Η “Λερναία Ύδρα” της ακρίβειας… κλονίζει τη σχέση κυβέρνησης πολιτών – Τα αποτελέσματα των μετρήσεων πιέζουν για νέα μέτρα και ριζικές αποφάσεις
Αναχώματα, τόσο για να “μαζέψει” την αγορά, όσο και να προλάβει αρνητικές καταστάσεις σε “αγορές” βάσεις, όπως η ηλεκτρική ενέργεια, που αποτελούν “βαρόμετρο” για το χάρτη ακρίβειας αναζητει η κυβέρνηση. Στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπου και πάλι λόγω της επαναφοράς της ρήτρας αναπροσαρμογής και άρσης του καθεστώτος επιδοτήσεων υπάρχει εύλογη αγωνία για το πώς θα διαμορφωθούν οι τιμές, σε ένα περιβάλλον με σημαντικές αστάθειες και θεσμικά κενά, η κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει “κορσέ” στους παρόχους, αν και βέβαια μια λύση με βάθος θα ήταν μια ουσιαστική ενίσχυση της ΡΑΑΕΥ και ανάδειξη του ρόλου της.
Στο πλαίσιο αυτό, από τον υπουργό Ενέργειας και Περιβάλλοντος Θ. Σκυλακάκη, προτάσσεται το νέο ελεγχόμενο από τη κυβέρνηση “πράσινο τιμολόγιο”, που είναι σε τροχιά οριστικοποίησης, με σχετική υπουργική απόφαση από την ερχόμενη εβδομάδα, αλλά και η προώθηση μιας ρύθμισης για τον κώδικα προμήθειας, που θα είναι αρκετά πιο ευνοϊκή για τον καταναλωτή σε περιπτώσεις “κόκκινων” χρεών. Όπως φαίνεται, σε αντίθεση με τις ‘βουλές’ των προμηθευτών που ζητούσαν άνοιγμα της δυνατότητας αποκοπής ρεύματος σε κακοπληρωτές, εξετάζεται, ο καθορισμός πλαισίου κυρώσεων για εκείνους που αφήνουν χρέη μετά τις τρεις αλλαγές προμηθευτών.
Πέρα από τις παρεμβάσεις στην αγορά ενέργειας, τα μέτρα ενίσχυσης του εισοδήματος των πολιτών τον Δεκέμβριο αλλά και τα νέα που έρχονται το 2024, η κυβέρνηση και ειδικά το Υπουργείο Ανάπτυξης επιχειρεί να παρέμβει, πέρα από την επιβολή σχεδόν 8 εκατ. ευρώ προστίμων τελευταία, ώστε να διαμορφώσει όρους διαφάνειας στην αγορά.
- Στο ΥΠΑΝ και πάλι έχει μπει ο προβληματισμός για την “καθαρή’ τιμή. Δηλαδή για διαμόρφωση συνθηκών στην αγορά, που δε θα υπάρχει μια “θολή” εικόνα τιμών, με τις προσφορές και τις παροχές των προμηθευτών προς τις αλυσίδες, αλλά με πλαίσιο, όπου όλα θα “πατούν” σε αναγγελίες “καθαρών” τιμών.
Τα κέρδη των επιχειρήσεων στην Ελλάδα τροφοδοτούν σε μεγάλο βαθμό τον πληθωρισμό, με βάση όσα ανέφερει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτιμώντας μάλιστα ότι αυτό θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια.
Συγκεκριμένα, στο ειδικό κεφάλαιο των φθινοπωρινών προβλέψεων της Κομισιόν για τους παράγοντες που συνεισφέρουν στον πληθωρισμό εκτιμάται ότι οι χώρες στις οποίες τα κέρδη (μαζί με τους φόρους) θα έχουν κατά την περίοδο 2022-2025 τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην άνοδο των τιμών είναι η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Σλοβακία, η Ελλάδα και η Σλοβενία.
Αντίθετα, η συνεισφορά του κόστους εργασίας είναι σαφώς μικρότερη. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Κομισιόν, ο πληθωρισμός (εναρμονισμένος δείκτης) προβλέπεται να είναι 4,3% φέτος, 2,8% το 2024 και 2,1% το 2025. Παράλληλα, ο επίτροπος για τις νομισματικές υποθέσεις και την οικονομία Π. Τζεντιλόνι προέταξε τις αυξήσεις μισθών ως ανάχωμα στην ακρίβεια, λέγοντας ότι σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες «υπάρχει περιθώριο να αυξηθούν οι μισθοί για να ενισχυθεί η αγοραστική δύναμη των μισθωτών, αξιοποιώντας το περιθώριο που δίνουν τα υψηλά κέρδη σε διάφορους τομείς της οικονομίας».
Κι αυτό την ώρα, που μείωση 9,2% σημείωσε ο γενικός δείκτης τιμών εισαγωγών στη βιομηχανία τον Σεπτέμβριο εφέτος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Σεπτεμβρίου 2022, έναντι αύξησης 25,2% που σημειώθηκε κατά τη σύγκριση των αντίστοιχων δεικτών το 2022 με το 2021. Κάτι που διαμορφώνει, κανονικά, την τάση στο ράφι.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η μείωση αυτή στον λεγόμενο «εισαγόμενο πληθωρισμό» οφείλεται:
α. Στη μείωση του δείκτη τιμών εισαγωγών από χώρες εκτός ευρωζώνης κατά 13,1%, και
β. Στη μείωση του δείκτη τιμών εισαγωγών από χώρες ευρωζώνης κατά 0,1%.
Ωστόσο, ο γενικός δείκτης παρουσίασε αύξηση 3,9% τον Σεπτέμβριο 2023 σε σύγκριση με τον δείκτη του Αυγούστου 2023, έναντι μείωσης 2,2% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών το 2022.
Να σημειωθεί, επίσης, ότι με βάση το Μηνιαίο Δελτίο Εξελίξεων στη Βιομηχανία (Νοέμβριος 2023) η τιμή χονδρικής φορτίου βάσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα τον Οκτώβριο μειώθηκε κατά 51% σε ετήσια βάση. Ωστόσο κατέγραψε αύξηση 7,9% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Συγκεκριμένα, τον Οκτώβριο, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα (113 €/MWh) ήταν σε υψηλότερα επίπεδα (από +14% έως +34%) από τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές αγορέςⱡ και 327% υψηλότερη από την τιμή συστήματος NordPool (26,47 €/MWh).
Υπενθυμίζεται, ότι αύξηση 3,4% σημείωσε ο πληθωρισμός τον Οκτώβριο εφέτος, από άνοδο 1,6% τον Σεπτέμβριο και έναντι αύξησης 9,1% τον Οκτώβριο πέρυσι. Εάν εξαιρεθεί η πολλή μεγάλη μείωση της τιμής στο φυσικό αέριο μέσα σε ένα έτος (60,5%), τα είδη διατροφής ανατιμήθηκαν περαιτέρω κατά 9,9%, με τις τιμές στα έλαια και λίπη να αυξάνονται 26%. Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός ότι σε μηνιαία σύγκριση ο πληθωρισμός αυξήθηκε 0,6%, με το ελαιόλαδο να ανατιμάται κατά 14,1%.
Ειδικότερα, μεταξύ Οκτωβρίου 2023 και Οκτωβρίου 2022, καταγράφηκαν οι εξής ανατιμήσεις:
- Ψωμί και δημητριακά (3,7%), Κρέατα- γενικά (8,3%), Ψάρια- γενικά (6,9%), Γαλακτοκομικά και αυγά (7%), Έλαια και λίπη (26%), Φρούτα- γενικά (20,5%), Λαχανικά- γενικά (12,3%), Ζάχαρη- σοκολάτες- γλυκά- παγωτά (8,2%), Λοιπά τρόφιμα (9,1%), Καφέ- κακάο- τσάι (7,3%), Μεταλλικό νερό- αναψυκτικά- χυμούς φρούτων (14,3%) και Αλκοολούχα ποτά- μη σερβιριζόμενα (6%).
Σε μηνιαία σύγκριση, εκτός από την ανατίμηση κατά 14,1% στο ελαιόλαδο, νέες αυξήσεις τιμών καταγράφηκαν και σε:
- Άλλα προϊόντα αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής (1,8%), Κρέατα- γενικά (0,6%), Γαλακτοκομικά και αυγά (2,4%), Φρούτα νωπά (8%), Ζάχαρη- σοκολάτες- γλυκά- παγωτά (1,6%), Καφέ (1,9%), Ένδυση και υπόδηση (0,6%), Ενοίκια κατοικιών (0,3%), Φυσικό αέριο (3,9%), Πετρέλαιο θέρμανσης (12,7%), Είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού (1,2%), Μεταφορά επιβατών με αεροπλάνο (4,2%), Τριτοβάθμια εκπαίδευση (2,8%), Εστιατόρια- ζαχαροπλαστεία- καφενεία- κυλικεία (0,2%) και Άλλα είδη ατομικής φροντίδας (1,5%).
Αντίθετα, οι τιμές μειώθηκαν σε:
- Λαχανικά νωπά (2,1%), Λαχανικά διατηρημένα ή επεξεργασμένα (1,4%), Καύσιμα αυτοκινήτου- βενζίνη (5%) και Ξενοδοχεία- μοτέλ- πανδοχεία (9,3%).
Παράλληλα, με ποσοστό 9,9% έτρεξε ο τζίρος των σούπερ μάρκετ σε ευπώλητα προϊόντα στο 9μηνο Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2023, σύμφωνα με στοιχεία της Circana, κάτι που οφείλεται αποκλειστικά στις ανατιμήσεις.
Συγκεκριμένα, ο τζίρος των ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων (FMCG) ανήλθε συνολικά στα 6,8 δισ. ευρώ έναντι 6,2 δισ. ευρώ στο 9μηνο του 2022 Ειδικότερα στα τρόφιμα οι πωλήσεις είναι αυξημένες κατά 9,9%, όπως και στα καθαριστικά και είδη οικιακής φροντίδας ενώ στα προϊόντα προσωπικής φροντίδας παρατηρείται αύξηση 9,7%.
Την ίδια ώρα ο ρυθμός ανάπτυξης των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας (pl) είναι σταθερά διψήφιος και φτάνει στο εξεταζόμενο διάστημα σε 12,6% έναντι 8,9% που είναι ο ρυθμός ανάπτυξης για τα επώνυμα προϊόντα. Το συνολικό τους μερίδιο διαμορφώθηκε σε 26,2% και φτάνει στο 26,6% στα τρόφιμα, το 25,6% στα προϊόντα οικιακής φροντίδας και το 21% στα είδη προσωπικής υγιεινής. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι προωθητικές ενέργειες ενισχύονται, με το 25,1% της αξίας των πωλήσεων των FMCGs να γίνεται υπό καθεστώς προσφοράς. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Circana οι προωθητικές ενέργειες στο σύνολο των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 24,9%, στα είδη ατομικής υγιεινής και ομορφιάς 28,4% και στα απορρυπαντικά και καθαριστικά κατά 25,7%.
Τι λένε οι πολίτες
Σε νέα δημοσκόπηση της Opinion Poll για το Action24, το 61,1% των ερωτηθέντων απαντά ότι η ακρίβεια τον απασχολεί περισσότερο, ενώ σε όλες τις δημοσκοπήσεις του τελευταίου -τουλάχιστον- τριμήνου, ως βασικό πρόβλημα της κοινωνίας παρουσιάζεται η ακρίβεια.
- Μάλιστα, στο ερώτημα των κυβερνητικών προσπαθειών, ένα ποσοστό μόλις 5,1% να απαντά πως είναι “πολύ ικανοποιημένο”, με την πλειοψηφία να εκφράζει δυσαρέσκεια. Αρκετά ικανοποιημένοι δηλώνουν 23,2% των ερωτηθέντων, λίγο απαντά ένα 29,8%, ενώ, καθόλου απαντά 40,2%. Ποσοστό 1,7% λέει “δεν γνωρίζω/δεν απαντώ”.
Κι αυτό την ώρα που η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων σε μελέτη της εκτιμά ότι το 2023 οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν στην Ελλάδα και τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης, ενώ τα κέρδη αυξήθηκαν. Όπως αναφέρεται, στην Ελλάδα ο πραγματικός μισθός μειώθηκε 0,2% ενώ τα πραγματικά κέρδη αυξήθηκαν 5,9%. Οι μεγαλύτερες μειώσεις μισθών καταγράφονται σε Τσεχία (4,6%) και Ιταλία (2,3%) ενώ οι μεγαλύτερες αυξήσεις κερδών σε Σλοβακία (7,9%) και Ρουμανία (6,9%),