Καραμανλής/Άρση Ασυλίας: Τι προβλέπει το Άρθρο 86 του Συντάγματος που επικαλέστηκε στη Βουλή

 Καραμανλής/Άρση Ασυλίας: Τι προβλέπει το Άρθρο 86 του Συντάγματος που επικαλέστηκε στη Βουλή

“Δεν κρύφτηκα, δεν κρύβομαι και δεν θα κρυφτώ πίσω από οποιαδήποτε βουλευτική ασυλία”. Αυτό τόνισε ο πρώην υπουργός μεταφορών και υποδομών, Κώστας Αχ. Καραμανλής (στη θητεία του οποίου συνέβη η εθνική τραγωδία των Τεμπών), κατά την ομιλία στη Βουλή, στην συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ με τις υπογραφές του ΣΥΡΙΖΑ, της Πλεύσης Ελευθερίας και της Νέας Αριστεράς. Μάλιστα, ο πρώην υπουργός κατηγόρησε την αντιπολίτευση πως ψεύδεται όταν αναφέρει πως ο ίδιος προστατεύεται από ασυλία, κάνοντας αναφορά στο άρθρο 86 του Συντάγματος.

Συγκεκριμένα, ο κ. Καραμανλής υπογράμμισε τα εξής:

“Είπαν ότι θέλω την έδρα για να έχω την βουλευτική ασυλία ενώ ξέρουν ότι αυτό δεν έχει καμία σχέση. Δεν κρύφτηκα, δεν κρύβομαι ούτε θα το κάνω. Καμία βουλευτική ασυλία δεν έχω για τα Τέμπη“.

Το θέμα των Τεμπών θα έπρεπε όλοι να γνωρίζουμε ότι υπάγεται στο άρθρο 86 του Συντάγματος και είτε είμαι βουλευτής είτε δεν ήμουν δεν θα είχε καμία σημασία.

Τι προβλέπει το Άρθρο 86 του Συντάγματος που επικαλέστηκε ο Καραμανλής

Άρθρο 86: (Δίωξη κατά μελών της Κυβέρνησης, Ειδικό Δικαστήριο)

1. Μόνο η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει. Απαγορεύεται η θέσπιση ιδιώνυμων υπουργικών αδικημάτων.

2. Δίωξη, ανάκριση, προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση κατά των προσώπων και για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν επιτρέπεται χωρίς προηγούμενη απόφαση της Βουλής κατά την παράγραφο 3.
Αν στο πλαίσιο άλλης ανάκρισης, προανάκρισης, προκαταρκτικής εξέτασης ή διοικητικής εξέτασης προκύψουν στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με τα πρόσωπα και τα αδικήματα της προηγούμενης παραγράφου, αυτά διαβιβάζονται αμελλητί στη Βουλή από αυτόν που ενεργεί την ανάκριση, προανάκριση ή εξέταση.

**3. Πρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά, η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη. Το πόρισμα της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου εισάγεται στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία αποφασίζει για την άσκηση ή μη δίωξης. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Με τη διαδικασία και την πλειοψηφία του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής η Βουλή μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλεί την απόφασή της ή να αναστέλλει τη δίωξη, την προδικασία ή την κύρια διαδικασία.

4. Αρμόδιο για την εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είναι, ως ανώτατο δικαστήριο, Ειδικό Δικαστήριο που συγκροτείται για κάθε υπόθεση από έξι μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και επτά μέλη του Αρείου Πάγου. Τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου κληρώνονται, μετά την άσκηση δίωξης, από τον Πρόεδρο της Βουλής σε δημόσια συνεδρίαση της Βουλής, μεταξύ των μελών των δύο ανώτατων αυτών δικαστηρίων, που έχουν διορισθεί ή προαχθεί στο βαθμό που κατέχουν πριν από την υποβολή πρότασης για άσκηση δίωξης. Του Ειδικού Δικαστηρίου προεδρεύει ο ανώτερος σε βαθμό από τα μέλη του Αρείου Πάγου που κληρώθηκαν και μεταξύ ομοιόβαθμων ο αρχαιότερος.

Στο πλαίσιο του Ειδικού Δικαστηρίου της παραγράφου αυτής λειτουργεί Δικαστικό Συμβούλιο που συγκροτείται για κάθε υπόθεση από δύο μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και τρία μέλη του Αρείου Πάγου. Τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι και μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου. Με απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου ορίζεται ένα από τα μέλη του που ανήκει στον Άρειο Πάγο ως ανακριτής. Η προδικασία λήγει με την έκδοση βουλεύματος.

Καθήκοντα εισαγγελέα στο Ειδικό Δικαστήριο και στο Δικαστικό Συμβούλιο της παραγράφου αυτής ασκεί μέλος της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που κληρώνεται μαζί με τον αναπληρωτή του. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου ενώ το δεύτερο εδάφιο και για τον εισαγγελέα.

Σε περίπτωση παραπομπής προσώπου που είναι ή διετέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός, ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου συμπαραπέμπονται και οι τυχόν συμμέτοχοι, όπως νόμος ορίζει.

5. Αν για οποιονδήποτε άλλο λόγο, στον οποίο περιλαμβάνεται και η παραγραφή, δεν περατωθεί η διαδικασία που αφορά δίωξη κατά προσώπου που είναι ή διετέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός, η Βουλή μπορεί, ύστερα από αίτηση του ίδιου ή των κληρονόμων του, να συστήσει ειδική επιτροπή στην οποία μπορούν να μετέχουν και ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί για τον έλεγχο της κατηγορίας.

Βουλή και ποινικές ευθύνες υπουργών – Πάει ανάλογα με την πλειοψηφία;

Η ιδιαιτερότητα του θεσμού της ποινικής ευθύνης υπουργών είναι πως η απόφαση για το αν θα ασκηθεί ή όχι δίωξη είναι πολιτική. Λαμβάνεται κατά πλειοψηφία από τη Βουλή. Και, επομένως, με πολιτικά κριτήρια. Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως πρόταση για άσκηση δίωξης υπουργού δεν έχει νόημα να γίνει όταν ο ελεγχόμενος υπουργός προέρχεται από την πλειοψηφία της Βουλής. Όχι γιατί θα είναι ατελέσφορη, καθώς θα απορριφθεί. Αλλά για έναν πολύ πιο σοβαρό λόγο.

Σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος, η Βουλή έχει δύο επιλογές αν υποβληθεί πρόταση για την άσκηση δίωξης υπουργού.

  • Είτε να απορρίψει την πρόταση ως προδήλως αβάσιμη.
  • Είτε να συγκροτήσει επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, έχει καθιερωθεί να αποκαλείται «προανακριτική επιτροπή».

Αν συμβεί το δεύτερο, τάσσεται προθεσμία στην επιτροπή για να υποβάλει το πόρισμά της και ακολούθως η Βουλή αποφασίζει αν θα ασκήσει δίωξη ή όχι. Η κοινοβουλευτική διερεύνηση ποινικών ευθυνών υπουργού μπορεί, επομένως, να πάψει σε δύο χρονικά σημεία. Είτε αν απορριφθεί εξαρχής ως προδήλως αβάσιμη η πρόταση δίωξής του είτε αν απορριφθεί μετά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.

  • Και στις δύο περιπτώσεις, η απορριπτική απόφαση της πλειοψηφίας της Βουλής έχει κρίσιμες ποινικές συνέπειες. Το άρθρο 5 παρ. 7 του νόμου περί ευθύνης υπουργών (ν. 3126/2003) ορίζει: «Εάν η Ολομέλεια της Βουλής απορρίψει (…) ως προδήλως αβάσιμη την πρόταση για την άσκηση της ποινικής δίωξης, νέα πρόταση που στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά είναι απαράδεκτη».

Και το άρθρο 6 παρ. 4 του ίδιου νόμου επιβεβαιώνει: «Μετά την (…) απόρριψη από την Ολομέλεια της Βουλής της πρότασης για την άσκηση ποινικής δίωξης, νέα πρόταση που αφορά τα ίδια πρόσωπα και τις ίδιες πράξεις, έστω και με διαφορετικό νομικό χαρακτηρισμό, είναι σε κάθε περίπτωση απαράδεκτη».

  • Με απλά λόγια, αν η πλειοψηφία της Βουλής απορρίψει, είτε εξαρχής ως προδήλως αβάσιμη είτε μετά από προκαταρκτική εξέταση, την πρόταση δίωξης υπουργού, αυτός απαλλάσσεται οριστικά και δια παντός από κάθε ποινική ευθύνη για τις πράξεις για τις οποίες υποβλήθηκε πρόταση δίωξής του. Νέα διαδικασία δεν μπορεί ποτέ πια ξανά να κινηθεί σε βάρος του για τις ίδιες πράξεις.

Η Ένωση Δικαστών & Εισαγγελέων ζητά την αλλαγή του άρθρου 86 του Συντάγματος

Τον Φεβρουάριο, όταν συμπληρώθηκε ένα έτος από την πολύνεκρη τραγωδία στα Τέμπη, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων εξέδωσε ανακοίνωση για το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα.

Στην ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων αναφέρεται πως «ο πόνος και η θλίψη δεν πρόκειται να σβήσουν ποτέ» για την τραγωδία των Τεμπών και υπογραμμίζεται πως: «Η Ελληνική Δικαιοσύνη, από την πρώτη στιγμή, διερευνά νυχθημερόν την πολυπαραγοντική αυτή υπόθεση σε όλες τις πτυχές της και προς κάθε κατεύθυνση.

Οι αρμόδιοι Εισαγγελικοί και Δικαστικοί Λειτουργοί πράττουν το καθήκον τους με ευσυνειδησία και αφοσιωμένοι στην υψηλή συνταγματική τους αποστολή».

  • «Οφείλουμε δε να επισημάνουμε ότι η έρευνα των τυχόν ευθυνών πολιτικών προσώπων, όπως είναι ήδη γνωστό, και η ποινική δίωξη σε μία τέτοια περίπτωση δεν ανήκει στην αρμοδιότητα της Δικαστικής Εξουσίας αλλά της Βουλής. Η ανάθεση της άνω αρμοδιότητας (έρευνας και ποινικής δίωξης πολιτικών προσώπων) στη Δικαστική Εξουσία προϋποθέτει αναγκαίως την αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος» τονίζεται.

Η ανακοίνωση καταλήγει: «Διαμηνύουμε ότι η αλήθεια γι’ αυτή την ανείπωτη τραγωδία θα λάμψει και καλούμε όλους τους Πολίτες αυτής της χώρας να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη και τους Λειτουργούς της»

Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων:

«Ένα χρόνο μετά την ανείπωτη τραγωδία των Τεμπών – η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων τιμά τη Μνήμη των θυμάτων.

Συμπληρώνεται σήμερα ένας χρόνος από το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα της 28ης Φεβρουαρίου 2023 στα Τέμπη, που έκοψε το νήμα της ζωής και τα όνειρα δεκάδων συμπολιτών μας και βύθισε στο πένθος τις οικογένειές τους και ολόκληρη τη χώρα. Ο πόνος και η θλίψη δεν πρόκειται να σβήσουν ποτέ.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων τιμά σήμερα τη μνήμη των αδικοχαμένων συμπολιτών μας.

Τα ερωτήματα για τη σιδηροδρομική τραγωδία και για τις παραλείψεις ενός ολόκληρου κράτους πολλά.

Η Ελληνική Δικαιοσύνη, από την πρώτη στιγμή, διερευνά νυχθημερόν την πολυπαραγοντική αυτή υπόθεση σε όλες τις πτυχές της και προς κάθε κατεύθυνση. Οι αρμόδιοι Εισαγγελικοί και Δικαστικοί Λειτουργοί πράττουν το καθήκον τους με ευσυνειδησία και αφοσιωμένοι στην υψηλή συνταγματική τους αποστολή.

Οφείλουμε δε να επισημάνουμε ότι η έρευνα των τυχόν ευθυνών πολιτικών προσώπων, όπως είναι ήδη γνωστό και η ποινική δίωξη σε μία τέτοια περίπτωση δεν ανήκει στην αρμοδιότητα της Δικαστικής Εξουσίας αλλά της Βουλής.

Η ανάθεση της άνω αρμοδιότητας (έρευνας και ποινικής δίωξης πολιτικών προσώπων) στη Δικαστική Εξουσία προϋποθέτει αναγκαίως την αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος.

Διαμηνύουμε ότι η αλήθεια γι’ αυτή την ανείπωτη τραγωδία θα λάμψει και καλούμε όλους τους Πολίτες αυτής της χώρας να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη και τους Λειτουργούς της.

ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΕΝΩΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ»

Σχετικά Άρθρα