Στουρνάρας: “Πολύ δύσκολα θα υπάρξει νέα αύξηση στα επιτόκια”
«Η ελληνική οικονομία κατόρθωσε να αναπτύσσεται ταχύτερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης», υπογράμμισε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, που φιλοξενεί τη Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Αθήνα, μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ και τον Γιώργο Κουβαρά. Ακόμη, τόνισε ότι «ακολουθούμε τον δρόμο της δημοσιονομικής υπευθυνότητας και των μεταρρυθμίσεων» και πως «οι κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία προέρχονται κυρίως από το εξωτερικό».
Ωστόσο, χαρακτήρισε ως «αντίθετη με τη δημοσιονομική πειθαρχία που χρειάζεται η χώρα», την πρόσφατη απόφαση για τα αναδρομικά στους δικαστικούς και τις αυξήσεις στις συντάξεις τους.
«Ακολουθούμε τον δρόμο της δημοσιονομικής υπευθυνότητας και σταθερότητας, κάνουμε μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα για να γίνουμε περισσότερο παραγωγικοί. Σε αυτό, δεν συνάδει η τελευταία απόφαση του μισθοδικείου για τις αυξήσεις στις συντάξεις των δικαστικών», υπογράμμισε ο κ. Στουρνάρας, μεταξύ άλλων.
Αναφορικά με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να μην αυξήσει τα επιτόκια, αυτή τη φορά, ύστερα από δέκα συνεχείς αυξήσεις.
«Κυρίως, μέτρησε ότι τα έχουμε αυξήσει αρκετά τα επιτόκια. Δηλαδή, αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε περιοχή αρκετά μεγάλης σύσφιξης τόσο στη νομισματική πολιτική και στα δάνεια που δίνουν οι τράπεζες, όσο και συνολικά τη μακροοικονομική πολιτική.
Άρα, είμαστε ήδη σε καθεστώς υπερβολικής σύσφιξης και επίσης, τώρα έχουμε και μία άλλη πηγή αβεβαιότητας: Τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή. Δε γνωρίζουμε καθόλου πώς θα εξελιχθούν. Όπως ξέρετε, κυρίως αυτή η αβεβαιότητα δημιουργεί συνθήκες περαιτέρω σφιξίματος, διότι ο κόσμος συγκρατείται, δεν καταναλώνει και δεν επενδύει.
Θα μου πείτε, από την άλλη μεριά, ενδεχομένως να έχουμε μία αύξηση του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Ναι, αλλά αυτό θα είναι παροδικό. Αν, ο μη γένοιτο, γίνει κάτι μεγάλο στη Μέση Ανατολή –που όλοι απευχόμαστε– και έχει μία επίπτωση, αυτή, μεσοπρόθεσμα, θα είναι κυρίως προς την κατεύθυνση της περαιτέρω μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας, κατά τη γνώμη μου.
Αναφορικά με νέα αύξηση στα επιτόκια από τον Δεκέμβριο, ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι «πολύ δύσκολα θα συμβεί αυτό», ενώ, για την πιθανότητα μείωσης, σημείωσε: «Όχι τόσο νωρίς. Νομίζω πως θα περάσει ένα διάστημα αρκετών μηνών, στο οποίο τα επιτόκια θα μείνουν εκεί όπου είναι τώρα και όταν έχουμε σαφή δείγματα προσέγγισης του πληθωρισμού στον στόχο του 2%, τότε θα αρχίσουμε να μιλάμε γι’ αυτό. Όμως, είναι πολύ νωρίς ακόμα να μιλήσουμε γι’ αυτό».
«Η ελληνική οικονομία, έχοντας περάσει μία πολύ βαριά κρίση κατά το παρελθόν, κατόρθωσε, επειδή έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει και επειδή οι εταίροι μας ανταποκρίθηκαν και χρηματοδότησαν δραστικά το δημόσιο χρέος της και σήμερα, κάνει αυτό που πρέπει να κάνει, δηλαδή κάνει μεταρρυθμίσεις και κάνει και δημοσιονομική προσαρμογή, αυτή τη στιγμή τα βασικά της μακροοικονομικά δεδομένα είναι υγιή.
Οι ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους της κάθε χρόνο πολύ μικρές, αναπτύσσεται γρηγορότερα από το μέσο όρο της Ευρωζώνης. Άρα, έχοντας ας το πω έτσι, υποφέρει στο παρελθόν έχει μπορέσει σήμερα να έχει πολύ πιο υγιή μακροοικονομικά δεδομένα, με αποτέλεσμα να έχει μία επίδοση καλύτερη από το μέσο όρο της Ευρωζώνης», τόνισε στη συνέχεια ο Γιάννης Στουρνάρας.
«Οι κίνδυνοι είναι κυρίως από το εξωτερικό. Δεν μπορώ να φανταστώ στο εσωτερικό κινδύνους αυτή τη στιγμή, τη στιγμή που είναι διακηρυγμένο από το στόμα του ίδιου του Πρωθυπουργού και εχθές το βράδυ στο γεύμα που τού παραθέσαμε, είπε ότι συνεχίζει το δρόμο της αρετής, κατά την άποψή μου δημοσιονομικής προσαρμογής, μεταρρυθμίσεων, άρα αυτό μας κάνει και αισθανόμαστε πολύ σίγουρους ότι στο εσωτερικό της Ελλάδας δεν υπάρχουν κίνδυνοι», δήλωσε.
«Ο δρόμος της αρετής σημαίνει ότι ακολουθούμε την πορεία της δημοσιονομικής υπευθυνότητας και σταθερότητας και κάνουμε μεταρρυθμίσεις, κυρίως μεταρρυθμίζουμε τον δημόσιο τομέα για να γίνουμε περισσότερο παραγωγικοί. Αυτά τα δύο απλά πράγματα είναι ο δρόμος της αρετής.
Όμως, σε αυτό δεν συνάδει η τελευταία απόφαση που ελήφθη από το Μισθοδικείο και το δικαστικό σώμα για τις υπερβολικές –κατά τη γνώμη μου– αυξήσεις των συντάξεων των δικαστικών. Η κυβέρνηση πρέπει να το δει πάρα πολύ προσεκτικά αυτό.
Θα έλεγα ότι ο μόνος κίνδυνος που βλέπω εσωτερικά είναι κοινωνικές ομάδες με μεγάλη δύναμη επιβολής να αποφασίζουν για τα δικά τους μισθολογικά ζητήματα ερήμην των δημοσιονομικών αναγκών της χώρας», συμπλήρωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.
«Η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά, έχει τους νομικούς της. Αυτό που πρέπει να κάνει κατ’ εμέ, είναι να μην διακυβεύσει επουδενί κι αυτά που πετύχαμε με πολύ μεγάλες θυσίες του ελληνικού λαού, τα προηγούμενα χρόνια», υπογράμμισε.
Σχετικά με το ενδεχόμενο να υπάρξουν κι άλλες συμφωνίες στον τραπεζικό τομέα, όπως αυτή της UniCredit με την Alpha Bank, τόνισε ότι «θα ήταν ευκταίο και επιθυμητό. Πριν ακόμη γνωστοποιηθεί η συμφωνία της Alpha Bank με την UniCredit, είχα αναφέρει ότι επαναφορά στην κανονικότητα, το τραπεζικό σύστημα και την ελληνική οικονομία είναι να ενδιαφερθούν μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες για ελληνικές», σχολίασε.
Τέλος, σε ερώτηση για την επαναφορά της ελληνικής οικονομίας σε αυτό που ορίζεται ως «κανονικότητα» στο τραπεζικό σύστημα, ο κεντρικός τραπεζίτης τόνισε ότι «νομίζω πως ναι, είμαστε σε έναν πολύ σωστό δρόμο και αυτή η πρόταση της IniCredit, της UNICEF το πιστοποιεί αυτό».