Γιατί “μαλώνουν” (σ)τα κόμματα για τον γάμο των ομοφύλων; Η απειλή για την Ν.Δ
Στο ερώτημα του τίτλου δεν υπάρχει εύκολη απάντηση. Εκ πρώτης πολιτικής ανάγνωσης δεν υφίσταται σοβαρός λόγος, ιδιαίτερα εάν λάβει κανείς υπόψη του τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Η πολιτική κυριαρχία της Ν.Δ δεν αμφισβητείται, το χάσμα μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος και των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης (ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, ΠΑΣΟΚ) παραμένει βαθύ (περίπου 25 μονάδες διαφορά), η δε συγκολητική ουσία στην νομή της εξουσίας δεν επιτρέπει “αντάρτικα” που να κλονίσουν την πλειοψηφία.
Δεδομένου, μάλιστα, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρόσφερε την βολική διέξοδο της αποχής στους βουλευτές που διαφωνούν -παρότι πολιτικά καινοφανές-, το χειρότερο που μπορεί να καταγραφεί κοινοβουλευτικά είναι ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο θα ψηφιστεί από περίπου τα 2/3 της Κ.Ο της Ν.Δ και τους βουλευτές των κομμάτων στα αριστερά της.
Η τελευταία μέτρηση της Marc καταγράφει σημαντική αποδοχή του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών και το πρόβλημα εντοπίζεται στην τεκνοθεσία.
Στην έρευνα που πραγματοποίησε η εταιρεία Prorata για τον χώρο του «Κέντρου» στην Ελλάδα, σε δείγμα 1.230 ατόμων στο διάστημα Δεκεμβρίου 2023 – Ιανουαρίου 2024 αποτυπώνονται τα εξής:
Η ΝΔ φαίνεται μεν να κυριαρχεί στον χώρο του Κέντρου, ωστόσο εμφανίζεται λαβωμένη, όπως καταγράφει η έρευνα που παρουσιάστηκε στο δελτίο ειδήσεων του ΣΚΑΙ.
Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές το 58% όσων αυτοπροσδιορίζονται στον χώρο του κέντρου, είχαν ψηφίσει ΝΔ. Σήμερα ωστόσο, όταν ερωτώνται ποιο κόμμα θα ψήφιζαν, αν αύριο διεξάγονταν βουλευτικές εκλογές, τη ΝΔ επιλέγει το 41%. Αυτό σημαίνει ότι το κυβερνών κόμμα χάνει ένα ποσοστό της τάξης του 17% από τον επίμαχο πολιτικό χώρο. Την επιρροή του στο Κέντρο αυξάνει το ΠΑΣΟΚ το οποίο επιλέγει το 17% των κεντρώων (έναντι 11% που το έπραξε στις εκλογές του Ιουνίου) ενώ «τσιμπάει» και ο ΣΥΡΙΖΑ που από 7% τον Ιούνιο, προσελκύει σήμερα το 9%.
Στο εύρημα ότι η Ν.Δ χάνει 17 μονάδες επιρροής στον χώρο του Κέντρου ίσως εξηγεί εν μέρει την επιμονή του πρωθυπουργού να προωθήσει το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομοφύλων και την (ατελή) τεκνοθεσία. Είναι ένα θέμα που διευκολύνει τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ανακόψει την πτωτική πορεία της Ν.Δ στην συγκεκριμένη πολιτική περιοχή.
Όσο, δε, κι αν καταγραφούν απώλειες προς τα κόμματα δεξιότερα της Ν.Δ δεν είναι εύκολο να διαταράξουν την πολιτική της κυριαρχία. Άλλωστε, όπως προκύπτει, δια της διαφωνίας του Αντώνη Σαμαρά, του Μάκη Βορίδη και μεγάλου αριθμού βουλευτών της, η Ν.Δ κατορθώνει σε κάποιο βαθμό να ενσωματώνει τις πιο συντηρητικές, ακόμα και ακραίες απόψεις και να περιορίζει τις τυχόν διαρροές.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 66% των πολιτών συμφωνεί με το δικαίωμα γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, ωστόσο διαφωνεί σε ποσοστό 58% με το να υιοθετούν παιδιά. Μάλιστα εάν το εξετάσουμε από άποψη πολιτικής ταυτότητας το 59% των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας, συμφωνεί με τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, έναντι του 38% που διαφωνεί ενώ για τα υπόλοιπα κόμματα συμφωνεί με τη σύναψη γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου το 94% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, το 75% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Το 83% των ψηφοφόρων του ΚΚΕ, το 10% των Σπαρτιατών, το 22% της Ελληνικής Λύσης, το 12% της Νίκης, το 65% της Πλεύσης Ελευθερίας και το 81% της Νέας Αριστεράς.
Δηλαδή, έξι στους δέκα ψηφοφόρους της Ν.Δ συμφωνεί με τον γάμο και ως εκ τούτου τα “φροντιστήρια” στην Πειραιώς αποσκοπούν περισσότερο να εξηγήσουν στους βουλευτές και δι΄ αυτών στο εκλογικό ακροατήριο λεπτομέρειες για το ακανθώδες θέμα της τεκνοθεσίας και να απορροφήσουν κραδασμούς.
Για να γίνει ακόμα πιο σαφές, ούτε η “Νίκη”, ούτε η “Ελληνική Λύση” ή οι “Σπαρτιάτες” μπορούν να πλαγιοκοπήσουν σε ανησυχητικό βαθμό της Ν.Δ στο θέμα αυτό, ειδικά όταν υπάρχει το πολιτικό ανάχωμα του Αντώνη Σαμαρά και του Μάκη Βορίδη.
Η Εκκλησία, ο Σαμαράς και τα “αναχώματα”
Η δε Εκκλησία είναι μάλλον βέβαιο πως εν σώματι δεν πρόκειται να προκαλέσει κάποια κοινωνική εξέγερση. Ο Ιερώνυμος δεν είναι …Χριστόδουλος και δεν πρόκειται να ξεσηκώσει τους πιστούς με λαοσυνάξεις, όπως συνέβη επί διακυβέρνησης του Κώστα Σημίτη με το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες. Κάποιοι υπερσυντηρητικοί μητροπολίτες θα εκπέμψουν “θερμά” μηνύματα από άμβωνος, όμως ανάλογα περιστατικά είχαμε και με τους εμβολιασμούς για τον Covid, χωρίς να καταγραφεί η παραμικρή πολιτική απώλεια. Το πιθανότερο είναι πως η Ιερά Σύνοδος θα εκπέμψει μία λελογισμένη διαφωνία, ελάχιστοι ιεράρχες θα φωνάξουν, όμως, τελικά, το συντηρητικό εκλογικό ακροατήριο δεν θα γκρεμίσει τις παραδοσιακές σχέσεις του με τη Ν.Δ. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον πολιτικό ορίζοντα.
Ο Αντώνης Σαμαράς είναι μία “ειδική περίπτωση”. Ουδείς αμφισβητεί ότι καθοδηγεί έναν αριθμό βουλευτών, όμως οι διαφωνούντες δεν ανήκουν στο σύνολό τους σε κάποια “ομάδα Σαμαρά”. Περισσότερο επηρεάζονται από μητροπολίτες και υπερσυντηρητικούς ψηφοφόρους και κυρίως τους δεύτερους προσπαθούν να συγκρατήσουν ως εκλογική “πελατεία”.
Τα κέρδη στο Κέντρο και η ακρίβεια
Εάν, λοιπόν, αθροίσει κανείς τα παραπάνω και τα αντιπαραβάλει με τα πολιτικά οφέλη που προκύπτουν για τον Κυριάκο Μητσοτάκη από την προσέγγιση τμήματος κεντρώων ψηφοφόρων που φαίνεται να έχει χάσει, μάλλον δικαιολογεί την κίνηση να φέρει προς ψήφιση το θέμα του γάμου και της τεκνοθεσίας. Άλλωστε, ακόμα κι αυτές οι απώλειες στην περιοχή των κεντρώων ψηφοφόρων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο μείζον πρόβλημα της ακρίβειας. Αυτή είναι η μεγάλη πολιτική απειλή για την κυβέρνηση και απ΄ αυτήν κινδυνεύει στις ευρωεκλογές.
Σε συνδυασμό, μάλιστα, με την εγκληματικότητα, η αύξηση της οποίας πλήττει καίρια ένα σημαντικό πολιτικό αφήγημα της Ν.Δ από το 2019 και το οποίο προκαλεί αντιδράσεις στον κεντρώο χώρο.
Προσώρας, ο γάμος και η τεκνοθεσία, παρά την αναστάτωση στην Κ.Ο της Ν.Δ, προσφέρει στην κυβέρνηση και μία επικοινωνιακή διαφυγή από αυτό ακριβώς το μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα. Ιδιαίτερα μέσω της ανάδειξης υπαρκτών ή ανύπαρκτων αντιθέσεων και αντιφάσεων στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Το Μέγαρο Μαξίμου ορθώς σκέπτεται να επισπεύσει την διαβούλευση και την προώθηση του νομοσχεδίου για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και την τεκνοθεσία ώστε να απορροφήσει σύντομα τους κραδασμούς και να εκμαιεύσει την μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση εξ αριστερών της στην Βουλή.
Η αντιπολίτευση ορθώς αναδεικνύει τις διαφωνίες στο εσωτερικό της Ν.Δ, όμως είναι δύσκολο αυτές να παραγάγουν κάποιο σημαντικό πολιτικό αποτέλεσμα. Ιδιαίτερα όταν το συγκεκριμένο θέμα δεν γίνεται δεκτό αβρόχοις ποσί και στους δικούς τους χώρους. Η διαφωνία μερίδας της κοινωνίας δεν είναι κάτι αμελητέο, ωστόσο η πολιτική ιστορία από τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις του Ανδρέα Παπανδρέου στο Οικογενειακό Δίκαιο, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, μέχρι την σύγκρουση Σημίτη-Χριστόδουλου, και το σύμφωνο συμβίωσης επί Αλέξη Τσίπρα, αποδεικνύει πως οι συγκυριακές αντιθέσεις αφοπλίζονται τελικά.