υπηρεσίες ξένων κρατών, που ενδιαφέρθηκαν για τις επαφές ενός Έλληνα Ευρωβουλευτή και υποψηφίου Προέδρου Κόμματος και κινητοποίησαν την ΕΥΠ;
– Τι διασταύρωση και τι αξιολόγηση έγινε των «πληροφοριών» αυτών από τις Εθνικές Υπηρεσίες πριν την έναρξη παρακολούθησης; Σε ποια βάση κρίθηκαν αξιόπιστες και τι απέγινε σήμερα με την αξιοπιστία τους;
– Ποιοι έλαβαν γνώση των συνομιλιών ενός εν ενεργεία ευρωβουλευτή και υποψηφίου Προέδρου Κόμματος στο διάστημα της παρακολούθησης;
– Ποια χρήση έγινε, επί 3μηνο, του αποτελέσματος των παρακολουθήσεων;
– Τελικώς, επρόκειτο για υπόθεση κατασκοπείας σε βάρος των συμφερόντων της χώρας, ώστε να ενεργοποιηθεί η ΕΥΠ, ή για εσωτερική πολιτική κατασκοπεία, με εργαλείο την ΕΥΠ;
– Πόσα και ποια άλλα πολιτικά πρόσωπα που δεν είναι εν ενεργεία ευρωβουλευτές έχουν υποβληθεί σε τέτοιου είδους παρακολούθηση;