ΕΡΕΥΝΑ/ Γιατί οι νέοι στην Ελλάδα δεν μπορούν να “δραπετεύσουν” από το… παιδικό δωμάτιο
Τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat σχετικά με τον μέσο όρο ηλικίας απομάκρυνσης των νέων από τη γονεϊκή εστία αποκαλύπτουν, με αριθμούς, την θλιβερή πραγματικότητα. Το υπερβολικά υψηλό κόστος στέγασης, τα απαγορευτικά ενοίκια και οι χαμηλοί μισθοί καθίστανται οι κύριοι αποτρεπτικοί παράγοντες για να μην μπορέσει να φύγει ένας νέο από το παιδικό του δωμάτιο. Να μην μπορεί να “δραπετεύσει” δηλαδή, τουλάχιστον μέχρι να γίνει 30 χρονών. Στην Ελλάδα. Γιατί στο εξωτερικό φεύγουν από τα 20… Αλλά αυτοί χάνουν.
Άλλωστε, τι πιο ιδανικό από το να ζεις στην οικογενειακή εστία, να κοιμάσαι κάθε βράδυ στο κρεβάτι της εφηβείας σου, να έχεις τη δυνατότητα να κλειδώνεσαι στο δωμάτιό σου για λίγο ιδιωτικό χώρο (αν είσαι από τους τυχερούς που διαθέτουν το δικό τους δωμάτιο) και να συγκατοικείς, θέλεις δεν θέλεις, με τους γονείς σου;
Οι Ευρωπαίοι φεύγουν από το πατρικό στα 26 και οι Έλληνες στα 30+
Όταν οι νέοι στην Ευρώπη εγκαταλείπουν το πατρικό τους σπίτι κατά μέσο όρο λίγο μετά τα 26α τους γενέθλια (26,3 ετών), οι συνομήλικοί τους στην Ελλάδα πρέπει να περάσουν τουλάχιστον άλλα τέσσερα χρόνια ακόμα στο πατρικό, πριν μπορέσουν να «ανοίξουν τα φτερά τους», λίγο πριν κλείσουν τα 31 (30,6 ετών). Πρόκειται για τον τρίτο υψηλότερο ηλικιακό μέσο όρο μετά την Κροατία και τη Σλοβακία (31,8 και 31 ετών αντίστοιχα). Την εξάδα των ευρωπαϊκών χωρών που οι νέοι καθυστερούν περισσότερο να φύγουν από το πατρικό τους σπίτι συμπληρώνουν η Ισπανία (30,4) και η Ιταλία που ισοβαθμεί με την Βουλγαρία (30 έτη).
Στον αντίποδα, οι χαμηλότερες μέσες ηλικίες αποχώρησης από το οικογενειακό σπίτι καταγράφονται στη Φινλανδία (21,4 έτη), σε Σουηδία και Δανία (αμφότερες στα 21,8 έτη) και την Εσθονία (22,8 έτη). Ακολουθούν Ολλανδία (23,3 έτη), η Γαλλία (23,7) και η Γερμανία (23,9).
Το φαινόμενο των “υπερπλήρων νοικοκυριών”
Σύμφωνα με τη Εurostat, το 46% των νέων στην Ελλάδα κατοικούν σε «υπερπλήρη νοικοκυριά», που δεν έχουν τον ελάχιστο αριθμό δωματίων ανάλογα με τα μέλη τους. Ο αντίστοιχος μέσος όρος για τους νέους της ΕΕ είναι το 26%. Γενικά οι νέοι της Ευρώπης ζουν κυριολεκτικά πολύ πιο στριμωγμένοι σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό. Στην ΕΕ των 27 το ποσοστό των κατοίκων που ζουν σε νοικοκυριά με υπερβολική στενότητα χώρου ανέρχεται στο 14% και στην Ελλάδα στο 27%.
Ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις ως προς τα ποσοστά των νέων που κατοικούν σε νοικοκυριά με στενότητα χώρου: Το 2023 στη Μάλτα, το 3,9% των νέων ζούσε σε υπερπλήρες νοικοκυριό, ενώ στη Ρουμανία το ποσοστό έφθανε το 59,4%. Περισσότεροι από τους μισούς νέους ζούσαν σε υπερπλήρη νοικοκυριά στη Βουλγαρία και τη Λετονία. Η Ελλάδα βρίσκεται υψηλά στη λίστα των νέων που ζουν σε συνθήκες συνωστισμού, μαζί με την Πολωνία, τη Σλοβακία, την Κροατία, την Ιταλία και τη Λιθουανία
Το υπέρογκο (εξωπραγματικό) κόστος της στέγασης
Περισσότεροι νέοι ζουν σε νοικοκυριά που δαπανούν τουλάχιστον το 40% του εισοδήματός τους για στέγαση, από ό,τι το σύνολο του πληθυσμού: το 2023, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 10,1% για τους νέους (ηλικίας 15-29 ετών) στην ΕΕ. Το ποσοστό αυτό είναι κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από ό,τι για το σύνολο του πληθυσμού. Στην Ελλάδα το ποσοστό επιβάρυνσης του κόστους στέγασης για τους νέους ήταν το υψηλότερο στην ΕΕ, με τρεις στους δέκα να ξοδεύουν πάνω από το 40% του εισοδήματός τους για ενοίκιο ή ενυπόθηκα δάνεια και λογαριασμούς. Ακολουθεί το Λουξεμβούργο (27,5%) και η Δανία (27,3%).
Το χαμηλότερο ποσοστό επιβάρυνσης του κόστους στέγασης για τους νέους καταγράφεται στην Κροατία (2,4%) και τη Σλοβενία (2,6%).
Το 2023 σε 19 χώρες της ΕΕ, το ποσοστό επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης ήταν υψηλότερο μεταξύ των ατόμων ηλικίας 15-29 ετών από ό,τι για τον πληθυσμό συνολικά. Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων ήταν 11,9 ποσοστιαίες μονάδες στη Δανία, ακολουθούμενη από τις Κάτω Χώρες με 7,6 ποσοστιαίες μονάδες.
Σε σχετικούς όρους, η μεγαλύτερη διαφορά παρατηρήθηκε στις Κάτω Χώρες, καθώς και στη Φινλανδία και τη Δανία, όπου το ποσοστό για τους νέους ήταν περίπου 1,8 φορές υψηλότερο από αυτό του συνολικού πληθυσμού.
Τα συμπεράσματα από την έκθεση της Eurostat
Όπως σημειώνεται στην έκθεση της Eurostat, αν αναλύσουμε την ευρεία κατηγορία των νέων, σε επιμέρους ηλικιακές κατηγορίες, προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:
Στην Κροατία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Πολωνία, την Πορτογαλία, τη Σλοβακία και την Ελλάδα, οι περισσότεροι νέοι ζουν με τους γονείς τους ή συμβάλλουν στο εισόδημα του νοικοκυριού ή επωφελούνται από αυτό. Αυτό αντιστοιχεί σε ποσοστό άνω του 95% των ατόμων ηλικίας 15-19 ετών, άνω του 80% των ατόμων ηλικίας 20-24 ετών και άνω του 60% των ατόμων ηλικίας 25-29 ετών.
Ωστόσο, στη Σουηδία, τη Δανία και τη Φινλανδία ήδη το 8-10% των νέων ηλικίας 15-19 ετών δεν ζουν με τους γονείς τους. Επιπλέον, πάνω από το 63% των ατόμων ηλικίας 20-24 ετών ζουν ανεξάρτητα, με το ποσοστό αυτό να αυξάνεται σε πάνω από 90% για τα άτομα ηλικίας 25-29 ετών.
Στην Ελλάδα, με βάση το γράφημα της Εurostat, σχεδόν το 85% των νέων 20 με 24 ετών ζει με τους γονείς του ή συμβάλλει/επωφελείται από το οικογενειακό εισόδημα. Στο ποσοστό αυτό περιλαμβάνονται και όσοι σπουδάζουν σε άλλες πόλεις από τη μόνιμη κατοικία τους, οι φοιτητές και φοιτήτριες που γονατίζουν – εκείνοι και οι γονείς τους – από τα υπέρογκα ενοίκια. Για την κατηγορία των 25-29 ετών, τα ποσοστά των νέων που ζουν με τους γονείς τους ξεπερνάνε το 40%.
Σε ορισμένες από τις χώρες όπου οι νέοι τείνουν να ανεξαρτητοποιούνται νωρίτερα, όπως η Δανία, οι Κάτω Χώρες, η Σουηδία, η Γερμανία και η Φινλανδία, το ποσοστό επιβάρυνσης του κόστους στέγασης για τους νέους είναι υψηλότερο.
Οι χώρες όπου οι νέοι μετακομίζουν αργότερα από το πατρικό σπίτι, όπως η Κύπρος, η Κροατία και η Ιταλία, τείνουν να αναφέρουν χαμηλότερα επίπεδα επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης. Ωστόσο, στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία, παρά την μεγαλύτερη μέση ηλικία αποχώρησης από την οικογενειακή εστία, η επιβάρυνση από το κόστος στέγασης παραμένει υψηλή για τους νέους.