Κι αν έχει κάποιο δίκιο ο Αλέκος Παπαδόπουλος;- Η προεκλογική παροχολογία και η καλλιεργούμενη ευφορία…
Οι εκλογές της μεθεπόμενης Κυριακής (21η Μαϊου) και πιθανότατα -εκ του αποτελέσματος- οι δεύτερες στις αρχές Ιουλίου ίσως αποτελέσουν μία ακόμα “χαμένη ευκαιρία” να συζητηθούν τα μείζονα για την οικονομία. Αντιπαρατίθενται η αναπτυξιακή ευφορία που μεταδίδει η κυβέρνηση κραδαίνοντας κάποιες επιβραβεύσεις από το εξωτερικό (Economist) και η αδήριτη, μεν, όχι επαρκώς στηριγμένη, ωστόσο, ανάγκη που προβάλλει η αξιωματική αντιπολίτευση για αναδιανομή υπέρ των αδυνάτων και ένα ισχυρότερο κοινωνικό κράτος.
Οτιδήποτε προκαλεί ρωγμές στα δύο αυτά αφηγήματα μένει εκτός συζήτησης. Όπως συνέβη με τις αναφορές (συνέντευξη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τον Μάρτιο) του Κώστα Σημίτη για τους σοβαρούς κινδύνους κλυδωνισμών:
«Το επενδυτικό κλίμα που επιδιώκει να δημιουργήσει η κυβέρνηση είναι ένας επιβεβλημένος στόχος που, χωρίς να υποτιμώ καθόλου ό,τι έχει γίνει μέχρι σήμερα, έχει αποδώσει ασταθή αποτελέσματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις κυριαρχούν οι επενδύσεις στο real estate και τα deals κερδοσκοπικών funds, τα οποία μάλιστα συχνά χρηματοδοτούνται με δάνεια από τις ελληνικές τράπεζες! Δηλαδή, με τα εθνικά μας κεφάλαια οι ξένοι αποκτούν τον έλεγχο της οικονομίας μας. Αυτό δεν λέγεται ξένη επένδυση αλλά κερδοσκοπικός οπορτουνισμός».
Όπως συνέβη με τις επίμονες παρόμοιες επισημάνσεις του Νίκου Χριστοδουλάκη, ο οποίος, μάλιστα, και σε πείσμα του κατηγορηματικού λόγου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, συνδέει τους παραπάνω κινδύνους με το περιεχόμενο της διακυβέρνησης που θα προκύψει από τις εκλογές, φτάνοντας έως το σημείο να εισηγείται (ψιθυριστά) την ανάγκη συγκρότησης κυβέρνησης ειδικού σκοπού (ενός έτους) των τριών μεγαλύτερων κομμάτων.
Και όπως συμβαίνει τις τελευταίες ημέρες με την ανοιχτή επιστολή του βετεράνου αλλά πάντοτε “επί ποδός” πρώην υπουργού Οικονομικών Αλέκου Παπαδόπουλου (KREPORT), η οποία σχεδόν αποσιωπήθηκε από κυβέρνηση και φίλα προσκείμενα ΜΜΕ και αναδείχθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ μόνο, όμως, ως προς το ότι αποδομεί το “ροζ σύννεφο” των επιχειρημάτων της κυβερνητικής πλευράς.
Ν.Δ και ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ διαπληκτίζονται για το κόστος των κυβερνητικών προγραμμάτων τους και για θεωρητικά και ανεφάρμοστα κατασκευάσματα, όπως η “Δήμητρα” του Γιάνη Βαρουφάκη, ή η έμπνευση περί τοπικών νομισμάτων του Ευκλείδη Τσακαλώτου, αποφεύγουν όμως να ψηλαφίσουν τον “οδικό χάρτη” προς μία νέα οικονομική καταστροφή που περιγράφει ο Αλέκος Παπαδόπουλος και επισημαίνουν και άλλοι.
Ακόμα, όμως, κι αν πρόκειται για εμμονές ενός αναχωρητή, θα άξιζε περισσότερη επεξήγηση από εκείνους στους οποίους απευθύνεται (Μητσοτάκη, Τσίπρα, Ανδρουλάκη), περισσότερο δε από τον πρωθυπουργό και το οικονομικό του επιτελείο που εκπέμπουν βεβαιότητα για το “οικονομικό θαύμα”. Κι αν έχει δίκιο ο Αλέκος Παπαδόπουλος; Εάν ο Σημίτης, ο Χριστοδουλάκης και άλλοι μπορούν να βλέπουν κάτι που άλλοι δεν θέλουν να δουν;
Στις αρχές του 2009, έχοντας μόλις αντικαταστήσει τον Γιώργο Αλογοσκούφη, ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιάννης Παπαθανασίου καθησύχαζε τους πάντες για την επίδραση που θα μπορούσε να έχει στην ελληνική οικονομία η διεθνής κρίση που είχε ξεσπάσει. Παρότι στον Κώστα Καραμανλή έφταναν εισηγήσεις για διπλές κάλπες τον Μάϊο εκείνης της χρονιάς (μαζί με τις ευρωεκλογές) πριν διογκωθούν ανεπίστρεπτα τα προβλήματα. Την συνέχεια την γνωρίζουμε. Αλλά και ο Γιώργος Παπανδρέου που κέρδισε τις εκλογές του Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς καθυστέρησε (παρότι γνώριζε) να συνειδητοποιήσει πλήρως την κρισιμότητα της κατάστασης. Την συνέχεια επίσης την γνωρίζουμε.
Μακάρι ο Αλέκος Παπαδόπουλος να είναι μία απαισιόδοξη “κασσάνδρα”, ένας θυμόσοφος γκρινιάρης και τίποτε περισσότερο. Μάλλον όμως δεν συμβαίνει αυτό, αφενός γιατί δεν είναι στη φύση του, αφετέρου επειδή δεν διεκδικεί τίποτε πιά από το πολιτικό σύστημα.
Εκτός, ωστόσο, από την αποσιώπηση που επιβάλλει η κυβερνητική πλευρά στις αναφορές του, τρομάζει το γεγονός ότι παραμένουν αμίλητοι οικονομολόγοι και λοιποί δημοσιολογούντες. Ίσως επειδή κι αυτοί ανακυκλώνουν την ευφορία της απρόσκοπτης πορείας προς την επενδυτική βαθμίδα και την αναπτυξιακή φρενίτιδα.
Κι αν έχει δίκιο;
Υ.Γ Παρατίθεται το σχετικό άρθρο του Αντώνη Παπαγιαννίδη (KREPORT) με αφορμή την ανοιχτή επιστολή του Αλέκου Παπαδόπουλου και ολόκληρο το άρθρο του πρώην υπουργού, όπως και του Κώστα Σημίτη.
Γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης:
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να σημειώσει κανείς πώς, σ’ αυτή τη θολή αν και τεχνητά έντονη προεκλογική περίοδο, μια κίνηση του παλαίμαχου Αλέκου Παπαδόπουλου, ο οποίος πεισματικά παραμένει έξω από την ενεργό πολιτική, έκανε – διαδιδόμενη από παράπλευρα εν πολλοίς κανάλια – την εντύπωση που προκαλεί μια μεγάλη πέτρα όταν πέφτει σ’ έναν αυτάρεσκα ήρεμο βάλτο.
Η ανοιχτή επιστολή με την οποία ο Αλ. Παπαδόπουλος απευθύνθηκε και στους τρεις επικεφαλής των βασικών πολιτικών δυνάμεων της εποχής, και την οποία φιλοξένησε το KReport την περασμένη Δευτέρα, δεν είναι μόνο ότι διαδόθηκε ευρύτερα αναπαραγόμενη συχνά με αμηχανία – το θέμα της άλλωστε, δηλαδή οι ασάφειες της δημοσιονομικής διαχείρισης και οι πονηρίες της απεικόνισής της, δεν την καθιστούσε εύκολο ανάγνωσμα. Την έχει αυτήν τη συνήθεια ο Αλέκος Παπαδόπουλος, να παρεμβαίνει σε στιγμές κρίσιμες και να απευθύνεται εμφατικά στους κεντρικούς υπεύθυνους της οικονομικής πολιτικής.
Επιστολές προς Κ. Σημίτη και Γ. Παπανδρέου
Είχε απευθύνει επιστολή-προειδοποίηση προς τον Κώστα Σημίτη τον Αύγουστο του 1996, αλλά και υπόμνημα στον Γιώργο Παπανδρέου τον Δεκέμβριο του 2004 . Και τα δυο αυτά δεν είχαν δοθεί στη δημοσιότητα, πλην όμως δημοσιοποιήθηκαν το 2014 ως βιβλίο με τον τίτλο προβληματισμού «Πολεμώντας τον επόμενο πόλεμο», δανεισμένο από την τάση πολιτικών συστημάτων και οικονομικών σχεδιασμών να πορεύονται κάθε φορά δίνοντας μάχες που ανήκαν σε προηγούμενους πολέμους.
Στο ίδιο αυτό βιβλίο, ο Αλ. Παπαδόπουλος έδινε την ολοκληρωμένη/διαχρονική κατάθεσή του για τον επόμενο, συνεχή «πόλεμο». Στο βιβλίο του αυτό – ενδιαφέρον: Με προλογικά καλωσορίσματα από Αντώνη Καρακούση, Αλέξη Παπαχελά και Βασίλη Ράπανο – ο Αλ. Παπαδόπουλος επεσήμαινε πόσο η βαθύτερη ευθραυστότητα της ελληνικής οικονομίας «έπρεπε» να έχει συνειδητοποιηθεί από εκείνους που οδηγούσαν το σκάφος. Όχι ρητορικά/ διακηρυκτικά, αλλ’ επί του συγκεκριμένου.
Πυρκαγιά στη σαβάνα
Αυτή την φορά, κρίνοντας προφανώς ότι οι όποιες έντονες, επιχειρηματολογημένες πλην διακριτικές επισημάνσεις δεν λειτουργούν και δεν φέρνουν αποτέλεσμα στην μιθριδατικά μαθημένη μεταμνημονιακή πολιτική σκηνή μας, ή πάλι το μόνο που γνωρίζει είναι η πλειοδοσία παροχών σε υπόστρωμα διαβεβαιώσεων για «success story», για «σταθερή πορεία», για «λεφτά (πάλι) υπάρχουν» και όλα τα συναφή, θεώρησε ότι δεν γινόταν να μην δοθεί στην δημοσιότητα. Όθεν και η επιλογή της φόρμας της ανοιχτής επιστολής.
Το γεγονός ότι η εν λόγω ανοιχτή επιστολή Παπαδόπουλου διαδόθηκε σαν την πυρκαγιά στην σαβάνα , έφερε τις αναμενόμενες αντιδράσεις. Θα ήταν πολύ προτιμότερο αν αντί για την εκ προοιμίου αδιάφορη ή έστω ατακαδόρικη εκδήλωση του debate των πολιτικών αρχηγών είχαμε μια συζήτηση γύρω απ’ αυτά τα ζητήματα. Τί δημοσιονομικά περιθώρια αληθινά υπάρχουν και πού/πώς θα ‘πρεπε να κατευθυνθούν. Τι αξιοπιστία – μεσοπρόθεσμα – φέρνουν οι επιτήδειοι λογιστικοί χειρισμοί.
Το επιχείρημα για τους οίκους αξιολόγησης
Πάντως, το πιο χαριτωμένο (ζοφερό, αλλά ας το πούμε χαριτωμένο χάριν της περιρρέουσας ελαφρότητας των ημερών) ήταν το επιχείρημα που προβλήθηκε για να αποδυναμωθεί η ανοιχτή επιστολή Παπαδόπουλου: Ότι και τα ελλείμματα και το χρέος τα αξιολογούν και τα αποτιμούν οι αγορές και οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης, απ’ όπου και η πρόσβαση στο Ιερό Γκράαλ της Επενδυτικής Βαθμίδας. Οπότε ποίαν χρείαν έχομεν αναλύσεων και επισημάνσεων «των δικών μας»;..
Εδώ ένα μικρό ανέκδοτο: Μιλώντας στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ο Γιώργος Ζανιάς ανέφερε πως, όταν ξεκινούσε η καταστροφική τελική φάση της ελληνικής κρίσης, τον κάλεσε στο τηλέφωνο ένας καλός κύριος από τη Moody’s, την έκτοτε αυστηρότερη με την ελληνική οικονομία rating agency που μας κρατάει ακόμη 3 κλικ κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, για να του ανακοινώσει πολιτισμένα ότι σε λίγες ώρες επρόκειτο να προβεί η Moody’s σε υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας κατά τέσσερεις (4) βαθμίδες. Μέχρι πριν λίγο, τότε, και οι αγορές μας αγαπούσαν και τα ratings μας ήταν συγκρίσιμα με τα γερμανικά, και οι Βρυξέλλες μας έβλεπαν στοργικά -εκ των υστέρων, βέβαια, «όλοι ήξεραν»…
Συνέντευξη Κ. Σημίτη στην “Οικονομική Επιθεώρηση” (Μάρτιος/2023)
Σε ποιο βαθμό εκτιμάτε ότι η Ελληνική οικονομία έχει αποκαταστήσει την βασική οικονομική της ισορροπία;
- Η μεγάλη εικόνα είναι προς μία θετική κατεύθυνση. Όμως την ελληνική οικονομία μπορούν να τραυματίσουν ορισμένα ανησυχητικά φαινόμενα. Η αναζήτηση ενός σύγχρονου παραγωγικού μοντέλου για παράδειγμα, αναφέρεται συχνά ως σύνθημα, αλλά δεν έχει διατυπωθεί «μια καθαρή εικόνα για το ποιο πρέπει να είναι το περιεχόμενό του, η στόχευσή του και ειδικότερα με ποιες δημόσιες παρεμβάσεις, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επιχειρηματικές πρακτικές, αλλά και με την κινητοποίηση ποιων δυνάμεων, μπορεί να υλοποιηθεί» (Γ. Καλογήρου, Τα ΝΕΑ 10//11/2022). Στο παραγωγικό μας μοντέλο λ.χ. εξακολουθεί να είναι μεγάλη η εξάρτηση απ’ τον τουρισμό και να μη διαπερνά την οικονομική σκέψη της κυβέρνησης η διάσταση της κλιματικής αλλαγής, της έρευνας και της καινοτομίας. Το Ταμείο Ανάπτυξης κι Ανθεκτικότητας προσφέρει μια σπουδαία ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας, πρέπει όμως να πιστέψουμε σ΄ αυτό και να δουλέψουμε γι’ αυτό.Η συνεχής αναβάθμιση των δεξιοτήτων ανέργων και εργαζομένων σε κάθε επίπεδο, η διασύνδεση επιχειρήσεων και Πανεπιστημίων για τη μεταφορά της γνώσης, οι μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για την αναβάθμιση του αναπτυξιακού μας μοντέλου, για τη συνολική τεχνολογική και οργανωτική αναβάθμιση της παραγωγικής ικανότητας της χώρας – και δεν υπάρχει κεντρική κατεύθυνση ενθάρρυνσης αυτών των δράσεων.Το επενδυτικό κλίμα που επιδιώκει να δημιουργήσει η κυβέρνηση είναι ένας επιβεβλημένος στόχος που όμως μέχρι σήμερα έχει αποδώσει ασταθή αποτελέσματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις κυριαρχούν οι επενδύσεις στο real estate και τα deals κερδοσκοπικών funds, τα οποία μάλιστα συχνά χρηματοδοτούνται με δάνεια από τις ελληνικές τράπεζες! Δηλαδή, με τα εθνικά μας κεφάλαια οι ξένοι αποκτούν τον έλεγχο της οικονομίας μας. Αυτό δεν λέγεται ξένη επένδυση, αλλά κερδοσκοπικός οπορτουνισμός. Οι ξένοι επενδυτές είναι ευπρόσδεκτοι αν φέρνουν δικά τους κεφάλαια, ανεβάζουν την εθνική ανταγωνιστικότητα και δημιουργούν θέσεις απασχόλησης. Φωτεινή εξαίρεση φυσικά η επένδυση της Microsoft και μερικές παρόμοιες. Ακόμα και αυτές όμως αφορούν κυρίως σε data centers και δεν οδηγούν σε άμεση παραγωγική δραστηριότητα. Δεν τις υποτιμώ καθόλου, αλλά πρέπει να προσπαθούμε να προσελκύσουμε κεφάλαια για όλο το φάσμα παραγωγής.Οι μαζικές τέλος παροχές επιδομάτων είναι μεν θετικές στον οικογενειακό προϋπολογισμό, αλλά βλαπτικές στο σύνολό τους – καθώς διευρύνουν το δημόσιο έλλειμμα δημιουργώντας συνθήκες επιβολής νέων φορολογικών μέτρων. Δεν αφήνουν τα αναγκαία δημοσιονομικά περιθώρια για την αντιμετώπιση έκτακτων μελλοντικών αναγκών, ενώ υπονομεύουν και τις διαρθρωτικές βελτιώσεις που χρειάζεται η παραγωγή. Κι αφού η παραγωγικότητα παραμένει περιορισμένη, ευνοείται η κατανάλωση και ανεβαίνει το εξωτερικό έλλειμμα. Κι όλα αυτά είναι σοβαρές πηγές ανησυχίας.
Πορευόμαστε για εκλογές, με ευρύτατα σχολιαζόμενο το ενδεχόμενο διπλών αν μη και περαιτέρω. Έχοντας ζήσει εκ του σύνεγγυς τις περιπέτειες του 1989/8990 αλλά και του 2010/12 με τις τότε εντάσεις, πόσο πιστεύετε ότι η κοινωνική συνοχή ανήκει στα διακυβεύματα;
- Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς! Προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη είναι η κοινωνική συνοχή. Επ’ αυτού ο Ν. Χριστοδουλάκης (Οικονομικός Ταχυδρόμος 29/09/2022) είχε επισημάνει την ανησυχία του για την «κοινωνική ευστάθεια της αναπτυξιακής διαδικασίας και τις ασύμμετρες συνέπειες που θα έχει στις προοπτικές ευημερίας των νοικοκυριών». Η ανησυχία αυτή πηγάζει απ’ το γεγονός ότι «τις ευκαιρίες ανάπτυξης και επενδύσεων, πιθανότερο είναι να τις αδράξουν πρώτα τα πλουσιότερα νοικοκυριά γιατί έχουν την απαιτούμενη ρευστότητα και οι πιο υψηλόμισθοι γιατί βρίσκονται σε πιο προνομιούχες θέσεις, ενώ οι πιο φτωχοί θα βρεθούν ακόμα πιο πίσω στη σύγκριση εισοδημάτων. Μόνο πολύ αργότερα τα φτωχά νοικοκυριά θα αρχίσουν να βελτιώνουν τα εισοδήματά τους και η έξαρση της ανισότητας ίσως τότε να περιοριστεί».Η κοινωνική συνοχή πρέπει να συνιστά κυβερνητική συνειδητή προτεραιότητα και άρα να καλλιεργούνται κοινές αξίες, ώστε να οικοδομηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης Πολιτείας και πολιτών. Μόνο έτσι η κοινωνία αποκτά συνοχή και μπορεί να ανταποκριθεί σωστά στις κρίσεις που ξεσπούν όλο και πιο συχνά στον ανήσυχο κόσμο που ζούμε. Μια αλληλέγγυα και συμπαγής κοινωνία, χωρίς την τοξικότητα της κομματικής πόλωσης, είναι κύριος εθνικός στόχος, που ενθαρρύνεται εξάλλου κι από την ΕΕ που διαθέτει (παγκοσμίως) τα περισσότερα κονδύλια για τις κοινωνικές δαπάνες – δηλαδή για την κοινωνική συνοχή. Κι αυτό, γιατί στον πυρήνα της «ευρωπαϊκής κουλτούρας» είναι η αντίληψη πως η δημοκρατία απαιτεί επενδύσεις στην κοινωνική συνοχή.
Η ανοιχτή επιστολή του Αλέκου Παπαδόπουλου
Θέμα: Τα ρίσκα του εξωραϊσμού της δημοσιονομικής κατάστασης
Αξιότιμοι κύριοι Πρόεδροι της Νέας Δημοκρατίας, ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ,
Απευθύνομαι σ’ εσάς με αίσθηση ευθύνης, επίγνωσης και σεβασμού, με αφορμή την πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ, η οποία ανακοίνωσε, μεταξύ άλλων, ότι το 2022 έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα 273 εκ. Το συγκεκριμένο δημοσιονομικό στοιχείο προβλήθηκε μετ’ επιτάσεως ως δήθεν πρωτοφανές επίτευγμα, ενώ αντίθετα άλλα δημοσιονομικά στοιχεία μείζονος σημασίας προβλήθηκαν ανεπαρκώς ή αποσιωπήθηκαν παντελώς.
Συγκεκριμένα, αποσιωπήθηκε ότι το 2022:
(α) Το αποτέλεσμα εκτέλεσης του Προϋπολογισμού ήταν έλλειμμα 4.727 εκ. (επισημαίνεται ότι το αποτέλεσμα του Προϋπολογισμού είναι η διαφορά ανάμεσα στα έσοδα και τις δαπάνες περιλαμβανομένων των τόκων, ενώ το πρωτογενές αποτέλεσμα είναι η διαφορά ανάμεσα στα έσοδα και τις δαπάνες χωρίς τους τόκους).
(β) Το ύψος του δημόσιου χρέους σε απόλυτους αριθμούς ξεπέρασε αυτό που είχε κατά την κορύφωση της πρόσφατης κρίσης χρέους το 2011 και έφτασε τα 356.256 εκ. (171,3% του ΑΕΠ), το υψηλότερο από την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
(γ) Το ύψος του κρατικού χρέους ξεπέρασε αυτό που ήταν κατά την κορύφωση της πρόσφατης κρίσης χρέους το 2011 και έφτασε τα 400.276 εκ. (192,4% του ΑΕΠ), μακράν το υψηλότερο από την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
(δ) Οι κυβερνητικές εγγυήσεις – εν δυνάμει χρέος- ξεπέρασαν τα 29,8 δισ., μακράν οι μεγαλύτερες από την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
(ε) Το πραγματικό ΑΕΠ υπολείπεται ακόμη του πραγματικού ΑΕΠ που είχε η χώρα πριν από την πρόσφατη κρίση χρέους (ΑΕΠ 2011: 194,2 δισ., ΑΕΠ 2022: 192,1 δισ.)
(στ) Το ονομαστικό ΑΕΠ είναι ελαφρώς μεγαλύτερο από το ονομαστικό ΑΕΠ που είχε η χώρα πριν από την πρόσφατη κρίση χρέους (ΑΕΠ 2011: 203,3 δισ., ΑΕΠ 2022: 208 δισ.).
Χωρίς διάθεση να αμφισβητήσω το νομότυπο των εγγραφών και την εγκυρότητα των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, επισημαίνω ότι η σύμμετρη προβολή των παραπάνω συνιστά προσπάθεια εξωραϊσμού της δημοσιονομικής κατάστασης και σημαντικό πολιτικό ρίσκο δημοσιονομικής διαχείρισης την επομένη των εκλογών, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Γιατί οι αγορές και οι οίκοι αξιολόγησης είναι σε θέση να ακτινογραφούν ακριβέστερα τα μεγέθη και να απαιτήσουν προσαρμογές τις οποίες το εκλογικό σώμα θα είναι ανέτοιμο να δεχτεί. Σ’ αυτό το πνεύμα θέλω να κάνω και κάποιες επιπλέον επισημάνσεις.
Προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση και εύλογα ερωτηματικά η τεράστια διαφορά (44,1 δισ.) μεταξύ δημόσιου και κρατικού χρέους. Η διαφορά αυτή ήταν μόλις 12 δισ. το 2011 και 25 δισ. το 2019. Δεδομένου ότι το Κράτος είναι ένας μόνο από τους εκατοντάδες φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, πώς εξηγείται το δημόσιο χρέος να είναι πολύ μικρότερο από το κρατικό χρέος;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό προκύπτει από τη σύγκριση των ορισμών δημόσιου και κρατικού χρέους. Δημόσιο χρέος είναι το σύνολο των χρεών όλων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης προς τρίτους (δανειστές εκτός Γενικής Κυβέρνησης), ενώ κρατικό χρέος είναι το σύνολο των χρεών του Κράτους προς όλους τους δανειστές του (εντός και εκτός Γενικής Κυβέρνησης).
Πώς γίνεται, λοιπόν, όλοι οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης μαζί να έχουν χρέος πολύ μικρότερο από το χρέος του Κράτους; Προφανώς το υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να εμφανίσει το δημόσιο χρέος μικρότερο, υπερδιπλασίασε το δανεισμό του Κράτους από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και απέφυγε ισόποσο δανεισμό από τις αγορές. Συγκεκριμένα, ο ΟΔΔΗΧ είχε δανειστεί στις 31.12.2022 από την Τράπεζα της Ελλάδος με συμφωνίες επαναγοράς (repos) διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης 46,7 δισ. Το χρέος αυτό δεν προσμετράται στο δημόσιο χρέος, αφού στο δημόσιο χρέος προσμετράται μόνο το χρέος του Κράτους προς τους δανειστές του εκτός Γενικής Κυβέρνησης.
Οι όγκοι δημόσιου και κρατικού χρέους θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγάλη επιφυλακτικότητα, αφού στο τέλος του 2022:
(α) Υπήρχαν απλήρωτες ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις 1.710 εκ. ( ήδη 2.502 εκ. τέλος Μαρτίου 2023).
(β) Υπήρχαν εκκρεμείς επιστροφές φόρων 658 εκ.
(γ) Είχε ετεροχρονιστεί η πληρωμή δαπανών 1.383 εκ. ευρώ.
(δ) Υπήρχαν εκκρεμείς καταπτώσεις εγγυήσεων 1.300 εκ. και
(ε) ενδεχομένως πολλές ακόμη άγνωστου ύψους υποχρεώσεις.
Οι τεράστιοι όγκοι δημόσιου και κρατικού χρέους, η διαρκώς επιδεινούμενη διάρθρωσή τους (μεγάλη αύξηση του πολύ βραχυπρόθεσμου δανεισμού, repos), καθώς και η αλματώδης αύξηση των επιτοκίων δανεισμού εμβάλλουν σε ανησυχία σχετικά με τη δυνατότητα του Κράτους να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.
Η Κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα (περίπου όσα παρέλαβε το 2019, 36-38 δισ.) και εξασφαλίζουν μία άνεση δανεισμού, καθώς και μία σιγουριά αν προκύψουν δυσκολίες. Ωστόσο, από τα παραπάνω δεδομένα ανακύπτουν ορισμένα σοβαρά και κρίσιμα ερωτήματα:
(α) Αν τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης είναι 36-38 δισ., τότε πώς μπόρεσε η Κυβέρνηση να δανειστεί 46,7 δισ. στις 31.12.2022;
(β) Αφού η Κυβέρνηση έχει ήδη δανειστεί και δαπανήσει όλα τα διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, πώς αυτά εξακολουθούν να είναι διαθέσιμα για την αντιμετώπιση μιας έκτακτης ανάγκης;
(γ) Τα διαθέσιμα των ασφαλιστικών ταμείων (Κοινό Κεφάλαιο) με τι όρους τα δανείστηκε η Κυβέρνηση από την Τράπεζα της Ελλάδος; ειδικότερα, τα ταμειακά διαθέσιμα του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (οι εισφορές των εργαζομένων στους ατομικούς κουμπαράδες που διαφημίζει η Κυβέρνηση) με τι όρους τα δανείστηκε;
(δ) Είναι θεμιτό να δανείζεται η Κυβέρνηση τις εισφορές των εργαζομένων με συμφωνίες επαναγοράς (repos) για ταμειακή διευκόλυνσή της και λογιστική μείωση του δημόσιου χρέους;
(ε) Ποιος μεριμνά για την αποδοτική επένδυση των διαθεσίμων των ασφαλιστικών ταμείων προς όφελος εργαζομένων και συνταξιούχων;
(στ) Ποιος εκπροσωπεί τα συμφέροντα εργαζομένων και συνταξιούχων στις συμφωνίες επαναγοράς (repos) που συνάπτει ο ΟΔΔΗΧ με την Τράπεζα της Ελλάδος και δανείζεται τις εισφορές τους;
(ζ) Σκοπεύει και είναι σε θέση η Κυβέρνηση να επιστρέψει τα δανεικά από τα ασφαλιστικά ταμεία (Κοινό Κεφάλαιο), ώστε να αξιοποιηθούν αποδοτικότερα;
Οι ασταμάτητα προβαλλόμενες αναβαθμίσεις, η μη κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, σημαίνει ότι τα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται ακόμη εκτεθειμένα στη ζώνη της κερδοσκοπικής κατηγορίας και η κατ’ εξαίρεση αγορά τους από την ΕΚΤ δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη και άνευ όρων. Κατόπιν αυτών είναι αυτονόητο ότι τα περιθώρια επιπλέον δανεισμού για τη χώρα είναι πολύ περιορισμένα. Τυχόν υπέρβαση αυτών των περιθωρίων η όποια αξιοπρόσεκτη διόγκωση του δανεισμού από τις αγορές αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε αύξηση των περιθωρίων κινδύνου στα επιτόκια δανεισμού. Δυστυχώς, ο δανεισμός από τις αγορές φαίνεται ότι είναι πλέον για την Κυβέρνηση και τη χώρα μονόδρομος, ο οποίος είναι πολύ πιθανό να καταλήγει σε δύσβατο μονοπάτι αν δεν γίνει μια πιο συνετή διαχείριση των προσδοκιών. Με αυτό το σκεπτικό, ο ακριβής προσδιορισμός της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας πριν από τις επικείμενες εκλογές μπορεί να αποτρέψει την επανάληψη των δεινών της τραυματικής κρίσης χρέους.
Η συνεχής και συγχρονισμένη προβολή μιας ρόδινης εικόνας για την κατάσταση των δημόσιων οικονομικών δεν υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και δεν επιτρέπει στον πολίτη να χαράξει και να ακολουθήσει αξιόπιστη προσωπική και επαγγελματική πορεία. Πρόσφατο παράδειγμα, η καταιγιστική και συγχρονισμένη προβολή του σχετικά ασήμαντου και ουσιαστικά ανύπαρκτου πρωτογενούς πλεονάσματος και η εξαφάνιση του ελλείμματος πολλών δισεκατομμυρίων, καθώς και της πρωτοφανούς διόγκωσης δημόσιου και κρατικού χρέους. Θα είναι άραγε αυτές οι εκλογές ευκαιρία να τεθούν προς συζήτηση τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας ή θα επαναληφθούν τα ίδια σφάλματα που μας οδήγησαν στη πρόσφατη χρεοκοπία;
Η ευθύνη σας ως επικεφαλής των κομμάτων εξουσίας θα είναι βαριά και μη συγγνωστή αν η χώρα εκτροχιαστεί δημοσιονομικά, μέσα σε αυτήν την 10ετία ή στις αρχές της επόμενης κάτω από το βάρος των επαναλαμβανόμενων ανεύθυνων και αστόχαστων επεκτατικών πολιτικών.
Πιστεύω βαθιά και επιτρέψτε μου να σας προτείνω την άμεση συγκρότηση από κοινού μιας σταθερής Εθνικής Δημοσιονομικής Στρατηγικής, έστω μετά τις εκλογές, ως άφευκτη ανάγκη λόγω της επικίνδυνα ασθενούς ακόμη ελληνικής οικονομίας.
Νομίζω ότι αυτά και πολλά άλλα αδιάψευστα και βοώντα στοιχεία για την πραγματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας σας υποχρεώνουν, ως επικεφαλής των κόμματων εξουσίας, να ακολουθήσετε αυτόν τον αναπόφευκτο, οδυνηρό, προσωπικό και πολιτικό μονόδρομο.