Πυρά Παιδιάτρων κατά Αγαπηδάκη: “Μας αγνόησε στο σχεδιασμό ενίσχυσης της εμβολιαστικής κάλυψης”
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων, με επιστολή της προς τον υπουργό Υγείας (την οποία κοινοποίησε προς όλους τους αρμόδιους φορείς και τον τύπο) εκφράζει την έκπληξη και τον προβληματισμό που προκάλεσε στα μέλη της (τους περίπου 3.500 παιδιάτρους, οι οποίοι ασκούν ιδιωτικό επάγγελμα ανά την επικράτεια), η επιλογή της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, Ειρήνης Αγαπηδάκη, να μην τους συμπεριλάβει στην ομάδα εργασίας για τον σχεδιασμό της ενίσχυσης της εμβολιαστικής κάλυψης και της αντιμετώπιση πιθανών κρουσμάτων ιλαράς.
Στην εκτενή επιστολή τους, οι εκπρόσωποι των Παιδιάτρων υπενθυμίζουν ότι ήταν εκείνοι που -ήδη από τις αρχές της πανδημίας του 2020- είχαν επισημάνει την απώλεια χιλιάδων δόσεων εμβολίων βρεφών, παιδιών και εφήβων και είχαν κρούσει μαζί με τη διεθνή παιδιατρική κοινότητα το καμπανάκι της μείωσης της εμβολιαστικής κάλυψης και της επανεμφάνισης νόσων που προλαμβάνονται με τον εμβολιασμό.
Με σειρά επιχειρημάτων, αναφέρονται στην επιστολή τους στην εμπιστοσύνη των γονέων στο πρόσωπο και τον ρόλο του Παιδιάτρου, στην εγγύτητα που έχουν με το γονεϊκό περιβάλλον, που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την ενίσχυση του εμβολιασμού των ενηλίκων τόσο για την ιλαρά όσο και γενικότερα για τις αναμνηστικές δόσεις εμβολίων και για άλλες νόσους και απορούν γιατί παραμένουν ‘αναξιοποίητο δυναμικό’ από την ηγεσία του υπουργείου Υγείας, ενώ κλείνοντας δηλώνουν στον υπουργό «παρόντες» και έτοιμοι να συμμετάσχουν στην όποια συζήτηση για την εφαρμογή ενός μακρόπνοου προγράμματος αντιμετώπισης τέτοιων προβλημάτων.
«Οι γονείς εμπιστεύονται τον Παιδίατρο»
Αυτό υπογραμμίζουν οι εκπρόσωποι της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας, επισημαίνοντας πως είναι κοινά αποδεκτό ότι περισσότεροι από 3 στους 4 Έλληνες γονείς επιλέγουν τον ελευθεροεπαγγελματία παιδίατρο για την πρόληψη και την προαγωγή υγείας των παιδιών τους, συμπεριλαμβανομένου και του εμβολιασμού τους. «Η εμπιστοσύνη αυτή μόνο τυχαία δεν είναι και αποτελεί για εμάς την πολυτιμότερη ανταμοιβή για τις υπηρεσίες που προσφέρουμε στους μικρούς μας ασθενείς και τις οικογένειές τους», τονίζουν.
Συμβολή Παιδιάτρων στη συνταγογράφηση και εμβολιασμό των γονέων
Επισημαίνουν ότι τόσο με δημόσιες αναφορές, αλλά και με προφορικές επαφές που είχαν πρόσφατα με την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας, αλλά και με άλλους ιθύνοντες του υπουργείου, είχαν ζητήσει να τους δοθεί η δυνατότητα να προχωρούν, μετά από έλεγχο της εμβολιαστικής κατάστασης των ενηλίκων γονέων, που επισκέπτονται τα ιατρεία τους, σε συνταγογράφηση και εμβολιασμό των γονέων, καθώς σύμφωνα με τρέχουσες οδηγίες (ΠΟΥ, Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία κλπ) πρέπει οι γονείς και όσοι ζουν στο περιβάλλον του νεογέννητου βρέφους, να είναι εμβολιασμένοι για τον κοκκύτη, τη γρίπη κλπ, προκειμένου να προστατευτεί η υγεία των βρεφών.
Η τακτική αυτή μπορεί να εφαρμοστεί για την ενημέρωση, τον έλεγχο της εμβολιαστικής κάλυψης και εμβολιασμό των γονιών και για την ιλαρά. «Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα με τον τρόπο αυτό είναι ότι, έχοντας τους γονείς μπροστά μας και να τους ενημερώσουμε μπορούμε, και τα βιβλιάρια υγείας τους να ελέγξουμε και να τους πείσουμε (μας εμπιστεύονται), να εμβολιαστούν. Δυστυχώς, με ένα εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο εμβολιασμού για τον ενήλικα πληθυσμό (κυρίως των ενισχυτικών δόσεων) και ενώ όλοι ισχυριζόμαστε την αξία των εμβολιασμών και θέλουμε την υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, το αίτημά μας αυτό ποτέ δεν έγινε αποδεκτό μέχρι σήμερα από την ηγεσία του υπουργείου Υγείας», λένε οι Παιδίατροι.
«Συμφωνεί μαζί μας ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ, αλλά…;»
εκφράζοντας την απορία τους, ενώ παραθέτουν και δημόσιες δηλώσεις του προέδρου του ΕΟΔΥ, κ. Χατζηχριστοδούλου, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, για την ιλαρά, που συνηγορούν σε όσα οι ίδιοι έχουν προτείνει στο υπουργείο. Συγκεκριμένα, ο κ. Χατζηχριστοδούλου έχει παραδεχτεί:
«Έχουμε τις συνθήκες που ευνοούν μια έξαρση κρουσμάτων, δεν έχουμε φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο της εμβολιαστικής κάλυψης που είναι 95% του παιδικού πληθυσμού και έτσι έχουμε ένα αριθμό επίνοσων παιδιών και ενηλίκων και όταν γίνει κρίσιμη μάζα έχουμε την έξαρση, η οποία εμφανίζεται περίπου κάθε 6 με 7 χρόνια».
Και επίσης έχει δηλώσει:
«Η επιδημιολογική επιτήρηση της νόσου και η έγκαιρη εφαρμογή εμβολιασμού αποτελούν τα πλέον ενδεδειγμένα μέτρα για τον έλεγχο της νόσου.
Στο πλαίσιο αυτό, κρίνεται αναγκαία αφενός η εγρήγορση των επαγγελματιών υγείας και αφετέρου η εντατικοποίηση των εμβολιασμών με έμφαση στους εμβολιασμούς ειδικών πληθυσμιακών ομάδων, (Ρομά και μεταναστών), νεαρών εφήβων και ενηλίκων που δεν ολοκλήρωσαν τον εμβολιασμό τους στο παρελθόν, καθώς και η συνεχιζόμενη εγρήγορση των τοπικών και εθνικών αρχών. Ο ΕΟΔΥ σε συνεργασία με δήμους και τη ΜΚΟ “Υγεία για Όλους” θα διενεργήσει μαζικό εμβολιασμό σε καταυλισμούς Ρομά με τη συνδρομή των ΚΟΜΥ».
Μετά από όλα τα παραπάνω και τις δηλώσεις προέδρου του ΕΟΔΥ, οι Παιδίατροι αναρωτιούνται:
«Από την τελευταία επιδημία που είχαμε στη χώρα μας, το 2017-2018, αλλά και που πιθανόν να αντιμετωπίζουμε κάθε 6-7 χρόνια, μέχρι και σήμερα, που απειλούμαστε ξανά, εκπονήθηκε και εφαρμόστηκε από το υπουργείο Υγείας ή τον ΕΟΔΥ κάποιο μακροπρόθεσμο σχέδιο πρόληψης, κυρίως των επίνοσων αυτών παιδιών, και των ειδικών πληθυσμιακών ομάδων, που αναφέρει ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ;
Καλώς γίνεται η προσπάθεια εμβολιασμού σε καταυλισμούς Ρομά και προς τη σωστή κατεύθυνση είναι. Όμως, εμείς συνεχίζουμε να αναρωτιόμαστε. Τα άλλα Ρομά παιδιά και αυτά που θα γεννηθούν, πώς και ποιος θα τα εμβολιάσει; Τον κάθε επίνοσο πληθυσμό παιδιών που θα δημιουργείται, πώς και ποιος θα τον εμβολιάζει; Πώς ακριβώς και μέσα από ποιο πρόγραμμα εξασφαλίζεται η συνέχεια του εμβολιασμού για τους πληθυσμούς αυτούς, που ασφαλώς αυτό δεν αφορά μόνο την ιλαρά;
Δυστυχώς, για άλλη μία φορά, επιχειρείται, στο παρά πέντε, προσπάθεια πυρόσβεσης και όχι πρόληψης, όπως θα έπρεπε να γίνεται εδώ και χρόνια. Ως πότε η πολιτική για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, όσον αφορά την πρόληψη, θα μένει χωρίς σχεδιασμό και θα επιμένει προκλητικά να αγνοεί την αξιοποίηση όλων των δυνατών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού των επαγγελματιών υγείας, που διαθέτουμε στη χώρα μας;
Η εμπειρία έχει αποδείξει ότι, οι αποτελεσματικότερες παρεμβάσεις ως προς την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης του γενικού πληθυσμού ήταν αυτές που έγιναν από τους Παιδιάτρους, που ασχολούνται με τον παιδιατρικό εμβολιασμό και στόχευαν στο να ενημερώσουν και να αντικρούσουν τους δισταγμούς και τις φοβίες των γονέων σε σχέση με τα εμβόλια. Εξαιρετικά αποτελέσματα είχε, επίσης, η εκπαίδευση που παρείχαν οι παιδίατροι με εξειδίκευση στα εμβόλια, στο υπόλοιπο υγειονομικό προσωπικό, με στόχο να ενισχύσουν την αυτοπεποίθησή τους και να βελτιώσουν τις επικοινωνιακές τους δεξιότητες απέναντι στους σκεπτικιστές έναντι των εμβολίων.
Αντιθέτως, οι εμβολιαστικές εξορμήσεις από μη κυβερνητικές οργανώσεις, ειδικά σε πληθυσμούς με ιδιαίτερο κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο ή εναλλακτικό τρόπο ζωής, αν και αξιολογήθηκαν θετικά από το 60% των συμμετεχόντων, είχαν ιδιαίτερα υψηλό (40%) αρνητικό αντίκτυπο στην κοινότητα και ειδικότερα στους σκεπτικιστές. (ECDC, 2017).
Σήμερα, εν έτη 2024, και μπροστά στην απειλή επανεμφάνισης νέων επιδημιών, τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αλλά και οι υγειονομικές αρχές σε όλο των κόσμο, σχεδιάζουν την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ιλαράς και των υπολοίπων μολυσματικών ασθενειών, έχοντας ως ακρογωνιαίο λίθο τους επαγγελματίες υγείας και δη τους Παιδιάτρους.
“Οι επαγγελματίες υγείας είναι το πλέον ανεκτίμητο ανθρώπινο δυναμικό που έχουμε, καθώς βρίσκονται στην πρώτη γραμμή ενημέρωσης των ασθενών τους για την αξία του εμβολιασμού” (Sabrina Bacci, Head of vaccine-preventable and immunization, ECDC, February 2024).
Στη χώρα μας, περίπου 3500 Παιδίατροι με αντίστοιχα ιδιωτικά ιατρεία, ενημερώνουν γονείς και εμβολιάζουν τα παιδιά τους. Θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο για τις ειδικές πληθυσμιακές ομάδες αλλά και για τους γονείς των παιδιών που παρακολουθούν. Ένα ανεκτίμητο ανθρώπινο δυναμικό, που, δυστυχώς, μένει να αξιοποιηθεί.
Εμείς δηλώνουμε παρόντες και έτοιμοι να συμμετέχουμε στην όποια συζήτηση για την εφαρμογή ενός μακρόπνοου προγράμματος αντιμετώπισης τέτοιων προβλημάτων.
Στο δικό σας χέρι είναι να μας αξιοποιήσετε, κ. υπουργέ!», καταλήγει η επιστολή της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων.