Δίκη για το Μάτι: “Αισθανόμαστε εντελώς ανυπεράσπιστοι”
Ηταν μια κομβική στιγμή στην πολύμηνη και ψυχοφθόρο δικαστική διαδικασία για τους ανθρώπους που βρίσκονταν σχεδόν αδιαλείπτως στο ακροατήριο.
Πυρόπληκτοι και συγγενείς θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς στην Ανατολική Αττική το 2018 άκουσαν και χθες στωικά τον εισαγγελέα, τα επιχειρήματα και το σκεπτικό του, τις προτάσεις του για ενοχή, αλλά και για απαλλαγή κατηγορουμένων. Ενδόμυχα ορισμένοι ήλπιζαν ότι θα ζητούσε να αναβαθμιστεί το κατηγορητήριο από πλημμέλημα σε κακούργημα, κάτι που δεν συνέβη. Η ολοκλήρωση της αγόρευσης βρήκε κάποιους σκεπτικούς και άλλους μουδιασμένους. Υπήρξαν, όπως λένε, σημεία που αναγνωρίστηκαν και άλλα που δεν θίχτηκαν.
«Περιμέναμε περισσότερα από το να είναι εννέα κατηγορούμενοι», λέει στην «Κ» ο Αρης Χερουβείμ, ο οποίος έχασε στη φωτιά τη μητέρα, την αδερφή του και τις δίδυμες ανιψιές του. «Αισθανόμαστε εντελώς ανυπεράσπιστοι οι απλοί πολίτες βλέποντας αυτή την ατιμωρησία όλα αυτά τα χρόνια», προσθέτει. Ο εισαγγελέας Παναγιώτης Μανιάτης πρότεινε την ενοχή εννέα εκ των 21 κατηγορουμένων για τη φωτιά στο Μάτι. Μεταξύ αυτών που πρότεινε να απαλλαγούν βρίσκονται ο τότε γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας Γιάννης Καπάκης, η πρώην περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου και ο τότε δήμαρχος Μαραθώνα Ηλίας Ψινάκης.
«Ηταν απογοητευμένοι», λέει ο κ. Χερουβείμ για άλλους πληγέντες που παρακολούθησαν την εισαγγελική αγόρευση και επισημαίνει ότι μεταξύ των κατηγορουμένων έπρεπε να βρεθούν και άλλα πρόσωπα. Στελέχη της αστυνομίας και του λιμενικού δεν μπήκαν στο κάδρο της απόδοσης ευθυνών, παρότι επισημάνθηκαν και από τις καταθέσεις των μαρτύρων στην ακροαματική διαδικασία τα λάθη και οι παραλείψεις τους.
Ενα ακόμη ζητούμενο
«Αυτό που μας ενοχλεί από την πρώτη στιγμή αυτής της δίκης είναι ότι κατηγορούνται για πλημμελήματα, ενώ το αποτέλεσμα της συμμετοχής τους σε όσα έγιναν εκείνη την ημέρα ήταν ο θάνατος 104 ανθρώπων», λέει ο Νίκος Γιαννόπουλος, ο οποίος έχασε τη μητέρα του στο Μάτι. Θεωρεί ότι η απόφαση του δικαστηρίου πιθανότατα θα συμβαδίσει με την εισαγγελική πρόταση και στο σκέλος της απαλλαγής συγκεκριμένων κατηγορουμένων. «Ασχετα εάν εμείς είδαμε τότε την απουσία ολόκληρου του κρατικού μηχανισμού», τονίζει. Για τον ίδιο, ένα ακόμη ζητούμενο είναι και το πότε θα τελεσιδικήσει η υπόθεση αμετάκλητα, το πότε και αν «θα υπάρξει ηθική δικαίωση».
«Επαγγελματικά διεκπεραιωτική, υπηρεσιακά απαλλακτική και πολύ μακριά από την καρδιά του προβλήματος και το μέγεθος της καταστροφής», σχολιάζει για την εισαγγελική πρόταση ο Αλέξανδρος Παπαστεριόπουλος, ένας εκ των δικηγόρων της πολιτικής αγωγής στη δίκη για το Μάτι. Ο Γιάννης Οικονομίδης, του οποίου το σπίτι καταστράφηκε από τη φωτιά, περίμενε μάταια ότι θα γινόταν από τον εισαγγελέα πρόταση αναβάθμισης του κατηγορητηρίου για το αδίκημα της θανατηφόρας έκθεσης. «Είχε τη δυνατότητα να γράψει ιστορία, δεν το έκανε», λέει.
Ο κ. Οικονομίδης, πάντως, προσθέτει ότι στην πρόταση ειπώθηκαν και σημαντικά ζητήματα. Αναφέρει ενδεικτικά το θέμα της ενημέρωσης των κατοίκων για τον επικείμενο κίνδυνο και την εκκένωση της περιοχής. «Οι κατηγορούμενοι προσπάθησαν να πείσουν τους πάντες ότι δεν υπήρχε χρόνος για προληπτική απομάκρυνση και οποιαδήποτε κίνηση θα ήταν μοιραία. Απεναντίας, ο εισαγγελέας υποστήριξε ότι οι πυροσβέστες έπρεπε να εισηγηθούν και να ζητήσουν την απομάκρυνση, λέγοντας ότι η φωτιά κατευθύνεται προς οικισμό και θα κινδυνεύσουν άνθρωποι. Οφειλαν εκ της θέσης τους να ειδοποιήσουν», λέει.
«Αγνωστη λέξη η ευθύνη»
Η Κατερίνα Μαλά, κάτοικος της περιοχής, τονίζει ότι όλο αυτό τον καιρό φάνηκε μέσα από τη δικαστική διαδικασία και τις τοποθετήσεις των μαρτύρων, «πόσο μόνοι ήταν οι πολίτες εκείνη την ημέρα». «Θέλω να αναγνωριστεί το έγκλημα και στο δικό μου μυαλό είναι κακούργημα. Δεν ξέρω τι θα βγει από αυτή τη διαδικασία για τα παιδιά μας. Πώς θα αναγνωριστεί η ατομική και επιτελική ευθύνη, πώς θα λειτουργήσουν όλα αυτά για τους επόμενους», τονίζει. Από την πλευρά του ο κ. Οικονομίδης δεν αναμένει να αλλάξουν πολλά. «Η αίσθηση είναι ότι η Ελλάδα δεν μαθαίνει από τα σφάλματά της», λέει. «Η ευθύνη θα παραμείνει άγνωστη λέξη».
Πηγή: Η Καθημερινή