Πρόσχημα για τον Ερντογάν ο διάλογος- Εμείς τι κάνουμε;
Μετά το Politico και η Die Welt διατυπώνει μύριες αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσο η αναβολή της Συνόδου Κορυφής αποφασίστηκε λόγω του θετικού κρούσματος κοροναϊού σε έναν εκ των φρουρών του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ. Πιθανώς προσχηματική η δικαιολογία με στόχο να “αγοράσει” χρόνο η γερμανική προεδρία ώστε νε πιεστεί και να πεισθεί ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης να άρει την απειλή βέτο στις κυρώσεις κατά της Λευκορωσίας, θέμα ζέον για την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Ο εκπρόσωπος της Καγκελαρίας Στέφαν Ζάϊμπερτ ήταν, άλλωστε, σαφής. Η Γερμανία δεν επιθυμεί να επιβληθούν κυρώσεις σε τουρκικές εταιρείες και φυσικά πρόσωπα για τις παραβιάσεις κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων στην ανατολική Μεσόγειο. Η Κύπρος είναι μόνη και είναι αμφίβολο εάν θα αντέξει στις ευρωπαϊκές πιέσεις μέχρι τέλους.
Το ζήτημα είναι πως χωρίς έστω και την απειλή κυρώσεων η Τουρκία προσέρχεται σε συνομιλίες με την Ελλάδα χωρίς άγχος. Ακόμα περισσότερο όταν δεν έχει διευκρινισθεί η ατζέντα αυτών των συνομιλιών. Η ελληνική κυβέρνηση, δια του έμπειρου πρέσβη ε.τ Παύλου Αποστολίδη, θα επιμείνει στην επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών από το σημείο που τις εγκατέλλειψε η ίδια η τουρκική πλευρά στον 60ο γύρο του Φεβρουαρίου του 2016, ήτοι με μοναδικό θέμα την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Η προσπάθεια ευρωπαϊκών κύκλων να διευρύνουν το πλαίσιο διαλόγου κάνοντας λόγο γενικά για “θαλάσσιες ζώνες” ενέχει κινδύνους και οι διασταλτικές ερμηνείες που θα επικαλεστεί η Άγκυρα μπορεί εύκολα να εκτρέψουν και εν τέλει να ναρκοθετήσουν την προσπάθεια.
Θα ήταν λάθος η ελληνική πλευρά να επενδύσει προσδοκίες σε αυτές τις συνομιλίες. Αφενός γιατί ο Ταγίπ Ερντογάν και οι συνεργάτες του έχουν θέσει δημοσίως προκλητικές απαιτήσεις όπως: την αναθεώρηση κυριαρχίας επί ελληνικών νησιών και νησίδων στο Αιγαίο (“γκρίζες ζώνες”), την επήρεια του Καστελορίζου, τον αφοπλισμό των νησιών, την αναθεώρηση του καθεστώτος σχετικά με την μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη κ.ά
Αφετέρου διότι –ας το καταλάβουμε– οι συνομιλίες σε πλαίσιο (δήθεν) αποκλιμάκωσης αποτελούν “εργαλείο” και όχι σκοπός για τον Ερντογάν. Όπως έχω σημειώσει και σε προηγούμενο σημείωμα οι βασικές προτεραιότητες του Τούρκου προέδρου είναι οι σχέσεις της χώρας του με την Ε.Ε και η ανατολική Μεσόγειος (Κύπρος). Το Αιγαίο είναι η τρίτη κατά σειρά προτεραιότητα και μάλιστα μακράν των άλλων δύο. Κι αυτή ακόμα εντάσσεται σε μια γενικότερη προσέγγιση του νεοοθωμανικού δόγματος με στόχο την “χαλάρωση” των συνθηκών (Σέβρες, Λωζάνη) και η μη αναγνώριση του “χάρτη της Σεβίλλης” ακόμα και από τους εταίρους και συμμάχους μας ενισχύει την τουρκική επιχειρηματολογία.
Οι συνομιλίες με την Τουρκία έχουν, προς το παρόν, μόνο μία θετική παρενέργεια. Να απορροφήσουν το αρνητικό (“πολεμικό”) φορτίο που έχει σωρρευθεί τον τελευταίο καιρό στο Αιγαίο.
Θα εξελιχθούν, όμως, πιθανότατα παράλληλα με την προώθηση του γενικότερου τουρκικού σχεδιασμού. Η Άγκυρα δεν θα εγκαταλείψει την πολιτική παραβιάσεων της κυπριακής ΑΟΖ και την ένταση της παρουσίας της στην περιοχή δια του παράνομου τουρκολιβυκού συμφώνου. Και δεν θα σταματήσει να διεκδικεί την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Η προώθηση της στρατηγικής της μείωσης του “στρατιωτικού αποτυπώματος” (όπως διεμήνυσε ο Μάϊκ Πομπέο) στην περιοχή δεν αποτελεί, για παράδειγμα, ισομερή κίνηση αλλά θα αλλάξει τις επιχειρησιακές ισορροπίες υπέρ της Τουρκίας.
Με τον Ερντογάν δεν θα τελειώσουμε με την έναρξη των συνομιλιών. Κάτι τέτοιο είναι επικίνδυνη ψευδαίσθηση. Ο Τούρκος πρόεδρος θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί το προσφυγικό και την ένταση στο Αιγαίο για να εκμαιεύσει οφέλη από την ΕΕ. Η αναθεώρηση της οικονομικής σχέσης της χώρας του με την Ευρώπη (τελωνειακή ένωση), οι βιζες και η διπλή υπηκοότητα των Τούρκων της Γερμανίας αποτελούν τους βασικούς στόχους. Και απάντηση σε αυτά μπορούν να δώσουν μόνο η Γερμανία και οι άλλοι εταίροι. Μια αποκλιμάκωση διαρκείας με την Τουρκία, λοιπόν, βρίσκεται στα χέρια της Άγκελα Μέρκελ. Αυτό πρέπει να το κατανοήσουμε και να πιέσουμε εμείς τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο προς αυτή την κατεύθυνση.
Η στρατηγική της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας έχει οριστικά απαξιωθεί και αυτό αφήνει την ελληνική διπλωματία χωρίς το κεντρικό αφήγημα της τελευταίας 20ετίας.
Χρειάζεται νέα προσέγγιση και νέα στρατηγική. Και νέο δόγμα συνεργασίας με την Κύπρο για κοινές διεκδικήσεις έναντι της Ε.Ε. Η εθνική αυτοπεποίθηση δεν οικοδομείται με την …βεβαιότητα του άτρωτου, ούτε μόνο με νέους εξοπλισμούς. Απαιτούνται διεθνείς συμμαχίες πάνω σε νέο πλαίσιο (στρατηγική) και νέο εσωτερικό πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο. Στις πρωτοβουλίες του πρωθυπουργού εναπόκειται εάν θα βρεθούμε στην σωστή πλευρά της ιστορίας ή θα παραμείνουμε παρατηρητές των αποφάσεων που λαμβάνουν άλλοι για εμάς.
Υ.Γ Ως προς τις διεθνείς συμμαχίες, να υποθέσουμε πως από την στιγμή που ο Εμανουέλ Μακρόν συνομίλησε με τον Ταγίπ Ερντογάν και ξεκινά διαδικασία εξομάλυνσης, απομακρύνεται εντελώς η περιβόητη “ρήτρα αμυντικής συνδρομής” που επιδιώκαμε ως προσάρτημα της συμφωνίας για τα Rafale; Elementary Watson…