Συγχωνεύσεις τμημάτων/ Συνήγορος του Πολίτη: Λειτουργεί επιβαρυντικά στη μάθηση, ευνοεί την έξαρση της ενδοσχολικής βίας
Την ώρα που πληθαίνουν οι φωνές της εκπαιδευτικής κοινότητας, Συλλόγων Γονέων και τοπικών φορέων, ότι οι νέες συγχωνεύσεις τμημάτων υποβαθμίζουν ακόμη περισσότερο την ποιότητα της εκπαίδευσης, σωρευτικά και με τα υπόλοιπα μεγάλα προβλήματα στα σχολεία, η έκθεση της Θεώνης Κουφονικολάκου Βοηθού Συνήγορου του Πολίτη για τα Δικαιώματα του Παιδιού έρχεται όχι μόνο να επιβεβαιώσει τις καταγγελίες αλλά και να προσθέσει ακόμη ένα ανησυχητικό στοιχείο: Ότι ο συνωστισμός σε μία αίθουσα λειτουργεί επιβαρυντικά για την έξαρση της ενδοσχολικής βίας.
Ο Συνήγορος του Πολίτη, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του εξέτασε αναφορές γονέων σχετικά με συγχωνεύσεις τμημάτων σε σχολεία της Α/θμιας Εκπαίδευσης στην Αττική και όπως χαρακτηριστικά τονίζεται στην αναφορά της κ. Κουφονικολάκου «η δημιουργία καθ’εαυτή τμημάτων με μεγάλο αριθμό μαθητών/τριών λειτουργεί επιβαρυντικά στην εκπαιδευτική διαδικασία» κάτι που έχει αναφερθεί πολλές από τους εκπαιδευτικούς.
Συμπεραίνει ότι «η αύξηση του αριθμού των μαθητών/τριών στη σχολική τάξη μειώνει την απολύτως κρίσιμη -ιδίως στις μικρές ηλικίες της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης- δυνατότητα των εκπαιδευτικών να εστιάσουν με τη δέουσα προσοχή στις ατομικές ανάγκες, να εντοπίσουν έγκαιρα κρίσιμες δυσκολίες και ζητήματα που απασχολούν τα παιδιά, να προλάβουν την εκδήλωση βίας ή να αναγνωρίσουν πιθανές ενδείξεις κακοποίησης/παραμέλησης, να διαθέσουν χρόνο για την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης».
Συνδέει τα παραπάνω με το πρόβλημα της βίας εντός των σχολικών μονάδων αφού «ο συνωστισμός σε μία αίθουσα, μπορεί να υποβαθμίζει το εκπαιδευτικό έργο και να δυναμιτίζει την καθημερινότητα του σχολείου, να οδηγεί σε αύξηση των εντάσεων και σε εκδηλώσεις βίας μεταξύ μαθητών/τριών αλλά και με εμπλοκή ενίοτε των λοιπών μερών (γονέων, εκπαιδευτικών κ.λπ.).»
Η Συνήγορος του Παιδιού μετά από διεξοδική ανάλυση των προβλημάτων που προκύπτουν από τις συγχωνεύσεις σε συγκεκριμένες περιοχές της Αθήνα καταλήγει:
Με βάση τα παραπάνω, παρακαλούμε, κατά λόγο αρμοδιότητάς σας:
α΄) Να επανεξεταστεί η συγχώνευση των τμημάτων των τάξεων στα προαναφερόμενα σχολεία και να δοθούν οδηγίες αντίστοιχα σε όλες τις διευθύνσεις για την εξατομικευμένη αξιολόγηση των αναγκών στα τμήματα με σημαντικό αριθμό μαθητών/τριών με διάγνωση Ε.Ε.Α., στη βάση του συμφέροντος και της εκπαιδευτικής ένταξης όλων των παιδιών, ιδίως των πιο ευάλωτων.
β΄) Να προβλεφθεί η αναγκαία ευελιξία, ως προς τον ελάχιστο αριθμό μαθητών/τριών για τη συγκρότηση τμήματος, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες κάθε σχολικής μονάδας (όπως ιδίως το μέγεθος της σχολικής αίθουσας) και να μην επιβάλλεται συγχώνευση τμήματος στις περιπτώσεις που, κατόπιν αυτής, μαθητές/τριες θα εμφανίζονται ως υπεράριθμοι, προκειμένου να μην υποχρεούνται σε μετεγγραφή.
γ΄) Να τροποποιηθεί η με αριθμ. πρωτ. Γ.7/80483/Δ1/15-7-2024 όσον αφορά την εξομοίωση του θεσμού της παράλληλης στήριξης με εκείνον του Τμήματος Ένταξης, όσον αφορά την εφαρμογή του μέτρου της μείωσης του αριθμού των μαθητών του τμήματος κατά τρεις, σε σχέση με τον μέγιστο προβλεπόμενο αριθμό ανά τμήμα (κατά το αρ. 6, παρ. 1 του ν. 3699/08), καθώς αυτό δεν προβλέπεται στην ισχύουσα νομοθεσία και, κατά την άποψη της Αρχής, οι δύο θεσμοί εξυπηρετούν διαφορετικές κατηγορίες μαθητών/τριών με αναπηρία/Ε.Ε.Α., ενώ επίσης υλοποιούνται με διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τη λειτουργία του τμήματος από χωροταξικής άποψης
δ΄) Να επανεξετασθεί το πλαίσιο ως προς τα σημεία που εντοπίσθηκαν παραπάνω, ώστε να μην υπάρχει αντίφαση στις προβλέψεις του άρ. 6, παρ. 1 του νόμου 3699/2008, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, οι οποίες φαίνεται να δημιουργούν σύγχυση ως προς τον μέγιστο προβλεπόμενο αριθμό μαθητών με μαθησιακές ή άλλες ανάγκες που μπορεί να φοιτά σε ένα τμήμα σε συνδυασμό με την απαραίτητη υποστήριξη. Σε κάθε περίπτωση, να δίνεται η δυνατότητα στις σχολικές μονάδες συγκρότησης μικρότερων τμημάτων, όταν κρίνεται αναγκαίο, ώστε να αποτρέπεται η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού παιδιών με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α αλλά και ο εξαναγκασμός παιδιών στην πορεία της φοίτησής τους σε αλλαγή σχολείου λόγω αύξησης των διαγνώσεων, που μπορεί να επέλθει ακόμα και κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς.
ε΄) Τέλος, υπογραμμίζεται εκ νέου από την Αρχή1 η ανάγκη επαρκούς και σταθερής κάλυψης των αναγκών παράλληλης στήριξης των μαθητών/τριών για τους οποίους υπάρχουν εγκεκριμένα αιτήματα από την αρχή της σχολικής χρονιάς. Αναγκαία είναι, στο πλαίσιο αυτό, η τοποθέτηση περισσότερων του ενός εκπαιδευτικών παράλληλης στήριξης ανά τμήμα, όταν αυτό επιβάλλεται από τον αριθμό των ενδιαφερόμενων μαθητών/τριών και το είδος και τη βαρύτητα των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών/αναπηρίας τους ….
Σφοδρές αντιδράσεις
Η κατάσταση στην εκπαίδευση δείχνει ότι η υποχρηματοδότηση, οι ελλείψεις σε προσωπικό και οι συγχωνεύσεις δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και στην κοινωνική συνοχή. Ο αντιδράσεις κλιμακώνονται καθώς εκπαιδευτικές κοινότητες, γονείς, τοπικοί φορείς εκφράζουν την αγανάκτησή τους για τις αποφάσεις της κυβέρνησης και του Υπουργείου Παιδείας.
- Η απόφαση έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού των μαθητών σε κάθε τμήμα, ενώ η κατάργηση σχολικών μονάδων, έχει φέρει αναστάτωση σε πολλές περιοχές της χώρας.
Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και οι τοπικές κοινότητες ζητούν άμεση αναστολή των συγχωνεύσεων και της κατάργησης σχολείων και καλούν την κυβέρνηση να ξεκινήσει έναν ουσιαστικό διάλογο με τις εκπαιδευτικές κοινότητες και τους τοπικούς φορείς.
Όπως αναφέρουν σε επανειλημμένες αναφορές:
- “Η εκπαίδευση πρέπει να είναι προτεραιότητα για κάθε κοινωνία που επιθυμεί την πρόοδο και την ανάπτυξη των νέων γενεών”
- “Η υποβάθμιση της εκπαίδευσης δεν πλήττει μόνο τους μαθητές, αλλά και το μέλλον της χώρας”
- “Για να διασφαλιστεί το δικαίωμα όλων των παιδιών σε ποιοτική και ισότιμη εκπαίδευση, η πολιτεία οφείλει να αναθεωρήσει τις αποφάσεις της και να ενισχύσει τα σχολεία με το απαραίτητο προσωπικό, υποδομές και πόρους”.
Ένα από τα κύρια σημεία που κατακρίνονται από γονείς και εκπαιδευτικούς είναι η λογική των συγχωνεύσεων τμημάτων και σχολείων ως μέτρο οικονομίας. Για παράδειγμα η Ομοσπονδία Γονέων & Κηδεμόνων της Περιφέρειας Πελοποννήσου εξέφρασε δημόσια την αντίθεσή της στην απόφαση του Υπουργείου να συγχωνεύσει σχολικές τάξεις, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τμήματα των 25 μαθητών, σε αίθουσες που συχνά δεν πληρούν τις αναγκαίες προδιαγραφές. Όπως υπογραμμίζουν οι γονείς, τέτοιες αποφάσεις λαμβάνονται με σκοπό τη μείωση του κόστους, υποβαθμίζοντας όμως την ποιότητα της εκπαίδευσης και μετατρέποντας τους μαθητές σε «νούμερα» σε έναν οικονομικό προϋπολογισμό.
Οι γονείς καταγγέλλουν ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τα παιδιά σαν κόστος, αδιαφορώντας για τις εκπαιδευτικές τους ανάγκες. Η λογική των πολυπληθών τμημάτων θεωρείται αντιπαιδαγωγική, καθώς η ποιότητα της διδασκαλίας μειώνεται σημαντικά όταν οι εκπαιδευτικοί πρέπει να διαχειριστούν μεγάλους αριθμούς μαθητών, ειδικά όταν σε αυτά τα τμήματα υπάρχουν παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και στήριξης.
Οι αρυθμίες στην παράλληλη στήριξη
Το libre σε εκτενές ρεπορτάζ είχε αναδείξει και τις μεγάλες αρρυθμίες που διαπιστώνονται στην παράλληλα στήριξη ένας εκπαιδευτικός θεσμός ιδιαίτερα ευαίσθητος αφού έχει να κάνει με παιδιά με μαθησιακή δυσκολία.
- Στο ρεπορτάζ για να κατανοηθεί πλήρως η αξία της παράλληλης στήριξης στην εκπαιδευτική διαδικασία αλλά και να αναδειχθούν τα προβλήματα που εντοπίζονται στη λειτουργία του θεσμού, αναφέρεται ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, αυτό της Λέσβου.
Σε δημοτικό σχολείο της Μυτιλήνης έχουν διαγνωστεί με μαθησιακές δυσκολίες συνολικά τρεις μαθητές, δύο στην Α’ τάξη και ένας στην ΣΤ’ τάξη. Σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, θα έπρεπε να προσληφθούν τρεις εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής, ένας για κάθε παιδί γιατί η συγκεκριμένη υπηρεσία πρέπει να προσφέρεται απολύτως εξατομικευμένα.
Στον εν λόγω σχολείο όμως υπάρχει κατά την εφετινή σχολική σεζόν μόλις ένας εκπαιδευτικός ο οποίος μοιράζει το χρόνο του στα τρία παιδιά.
Και το ρεπορτάζ καταλήγει:
“Αναρωτιούνται, τέλος, πολλοί, ίσως αφελώς: Γιατί τα ΚΕΔΑΣΥ βγάζουν τα τελευταία χρόνια τόσες πολλές διαγνώσεις για μαθησιακές δυσκολίες “αυξάνοντας” έτσι την ανάγκη για προσλήψεις εκπαιδευτικών παράλληλης στήριξης; Η απάντηση που δίνεται από τους αρμόδιους επιστημονικούς φορείς είναι πολύ απλή. Διότι πλέον πολύ περισσότερα παιδιά εξετάζονται και το know how που έχουν οι επιστήμονες στα χέρια τους είναι πολύ πιο πλούσιο από το αντίστοιχο που υπήρχε 20 χρόνια πριν. Ο κόσμος αλλάζει, η επιστήμη προοδεύει, ο εντοπισμός μαθησιακών δυσκολιών στα παιδιά γίνεται πιο απλή υπόθεση. Η πολιτεία, από εκεί και πέρα, έχει χρέος να εντάξει αυτά τα παιδιά ισότιμα στην εκπαιδευτική διαδικασία με όρους συμπερίληψης και απόλυτης κατανόησης στις ιδιαίτερες ανάγκες τους. Βασικά πράγματα για το 21ο αιώνα δηλαδή”.