Πισπιρίγκου:Μαραθώνια αγόρευση της εισαγγελέως – “Δεν χορήγησαν οι γιατροί κεταμίνη στην Τζωρτζίνα”
Συνεχίζεται για πάνω από έντεκα ώρες η μαραθώνια αγόρευση της εισαγγελέως της έδρας στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, για την ανθρωποκτονία και την απόπειρα ανθρωποκτονία της πρωτότοκης κόρης της Ρούλας Πισπιρίγκου, Τζωρτζίνας. Η εισαγγελέας αναλύει όλα τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης της Ρούλας Πισπιρίγκου, τις μαρτυρικές καταθέσεις και τα στοιχεία της δικογραφίας. Η κυρία Σπυριδωνίδου αναφέρθηκε εκτενώς στην αγόρευση της στους μάρτυρες, επιστήμονες, που προτάθηκαν από την υπεράσπιση, αποδομώντας τους ισχυρισμούς τους.
Αρχίζοντας την αγόρευσή της στις 10 σήμερα το πρωί η εισαγγελέας, Ευαγγελία Σπυριδωνίδου, έχει αντικρούσει κάθε υπερασπιστικό ισχυρισμό που είχε προβάλει επί ένα έτος η κατηγορούμενη. Μεταξύ αυτών και ο ισχυρισμός της ότι ο επικεφαλής της ΜΕΘ Παίδων του νοσοκομείου Ρίου, Ανδρέας Ηλιάδης, σκοπό είχε να μεταμοσχεύσει στο εξωτερικό τα όργανα της κόρης της. «Απορώ πως το επέτρεψε αυτό η κυρία κατηγορουμένη. Αν είχε στοιχεία, να τον κατηγορήσει, αλλά αυτό; Ο κ. Ηλιάδης το πρώτο όργανο που προσπάθησε να προστατεύσει ήταν ο εγκέφαλος του παιδιού της. Αυτός ο γιατρός ήταν αυτός που συζητούσε για μεταμόσχευση οργάνων του; Είναι αστείο και να λέγεται όταν δεν έχουμε εγκεφαλικό θάνατο» είπε η εισαγγελέας, με τη Ρούλα Πισπιρίγκου να την παρακολουθεί προσηλωμένη από το εδώλιο.
«Σύνδρομο Μινχάουζεν και γενετικός έλεγχος»
Νωρίτερα, η εισαγγελέας είχε αναφερθεί στη μεταφορά του παιδιού στο νοσοκομείο του Ρίου, μετά την ανακοπή που είχε υποστεί στο Καραμανδάνειο. Εκεί, η μικρή Τζωρτζίνα είχε εισαχθεί σε πρωτόκολλο θεραπευτικής υποθερμίας από τον επικεφαλής της ΜΕΘ Παίδων του Ρίου, Ανδρέα Ηλιάδη, ο οποίος και άρχισε να υποψιάζεται την κατηγορούμενη μητέρα.
Ενδεικτικά, στην αγόρευσή της η εισαγγελέας είπε: «Ο κ. Ηλιαδης μας είπε ότι δεν πείστηκε από την ηπατική ανεπάρκεια της Μαλενας, γιατί τα παιδιά με αυτή την ασθένεια έχουν άλλη πορεία νόσου. Στο πλαίσιο αυτό ήρθε στο μυαλό του το σύνδρομο Μινχάουζεν. Το έψαξε ο κ. Ηλιαδης, δεν επετεύχθη να βγάλει συμπέρασμα. Ήρθε σε επικοινωνία και με την ιατροδικαστή κ. Τσιώλα. Ούτε από εκεί κατάφερε να βγάλει κάτι, οπότε αρκέστηκε στο να έχει μια καλή επικοινωνία με τη μητέρα. Κομβική ημέρα ήταν εκείνη της αποσωλήνωσης, γιατί οι γιατροί δεν γνώριζαν πως το παιδί θα αντιδρούσε. Έγινε έντονη μομφή στο πρόσωπο του κ. Ηλιαδη, γιατί δεν είπε στους γονείς ότι το παιδί θα ήταν εγκεφαλοπαθητικό. Πώς θα το έλεγε αυτό, χωρίς το παιδί ακόμη να έχει αποσωληνωθεί, για να υποβληθεί σε μαγνητική;» ανέφερε η εισαγγελέας.
Αναφορικά με τον γενετικό έλεγχο που έγινε στο μεταξύ στο Ωνάσειο στο κοριτσάκι, είπε πως αυτός ήταν πλήρης και οι γενετιστές έψαξαν τα πάντα. «Ο κ. Παπαγιάννης μας είπε ότι η καρδιά της Τζωρτζίνας ήταν καλά και πως, αν δεν της είχε γίνει σωστή ανάνηψη, αυτό δεν θα συνέβαινε» ανέφερε η εισαγγελέας και παρέθεσε όλα τα στοιχεία που προέκυψαν από τις ιατρικές εξετάσεις του παιδιού από σειρά γιατρών, προκειμένου να αποκλειστούν όλα τα ενδεχόμενα.
«Μελετήθηκε η καρδιά, έγινε ο γονιδιακός έλεγχος, μπήκε ο απινιδωτής και οι γιατροί παρακολουθούσαν την καρδιά της. Η Τζωρτζίνα έφυγε με την καρδιά της οχυρωμένη από το Ωνάσειο. Ήταν μια πλήρως λειτουργική και μελετημένη καρδιά. Οι γιατροί δεν πήγαν στα τυφλά. Από την τοποθέτηση του απινιδωτή και μετά, η καρδιά της Τζωρτζίνας ήταν πλήρως ελεγχόμενη από τους γιατρούς. Όμως, για να δουλεύει η καρδιά χρειάζεται οξυγόνο. Αυτό εξασφαλίζεται με αμπού ή διασωλήνωση, αν αυτό χρειαστεί. Όλοι οι μάρτυρες έδωσαν μεγάλη βαρύτητα στα κλινικά συμπτώματα. Αυτά θα οδηγήσουν τον καρδιολόγο, τον γενετιστή ή τον παιδίατρο. Αν υπήρχε σημάδι για πρόβλημα καρδιάς, δεν θα περίμεναν οι γιατροί τον γενετιστή να τους πει» είπε ακόμη η εισαγγελέας.
Ακολούθως, η κυρία Σπυριδωνίδου αναφέρθηκε στην επιστροφή του παιδιού στο νοσοκομείο του Ρίου και λίγο αργότερα στην επιστροφή στο σπίτι του. Είπε η εισαγγελέας: «Στη ΜΕΘ η κατηγορούμενη εκπαιδεύτηκε στο να δίνει φάρμακα και τροφή στο παιδί μέσω γαστροστομίας. Στις 16.7.2021 το παιδί πήρε εξιτήριο με την οδηγία να επανέλθει για μαγνητική εγκεφάλου. Γιατροί και νοσηλευτές προσπάθησαν να αποκαταστήσουν όσο μπορούσαν αυτό το παιδί. Η κατηγορούμενη δεν είχε εκδηλώσει ποτέ παράπονα στους γιατρούς του νοσοκομείου. Μάλιστα, οι νοσηλεύτριες είχαν ανησυχήσει με τη στάση της. Πόσο ψύχραιμη ήταν. Το παιδί της ήταν μεταξύ ζωής και θανάτου. Έμεινε ευχαριστημένη από τον κ. Ηλιάδη και του έκανε δώρο. Κάθε φορά που χρειάζονταν κάτι, τον καλούσε. Αυτόν εμπιστεύονταν. Εκείνη την εποχή ήταν ο Θεός της, όπως μας είπε. Όμως, είχε προκύψει και ένα ζήτημα μαζί του. Μας είπε ότι τον είχε ακούσει να λέει στην ιατροδικαστή κυρία Τσιώλα ότι είχε υποψίες για εκείνη. Όμως, δεν θύμωσε, δεν σταμάτησε να τον εμπιστεύεται».
Η εισαγγελέας χαρακτήρισε μάλιστα αστεία όσα ειπώθηκαν στο ακροατήριο από την υπεράσπιση της 35χρονης περί μεταμόσχευσης οργάνων από τον κ. Ηλιάδη. «Όλα αυτά τα περί αγανάκτησης και μεταμόσχευσης οργάνων η κυρία κατηγορουμένη πότε θυμήθηκε να μας τα πει; (…) Και ο πιο αδαής γνωρίζει ότι, για να υπάρξει κουβέντα για μεταμόσχευση, θα πρέπει να έχουμε εγκεφαλικό θάνατο. Ο κ. Ηλιάδης το πρώτο όργανο που προσπάθησε να προστατεύσει ήταν ο εγκέφαλος του παιδιού. Αυτός ο γιατρός ήταν αυτός που συζητούσε για μεταμόσχευση οργάνων του; Δεν υπήρξε καμία τέτοια προσέγγιση. Απορώ πραγματικά πως η κ. κατηγορουμένη επέτρεψε να γίνει αυτό; Να έρχεται να λέει ότι υπήρξε αυτή η προσέγγιση εκ μέρους του κ. Ηλιάδη για μεταμόσχευση; Είναι αστείο και να λέγεται όταν δεν έχουμε εγκεφαλικό νεκρό παιδί. Είναι αστείο. Είναι δυνατόν να μιλάμε για μεταμόσχευση οργάνων από τον γιατρό που προσπαθούσε να σώσει τον εγκέφαλο του παιδιού της;» ανέφερε.
Συνεχίζοντας, η εισαγγελέας αναφέρθηκε στην επιστροφή του κοριτσιού στο σπίτι του και στη συμπεριφορά της μητέρας του: «Στο σπίτι το παιδί, μας είπε η κατηγορούμενη, πως είχε αντίληψη, καταλάβαινε τους γονείς της, αναγνωρίζει αριθμούς και χρώματα. Στον ύπνο της έλεγε “ξέρω”, μας είπε. Κανείς δεν θα μπορούσε να γνωρίζει την εξέλιξή της. Οι γιατροί μας είπαν ότι τα παιδιά αυτά έχουν προοπτικές εξέλιξης, αλλά θέλουν υποστήριξη και κανείς δεν μπορεί να τα καταδικάζει. Από μηνύματα της κατηγορούμενης με τον κ. Ηλιάδη, του ανακοινώνει ότι αύξησε τη δόση φαρμάκου, ότι θα του δώσει μελατονίνη, γιατί ενοχλούσε τους γείτονες. Ο κ. Ηλιάδης της λέει ότι “δεν παίζουμε με τα φάρμακα”. Εκείνη ενεργεί αυτοβούλως και αυξάνει τη δόση του frisium. Μετά τη μαγνητική έστειλε το παιδί στο κέντρο δημιουργικής απασχόλησης, χωρίς αυτό να έχει φάει και να έχει πάρει τα φάρμακά του.
Το παιδί έκανε ώρες να ξυπνήσει μετά την εξέταση στον μαγνήτη. Δεν έπρεπε να μείνει σπίτι του να ηρεμήσει; Έχει λάβει αναισθησία, δεν έχει φάει, δεν έχει λάβει τα φάρμακά της. Και με τι ασχολείται η κυρία κατηγορούμενη όσο το παιδί της κοιμάται μετά τη μαγνητική; Στέλνει μηνύματα στον Δασκαλάκη να πάρει τα ρούχα του από το σπίτι. Ενώ είναι στο νοσοκομείο, του γράφει “δεν περίμενα να μας παρατήσεις πάλι”. Στις 10:24 π.μ. το παιδί είναι στη μαγνητική και αυτή συζητάει για το Facebook και τις αναρτήσεις. Ώρα 10:47 γράφει στον Δασκαλάκη ότι θα βλέπει το παιδί τρεις φορές την εβδομάδα.
“Άμα ήθελες να τη βλέπεις, να καθόσουν σπίτι μαζί της κάθε μέρα” του γράφει. Ενώ λοιπόν έχει αγωνία για το αποτέλεσμα της μαγνητικής, τα ενδιαφέροντά της είναι αυτά. Δεν είπε στον Δασκαλάκη ότι ο κ. Ηλιάδης της είπε ότι το παιδί έχει μικρό προσδόκιμο ζωής. Του λέει μόνο για τα ρούχα και τα κλειδιά. Μας είπε εδώ ότι, όταν κάνεις παιδιά, μπαίνεις σε δεύτερη μοίρα. Μάλλον τότε το είχε ξεχάσει, γιατί προτεραιότητα τότε ήταν ο εαυτός της(…) Γυρνώντας στο σπίτι το παιδί έχει κάνει επεισόδιο με εμετό και αφρούς και η κ. κατηγορούμενη συνεχίζει να ασχολείται με τα ρούχα του κ. Δασκαλάκη. Για ποιο λόγο η κ. κατηγορουμένη στις 18.1 απειλεί τον κ. Δασκαλάκη ότι δεν θα βλέπει την κόρη του; Τι σχέση έχει η κατάσταση υγείας του παιδιού με τη μεταξύ τους σχέση;».
Τα επεισόδια
«Κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει τα επεισόδια που εμφάνιζε το παιδί. Τα εμφάνιζε όταν το παιδί κατέβαινε από τη ΜΕΘ στην Παιδιατρική κλινική. Όταν πήγαινε στη ΜΕΘ, το μόνο που άλλαζε ήταν ο χώρος και η μη παρουσία της μητέρας του» είπε η εισαγγελέας αναφερόμενη στη νέα εισαγωγή του κοριτσιού στο Ρίο, σημειώνοντας μάλιστα πως κανείς από το ιατρικό προσωπικό δεν είχε δει την έναρξη των επεισοδίων, μόνο πως αυτά κατέληγαν.
«Σε βίντεο της κυρίας κατηγορούμενης με το παιδί σε επεισόδιο είδαμε πως μισή ώρα πριν αυτό ξεκινήσει, το παιδί κάνει βραδυκαρδία και η κυρία κατηγορούμενη δεν έχει ενημερώσει κανέναν. Κάτι έχει συμβεί εκείνη τη στιγμή στο παιδί και η κυρία κατηγορουμένη δεν αναφέρει τίποτα. Μήπως η κυρία κατηγορουμένη επέλεγε ποιες βραδυκαρδίες θα αναδείξει;» τόνισε η εισαγγελική λειτουργός, σημειώνοντας πως «η κ. κατηγορουμένη φαίνεται να έχει μια εξοικείωση με τα φάρμακα και αναζητά στο διαδίκτυο συγκεκριμένα φάρμακα και ορολογίες, όχι όμως το πρωτόκολλο της θεραπευτικής υποθερμίας. Είχε εξοικείωση με τα ιατρικά και αυτή η εντύπωση υπήρχε και στο περιβάλλον της».
Συνεχίζοντας, η κυρία Σπυριδωνίδου επικαλέστηκε καταθέσεις γιατρών στο ακροατήριο, ανάμεσά τους και αυτή του κ. Ηλιάδη, και είπε: «Αυτή η εμφάνιση των επεισοδίων του παιδιού στην κλινική και όχι στη ΜΕΘ προβλημάτισε τους γιατρούς. Υποψιάζονταν ότι τα επεισόδια ήταν προκλητά από την μητέρα του. Όταν εκείνη ήταν παρούσα, ήταν συχνή η εμφάνισή τους και αναίτια…».
Στο Παίδων στην Αθήνα
Αναφερόμενη στην εισαγωγή του κοριτσιού στο νοσοκομείο Παίδων «Παναγιώτης και Αγλαΐα Κυριακού» στην Αθήνα, η εισαγγελέας κατά την αγόρευσή της είπε πως σκοπός ήταν η περαιτέρω διερεύνηση των επεισοδίων.
Αφού παρέθεσε ιατρικά στοιχεία που έδειχναν ότι το παιδί τις πρώτες ημέρες νοσηλείας του στο Παίδων ήταν σε σταθερή κατάσταση, αναφέρθηκε σε όλα τα επεισόδια που εμφάνισε και εκεί, για να φτάσει στην κρίσιμη ημέρα της δεύτερης ανακοπής, η οποία και στέρησε τη ζωή στο κοριτσάκι.
Ενδεικτικά, ανέφερε: «Η κυρία Μαυρίκου έδωσε εντολή τα φάρμακα να δίνονται στο παιδί από το νοσηλευτικό προσωπικό και όχι από τη μητέρα. Από τις 28.1 φαίνεται από την καρτέλα πως τα φάρμακα δίνονται από τις νοσηλεύτριες. Η γιατρός, η κ. Μαυρίκου έχει λάβει γνώση των περιστατικών στο Ρίο (…).
Η κ. κατηγορούμενη βγήκε προς το διάδρομο και η νοσηλεύτρια κ. Καβαδία είπε πως έμοιαζε σαν να ψάχνει κάτι. Η κ. Καβαδία την ρώτησε αν το παιδί έκανε επεισόδιο και εκείνη απάντησε καταφατικά με νεύμα. Πήγαν με τη γιατρό στο δωμάτιο, τα χείλη του παιδιού ήταν μπλε. Άρχισαν ΚΑΡΠΑ και η κ. Καβαδία έτρεξε να ειδοποιήσει τη ΜΕΘ. Ήρθε η ΜΕΘ και δίνεται εντολή για διασωλήνωση. Δεν χρησιμοποίησαν ποτέ ξυλοκαΐνη, γιατί στο μεταξύ είχε γίνει η διασωλήνωση. Είμαστε περίπου στις 2:24 το μεσημέρι, όταν η κ. κατηγορούμενη βγαίνει από τον θάλαμο του παιδιού και δεν φωνάζει, δεν λέει εκείνη στην κ. Καβαδία για νέο επεισόδιο του παιδιού. Η κ. Καβαδία την ρώτησε. Δεν μίλησε. Απάντησε με ένα καταφατικό νεύμα και ενώ το παιδί της ήταν σε αυτή την κατάσταση στον θάλαμό του. Όταν κλήθηκε η ΜΕΘ η κ. κατηγορούμενη ακούμπησε στο στήθος του παιδιού τον πομποδέκτη του βηματοδότη. Την αναζωογόνηση, την οποία είχε ξεκινήσει η κ. Κουρούση, ανέλαβε μετά η ΜΕΘ και ο κ. Τζιούβας. Το παιδί δεν είχε σφυγμό, ούτε αναπνοή.
Η κ. Θεοτοκάτου που έκανε τη διασωλήνωση είπε πως το παιδί είχε πολλές εκκρίσεις. Της χορήγησαν τρεις δόσεις αδρεναλίνης, αλλά δεν ανταποκρινόταν. Στις 14:50 βγήκε ο κ. Τζιούβας και ενημέρωσε την κατηγορούμενη και εκείνη του είπε να συνεχίσει γιατί στο Καραμανδάνειο το παιδί επανήλθε μετά από 50 λεπτά ανάνηψης. Ο κ. Τζιούβας συνέχισε, χωρίς αποτέλεσμα όμως. Στο παιδί δόθηκαν συνολικά οκτώ δόσεις αδρεναλίνης και ροκουρόνιο για μυοχάλαση (…) Ανακοινώθηκε ο θάνατος της Τζωρτζίνας στην κατηγορουμένη και αφού η αιτία ήταν αιφνίδιος θάνατος έγινε ιατροδικαστική εξέταση. Δεν είναι στην αρμοδιότητα του ιατροδικαστή να χαρακτηρίσει έναν θάνατο ανθρωποκτονία. Αυτό είναι νομικός όρος. Δεν έχει την υποχρέωση ο ιατροδικαστής να χαρακτηρίσει ανθρωποκτονία έναν αιφνίδιο θάνατο, όταν δεν υπάρχουν εμφανή σημάδια. Γι’ αυτό έγραψε ως αιτία θανάτου τη δηλητηρίαση. Κακώς αποδόθηκε γι’ αυτό μορφή στον ιατροδικαστή κ. Μπουζιάνη».
Το βαλιτσάκι της ΜΕΘ και η κεταμίνη
Η εισαγγελέας αναφέρθηκε όμως και στο περιβόητο βαλιτσάκι της ΜΕΘ και απέκλεισε το ενδεχόμενο χορήγησης κεταμίνης στο παιδί από τους γιατρούς. «Το φιαλίδιο της κεταμίνης έχει 100 μικρογραμμάρια κεταμίνης. Η κεταμίνη έχει κόκκινη γραμμή» είπε μεταξύ άλλων και επικαλέστηκε έγγραφα του νοσοκομείου, σύμφωνα με τα οποία ουδείς γιατρός συνταγογράφησε τη συγκεκριμένη ουσία στην Τζωρτζίνα.
«Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι γιατροί εκείνη την ημέρα έδωσαν κεταμίνη στο παιδί» είπε η εισαγγελέας και ζήτησε την απόρριψη αιτημάτων της Ρούλας Πισπιρίγκου για περαιτέρω γονιδιακό έλεγχο για επιληψία στο παιδί. «Οι επιληπτικές κρίσεις ήταν δευτεροπαθείς λόγω της εγκεφαλοπάθειας, ποτέ δεν διαγνώστηκε η Τζωρτζίνα με επιληψία» τόνισε.
«Η κυρία κατηγορουμένη δεν ήθελε να γίνει η νεκροψία του παιδιού της στην Αθήνα, γιατί είχαν κάνει μήνυση κατά παντός υπευθύνου για τον θάνατο της Μαλένας. Όμως, η μήνυση κατά παντός υπευθύνου στρεφόταν κατά των γιατρών της Μαλένας και όχι της ιατροδικαστικής υπηρεσίας Αθηνών. Ζητούσε να μεταφερθεί η σορός στην Πάτρα. Μου κάνει τόσο εντύπωση όλο αυτό, να σκέφτεται εκείνες τις ώρες ένα τόσο τεχνικό θέμα» συνέχισε η εισαγγελέας, τονίζοντας ότι ήταν επιβεβλημένη η τοξικολογική εξέταση στο αίμα του παιδιού, κατά την οποία βρέθηκε και η συγκέντρωση μεγάλης δόσης κεταμίνης. «Πως υπήρξε μορφή στον κ. Ράικο ότι έπαιρνε τηλέφωνα τους γιατρούς και έλεγε ότι βρήκε κεταμίνη; Έπρεπε να του δώσουν το φύλλο νοσηλείας, στο οποίο δεν υπάρχει η κεταμίνη. Και δεν υπάρχει, γιατί δεν του είχε δοθεί (…)».
Η εισαγγελέας αμφισβήτησε όμως και την κατάθεση της μάρτυρα ειδικών γνώσεων της κατηγορουμένης, της ιατροδικαστή Ουρανίας Δημακοπούλου, όπως και την κατάθεση του ιατροδικαστή Χρήστου Κραβαρίτη, ο οποίος ανέφερε πως η αιτία θανάτου του παιδιού δεν ήταν η κεταμίνη. «Ανέπτυξε η κυρία Δημακοπούλου τόσες αιτίες θανάτου για το παιδί; Τι να πω; Δεν ξέρω. Δεν αμφισβητώ τις γνώσεις της, αλλά δεν μπορεί να έρχεσαι σε ένα τέτοιο δικαστήριο και να βρίσκεις τόσες αιτίες θανάτου και να μην τεκμηριώνεις καμία. Όταν τη ρωτούσαμε, έλεγε μετά άλλη αιτία θανάτου. Από τη μια αιτία θανάτου πήγε στην άλλη αιτία θανάτου. Όλα τα είχε αυτό το παιδί; Δεν υπήρχε κανένας επιστημονικός ειρμός, δεν μπορεί να μας λέει ότι το παιδί πέθανε από τέσσερις με πέντε αιτίες» είπε η εισαγγελέας για την κατάθεση της κυρίας Δημακοπούλου.
Η αγόρευση της εισαγγελέα συνεχίζεται.