“Πιλοτική” η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις συντάξεις των δικαστών (ολόκληρο το κείμενο)- Αφορά 350-400 προσφυγές- Γιατί σπεύδει με νομοθετική ρύθμιση η κυβέρνηση

 “Πιλοτική” η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις συντάξεις των δικαστών (ολόκληρο το κείμενο)- Αφορά 350-400 προσφυγές- Γιατί σπεύδει με νομοθετική ρύθμιση η κυβέρνηση

Τουλάχιστον 400 δικαστές αφορά η απόφαση για αύξηση των συντάξεων. Αναμένεται νομοθετική ρύθμιση που θα προβλέπει οριζόντιες αυξήσεις στις συντάξεις στο επίπεδο του 70% των αποδοχών των ενεργεία δικαστικών χωρίς να δοθούν αναδρομικά. H κυβέρνηση φάνηκε να αιφνιδιάζεται και αρχικά διατύπωσε την άποψη πως πρόκειται για τρεις μεμονωμένες προσφυγές.

Εξαπέλυσε, δε, επίθεση για ηθικό ζήτημα, όμως ο Άδωνις Γεωργιάδης έθεσε πρώτος το ζήτημα του δημοσιονομικού εκτροχιασμού, κάτι που δεν θα συνέβαινε εάν όντως επρόκειτο για τρεις μόνο υποθέσεις. Ο Μάκης Βορίδης έβαλε στο τραπέζι ακόμα και την ανάγκη συνταγματικής αναθεώρησης ως προς το ζήτημα, ώστε να μην μπορούν τα ανώτατα δικαστήρια να ασκούν εμμέσως δημοσιονομική πολιτική, ενώ ο υπουργός Οικονομικών -που ανακοίνωσε νομοθετική ρύθμιση- μίλησε για “κυβερνώσα Δικαιοσύνη”

Οι αποφάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου

Με τρείς πιλοτικές της αποφάσεις (1330/2023, 1331/2023 και 1332/2023), η Ολομέλεια του
Ελεγκτικού Συνεδρίου επέλυσε ζητήματα που εγέρθηκαν σχετικά με την εκτέλεση των
255/2021 και 2/2022 αποφάσεων του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος
Δικαστηρίου (Μισθοδικείου).
Το ειδικό αυτό Δικαστήριο1 έκρινε στις εν λόγω αποφάσεις του ότι η υπαγωγή για τον
υπολογισμό των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών στη νομοθεσία περί ΕΦΚΑ είναι
αντισυνταγματική
λόγω του υπερβολικά χαμηλού ποσοστού αναπλήρωσης που προκύπτει
και ότι, μετά τη θέση εκποδών ως αντισυνταγματικής της εν λόγω νομοθεσίας, εφαρμόζεται
για τον υπολογισμό των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών η προϊσχύσασα νομοθεσία2
Υπενθυμίζεται ότι με τις πιλοτικές δίκες ως οι ανωτέρω επιλύονται ζητήματα γενικότερου
ενδιαφέροντος που έχουν συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων και όχι διαφορές που
αφορούν ειδικώς τον συγκεκριμένο διάδικο, το δικόγραφο του οποίου, φέροντας τα εν λόγω
χαρακτηριστικά, έδωσε απλώς λαβή για την επίλυση των εν λόγω ζητημάτων.
Ασκώντας την παρακολουθηματικού χαρακτήρα έναντι του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2
του Συντάγματος Δικαστηρίου δικαιοδοσία του, το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε τα εξής στο
πλαίσιο των ήδη επιλυθέντων από το ειδικό αυτό Δικαστήριο ζητημάτων:
Η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής
προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών
λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του
δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου,
επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της
αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον
τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο
1
Το ειδικό κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστήριο, όταν δικάζει μεταξύ άλλων
διαφορές από συντάξεις δικαστικών λειτουργών, συγκροτείται κατά πλειοψηφία από μη δικαστικούς
λειτουργούς.
2
Σε προηγούμενη απόφασή του (1/2018) το ως άνω Δικαστήριο είχε κρίνει ότι η αναπλήρωση σε
ποσοστό ίσο ή κατώτερο του 60% σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού είναι επίσης αντίθετη στο
Σύνταγμα. τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα
εκτελεστή διοικητική πράξη· τυχόν δε άρνηση να ενεργήσει σχετικώς αποτελεί απορριπτική
εκτελεστή διοικητική πράξη που προσβάλλεται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Σε υποθέσεις συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται
κατά το Σύνταγμα να σέβεται τις επί νομικών ζητημάτων κρίσεις του ειδικού Δικαστηρίου,
που έχει τη σχετική πρωτογενή εκ του Συντάγματος δικαιοδοσία. Μη νόμιμη και ακυρωτέα η
σιωπηρή άρνηση της συνταξιοδοτικής Διοίκησης για επανακανονισμό της σύνταξης
δικαστικού λειτουργού, αφού αυτή όφειλε να υπολογίσει τη σύνταξή του μη εφαρμόζοντας
τις κριθείσες αρμοδίως ως αντισυνταγματικές ρυθμίσεις, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών.
Εφαρμοστέες για τον κανονισμό της σύνταξης των δικαστικών λειτουργών εκκαλούντος είναι
οι προϊσχύσασες του ν. 4387/2016 διατάξεις, ενώ το καταβλητέο ποσό της σύνταξής τους
υπόκειται μόνο στις περικοπές και τις κρατήσεις που δεν αντίκεινται σε υπερνομοθετικής
ισχύος κανόνες, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί από το εν λόγω ειδικό Δικαστήριο και το
Ελεγκτικό Συνέδριο.
Το ζήτημα της συμπερίληψης στις αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό
της αναλογίας μεταξύ αποδοχών ενεργείας και συντάξιμων αποδοχών, του ποσού της
αποζημίωσης λόγω της συμμετοχής δικαστικών λειτουργών στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο,
ανήκει, ως εκ της φύσης του ζητήματος και ενόψει του ότι δεν έχει αυτό επιλυθεί με
προηγούμενη απόφασή του, στην αρμοδιότητα του κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του
Συντάγματος ειδικού Δικαστηρίου.

Στόχος ο Ράμμος;

Δεν είναι αλήθεια, ότι έχουν προσφύγει μόνο τρεις δικαστές (μεταξύ των οποίων ο Χρήστος Ράμμος της ΑΔΑΕ) για το ζήτημα των συντάξεων. Σύμφωνα με νομικές πηγές οι προσφυγές, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, είναι εκατοντάδες. Το Ελεγκτικό Συνέδριο προχώρησε απλά σε επιλογή υποθέσεων οι οποίες εκδικάστηκαν πιλοτικά.

Η πρώτη αντίδραση κυβερνητικών στελεχών έκανε λόγο για τρείς μόνο προσφυγές, ο γνωστός εργατολόγος Αλέξης Μητρόπουλος, ωστόσο, τόνιζε εξαρχής πώς ακολουθούν εκατοντάδες ακόμα προσφυγές. Προφανώς γνώριζε καλύτερα και ως φαίνεται δικαιώθηκε. Γι αυτό και η κυβέρνηση σπεύδει με νομοθετική ρύθμιση, ενώ εάν πραγματικά η υπόθεση αφορούσε μόνο τρεις δικαστές το πρόβλημα θα ήταν αμελητέο.

Είναι επίσης σαφές ότι οι προσφεύγοντες, μεταξύ αυτών και ο κ. Ράμμος, δεν ζητούν την καταβολή αναδρομικών αλλά μόνο την επίλυση του ζητήματος που προέκυψε με την προσωπική διαφορά και τον τρόπο υπολογισμού των αποδοχών. Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο.

Ούτε καν η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι πρωτοφανέρωτη. Ο νομικός κόσμος γνωρίζει πολύ καλά ότι το εν λόγω δικαστήριο υιοθέτησε μία πάγια νομολογία του Μισθοδικείου που βρίσκεται σε ισχύ εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια. Ούτε φυσικά επιδικάστηκαν ποσά, απλά η υπόθεση αναμπέπεται σε αρμόδιο τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Σχετικά Άρθρα