Χρυσέλλα Λαγαρία/Έμφυλη βία και μισαναπηρισμός: “Οι ανάπηροι δεν θέλουν απλώς να ζουν στη φούσκα τους”
Στην Ελλάδα, το 25,7% του πληθυσμού αποτελείται από γυναίκες με αναπηρία. Παρά το γεγονός ότι ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί στο 1/4 του πληθυσμού, δεν υπάρχουν επαρκείς έρευνες, δράσεις και πολιτικές που να εστιάζουν στις διαφορετικές διαστάσεις της αναπηρίας, τη βιωμένη εμπειρία της έμφυλης βίας καθώς και στην αντιμετώπισή της (Διοτίμα, 2022). Oι περισσότερες υπάρχουσες έρευνες διαπιστώνουν πως οι γυναίκες με αναπηρία διατρέχουν 2-5 φορές υψηλότερο επιπολασμό βίας (European Disability Forum, 2022) και διπλάσιο κίνδυνο ενδοοικογενειακής κακοποίησης από ότι οι γυναίκες χωρίς αναπηρία ή από άνδρες με αναπηρία (Chirwa et al., 2020).
Στο libre μιλά η Χρυσέλλα Λαγαρία, συνιδρύτρια της Black-Light Κοιν.Σ.Επ., μιας κοινωνικής συνεταιριστικής επιχείρησης που ιδρύθηκε από τυφλά άτομα. Η ίδια έχει εκ γενετής τύφλωση και τη γνώρισα μέσα από το ντοκιμαντέρ «SAFEable: Προσβασιμότητα και Συμπερίληψη στην Ενημέρωση και Προστασία από την Έμφυλη Βία». Εξηγεί πώς εκφράζεται το σύμπλεγμα έμφυλη βία και μισαναπηρισμός, και γιατί οι ανάπηρες γυναίκες είναι έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κακοποίησης.
- Υπάρχει επαρκές δίκτυο προστασίας για τις γυναίκες στην Ελλάδα; Είναι προσβάσιμες οι δομές; Στο κομμάτι της πρόληψης και της ενημέρωσης, υπάρχει μέριμνα για τις ανάπηρες γυναίκες;
Σύμφωνα με τα λίγα επίσημα στοιχεία που διαθέτουμε για τη σχέση μεταξύ έμφυλης βίας και αναπηρίας (βλ. ενδεικτικά Mays 2006, Nixon 2009, Curry κ.ά. 2011, Νταλάκα 2022), οι ανάπηρες γυναίκες αντιμετωπίζουν περισσότερες πιθανότητες στη διάρκεια της ζωή τους να βιώσουν κάποιο περιστατικό βίας ή να ζήσουν σε μία κακοποιητική σχέση, όπου ενδέχεται να παραμείνουν και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο γι’ αυτό παίζει και το ότι ο κακοποιητής συχνά είναι ο σύντροφος/σύζυγος που αναλαμβάνει καθημερινά χρέη προσωπικής φροντίδας και βοήθειας (αυτά του φροντιστή/προσωπικού βοηθού/συνοδού/ διερμηνέα νοηματικής).
Να σημειωθεί επίσης πως η ταξική διάσταση στην αναπηρία ορθώς εισάγεται στο σύμπλεγμα πατριαρχίας και μισαναπηρισμού.
- Ένας άνδρας σύντροφος/σύζυγος (πρώην/νυν) στην πλειοψηφία είναι ο δράστης, ακολουθούμενος σε συχνότητα, από κάποιο μέλος της οικογένειας (γονείς, αδέλφια, συγγενικά πρόσωπα) (Darzins, 2014). Το 90% των κακοποιητών είναι άνδρες που οι ανάπηρες γυναίκες ήδη γνωρίζουν και συχνά έχουν μαζί τους σχέσεις οικειότητας και εμπιστοσύνης (Mays2009).
Τα είδη έμφυλης βίας που βιώνουν οι ανάπηρες φυσικά δε διαφέρουν από αυτά που βιώνουν οι γυναίκες χωρίς αναπηρία. Συχνά όμως η έμφυλη βία λαμβάνει και μισαναπηρικές προεκτάσεις και μορφές: από τη συναισθηματική υποβάθμιση που συνδέεται με την αναπηρία ή την εσκεμμένη παραμέληση, μέχρι την άρνηση πρόσβασης σε βοηθήματα προσβασιμότητας και επικοινωνίας, τη στέρηση φαρμακευτικής αγωγής ή τη στέρηση επιδομάτων και άλλων οικονομικών βοηθημάτων που μπορεί να λαμβάνει μία ανάπηρη γυναίκα (Διοτίμα).
Πρόληψη κι αντιμετώπιση – Θεσμικά κενά (στοιχεία από Διοτίμα)
- έλλειψη προσβάσιμης ενημέρωσης για την έμφυλη βία και τα σχετικά κατοχυρωμένα δικαιώματα,
- απουσία εκπαίδευσης σε θέματα αναπηρίας του προσωπικού των δομών για κακοποιημένες γυναίκες και σε θέματα έμφυλης βίας του προσωπικού των δομών για ανάπηρα άτομα,
- μη-προσβάσιμες δομές για κακοποιημένες γυναίκες,
- δυσκολία εύρεσης εργασίας και, άρα, δυσκολία μίας ανάπηρης γυναίκας να αυτονομηθεί οικονομικά και να εγκαταλείψει το κακοποιητικό περιβάλλον.
Η ανάρτηση της Σοφίας Ρομπόλη (διερμηνέας Ελληνικής νοηματικής γλώσσας)
Στο libre μιλά η Χρυσέλλα Λαγαρία, συνιδρύτρια της Black-Light Κοιν.Σ.Επ., μιας κοινωνικής συνεταιριστικής επιχείρησης που ιδρύθηκε το 2017 από τυφλά άτομα με εμπειρία στη δημιουργία διαδραστικών δρώμενων και στην εξυπηρέτηση πελατών.
Τη Χρυσέλλα τη βρήκα μέσα από το ντοκιμαντέρ ‘’SAFEable’’. Στο βιογραφικό της θα διαβάσουμε: Η Χρυσέλλα Λαγαρία γεννήθηκε το 1981 στην Αθήνα και λόγω μιας σπάνιας, γονιδιακής πάθησης που προσβάλει τον αμφιβληστροειδή χιτώνα έχει εκ γενετής τύφλωση. Φοίτησε στο ειδικό Δημοτικό Σχολείο Τυφλών και στη συνέχεια στο Αρσάκειο Γυμνάσιο και Λύκειο Ψυχικού. Κατόπιν σπούδασε ψυχολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εργάστηκε σε διάφορες δομές και κέντρα ψυχικής υγείας. Έχει παρακολουθήσει εκπαίδευση στη γνωσιακή- συμπεριφοριστική και στην ομαδική ψυχοθεραπεία, καθώς και σεμινάρια ορθοφωνίας, ηχοληψίας και ραδιοφωνικής παραγωγής. Από το 2013 έως το 2017 εργάστηκε ως ξεναγός, υπεύθυνη social media και εκπαιδεύτρια ξεναγών στο διαδραστικό δρώμενο Dialogue in the Dark στο θέατρο Badminton. Από το 2017 ίδρυσε με ομάδα εργαζομένων του Dialogue in the Dark την Κοιν.Σ.Επ Black Light της οποίας είναι αντιπρόεδρος. Έχει προσφέρει εθελοντική εργασία στο Μουσείο Αφής του Φάρου Τυφλών Ελλάδας ως υπεύθυνη προώθησης έργου και από το 2017 είναι project manager και γραμματέας ΔΣ στον εθελοντικό οργανισμό Διαβάζω για τους Άλλους.
«Οι ανάπηρες γυναίκες αντίθετα με ότι ο περισσότερος κόσμος θέλει να πιστεύει -και λέω θέλει γιατί πια η ενημέρωση υπάρχει και έχει ανοίξει πάρα πολύ τη συζήτηση γύρω από την αναπηρία οπότε υπάρχει πάρα πολύς κόσμος που απλώς θέλει να πιστεύει- ότι οι αναπηρες γυναίκες εξαιτίας της αναπηρίας τους ή της βλάβης τους δε θα δημιουργήσουν συντροφικές σχέσεις ερωτικές σχέσεις, σχέση της μιας βραδιάς, δε θα κάνουν παιδιά, δε θα ζήσουν συντροφικά, δε θα είναι λεσβίες, δε θα έχουν δηλαδή πιθανότητα να ταιριάξουν στα διάφορα κουτάκια της κοινωνικής μας ζωής, αυτό δε συμβαίνει. Και όπως και στις υπόλοιπες γυναίκες υπάρχει πάντα ο κίνδυνος του βιώματος της έμφυλης βίας. Γιατί όμως λέμε ότι ισχύει περισσότερο σε μία ανάπηρη γυναίκα αυτό; Ακριβώς επειδή ο κόσμος πριν σε γνωρίσει ως ανάπηρη γυναίκα δεν ξέρει για την αναπηρία σου πράγματα, σε νιώθει πιο ευάλωτη, νιώθει ότι είσαι σε μία θέση που εξ ορισμού μπορείς να δεχτείς τη βία περισσότερο. Και αντίστοιχα ο ανάπηρος πληθυσμός, κυρίως ο ανάπηρος ανδρικός πληθυσμός, θεωρεί ότι έχει κάνει μία χάρη στο να βρεθεί μαζί σου σε μια σχέση, ενώ θα μπορούσε και θα του άξιζε μία γυναίκα που δεν είναι ανάπηρη, όπως λέει. Άρα θα βάλει μία ανάπηρη γυναίκα στη διαδικασία της ευαλωτότητας αυτής, άρα εκείνη θα τη βιώσει ακριβώς θεωρώντας ότι εκείνος της παραχωρεί κάποιου είδους προνόμιο με τον να είναι μαζί της από το να είναι με μία άλλη γυναίκα» αναφέρει αρχικά, επισημαίνοντας πως «πρέπει να κατανοήσουμε ότι βλάβη από βλάβη διαφέρει, η αναπηρία δεν είναι πάντα οράτη. Επομένως υπάρχουν περιπτώσεις που μία ανάπηρη γυναίκα μπορεί να βιώνει έμφυλη βία εξαιτίας ζητημάτων που μπορεί να προκύπτουν και να αφορούν στην αναπηρία της. Ας πούμε παράδειγμα, μία γυναίκα με πολλαπλή σκλήρυνση μπορεί κάποια στιγμή να βιώσει μία ξαφνική κόπωση, ζαλάδα, αστάθεια ή να έχει θέμα με την όραση -αυτά στη βάση μιας συντροφικής σχέσης όπου ένας άντρας έχει την τάση να ασκεί βία, λεκτική σωματική ψυχολογική, αγνοώντας την πραγματικότητά της, θα πει ”σιγά, τι έχεις, απλά τεμπέλιασες και δεν έκανες τις δουλειές του σπιτιού γιατί είσαι άχρηστη” κλπ κλπ κλπ».
«Υπάρχει και στον δικό μου περίγυρο και ενδοσυντροφική, ενδοοικογενειακή βία… Να πω ότι στον χώρο της αναπηρίας, υπάρχει μία συνθήκη που θα έπρεπε να ‘ναι ευκαιρία αλλά για κάποιον περίεργο λόγο δεν είναι. Είναι πάρα πολύ εύκολο λόγω της μικρότερης κοινότητας την οποία απαρτίζουν κάποιες διαφορετικές βλάβες, για παράδειγμα τα τυφλά άτομα μπορεί να γνωρίζονται αρκετά μεταξύ τους, ακόμα και αν δεν κάνουν παρέα, έχουν πάρα πολλές σχέσεις και γνωριμίες με πολλούς, κάποια γεγονότα να μαθαίνονται» συμπληρώνει η Χρυσέλλα, θέλοντας να καταδείξει την υποκρισία που κρύβει ακόμα και στις μικρότερες κοινότητες (ένα μικρό χωριό, όπως λέμε) πολλές φορές το ”ενδιαφέρον” που μεταφράζεται σε κουτσομπολιό κι όχι σε ουσιαστική φροντίδα και ασπίδα ώστε να προστατευτεί μία γυναίκα.
«Απαντώντας στο τι υπάρχει τελικά υποστηρικτικά, προστατευτικά ξέρουμε πολύ καλά ότι οι δομές προστασίας που αυτή τη στιγμή υπάρχουν δεν καλύπτουν το κομμάτι της προσβασιμότητας. Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι δεν μπορούμε να πούμε απλώς σε μία τυφλή γυναίκα, για παράδειγμα, ή σε μία παραπληγική, τετραπληγική κωφή γυναίκα, ”φύγε από τη μικρή επαρχιακή πόλη στην οποία ζεις και πήγαινε σε μία άγνωστη” ή ”άλλαξε δουλειά”. Πώς θα πούμε σε μία τυφλή γυναίκα να αλλάξει δουλειά όταν οι περισσότερες τυφλές γυναίκες που δουλεύουν, δουλεύουν στο δημόσιο. Το να αλλάξουν δουλειά δεν είναι μία απλή ιστορία» εξηγεί η Χρυσέλλα. «Όταν όταν καταστρώνονται αυτά τα… φοβερά πλάνα διαφυγής, που τελικά δεν ξέρω πόσο αποτελεσματικά είναι, φαίνεται σα να μην συμπεριλαμβανόμαστε οι ανάπηρες γυναίκες». Σημειώνει, βέβαια, πως «το κέντρο Διοτίμα έχει ένα πλάνο και μία κατάρτιση στο κομμάτι της εκπαίδευσης για τις αισθητηριακές αναπηρίες».
«Δεν υπάρχει δίκτυο προστασίας, δεν είναι προσβάσιμες οι δομές και πρέπει να μιλήσουμε και για την πρόληψη» συνεχίζει. «Πρέπει να πούμε ότι οι κωφές και οι τυφλές γυναίκες αποκλείονται από την ενημέρωση. Οι τυφλές έχουν κενό πρόσβασης στην οπτική πληροφορία, για παράδειγμα σε καμπάνιες που υπάρχουν στους δρόμους, στην υπενθύμιση του αριθμού που καλούμε για έκτακτη ανάγκη, σε σκιτσάκια, αφίσες, σε όλο αυτό το υλικό το οποίο το χρειαζόμαστε για να μας απεικονίσει και να μας κάνει πιο καλά κατανοητό το τι συμβαίνει, πώς, πότε βιώνουμε βία. Υπάρχει επίσης εμπόδιο στην πρόσβαση στη βιβλιογραφία και τα πολύ σύγχρονα βιβλία που αφορούν το συγκεκριμένο θέμα. Οι περισσότερες γυναίκες διαβάζουν μέσα από τα ηχογραφημένα βιβλία και από ηλεκτρονικά βιβλία. Σε ό,τι αφορά στα πρώτα, υπάρχει θέμα ως προς το τι θα ηχογραφηθεί από τους φορείς που ηχογραφούν, τους οργανισμούς που ηχογραφούν… Σε πάρα πολλά τέτοια βιβλία δεν περιλαμβάνονται πάντα αναγνώσματα που αφορούν στον φεμινισμό και την γυναικεία αφύπνιση, γιατί δεν ενδιαφέρουν αυτά τα βιβλία το σύνολο των αναγνωστών που είναι άντρες… Οι τυφλές γυναίκες αποκλείονται με πολλούς τρόπους από την πληροφορία. Για παράδειγμα πρέπει να μπουν στα λίγα φεμινιστικά site που υπάρχουν αν θέλουν ενημερώνονται (άρα να είναι φεμινίστριες, ενημερωμένες) και εδώ είναι η διαφορά με τις καμπάνιες δρόμου που μπορεί να τις δουν όλες.
Και στις κωφές γυναίκες λείπει το κείμενο. Με αφορμή το ντοκιμαντέρ, ανακάλυψα ότι υπάρχουν κωφές γυναίκες που δεν ξέρουν τι σημαίνει έμφυλη βία… Δεν το γνωρίζουν γιατί και η νοηματική γλώσσα κάπως φαντάζομαι ότι διαχειρίζεται από άντρες και τελικά όταν η πρόσβασή σου είναι σε μεμονωμένα δελτία ειδήσεων και σε πολύ λίγη πληροφορία, πόσο φεμινισμό να χωρέσει η πληροφορία αυτή;
Ξεκάθαρα μας λείπει η πρόσβαση στην πληροφορία. Όταν υπάρχει πρόσβαση στην πληροφορία, μας λείπει η γνώση. Όταν μας λείπει η γνώση, μας λείπει η ικανότητα να δράσουμε, να δράσουμε είτε με ένα τρόπο που να βοηθήσουμε τον εαυτό μας επειδή το χρειαζόμαστε ή να βοηθήσουμε άλλες γυναίκες , να φτιάξουμε αυτή την ασπίδα που χρειαζόμαστε για να βοηθάμε η μία την άλλη, για να ενημερώνουμε για να συμβουλεύουμε… γιατί φυσικά κεντρικά, από την κεντρική εξουσία, δεν υπάρχουμε ως πρόβλεψη. Όπως επίσης και από τα περισσότερα φεμινιστικά κινήματα, που δε μας συμπεριλαμβάνουν, σχεδιάζονται συναντήσεις, συνελεύσεις, στρατηγικές και εμείς πουθενά».
«Δε γίνεται να πούμε στις ανάπηρες γυναίκες ”πάρτε την τύχη στα χέρια σας, μάθετε εσείς πώς να προφυλάσσεστε από τους κακοποιητικούς συντρόφους”. Στην αναπηρία ισχύει ό,τι ισχύει και στις υπόλοιπες γυναίκες. Οι περισσότεροι κακοποιητές είναι μέσα στα σπίτια μας, είναι μέσα στο χώρο στον οποίο υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είμαστε ασφαλείς. Και να πούμε ότι και οι ανάπηροι άνδρες δεν εξαιρούνται της πιθανότητας να ασκήσουν βία» θα πει λίγο πριν το κλείσιμο, για να καταλήξει τονίζοντας πως «οι ανάπηροι άνθρωποι δε θέλουν απλώς να ζουν στον κύκλο τους, στη φούσκα τους… Πρέπει να τους δίνουμε τη δυνατότητα να εκφράζονται και να μιλάνε για αυτά που θέλουν και να μπορούν να ανοιχτούν, να ζητήσουν βοήθεια και να την λάβουν, γιατί τουλάχιστον τα περισσότερα ανάπηρα άτομα αναγκαστικά είμαστε εκπαιδευμένα στο πώς να δείξουμε τι χρειαζόμαστε. Άρα αυτό που χρειάζεται τουλάχιστον είναι κάποιος να μας δώσει τη δυνατότητα να πούμε αυτό που χρειαζόμαστε».