“Πατριδόμετρα”, Κέντρο και ρεαλισμός/ Ο κίνδυνος της ακροδεξιάς
Παρότι πολλοί στην κομματική αρένα επικαίρουν για την εκλογική συντριβή και την μετεκλογική ομφαλοσκόπηση του ΣΥΡΙΖΑ, η οκτακομματική Βουλή επιβεβαιώνεται σταδιακά όχι μόνο ως “βαβέλ” αλλά, κυρίως, ως επιτομή της ιδεολογικής και πολιτικής ανισορροπίας. Κι αυτό είναι κακό για το πολιτικό σύστημα και ίσως γίνει ακόμα χειρότερο επειδή τα επόμενα χρόνια η πανίσχυρη κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με προκλήσεις και με επιλογές που είτε θα κάνει είτε θα της ζητηθούν.
Τα εθνικά θέματα, με αιχμή τα ελληνοτουρκικά είναι πιθανό να είναι ένα απ΄ αυτά τα πεδία. Δεν είναι τυχαία η παρέμβαση του Νίκου Δένδια περί “πατριδόμετρου” που είχε μεν στόχο την ακροδεξιά εκτείνεται, όμως, εμμέσως και στο κραυγάζον εκλογικό ακροατήριο της Ν.Δ που θέλει να σύρει μέχρι τέλους τον ηττημένο ΣΥΡΙΖΑ ανάμεσα στα καυδιανά δίκρανα.
Είπε χαρακτηριστικά:
«Ουδείς σ’ αυτή την αίθουσα είναι εξ’ ορισμού περισσότερο ή λιγότερο πατριώτης.
Ουδείς εκδίδει πιστοποιητικά πατριωτισμού.
Ουδείς κατέχει πατριδόμετρο.
Και θέλω επίσης να καταστήσω σαφές:
Δεν θα επιτρέψουμε να συρθούν τα εθνικά μας θέματα στο βούρκο λαϊκισμό
Στη λάσπη κομματικών αντιπαραθέσεων.
Δεν θα επιτρέψουμε στις εθνικιστικές κορώνες να επικυριαρχήσουν των εθνικών συμφερόντων.
Δεν θα επιτρέψουμε στην πατριδοκαπηλία, εφ’ όσον εμφανισθεί, να χρησιμοποιήσει ως προκάλυμμα την Εθνική Άμυνα της χώρας /να δηλητηριάσει την εθνική ομοψυχία».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επικράτησε πανηγυρικά στον χώρο του λεγόμενου κέντρου, του ευρύτατου και μάλλον απροσδιόριστου χώρου που εκλέγει κυβερνήσεις. Αρκετοί αντιλαμβάνονται την συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ (και προσωπικά του Αλέξη Τσίπρα) ως το τέλος της αριστεράς. Η ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς, λένε, έπαυσε να υφίσταται.
Δυσκολεύονται, ωστόσο, να αντιληφθούν πως η μονοκαλλιέργεια στο κέντρο δημιουργεί μεγάλα πολιτικά και ιδεολογικά κενά. Εάν δεν υπάρχουν δύο πόλοι που αντιπαρατίθενται, αλλά να μπορούν και να συγκλίνουν στα μείζονα (π.χ στα εθνικά θέματα), τότε η αντίδραση, ακόμα και η οργή των πολιτών θα αναζητά έκφραση στα άκρα. Στις μέρες μας το άκρο είναι ένα και πρόκειται για την ακροδεξιά που καλπάζει σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ποτέ άκρο, σε πείσμα του αφηγήματος που καλλιεργήθηκε από τη Ν.Δ του Αντώνη Σαμαρά στην μετα-αντιμνημονιακή της περίοδο, και αυτό ήταν ένα σοβαρό λάθος.
Το πολιτικό σύστημα θα μπορούσε να λειτουργήσει καλύτερα σε έναν άξονα (κεντρο)δεξιάς- (κεντρο) αριστεράς, με ενσωματωμένες πιο ριζοσπαστικές εκφάνσεις που όμως δεν θα επικαθορίζουν την κεντρική αντίληψη.
Η αναφορά της Έφης Αχτσιόγλου περί μιας “ρεαλιστικής αριστεράς” που θα εκτείνεται ως το προοδευτικό κέντρο, εάν δεν είναι απλώς μια προσπάθεια ενσωμάτωσης των τάσεων και πράγματι το εννοεί, έχει ενδιαφέρον.
Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί -τουλάχιστον όχι κατά τα φαινόμενα- να αντιληφθεί τον ρόλο του, δίνει μια μάχη χαλασμένου εκκρεμούς. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια τελευταία ευκαιρία να υπερβεί τον κακό του εαυτό και να ξεφύγει από το “παιχνίδι φυλών” που προκαλεί παραλυσία. Αλλιώς, η ακροδεξιά θα γίνεται ολοένα και περισσότερο ανεκτή, θα νομιμοποιείται κοινοβουλευτικά και κανένα τεχνητό όριο (5%) δεν θα μπορέσει να ανακόψει την πορεία της.