Ο άνθρωπος πίσω από την την αιρετική προσέγγιση της Σουηδίας: Δεν πρόκειται για μια νόσο που μπορεί κανείς να σταματήσει
Ενώ όλες οι χώρες της Ευρώπης επέβαλαν αυστηρούς περιορισμούς στη δημόσια ζωή για να βάλουν «φρένο» στην εξάπλωση του κοροναϊού, μια χώρα ξεχώρισε σαν μαύρο πρόβατο από το κοπάδι: η Σουηδία.
Η σκανδιναβική χώρα δεν εφάρμοσε ούτε εκτεταμένο «λουκέτο» στην οικονομία, ούτε αυστηρά μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης. Βασίστηκε, αντίθετα, σε εθελούσια μέτρα, σε συμβουλές προς τους ηλικιωμένους, σε συστάσεις για τηλεργασία, στην αποφυγή περιττών μετακινήσεων. Τα σύνορα και τα σχολεία για παιδιά έως 16 ετών παραμένουν ανοικτά, όπως επίσης πολλές επιχειρήσεις, μεταξύ άλλων τα εστιατόρια και τα μπαρ.
Αναπόφευκτα η τολμηρή αυτή προσέγγιση επέσυρε επικρίσεις εντός και εκτός της χώρας. Μεταξύ άλλων, 22 επιστήμονες με άρθρο τους την προηγούμενη εβδομάδα στη σουηδική εφημερίδα Dagens Nyheter κατηγόρησαν τις δημόσιες αρχές ότι απέτυχαν και ζήτησαν επειγόντως αυστηρότερα μέτρα, επισημαίνοντας τους πολλούς θανάτους από κορονοϊό στα γηροκομεία, καθώς και την υψηλότερη θνητότητα στη Σουηδία σε σχέση με τις γειτονικές σκανδιναβικές χώρες που έχουν πάρει αυστηρά μέτρα.
Η Σουηδία, μια χώρα με πληθυσμό 10,33 εκατομμυρίων κατοίκων, σχεδόν όσο η Ελλάδα, εμφανίζει χειρότερα στατιστικά έως τις 22 Απριλίου: έχει 15.322 επιβεβαιωμένα κρούσματα (έναντι 2.401 της Ελλάδας), 1.765 θανάτους (έναντι 121 της χώρας μας), 175 θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού (έναντι 12 της Ελλάδας) και 515 ασθενείς σε σοβαρή-κρίσιμη κατάσταση (έναντι 59 της Ελλάδας).
Ο επιδημιολόγος δρ ‘Αντερς Τέγκνελ της Σουηδικής Υπηρεσίας Δημόσιας Υγείας, ο «εγκέφαλος» πίσω από την επίμαχη και ριψοκίνδυνη στρατηγική της χώρας (ή ο «συνήγορος του διαβόλου» όπως θα έλεγαν κάποιοι), εξήγησε το σκεπτικό του στο “Nature”.
Ακολουθούν τα βασικά σημεία της συνέντευξης του.
ΕΡ: Εξηγήστε μας την προσέγγιση της Σουηδίας για τον έλεγχο του κορονοϊού
ΑΠ: Νομίζω ότι έχει υπερτονιστεί πόσο μοναδική είναι αυτή η προσέγγιση. Όπως πολλές άλλες χώρες, στοχεύουμε να ‘επιπεδώσουμε’ την καμπύλη, επιβραδύνοντας την εξάπλωση όσο είναι δυνατό, αλλιώς το σύστημα υγείας και η κοινωνία κινδυνεύουν με κατάρρευση. Δεν πρόκειται για μια νόσο που μπορεί κανείς να σταματήσει ή να ξεριζώσει, τουλάχιστον εωσότου αναπτυχθεί ένα αποτελεσματικό εμβόλιο. Πρέπει να βρούμε μακροπρόθεσμες λύσεις που θα κρατούν την κατανομή των λοιμώξεων σε ικανοποιητικό επίπεδο. Κάθε χώρα προσπαθεί να κρατήσει μακριά τους ανθρώπους, χρησιμοποιώντας μέτρα και τις παραδόσεις που έχει στη διάθεση της. Γι’ αυτό καταλήξαμε να κάνουμε ελαφρώς διαφορετικά πράγματα.
Οι σουηδικοί νόμοι για τις μεταδιδόμενες νόσους βασίζονται κυρίως σε εθελοντικά μέτρα, στην ατομική υπευθυνότητα. Σαφώς ο πολίτης έχει την ευθύνη να μην εξαπλώνει τη νόσο. Αυτός είναι ο πυρήνας από τον οποίο ξεκινήσαμε, καθώς δεν υπάρχει μεγάλη νομική δυνατότητα να κλείνουμε τις πόλεις στη Σουηδία χρησιμοποιώντας τους υπάρχοντες νόμους. Η καραντίνα μπορεί να εφαρμοστεί για ανθρώπους σε μικρές περιοχές όπως ένα σχολείο ή ξενοδοχείο. Δεν μπορούμε (νομικά) να αποκλείσουμε μια γεωγραφική περιοχή.
ΕΡ: Σε ποια στοιχεία βασίστηκε αυτή η προσέγγιση;
ΑΠ: Είναι δύσκολο να μιλήσουμε για την επιστημονική βάση μιας στρατηγικής σε τέτοιες νόσους, επειδή δεν ξέρουμε πολλά πράγματα και μαθαίνουμε στην πράξη, μέρα-μέρα. Το «λουκέτο» και το κλείσιμο των συνόρων δεν έχουν επιστημονική βάση, κατά τη γνώμη μου. Κοιτάξαμε στην αρχή μερικές ευρωπαϊκές χώρες να δούμε αν είχαν δημοσιεύσει κάποια ανάλυση για την αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων, αλλά δεν βρήκαμε σχεδόν τίποτε. Το κλείσιμο των συνόρων νομίζω ότι είναι γελοίο, επειδή η Covid-19 βρίσκεται σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα τώρα. Περισσότερο ανησυχούμε για τις μετακινήσεις εντός Σουηδίας. Ως κοινωνία προτιμάμε την παρότρυνση: συνεχώς υπενθυμίζουμε στους ανθρώπους να ακολουθούν τα μέτρα και να τα βελτιώνουν. Δεν χρειάζεται να κλείσουμε τα πάντα τελείως, επειδή αυτό θα ήταν αντιπαραγωγικό.
ΕΡ: Πώς παίρνει αποφάσεις η Σουηδική Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας;
ΑΠ: Περίπου 15 άνθρωποι συναντιόμαστε κάθε πρωί και αναθεωρούμε τις αποφάσεις και συστάσεις μας ανάλογα με τα νέα στοιχεία. Μιλάμε με τις περιφερειακές αρχές δύο φορές την εβδομάδα. Η πιο έντονη συζήτηση τώρα αφορά τα κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων, όπου υπήρξαν πολύ ατυχή ξεσπάσματα του κορονοϊού, στα οποία οφείλεται η υψηλότερη θνητότητα της Σουηδίας σε σχέση με τους γείτονες της. Οι έρευνες συνεχίζονται, επειδή πρέπει να καταλάβουμε ποιες συστάσεις ακολουθήθηκαν και ποιες όχι.
ΕΡ: Η προσέγγισή σας έχει επικριθεί ως πολύ χαλαρή. Πώς απαντάτε; Θεωρείτε ότι θέτει σε κίνδυνο τις ζωές των ανθρώπων περισσότερο από ό,τι χρειάζεται;
ΑΠ: Δεν πιστεύω ότι υπάρχει τέτοιος κίνδυνος. Υπάρχει μια αύξηση στις εισαγωγές στο νοσοκομείο και στους θανάτους, αλλά δεν είναι τραυματική έως τώρα. Πουθενά στην Ευρώπη δεν έχει καταστεί εφικτό να επιβραδυνθεί σημαντικά η εξάπλωση. Για τα σχολεία είμαι πεπεισμένος ότι πρόκειται να μείνουν ανοικτά σε εθνικό επίπεδο. Πρέπει να κλείσεις τα σχολεία αρκετά νωρίς στην επιδημία, για να έχεις αποτέλεσμα. Τώρα πια δεν έχει νόημα. Επιπλέον, είναι ζωτικό από πλευράς ψυχικής και σωματικής υγείας η νεότερη γενιά να παραμείνει ενεργή.
ΕΡ: Έχετε επικριθεί ότι δεν αναγνωρίσατε πλήρως το ρόλο των ασυμπτωματικών φορέων. Πιστεύετε ότι οι ασυμπτωματικοί συνιστούν πρόβλημα;
ΑΠ: Μπορεί οι ασυμπτωματικοί να είναι φορείς μετάδοσης, όπως δείχνουν κάποιες πρόσφατες μελέτες. Όμως η συμβολή τους στην εξάπλωση είναι σχετικά μικρή σε σχέση με όσους έχουν συμπτώματα. Αυτούς πρέπει πραγματικά να σταματήσουμε.
ΕΡ: Θεωρείτε επιτυχή την προσέγγισή σας;
ΑΠ: Είναι πολύ δύσκολο να ξέρουμε, είναι πολύ νωρίς. Κάθε χώρα πρέπει να φθάσει σε «ανοσία αγέλης» με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και εμείς θα το κάνουμε με διαφορετικό τρόπο. Πόσο θα διαρκέσει η ανοσία αγέλης δεν το ξέρουμε, αλλά σίγουρα υπάρχει ανοσιακή αντίδραση (στον κορονοϊό).
ΕΡ: Τι θα μπορούσατε να είχατε κάνει διαφορετικά;
ΑΠ: Υποτιμήσαμε το πρόβλημα των οίκων ευγηρίας και πώς θα εφαρμόζονταν εκεί τα μέτρα. Έπρεπε να έχουμε κάνει πιο εκτεταμένους ελέγχους.
ΕΡ: Είστε ικανοποιημένος από τη στρατηγική σας;
ΑΠ: Ναι! Ξέρουμε ότι η Covid-19 είναι υπερβολικά επικίνδυνη για τους πολύ ηλικιωμένους, πράγμα φυσικά άσχημο. Όμως, κοιτάζοντας τις πανδημίες, υπάρχουν πολύ χειρότερα σενάρια από αυτό. Τα περισσότερα προβλήματα που έχουμε σήμερα, δεν οφείλονται στη νόσο, αλλά επειδή τα μέτρα σε μερικά περιβάλλοντα δεν εφαρμόστηκαν κανονικά.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ