Το… ξεχασμένο σκάνδαλο των υποκλοπών βάζει “φωτιά” στο προεκλογικό σκηνικό – Σκληρή τοποθέτηση Τσίπρα, εξηγήσεις Ανδρουλάκη, στροφή από Σκέρτσο
Φωτιά έχει πάρει και πάλι το πολιτικό σκηνικό με το σκάνδαλο των υποκλοπών. Η δήλωση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, ότι στόχος του είναι να πάνε φυλακή όσοι εμπλέκονται στο παρακράτος αλλά και η παραδοχή του πρωθυπουργού, ότι οι παρακολουθήσεις ήταν εθνικό σκάνδαλο δημιουργούν νέες συνθήκες στο προεκλογικό σκηνικό. Αλλάζει επί της ουσίας την ατζέντα για τις επόμενες 11 ημέρες.
Το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας προέβη σε on camera σκληρή δήλωση για τις υποκλοπές και για όσα ειπώθηκαν στην τηλεμαχία της Τετάρτης, δείχνει ότι η αντιπολίτευση αξιολογεί και πάλι ως μείζον θέμα το σκάνδαλο.
Πρόκειται για μείζονος σημασίας θέμα που αφορά την δημοκρατική ομαλότητα και αγγίζει πολλούς ψηφοφόρους. Μάλιστα ο Νίκος Ανδρουλάκης καθ’ όλη τη διάρκεια του debate αναφερόταν διαρκώς στο ζήτημα.
Στο Μαξίμου δεν αποκλείεται να επιχειρήσουν να αλλάξουν ξανά την πολιτική ατζέντα. Προς το παρόν τηρούν σιγήν ιχθύος σχετικά με το θέμα. Ο Κ. Μητσοτάκης από τα Τρίκαλα δεν έκανε καμιά αναφορά αλλά απαρίθμησε τα επιτεύγματα της προηγούμενης τετραετίας υποσχόμενος συνέχιση της πορείας εκσυγχρονισμού της χώρας. Κάτι που δεν δείχνουν διατεθειμένοι να κάνουν οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί.
Ο κ. Σκέρτσος αρκέστηκε να κάνει λόγο για μια πολύ σοβαρή υπόθεση και απάντησε ότι εξαντλήθηκε ο διάλογος, ότι είχαμε να πούμε το είπαμε και ότι η υπόθεση είναι στα χέρια της δικαιοσύνης. Μάλιστα ισχυρίστηκε ότι ο πρωθυπουργός δεν ομολόγησε σκάνδαλο υποκλοπών αλλά ότι δήθεν διάβασε το δημοσίευμα του Economist.
Ενώ ερωτηθείς και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Αυτό το οποίο έχω να πω σε σχέση με την αναφορά του πρωθυπουργού στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων είναι ότι αναφερόταν στο δημοσίευμα του Economist και διάβασε την συγκεκριμένη αναφορά όπου η Ελλάδα σύμφωνα με τον Economist έχει ανεβεί 14 θέσεις στο δείκτη αξιολόγησης. Επομένως η αναφορά αφορούσε το δημοσίευμα του Economist και δεν αποτελούσε κάποια αναφορά ή πολιτικό χαρακτηρισμό».
Καταρχάς ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας με τη δήλωσή του για διαφάνεια και λογοδοσία όσων ενεπλάκησαν στο σκάνδαλο. Το ίδιο θα κάνει τις επόμενες ώρες και ο Νίκος Ανδρουλάκης ο οποίος τώρα θα πιεστεί περισσότερο να δώσει ονόματα εκείνων που πρέπει να πάνε φυλακή για τις υποκλοπές.
Το πρωί, πάντως, μιλώντας στον Σκάι ο κ. Ανδρουλάκης τόνισε πώς έχει πικρία, όχι προσωπική αλλά για την έλλειψη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είναι εκτός της ευρωπαϊκής κουλτούρας. Εξέφρασε την ελπίδα ότι θα ζητήσουν συγγνώμη όλα εκείνα τα στελέχη της ΝΔ που εξαπέλυσαν εις βάρος του δηλητηριώδεις επιθέσεις με αναρτήσεις και σχόλια. Επανέλαβε ότι έχει εμπιστοσύνη στην Δικαιοσύνη ωστόσο παρατήρησε πως πρέπει η ίδια να εξηγήσει γιατί, αφού ο πρωθυπουργός λέει ότι δεν είναι εθνικός κίνδυνος γιατί η εισαγγελέας κ. Βλάχου υπέγραψε το αίτημα του πρώην διοικητή της ΕΥΠ, κ. Κοντολέων, να τον παρακολουθούν. Πρόσθεσε ότι επιμένει να ζητάει ποινικές ευθύνες για εκείνους που το διέπραξαν και πως αυτές θα τις αποδώσει η Δικαιοσύνη. «Δεν τις απονέμουν τα κόμματα», συμπλήρωσε.
Σε κάθε περίπτωση, του πιστώνεται θετικά το γεγονός ότι από το debate και έπειτα η μόνη συζήτηση που γίνεται αφορά την υπόθεση των παρακολουθήσεων που είχε «παγώσει» το προηγούμενο διάστημα. Ακόμη και μετά την έκθεση της επιτροπής Pega, η κυβέρνηση ήθελε να ρίχνει τη μπάλα στην εξέδρα, όμως, τώρα βρίσκεται ξανά στριμωγμένη στα σχοινιά.
H «στροφή» που έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης με όσα είπε στην τηλεμαχία μετά την ερώτηση της Ράνιας Τζίμα, δείχνει ότι δεν έγινε τυχαία, ότι δεν ήταν μια λανθασμένη αναφορά υπό την πίεση του χρόνου. Αλλά ήταν μια στρατηγική επιλογή να «χρεώσει» το σκάνδαλο σε όσους ενεπλάκησαν σε αυτό, ξεκινώντας από τον πρώην διευθυντή του γραφείου του, Γρ. Δημητριάδη, αλλά και του πρώην επικεφαλής της ΕΥΠ, κ. Κοντολέοντα.
Ο κ. Μητσοτάκης χαρακτήρισε για πρώτη φορά «σκάνδαλο» τις υποκλοπές ενώ είπε: «Οι εξηγήσεις που δόθηκαν για τις παρακολουθήσεις δεν ήταν επαρκείς. Ποτέ δεν θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο παρακολούθησης ο κ. Ανδρουλάκης, δεν είναι κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια της χώρας».
Και συνέχισε:
- «Πρέπει να υπάρξει άμεση διαλεύκανση του θέματος αυτού από τη Δικαιοσύνη. Χάρηκα που άκουσα τον κ. Ανδρουλάκη να λέει ότι εμπιστεύεται την ελληνική Δικαιοσύνη, είναι σημαντικό αυτό, γιατί πρέπει να μάθουμε ακριβώς αν υπήρχαν όντως ποινικές ευθύνες σε αυτήν την υπόθεση».
Με την αποστροφή αυτή ανοίγει κι ο ίδιος το δρόμο για να βρεθούν όσοι έχουν ποινικές ευθύνες και οι υποκλοπές αναβαθμίζονται πραγματικά σε σκάνδαλο που πρέπει να διαλευκανθεί.
Θυμίζουμε ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης είχε στην τηλεμαχία:
- «Δεν αποτελώ κίνδυνο για τη Δημοκρατία, αλλά αποτελούσα κίνδυνο για τη Νέα Δημοκρατία, όταν εξελισσόταν η εσωκομματική διαδικασία με τις εκλογές του ΠΑΣΟΚ» τόνισε και… έσκασε τη βόμβα που συζητούν όλοι: «Στόχος μου είναι να πάνε φυλακή όσοι έστησαν το παρακράτος των παρακολουθήσεων σε βάρος εμού και άλλων πολιτών».
Όπως αποκάλυψε η δημοσιογράφος του Mega, Ράνια Τζίμα, υπήρξε αναστάτωση στο πάνελ με όσα ειπώθηκαν για φυλακές:
- «Κάποια στιγμή λέει ο κ. Ανδρουλάκης πως «κάποιοι πρέπει να πάνε φυλακή». Και μένουμε άναυδοι οι δημοσιογράφοι! Κοιταζόμαστε μεταξύ μας, δίπλα μου ήταν ο Παναγιώτης Στάθης και ακριβώς παραδίπλα ο Αντώνης Σρόιτερ. Σκουντάω, δεν μας έπιαναν εκείνη την ώρα οι κάμερες, λέω «παιδιά, θα κάνουμε κάτι; Θα πούμε κάτι;». Με βλέπει ο Κουβαράς και μου γνέφει «δεμένα τα χέρια μου». Δηλαδή βγαίνει ένας πολιτικός αρχηγός και λέει για τις υποκλοπές ότι κάποιος πρέπει να πάει φυλακή και δεν μπορούσαμε να τον ρωτήσουμε ποιον εννοεί».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, λίγες ώρες μετά το debate έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα στην υπόθεση των υποκλοπών:
- «Από τη χθεσινή συζήτηση, προέκυψε μία σπάνια είδηση. Για πρώτη φορά δημόσια, ο κύριος Μητσοτάκης παραδέχθηκε ότι υπάρχει σκάνδαλο υποκλοπών και ότι δεν υπήρξε κανένας εθνικός λόγος για τις παρακολουθήσεις» τόνισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, υπογραμμίζοντας ότι «αν όμως δεν υπήρξε κανένας εθνικός λόγος για τις παρακολουθήσεις, πώς ο ίδιος επικαλέστηκε εθνικό απόρρητο, προκειμένου να συγκαλύψει την αλήθεια στην εξεταστική επιτροπή και γιατί η κυρία Βλάχου που χωρίς κανέναν εθνικό λόγο παρανόμως υπέγραφε – η εισαγγελέας της ΕΥΠ – τις παράνομες αυτές παρακολουθήσεις;».
«Γιατί παραμένει ακόμα στη θέση της και γιατί 9 μήνες μετά η Δικαιοσύνη δεν έχει αποδώσει καμία ευθύνη, καμία κατηγορία σε κανέναν; Η αναφορά του κύριου Ανδρουλάκη για την ανάγκη οι υπαίτιοι αυτού του παρακράτους να λογοδοτήσουν είναι εύλογη. Μόνο που είναι εξίσου εύλογο ότι με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν πρόκειται ποτέ αυτό να γίνει πράξη» συμπλήρωσε ο Αλέξης Τσίπρας.
«Μόνο με προοδευτική κυβέρνηση μπορεί να γίνει αυτό πράξη. Στις 22 του Μάη ας αναλάβουμε λοιπόν όλοι μας τις ευθύνες που μας αναλογούν» κατέληξε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που ερωτώνται σχετικά με το θέμα αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο για Ειδικό Δικαστήριο για τις υποκλοπές εφόσον η δικαιοσύνη βρει στοιχεία που να εμπλέκουν πολιτικά πρόσωπα.
Η απάντηση Σκέρτσου
Απαντώντας ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε ότι «ο κ. Τσίπρας, προσπαθώντας, όπως το συνηθίζει, να δημιουργήσει εντυπώσεις λόγω της χαμηλής απήχησης που είχαν τα μηνύματά του στο χθεσινό debate, μια μέρα μετά, ανακαλύπτει ‘σκάνδαλο’».
Και επανέλαβε πως «αυτό που έκανε ο πρωθυπουργός στο debate δεν ήταν τίποτα περισσότερο από το να αναφέρει επί λέξει τον τίτλο του περιοδικού Economist που, σε αντίθεση με όσα λέει ο κ. Τσίπρας, κατατάσσει την Ελλάδα στη φετινή έκδοση του ‘Δείκτη Δημοκρατίας’, 9 θέσεις ψηλότερα σε ετήσια βάση και 14 θέσεις ψηλότερα από το 2018».
Όπως τονίζει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, «ο τίτλος του άρθρου είναι: Η Ελλάδα εμφανίζει σημαντική βελτίωση παρά το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων. (Greece: a big improver despite the spyware scandal)».
«Η αναφορά ήταν σαφής, όσο και αν προσπαθεί να τη διαστρεβλώσει ο κ. Τσίπρας», σημειώνει ο Άκης Σκέρτσος, προσθέτοντας πως «η υπόθεση των παρακολουθήσεων βρίσκεται στα χέρια της Δικαιοσύνης, στην οποία – σε αντίθεση με τον κ. Τσίπρα – έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επισυνάπτει στην ανακοίνωσή του τόσο το άρθρο του Economist, όσο και ολόκληρη την έκθεση.