Ευρωεκλογές/ Γιατί είναι ψυχολογικό όριο το 30% για τη Ν.Δ- Η πρόσφατη εκλογική ιστορία
Η δήλωση του Αλέξη Τσίπρα στο Forum των Δελφών ότι τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών ενδεχομένως θα παραπέμπουν σε… φοιτητικές εκλογές και άπαντες θα λένε ότι κέρδισαν δεν απέχει πολύ από τον τρόπο με τον οποίο προετοιμάζονται τα κομματικά επιτελεία για την μάχη της 9ης Ιουνίου που αν και αφορά την εκπροσώπηση στο ΕΚ διεξάγεται ήδη με καθαρά εθνική ατζέντα και με ακραία πόλωση.
Κι ενώ στην κεντροαριστερά κυριαρχεί ο ανταγωνισμός μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και του ΠΑΣΟΚ για την δεύτερη θέση, με το κόμμα του Στέφανου Κασσελάκη να εδραιώνεται δημοσκοπικά με τάση ανόδου και να αποκτά απόσταση ασφαλείας έως και τρεις μονάδες, στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν βάλει τον πήχη στο ψυχολογικό όριο του 30%. Η συγκεκριμένη στρατηγική εδράζεται στην πρόσφατη εκλογική ιστορία, με σημείο βάσης το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του 2019, το οποίο ήδη επικαλούνται κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης και της Ν.Δ που ήταν 33,2%. Υπάρχει, ωστόσο, και ένας επιπλέον πολύ βασικός λόγος.
-Στις εθνικές εκλογές του 2009, όταν ο Κώστας Καραμανλής ηττήθηκε από τον Γιώργο Παπανδρέου, η Ν.Δ έλαβε 33,47%– το ιστορικά χαμηλότερο ποσοστό μετά την μεταπολίτευση. Στα δεξιά της τότε υπήρχε ένας μόνο αξιοπρόσεκτος πολιτικός σχηματισμός, ο ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη, που συγκέντρωσε 5,63% (από 3,80% στις προηγούμενες εκλογές). Όλα τα υπόλοιπα δεξιά σχήματα έλαβαν αμελητέα ποσοστά,
-Στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου του 2012 ( είχε προηγηθεί η αναμέτρηση του Μαϊου που σηματοδότησε την ρευστοποίηση του πολιτικού τοπίου λόγω των μνημονίων) η Ν.Δ με τον Αντώνη Σαμαρά συγκέντρωσε 29,66%. Στα δεξιά της βρέθηκαν τότε οι ΑΝΕΛ του (προερχόμενου από την συντηρητική παράταξη) Πάνου Καμμένου που πήρε 7,51%, η Χρυσή Αυγή με 6,92% και ο ΛΑΟΣ με 1,59%. Αν και δεν μπορούν να γίνουν συγκρίσεις, η δεξιά και ακροδεξιά ψήφος σε αυτή την αναμέτρηση άθροισε -για πρώτη φορά- περίπου 16%,
-Στις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 που έφεραν στην εξουσία τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, η Ν.Δ (με τον Αντώνη Σαμαρά) συγκέντρωσε 27,81% και στα δεξιά της Χ.Α, ΑΝΕΛ και μικρότερα κόμματα άθροισαν περίπου 12%,
-Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, η Ν.Δ (με αρχηγό τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη) έλαβε 28,09% και στα δεξιά της, η ΧΑ πήρε 6,99% (τρίτο κόμμα), οι ΑΝΕΛ 3,69%, ενώ άλλα κόμματα, όπως η ΕΚ έλαβε 3,44%.
-Στις εκλογές, τέλος, του 2019 η Ν.Δ (με τον Κυριάκο Μητσοτάκη) εκτινάχθηκε στο 39,85% και είχε στα δεξιά της την Ελληνική Λύση με 3,70% και την Χ.Α με 2,93%.
Τέσσερα χρόνια αργότερα (2023), ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο δεν υπέστη φθορά από την κυβερνητική του θητεία αλλά αύξησε το ποσοστό στο 41% και επήλθε η συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ και ο πολυκερματισμός στον χώρο της αντιπολίτευσης.
Η εκλογική ιστορία, λοιπόν, δείχνει πως μετά το 2009 (33,4% με τον Κ. Καραμανλή) και έως και την πρώτη νίκη Μητσοτάκη, το 2019, η Ν.Δ κατέγραφε ποσοστά μεταξύ 27 και 30%, χωρίς, ωστόσο, να κατορθώνει να “γράψει” το …”3″ μπροστά από το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα. Αυτό ακριβώς είναι, ως φαίνεται, το πολιτικό και ψυχολογικό όριο για την κυβερνώσα παράταξη. Απέχει μόνο τρείς μονάδες από το ποσοστό των ευρωεκλογών του 2019 αλλά είναι πάνω από τα χαμηλότερα ποσοστά της Ν.Δ στις αναμετρήσεις της προηγούμενης δεκαετίας.
Βεβαίως, τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα συγκρίνουν το όποιο αποτέλεσμα της Ν.Δ στις ευρωεκλογές με το αποτέλεσμα (41%) των εθνικών εκλογών, μόλις ένα χρόνο νωρίτερα, ωστόσο για το Μέγαρο Μαξίμου η διαχείριση της φθοράς θα είναι αναμφίβολα ευκολότερη με ένα ποσοστό πάνω από το 30%. Ιδιαίτερα, όταν, σύμφωνα με τις δημοσκοπικές προβλέψεις, το άθροισμα των κομμάτων στα δεξιά της Ν.Δ (Ελληνική Λύση, Νίκη, Φωνή Λογικής, Σπαρτιάτες- εφόσον ο Άρειος Πάγος ανάψει το πράσινο φως να συμμετάσχουν στις εκλογές, κάτι εξαιρετικά δύσκολο- και άλλα) θα φτάσει, ίσως και ξεπεράσει το 20%.