Ιωάννης Βαρδακαστάνης στο libre: ”Τα άτομα με αναπηρία οδηγούνται σταθερά στη φτωχοποίηση”
Η πρόσφατη δημοσίευση του 11ου κατά σειρά δελτίου του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας έχει ως αντικείμενο την υγεία και την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και με αυτό εγκαινιάζεται η θεματική της υγείας στα Δελτία Στατιστικής Πληροφόρησης του Παρατηρητηρίου, παρουσιάζοντας δείκτες που σχετίζονται με την υγεία, την αναπηρία και την κάλυψη των υγειονομικών αναγκών του πληθυσμού με αναπηρία και χρόνια πάθηση, αξιοποιώντας τα πρωτογενή δεδομένα της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών έτους 2020, καθώς και τα διαθέσιμα για χρήση στοιχεία της Έρευνας Υγείας Έτους 2019.
Της Ρούλας Σκουρογιάννη
Τα στοιχεία που δημοσιεύονται είναι αποκαλυπτικά:
· Το 2019, το 35,2% της συνολικής εγχώριας δαπάνης για την υγεία προέρχεται «από την τσέπη» των νοικοκυριών. Το ποσοστό αυτό είναι το τρίτο (3ο) υψηλότερο μεταξύ των χωρών της Ευρώπης.
· Το 2020, το ποσοστό των ατόμων με σοβαρή αναπηρία που δεν ικανοποιήσαν ανάγκες σε ιατρική περίθαλψη ανήλθε σε 29%, αυξανόμενο κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με το 2019.
· Το 2019, 156.200 άτομα με αναπηρία δεν έλαβαν αναγκαία οδοντιατρική θεραπεία λόγω οικονομικής δυσκολίας, 78.150 άτομα με αναπηρία δεν ήταν σε θέση να προμηθευτούν αναγκαία φάρμακα που τους είχαν συνταγογραφηθεί από γιατρούς. Μόνο το 53,3% των γυναικών με σοβαρή αναπηρία και ηλικία ως 65 έτη υποβλήθηκε σε τεστ ΠΑΠ τα τελευταία 2 χρόνια, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των γυναικών χωρίς αναπηρία ανέρχεται σε 71,3%.
«Δεν ξάφνιασαν τα στοιχεία του 11ου δελτίου: αντιθέτως επιβεβαιώνουν τη δραματική συνθήκη που βιώνουν χιλιάδες άτομα με αναπηρία ή χρόνια πάθηση, τα οποία στερούνται την πρόσβαση ακόμα και σε βασικές υγειονομικές ανάγκες», σχολιάζει ο Πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία, κ. Ιωάννης Βαρδακαστάνης.
Παρότι μεταξύ των ετών 2015-2018 καταγράφηκε σχετική αποκλιμάκωση των ανικανοποίητων αναγκών υγείας, ιδιαίτερα προβληματίζει το γεγονός ότι μετά το 2018, διαπιστώνεται εκ νέου αύξηση του ποσοστού των πολιτών με σοβαρή αναπηρία που δεν ικανοποιήσαν τις ανάγκες τους σε υγειονομική περίθαλψη.
Η Ε.Σ.Α.μεΑ. έχει επισημάνει καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, και ιδίως στη συγκυρία της πανδημίας, την επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης των προνοιακών επιδομάτων και των αναπηρικών συντάξεων, ως ένα ελάχιστο μέτρο θωράκισης των ευάλωτων πολιτών με αναπηρία απέναντι στον κίνδυνο αποκλεισμού τους από βασικά αγαθά διαβίωσης.
Το τελευταίο διάστημα η ενεργειακή κρίση και η δυσθεώρητη ακρίβεια, έχουν οδηγήσει τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και οι οικογένειές τους να αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τις καθημερινές τους ανάγκες και παράλληλα να βιώνουν την επιδείνωση της υγείας τους, αφού η μειωμένη πρόσβαση σε δωρεάν και ποιοτική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη τους επιβαρύνει δυσανάλογα.
Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, με το 35,2% της συνολικής δαπάνης για την υγεία να προέρχεται πλέον «από την τσέπη» των νοικοκυριών (στοιχεία έτους 2019), είναι σαφές ότι οδηγεί στην εξαθλίωση πολλές χιλιάδες πολίτες με αναπηρία ή χρόνια πάθηση.
«Οι πολιτικές που ακολουθούνται, αντί να συμβάλλουν σε έναν στρατηγικό σχεδιασμό για την άρση των σοβαρών εμποδίων που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις στο θεμελιώδες δικαίωμα σε ποιοτικές παροχές υγείας, βάζουν στο στόχαστρο ακόμα και στοιχειώδη, «αυτονόητα» δικαιώματα, όπως η πρόσβαση στα φάρμακα. Η αύξηση της συμμετοχής στη φαρμακευτική δαπάνη, τα προβλήματα που δημιουργεί ο σταθερός προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ, η αφαίρεση των βιταμινών και άλλων φαρμάκων από τη θετική λίστα, τα προβλήματα στη διαθεσιμότητα κάποιων φαρμακευτικών σκευασμάτων, διαμορφώνουν ένα προβληματικό πλαίσιο, που επιβαρύνει όχι μόνο οικονομικά αλλά και ψυχικά τους χρόνια πάσχοντες δημιουργώντας τεράστια ανασφάλεια», υπογραμμίζεται σε ανακοίνωση της ΕΣΑμεΑ.
Με αφορμή τη δημοσίευση του 11ου Δελτίου Στατιστικής Πληροφόρησης του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της ΕΣΑμεΑ, μίλησε στο libre, ο πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας, Ιωάννης Βαρδακαστάνης, επισημαίνοντας τα βασικά ευρήματα και συμπεράσματα που προκύπτουν από τα στοιχεία που παρουσιάζονται στο 11ο δελτίο:
«Τα στοιχεία του 11ου δελτίου επιβεβαιώνουν τη δραματική συνθήκη που βιώνουν χιλιάδες άτομα με αναπηρία ή χρόνια πάθηση, τα οποία στερούνται την πρόσβαση ακόμα και σε βασικές υγειονομικές ανάγκες. Ο δείκτης αναφορικά με το ποσοστό των πολιτών που δεν είναι σε θέση να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καθιστά ορατή αυτήν την συνθήκη αποκλεισμού.
Υπολογίζεται, λοιπόν, για το 2019, ότι σχεδόν ο ένας στους 3 πολίτες με σοβαρή αναπηρία δεν ικανοποίησε πλήρως τις ανάγκες του σε ιατρική περίθαλψη.
Μάλιστα, μας προβληματίζει έντονα η εκ νέου αύξηση του δείκτη από το 2019, που παρότι μεταξύ των ετών 2015-2018 είχε καταγραφεί μια σχετική αποκλιμάκωση των ανικανοποίητων αναγκών υγείας στους πολίτες με αναπηρία, βλέπουμε ότι διαγράφει νέα ανοδική πορεία.
Όμως, όπως καταλαβαίνετε, αυτό το εύρημα καταγράφει μια τάση η οποία δεν λαμβάνει υπόψη την τελευταία 2ετία, όπου ζήσαμε αφενός τα μαζικότερα και φονικότερα κύματα της πανδημίας (2021) και αφετέρου τις σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν δικαιολογημένα στην παγκόσμια οικονομία του 2020.
Συνεπώς αναμένουμε περαιτέρω επιδείνωση των δεικτών πρόσβασης στην υγεία.
Ήδη πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, η μεγάλη ζήτηση για τις δημόσιες υπηρεσίες υγείας, λόγω της πτώσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, και οι σοβαρές περικοπές στον προϋπολογισμό των δημόσιων νοσοκομείων από την άλλη, επηρέασαν σημαντικά την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Η μείωση του ιατρικού προσωπικού, η αύξηση του χρόνου αναμονής για ιατρικές υπηρεσίες, η έλλειψη απαραίτητων ιατρικών προμηθειών και αναλώσιμων στα νοσοκομεία, και κυρίως στα περιφερειακά νοσοκομεία, οδήγησαν μεγάλο τμήμα των πολιτών σε αδυναμία να καλύψουν βασικές υγειονομικές ανάγκες.
Η επίδραση της πανδημίας με τη μετατροπή των νοσοκομειακών μονάδων σε νοσοκομεία μιας νόσου και την υπερφόρτωση του ΕΣΥ, επιβάρυνε επιπλέον το επίπεδο υγείας των πολιτών, με τις πλέον ευάλωτες ομάδες όπως οι χρόνια πάσχοντες και τα άτομα με αναπηρία, να αποκλείονται από βασικές υπηρεσίες πρόληψης και θεραπείας.
Η έλλειψη έγκυρων στατιστικών δεδομένων σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, καθιστά αδύνατο τον υπολογισμό και των απωλειών ακόμα και σε ανθρώπινες ζωές που θα μπορούσαν να έχουν σωθεί και ειδικότερα ατόμων που διαβιούσαν σε κλειστές δομές, ατόμων με αναπηρία και ηλικιωμένων ατόμων. Αυτό είναι και ένα παράδειγμα για την αναγκαιότητα ανάπτυξης αξιόπιστων στατιστικών για την αναπηρία, που αποτελεί και βασική στόχευση του Παρατηρητηρίου ΕΣΑμεΑ».
· Αναλύοντας περαιτέρω τους παράγοντες που συνετέλεσαν ώστε από το 2019 και εξής, να σημειωθεί εκ νέου αύξηση (η οποία είχε αποκλιμακωθεί τα έτη 2015-2018) του ποσοστού των πολιτών με σοβαρή αναπηρία που δεν ικανοποίησαν τις ανάγκες τους σε υγειονομική περίθαλψη, ο κ. Βαρδακαστάνης εξήγησε:
«Είναι γεγονός ότι τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και οι οικογένειές τους έχουν να αντιμετωπίσουν, παράλληλα με την μακροχρόνια οικονομική κρίση και εν συνεχεία την κρίση της πανδημίας, ένα άνευ προηγουμένου κύμα ακρίβειας στα προϊόντα, την ενέργεια, τα καύσιμα κ.α., η οποία καθιστά αδύνατη ακόμα και την κάλυψη των βασικών καθημερινών τους αναγκών. Από το 2018 και το «τέλος των μνημονίων», και φυσικά και νωρίτερα, καμία ουσιαστική στήριξη δεν δόθηκε στα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και τις οικογένειές τους.
Είναι γνωστό ότι η αναπηρία και η χρόνια πάθηση επιφέρουν πρόσθετο κόστος διαβίωσης. Το επισημαίνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, καθώς και η Μελέτη για το Πρόσθετο Κόστος Διαβίωσης Λόγω Αναπηρίας, που εκπόνησε το Παρατηρητήριο Θεμάτων Αναπηρίας της ΕΣΑμεΑ. Ο προσδιορισμός του πρόσθετου κόστους διαβίωσης της αναπηρίας αποτελούσε διαχρονικό ζητούμενο των φορέων του αναπηρικού κινήματος αλλά και σημαντική προϋπόθεση για την χάραξη αποδοτικών πολιτικών κοινωνικής προστασίας για την αναπηρία.
Με τις τελευταίες αυξήσεις επιδομάτων να έχουν δοθεί το 2011, πάνω από μια δεκαετία δηλαδή, και με τα έξοδα για τη διασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης συνεχώς να ανεβαίνουν, είναι εμφανές ότι η εντεινόμενη ακρίβεια συμπαρέσυρε και συνεχίζει να συμπαρασύρει το κόστος διαβίωσης των ατόμων με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και τις οικογένειές τους, οδηγώντας τους σταθερά στη φτωχοποίηση.
Τα διάφορα έκτακτα βοηθήματα – μερίσματα κλπ., δεν μπόρεσαν ούτε στο ελάχιστο να λειτουργήσουν ως αντιστάθμισμα της ακρίβειας. Χρειάζεται ουσιαστική στήριξη, με εύλογες αυξήσεις στα επιδόματα αναπηρίας και στις συντάξεις των χαμηλοσυνταξιούχων με αναπηρία. Χωρίς αυτή τη στήριξη της Πολιτείας, τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και οι οικογένειές τους θα συνεχίσουν να μην ικανοποιούν τις ανάγκες τους σε υγειονομική περίθαλψη».
· Τέλος, ερωτώμενος πόσο κοντά βρίσκεται η επίτευξη των αυτονόητων αιτημάτων της ΕΣΑμεΑ για ενίσχυση των προνοιακών επιδομάτων και των αναπηρικών συντάξεων, ο κ. Βαρδακαστάνης είπε χαρακτηριστικά:
«Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, τα αναπηρικά επιδόματα έχουν να δεχθούν αυξήσεις από το 2011. Χρειάζεται να υπάρξει τουλάχιστον τιμαριθμική αναπροσαρμογή των αναπηρικών επιδομάτων και των αναπηρικών συντάξεων. Ζούμε σε πολυτάραχη εποχή και δεν γνωρίζουμε σε τι ύψη θα φτάσει ο πληθωρισμός. Οι μεγαλύτεροι χαμένοι είναι οι πλέον ευάλωτοι, τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες παθήσεις και οι οικογένειές τους. Το ζητάμε με έγγραφα, με επιστολές, σε συναντήσεις σε υπουργεία, από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, με παρεμβάσεις μας στη Βουλή των Ελλήνων. Δεν έχει υπάρξει ακόμη κάποια δέσμευση».
Αξίζει να αναφερθεί ότι η Ε.Σ.Α.μεΑ. συνεχίζει ακατάπαυστα να διεκδικεί σταθερά ένα αναβαθμισμένο και ποιοτικά εκσυγχρονισμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας, ένα σύστημα καθολικά προσβάσιμων υπηρεσιών υγείας, προς όφελος όλων των πολιτών, στην αιχμή των ιατροτεχνολογικών εξελίξεων, με ταυτόχρονη ορθολογική διαχείριση των πόρων που απαιτούνται και εξασφάλιση της ισότιμης πρόσβαση ασφαλισμένων και ανασφάλιστων πολιτών στις δομές υγείας.
Τέλος, κατ’ εφαρμογή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, και με στόχο την συμπερίληψη της διάστασης της αναπηρίας και της χρόνιας πάθησης σε όλες τις δημόσιες πολιτικές για την υγεία, το αναπηρικό κίνημα της διεκδικεί τη θεσμική εκπροσώπηση των ατόμων με αναπηρία, με χρόνιες παθήσεις και των οικογενειών τους, μέσω της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.), και των Οργανώσεων Μελών της, σε όλους τους Φορείς Σχεδιασμού, Εφαρμογής και Αξιολόγησης πολιτικών για την υγεία, αλλά και την συμμετοχή των αντιπροσωπευτικών συλλογικών μας φορέων στα θεσμοθετημένα δίκτυα αγωγής υγείας και πρόληψης, προκειμένου να ενισχυθεί ο ρόλος τους για την πρόληψη και διαχείριση αναπηρίας σε τοπικό επίπεδο.