Μετεκλογικές συνεργασίες: Τι έχει κατά νου ο Ανδρουλάκης και γιατί αποκλείει τους πάντες- Οι σκέψεις για τρικομματική
Ο Νίκος Ανδρουλάκης φαίνεται να αποκλείει σχεδόν κάθε πιθανό συνδυασμό σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας, είτε με τη Ν.Δ, είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, βγάζοντας εμφατικά εκτός αυτών των σεναρίων και τον Γιάνη Βαρουφάκη. Έτσι, συρρικνώνει πολύ όλα τα περιθώρια που θα μπορούσαν να προκύψουν από την εκλογική αριθμητική.
Έχει σχεδιασμό μετεκλογικών συνεργασιών ο κ. Ανδρουλάκης; Στο ερώτημα αυτό δυσκολεύονται να απαντήσουν ακόμα και κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ με μακρά πολιτική εμπειρία. Επειδή, όμως, οι πιέσεις θα ενταθούν μετά την κάλπη της απλής αναλογικής, και επειδή ήδη κυβερνητικά στελέχη (όπως ο Μάκης Βορίδης) “απειλούν” πως εάν δεν συνεργαστεί με τη Ν.Δ, μετά τις δεύτερες εκλογές, η χώρα θα οδηγηθεί σε τρίτες κάλπες, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ φαίνεται πως αναζητά διεξόδους διαφυγής, ή, έστω, συμμετοχής σε κυβερνητικά εταιρικά μοντέλα που θα έχουν το μικρότερο δυνατό κόστος για τον ίδιο.
Αξίζει να σημειωθεί τι ακριβώς προβάλλει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ:
- Θέτει τον όρο πώς κυβέρνηση συνεργασίας στην οποία θα συμμετάσχει πρέπει να προκύψει μετά την πρώτη εκλογική αναμέτρηση με την απλή αναλογική– ήτοι, δείχνει να αποκλείει συμμετοχή του σε συνεργατικό σχήμα μετά την δεύτερη κάλπη (ενισχυμένη αναλογική με μπόνους), κάτι που ακούγεται λογικό καθώς τότε δεν θα διαθέτει το διαπραγματευτικό πλεονέκτημα του (πιθανού) διψήφιου ποσοστού, αλλά (το πιθανότερο) θα βρεθεί σε δυσχερή θέση με ποσοστό που θα έχει συνθλιβεί στις μυλόπετερες της πόλωσης.
- Δηλώνει πως δεν θα δεχτεί σε μία κυβέρνηση συνεργασίας να είναι πρωθυπουργός, είτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είτε ο Αλέξης Τσίπρας (ανάλογα με το ποιό θα είναι το πρώτο κόμμα), αλλά κάποιο τρίτο πολιτικό πρόσωπο. Επισημαίνει πως δεν θα το υποδείξει ο ίδιος, αλλά θα προκύψει μετά από συνεννόηση και θα είναι πρόσωπο κοινής αποδοχής που θα μπορεί να εκπροσωπήσει τις συμφωνημένες προγραμματικές θέσεις της κυβέρνησης συνεργασίας. Τον συγκεκριμένο όρο τον έχουν απορρίψει και οι δύο πολιτικοί αρχηγοί.
- Κατέστησε σαφές, εσχάτως, πως το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν πρόκειται να συμμετάσχει σε κυβέρνηση συνεργασίας στην οποία θα συμμετέχει και το Μερα25, αφού κατηγορεί τον Γιάνη Βαρουφάκη ως “δραχμιστή”.
Τούτων δοθέντων, προκύπτει σειρά ερωτημάτων που έχουν απαντήσεις.
–Μπορεί να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας στην πρώτη κάλπη με εταίρους μόνο το πρώτο κόμμα και το τρίτο (ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ); Ακόμα και στην πιο ευοίωνη δημοσκόπηση, η Ν.Δ δεν συγκεντρώνει ποσοστό που με το πιό φιλόδοξο σενάριο για το ποσοστό του τρίτου κόμματος να μπορούν να αθροίσουν πάνω από 151 βουλευτές.
–Μπορεί να υπάρξει συνεργασία του δεύτερου με το τρίτο κόμμα; Πέραν του ότι ο Αλέξης Τσίπρας (εάν υποθέσουμε -με βάση τις μετρήσεις- ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα είναι δεύτερος, έστω και με μικρή διαφορά από τη Ν.Δ) έχει αποκλείσει την “κυβέρνηση ηττημένων”, κάτι τέτοιο δεν μπορεί μαθηματικά να συμβεί. Θεωρητικά και υπό (ακραίες) προϋποθέσεις θα μπορούσε να συμβεί με την συμμετοχή του δεύτερου, τρίτου, και ενός ακόμα εκ των μικρότερων κομμάτων. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει περιγράψει ως “τερατογέννεση” ένα τέτοιο σενάριο, κατονομάζοντας ως πιθανούς εταίρους τους κ. Τσίπρα, Ανδρουλάκη και Βαρουφάκη. Ο τελευταίος αποκλείεται “δια ροπάλου” από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ως εκ τούτου κανένα τέτοιο σενάριο δεν μπορεί να προκύψει.
Άρα, ο Νίκος Ανδρουλάκης (ο οποίος ήθελε “σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση συνεργασίας”, και να εκδιώξει από την εξουσία τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Ν.Δ…), ομνύει υπέρ μιας κυβέρνησης συνεργασίας που δεν μπορεί να προκύψει (στην πρώτη καλπη) από τον ίδιο και τη Ν.Δ, ή από τον ίδιο και τον ΣΥΡΙΖΑ (και στην εκδοχή που θα είναι αυτός πρώτο κόμμα, ή, ακόμα περισσότερο, εάν είναι δεύτερο).
Τι μένει;
1.Ο Νίκος Ανδρουλάκης, ίσως αποδειχθεί πως το μοναδικό που έχει στο μυαλό του είναι να προτείνει κυβέρνηση συνεργασίας αλλά, ταυτόχρονα, να ναρκοθετεί όλα τα σενάρια ώστε, όταν φτάσει, η ώρα να μείνει εκτός συζητήσεων. Διότι, εν κατακλείδι, ξέρει πως κάθε εκδοχή συμμετοχής του σε κυβέρνηση συνεργασίας με τη Ν.Δ, ή με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, θα οδηγήσει σε διάλυση/διάσπαση του κόμματός του, ή σε περαιτέρω συρρίκνωσή του, όπως συνέβη εξαιτίας της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου (2012-15).
2.Διά του διπλού αποκλεισμού (ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας, για πρωθυπουργός, και εκτός κάθε σεναρίου ο Βαρουφάκης), ο κ. Ανδρουλάκης είναι πιθανό να οδηγηθεί στην εκδοχή συνεργασίας που εδώ και καιρό ψιθυρίζουν κάποια στελέχη. Δηλαδή, στην τρικομματική (Ν.Δ-ΣΥΡΙΖΑ,ΠΑΣΟΚ), όπου ο ίδιος θα έχει τον ρόλο του ρυθμιστή-ισορροπιστή. Το σενάριο έχει περιγράψει, για παράδειγμα, ο Νίκος Χριστοδουλάκης ως “κυβέρνηση ειδικού σκοπού” και φαίνεται να το υιοθετούν και παράγοντες της ευρύτερης κεντροδεξιάς αλλά και εξωθεσμικά κέντρα. Στην περίπτωση αυτή, στόχος των θιασωτών του σεναρίου είναι “να φύγει ο Μητσοτάκης, αλλά, να μην έρθει ο Τσίπρας“, ταυτόχρονα, δε, να κερδηθεί χρόνος για την αναδιάταξη του πολιτικού τοπίου και την προώθηση σχεδιασμών και (νέων) προσώπων. Με αυτόν τον τρόπο ο Νίκος Ανδρουλάκης θεωρείται πως “σώζει” το κόμμα του, αναβαθμίζει τον προσωπικό του ρόλο, και γίνεται μέλος του “κλαμπ των μεγάλων”.
Παράλληλα, διά μιας τέτοιας πρότασης, που δεν πρέπει να αποκλείεται, υλοποιεί την δέσμευσή του να μην είναι πρωθυπουργός, ούτε ο κ. Μητσοτάκης, ούτε ο κ. Τσίπρας. Το σενάριο αποκτά, δε, κατά την άποψη ορισμένων στην Χαριλάου Τρικούπη, ακόμα μεγαλύτερη υπόσταση εάν η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος είναι μικρή. Όταν, δε, αναφέρεται σε τρίτο πολιτικό πρόσωπο, αυτό θα μπορούσε να είναι, είτε ο Νίκος Δένδιας, εάν προηγείται η Ν.Δ, είτε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, είτε κάποιο άλλο πρόσωπο.
Έχει πιθανότητα υλοποίησης κάτι τέτοιο; Όχι, παρότι θα μπει στο τραπέζι.
Ακόμα και στην περίπτωση που οι κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας απορρίψουν μία τέτοια πρόταση (κάτι που πρέπει να θεωρείται βέβαιο), ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θα οχυρωθεί πίσω από την “θεσμική” και “σοβαρή” του πρόταση και θα επιρρίψει τις ευθύνες στους αρχηγούς των δύο μεγαλύτερων κομμάτων. Έτσι, ίσως εκτιμά πως οι απώλειες στην δεύτερη κάλπη θα είναι πολύ μικρότερες, και, επιπλέον, απελευθερώνεται -με το πρόταγμα να κυβερνηθεί ο τόπος και να μην οδηγηθεί η χώρα σε τρίτες κάλπες στα τέλη Αυγούστου, ή αρχές Σεπτεμβρίου- να συνεργαστεί, τελικά, μετά τις δεύτερες εκλογές με τον νικητή. Ακόμα κι αν αυτός είναι η Ν.Δ και, αναγκαστικά, υποχωρήσει, τότε, και δεχθεί ως πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Βεβαίως, σε μία τέτοια περίπτωση, δεν πρέπει να υποτιμά -όπως λένε αρκετοί στο ΠΑΣΟΚ- ότι ο Αλέξης Τσίπρας (που είναι βέβαιο ότι θα έχει επιτύχει υψηλό ποσοστό -άνω του 31,5% του 2019- στην δεύτερη κάλπη) θα έχει τον χρόνο με το μέρος του. Θα έχει, δηλαδή, απέναντί του, μόνος του ως αξιωματική αντιπολίτευση, μία εύθραυστη διακυβέρνηση ισορροπιών, με ανύπαρκτη “χημεία” μεταξύ Μητσοτάκη-Ανδρουλάκη, και μπροστά του τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές που σε σχετικά σύντομο διάστημα θα του προσφέρουν ευκαιρίες σκληρής αναμέτρησης.