Γιατί δεν πρέπει να δημοσιοποιούνται περιστατικά βίας ανηλίκων
Εικονική μείωση των κρουσμάτων βίας ανηλίκων, ανενεργοί – για δεκαετίες – χρήσιμοι θεσμοί που θα βοηθούσαν στην αντιμετώπιση του φαινομένου, μη στελεχωμένες κρίσιμες υπηρεσίες, ατελείς νομοθετικές ρυθμίσεις και κυρίως έλλειψη σοβαρών παρεμβάσεων πρόληψης του φαινομένου, επισημαίνει η Έφη Λαμπροπούλου, Καθηγήτρια Εγκληματολογίας, στο Τμήμα Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, η οποία παρακολουθεί χρόνια το φαινόμενο της βίας των ανηλίκων.
Της Έφης Λαμπροπούλου*
Εν πρώτοις επισημαίνει ότι είναι σωστή η κοινή αίσθηση ότι υπάρχει αύξηση των κρουσμάτων βίας ανηλίκων. Σημειώνει, ότι η μείωση που καταγράφουν τα επίσημα στοιχεία είναι εικονική και οφείλεται στο γεγονός ότι αποποινικοποιήθηκαν διάφορα αδικήματα, ενώ αυξήθηκαν τα όρια ηλικίας των ανηλίκων των οποίων οι παραβατικές πράξεις καταγράφονται. Με λιγότερα αδικήματα και λιγότερους δράστες, εμφανίζεται μείωση, η οποία όμως δεν απηχεί την πραγματικότητα.
Η κ. Λαμπροπούλου υποστηρίζει ότι η τιμωρία και ο σωφρονισμός πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στα μέτρα αντιμετώπισης του φαινομένου, όχι όμως κατ’ ανάγκη και το μέτρο φυλάκισης των ανηλίκων που βαρύνονται με το αδίκημα της βίας. Αντ’ αυτού θεωρεί εξαιρετικά χρήσιμα τα αναμορφωτικά και θεραπευτικά μέτρα, μεταξύ των οποίων η συμμετοχή παραβατών ανηλίκων σε προγράμματα εθελοντισμού, κοινωνικής εργασίας κ.ά., τα οποία όμως παρ’ ότι είναι νομοθετημένα από το 2006, παραμένουν ανενεργά. Τα προγράμματα αυτά πρέπει να τελούν υπό την εποπτεία ειδικών επιμελητών, οι οποίοι όμως για όλη της Αττική είναι μόλις 13-15.
Θεωρεί περισσότερο αποδοτικό και αναγκαίο το μέτρο αυστηρών ποινών για τους γονείς και κηδεμόνες παιδιών που εμπλέκονται στα κρούσματα βίας. Όμως επισημαίνει μια πολύ σημαντική παράμετρος: για να τιμωρηθεί ένας γονέας πρέπει να αποδειχθεί ότι η παραμέληση έγινε από δόλο, που προφανώς σπανίως μπορεί να αποδειχθεί.
Άξια προσοχής είναι η επισήμανση της καθηγήτριας ότι χρειάζεται να μπει κόφτης στην δημοσιοποίηση των περιστατικών με θύτες και θύματα ανήλικους, καθώς αφετηρία της νέας έξαρσης του φαινομένου είναι ο μιμιτισμός, ο οποίος τρέφεται από την αναπαραγωγή των περιστατικών μέσω των social media και λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής των κρουσμάτων.
Επισημαίνει την ανάγκη ενεργοποίησης και συνεργασίας της οικογένειας, της σχολικής κοινότητας και της τοπικής κοινωνίας και θεωρεί καθοριστική την ενεργοποίηση ψυχολόγων στα σχολεία.
Ανησυχητική είναι η διαπίστωση της, ότι «οι γονείς δεν ανησυχούν και οι καθηγητές φοβούνται».
*Καθηγήτρια Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο- Από το KREPORT