Μήπως ηττήθηκε ο Τσίπρας πριν τον νικήσει ο Μητσοτάκης;
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχασε τις εκλογές την Κυριακή. Τις είχε χάσει εδώ και πάρα πολύ καιρό, όταν είχε χάσει και την γείωσή του με την κοινωνία και παλινδρομούσε μεταξύ εσωστρέφειας, αντιπολίτευσης χωρίς πυξίδα και στόχευση και απουσίας ορθολογικού σχεδίου εξουσίας.
Κυρίως, όμως, επειδή ουδέποτε κατανόησε πως το δομικό του πρόβλημα είναι πως δεν είχε να προβάλλει αφήγημα κυβερνησιμότητας. Κάπως έτσι έδωσε στο πιάτο του Κυριάκου Μητσοτάκη την εκπροσώπηση του δόγματος ΤΙΝΑ (There is no alternative) και ως ορντέβρ έναν εκλογικό θρίαμβο που αλλάζει άρδην και πιθανότατα για αρκετά χρόνια τους πολιτικούς συσχετισμούς και σκοτώνει την ελπίδα του προοδευτικού χώρου να αναδειχθεί σε αξιόπιστο εναλλακτικό πόλο διακυβέρνησης.
Στις επόμενες εκλογές, δε, κινδυνεύει από περαιτέρω ανεξέλεγκτη διολίσθηση από το 20% εξαιτίας της ματαιότητας που μπορεί να δημιουργήσει στους εναπομείναντες ψηφοφόρους του, ενώ δεν πρέπει πλέον να υποτιμάται πως “υπάρχει νέος σερίφης στην πόλη”: το ΠΑΣΟΚ που έδειχνε να ματαιοπονεί σε μονοψήφια ποσοστά στις μετρήσεις, ίσως κερδίσει, στο κενό που αφήνει ο ΣΥΡΙΖΑ, την δυνατότητα να προβληθεί ως πειστικότερη αξιωματική αντιπολίτευση. Ακόμα κι αν δεν κατακτήσει την θέση στην δεύτερη εκλογική αναμέτρηση μπορεί να την διεκδικήσει ατύπως αλλά ουσιαστικά στη Βουλή εκεί που ο ΣΥΡΙΖΑ θα ομφαλοσκοπεί, θα επιχειρεί να αποτιμήσει την συντριπτική του ήττα, θα αναζητά νέα πολιτική ταυτότητα, πιθανώς και νέο αρχηγό.
Ακόμα, όμως, κι αν κατορθώσει να μαζέψει τα κομμάτια του και λόγω κάποιου όψιμου ενστίκτου επιβίωσης να ανακτήσει κάποια από τα χαμένα εδάφη του, το πρόβλημα παραμένει. Ίσως, μάλιστα, η βελτίωση κατάτι του ποσοστού του να τον αποπροσανατολίσει και να του δημιουργήσει την ψευδαίσθηση που τον συνεπήρε το 2019, όταν χάρη σε ένα προσωπικό ντεμεράζ του Αλέξη Τσίπρα έφτασε από το ποσοστό διάλυσης των ευρωεκλογών στην παράταση ζωής με τον αναπνευστήρα του 31,5%. Πολλοί παραπλανήθηκαν εκείνη την εποχή και νόμισαν πως η πολιτική επανεκκίνηση είναι απλώς το πάτημα ενός κουμπιού.
Αρκετά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ μιλούσαν στα τηλεοπτικά πάνελ, το βράδυ της Κυριακής, για “στρατηγική ήττα της απλής αναλογικής”. Μόνο που η απλή αναλογική είναι εκλογικό σύστημα, ούτε κόμμα είναι, ούτε πολιτικός αρχηγός, για να ηττηθεί. Παλαιάς κοπής πασοκογενής πολιτικός του ΣΥΡΙΖΑ έλεγε πως “η απλή αναλογική είναι για το δεύτερο κόμμα, όχι για ένα κόμμα εξουσίας που έρχεται δυναμικά να κυβερνήσει”. Υπό μία έννοια έχει δίκιο. Διότι, η απλή αναλογική δεν είναι τέχνασμα, ούτε όχημα εκβιασμού της συνεργασίας του προοδευτικού χώρου. Από την στιγμή, όμως, που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ψήφισε το συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα, μέχρι την τυπική έναρξη της (μακράς) προεκλογικής περιόδου, πέρυσι τον Σεπτέμβριο, δεν έκανε το παραμικρό για να καλλιεργήσει τις συνθήκες σύγκλισης των προοδευτικών δυνάμεων. Τεχνικά θεώρησε πως το άθροισμα των ποσοστών των πολιτικών υποκειμένων από το ΠΑΣΟΚ (δεξιότερα του ιδίου) μέχρι και το ΚΚΕ (στα αριστερά του) είναι όμοροι χώροι που περίπου υποχρεούνται να αποδεχθούν την πολιτική του ηγεμονία και να συνασπιστούν έναντι της δεξιάς. Πιό αφελής και ερασιτεχνική τακτική δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Κι’ όμως, εκεί βασίστηκε η ατζέντα μιας αυτοκαταστροφικής προεκλογικής καμπάνιας που την αποδομούσαν καθημερινά, και λίγο λίγο, τα “ούτε-ούτε” του Νίκου Ανδρουλάκη, οι μικρές θεωρίες του χάους του Γιάνη Βαρουφάκη, και η μπρουτάλ απόρριψη του Δημήτρη Κουτσούμπα.
Δυστυχώς, αυτή την φορά δεν υπάρχει άλλοθι και για τον ίδιο τον πρόεδρο του κόμματος. Ανέβασε, για παράδειγμα, ταχύτητα για να υλοποιήσει το σχέδιο διεύρυνσης και να καταστήσει συμπαγή την ηγεσία του, αφήνοντας πίσω τον ναρκισισμό των τάσεων και των “οπλαρχηγών”. Κι ενώ με την απευθείας εκλογή του έφερε στον ΣΥΡΙΖΑ 170.000 νέα μέλη δεν κατάλαβε ουδείς πως ήδη είχαν αρχίσει να χάνονται μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόροι. Το διαπίστωσαν έκπληκτοι την Κυριακή και ακόμα πιο έκπληκτοι είδαν ένα σημαντικό τμήμα αυτών να μετακινείται απευθείας στη Ν.Δ του Κυριάκου Μητσοτάκη!
Ένα κραυγαλέο δείγμα αυτής της έλλειψης γείωσης με την κοινωνία ίσως είναι η αίσθηση που έχει η ηγεσία και τα κορυφαία στελέχη του σχετικά με την πραγματική αντιστοίχηση στο εκλογικό σώμα. Τους τελευταίους μήνες πριν τις εκλογές του 2019, για παράδειγμα, υπουργοί και κομματική ηγεσία διερήγνυαν τα ιμάτιά τους -και το πίστευαν- πως θα τις κερδίσουν με 3 ή και 4 μονάδες διαφορά. Η παταγώδης διάψευση χρεώθηκε στο πρώτο “μαύρο πρόβατο” που βρέθηκε στον δρόμο. Και τώρα, όμως, τέσσερα χρόνια μετά από ένα πάθημα που θα έπρεπε να είχε γίνει μάθημα, η (επίσημη) πρόβλεψη ήταν πως στην χειρότερη των περιπτώσεων ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχανε με 3 μονάδες από τη Ν.Δ, θα “έγραφε”, δε, ποσοστό πάνω από 30%. Η άποψη πως το εκλογικό ακροατήριο υποεκπροσωπείται στις δημοσκοπήσεις αποδείχθηκε ακριβώς το αντίθετο. Οι μετρήσεις έπεσαν ηχηρά έξω επειδή η εκπροσώπηση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πολύ μικρότερη από την υποεκπροσώπηση που επικαλούνταν στην Κουμουνδούρου.
Μπορεί να απαριθμήσει κανείς πολλές λανθασμένες προβλέψεις και εκτιμήσεις. Παραδείγματος χάριν, σήμανε συναγερμός όταν κάποια στιγμή δαπίστωσαν πως υπάρχει στασιμότητα στις δημοσκοπήσεις παρά την φθορά της κυβέρνησης και αυτή αποδώθηκε στον πρόσκαιρο εξοβελισμό του Παύλου Πολάκη από τα ψηφοδέλτια. Και έσπευσαν -αξιοποιώντας το βαρύ κλίμα για τις ευθύνες της κυβέρνησης σχετικά με την τραγωδία των Τεμπών- να τον επαναφέρουν από την πίσω πόρτα. Τελικά, μήπως η παλινωδία στοίχισε πολύ περισσότερο;
Άλλο ζήτημα. Πριν ενάμιση χρόνο ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε έναν εντυπωσιακό κατάλογο ονομάτων για το προεδρικό think tank που υποτίθεται πως αποτελούσε προβολή σε μία νέα κυβερνητικη ομάδα. Πολλοί αναθάρρησαν για ένα ουσιαστικό βήμα διεύρυνσης. Και, μετά, για 14 μήνες, ουδείς είδε έστω και ένα από αυτά τα πρόσωπα δίπλα στον αρχηγό, ενώ από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ βαλλόταν ότι εάν ξανακυβερνήσει θα επαναφέρει όλα εκείνα τα πρόσωπα που -δικαίως ή αδίκως- συνδέθηκαν με αρνητικές συμπεριφορές και νοοτροπίες της προηγούμενης διακυβέρνησης. Όταν ο Ηλιόπουλος, η Λινού, η Βουτυράκου και άλλοι εμφανίστηκαν στα ψηφοδέλτια ήταν ήδη αρκετά αργά, η δε αντίφαση με τις θεωρίες των τοπικών νομισμάτων, τις αυτοχειρίες του Κατρούγκαλου και της Φωτίου, παρήγαγαν σύγχυση και αναιρούσαν (ξανά) τις όποιες εντυπώσεις περί νέας κυβερνησιμότητας.
Αλλά και στην οικονομία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιλήφθηκε τον “κόντρα ρόλο” της κυβέρνησης. Ο “νεοφιλελεύθερος Μητσοτάκης” μοίρασε δισεκατομμύρια με επιδόματα που στόχευαν σε συγκεκριμένα εκλογικά κοινά και ο Τσίπρας ασκούσε κριτική ή ότι ήταν ψίχουλα, ή πως ο ίδιος θα μπορούσε να δώσει περισσότερα.
Μπορεί κανείς να παραθέσει πολλούς ακόμα λόγους που οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ στην συντριπτική ήττα. Ακόμα και η επιλογή να είναι ο ίδιος ο αρχηγός υποψήφιος στις Σέρρες απέναντι στον… Καραμανλή! Δεν τον προειδοποίησε κανείς πως ο σερραϊκός καραμανλικός μικρόκοσμος θα στηρίζει το …όνομα ακόμα κι αν καταστρέψει την υδρόγειο; Πως κρίνουν, τώρα, στην Κουμουνδούρου το γεγονός ότι και ο παραιτηθείς υπουργός εξελέγη απνευστί και ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε οκτώ μονάδες στην συγκεκριμένη περιφέρεια; Όπως έχασε και το χωριό καταγωγής του.
Όλοι, όμως, οι λόγοι, συμπυκνώνονται σε μία δέσμη προβλημάτων που ξεκινούν από την έλλειψη πολιτικού επαγγελματισμού στην οργάνωση των αφηγημάτων, των στόχων, και της επικοινωνιακής ρητορικής, και φθάνουν στην αδυναμία κατανόησης της συντηρητικοποίησης της κοινωνίας και της αναζήτησης ενός περιβλήματος ασφαλείας.
Δυστυχώς, έχει παρέλθει ο καιρός που τα παραπάνω ήταν πρόβλημα της “Ομπρέλας”, του Πολάκη, του κάθε στελέχους που έβγαινε στα κανάλια ή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και έλεγε ή έγραφε ιδεοληψίες ή, απλώς, αρλούμπες. Ο Αλέξης Τσίπρας κέρδισε με το σπαθί του τον θρόνο του αρχηγού, πώς τον αξιοποίησε όμως; Η αδιαμεσολάβητη σχέση του με τους πολίτες και η χαρισματικότητά του δεν κατόρθωσαν να μεγαλώσουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Ηττήθηκε μόνος του πριν τον νικήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Κι αυτό είναι ένα σοβαρό θέμα που πρέπει να αντιμετωπίσει.
Μέχρι την επόμενη εκλογική αναμέτρηση πρέπει να μαζέψει τα κομμάτια του και να συσπειρώσει όσες δυνάμεις του απέμειναν. Μετά; Ο ίδιος θα αποφασίσει, αλλά αυτή τη φορά τα σημάδια των καιρών είναι αμείλικτα και δεν μπορεί να τα κρύψει κανείς πίσω από συναισθηματισμούς και ατέρμονους ορίζοντες απολογισμών.
Ούτως ή άλλως την Ιστορία την έχει κερδίσει. Ουδείς στον ευρύτερο χώρο του δεν έχει κατορθώσει αυτό που κατόρθωσε αυτός. Τίποτε δεν ήταν ίδιο πριν από αυτόν, πιθανώς τίποτε δεν θα είναι ίδιο και μετά από αυτόν. Στην στιγμή ενδιάμεσα, εκείνος πάλι θα αξιολογήσει και θα βάλει την υπογραφή του. Έχει μάθει ώστε να έχει την εσωτερική δύναμη να αλλάξει τα πάντα; Αμφιβολίες δεν συγχωρούνται διότι το μέλλον τον υπερβαίνει…