Ποιό θα είναι το νέο αφήγημα Μητσοτάκη για κάλπες τον Μάϊο- Γιατί κατέρρευσε το “αυτοδύναμη Ελλάδα”- Η δεύτερη ανάγνωση των δημοσκοπήσεων
Παρότι επιχειρείται από κυβερνητικούς κύκλους και μέσα ενημέρωσης μία πρώτη διαχείριση των μεγάλων πολιτικών συνεπειών για την εικόνα της κυβέρνησης μετά την τραγωδία των Τεμπών, το αποτύπωμα που αφήνουν οι πρώτες δημοσκοπήσεις που έσπευσαν κάποιοι να δημοσιοποιήσουν συνιστά σοβαρή αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών.
Πρώτη συνέπεια ήταν η μετατόπιση του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών από την 9η Απριλίου στην 21η ή 28η Μαϊου –με πιθανότερη την δεύτερη-, στο πλαίσιο της προσπάθειας να αποκλιμακωθούν οι αντιδράσεις και η οργή που μετουσιώθηκε σε πολυπληθή και δυναμικά συλλαλητήρια με απαίτηση να αποδωθούν άμεσα οι ευθύνες, οι οποίες είναι σαφές στο συλλογικό υποσυνείδητο πως δεν εδράζονται μόνο στο “ανθρώπινο σφάλμα”.
Η δημοσιοποίηση των μετρήσεων κοινής γνώμης, με πρώτη αυτή της Marc (Ant1), φαίνεται να αποσκοπεί στο να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο επιρροής της Ν.Δ κοντά στο 30%, γεγονός που όπως αναμενόταν συμπερέσυρε και κάποιες ακόμα εταιρείες δημοσκοπήσεων. Ενώ, παράλληλα, εμφανίζεται να αυξάνεται σημαντικά η μετατόπιση ψηφοφόρων στην ζώνη της αδιευκρίνιστης ψήφου δημιουργώντας την εντύπωση πως το κυβερνών κόμμα θα μπορούσε, προϊόντος του χρόνου, να ανακάμψει και να επαναπατρίσει κάποιους από τους αναποφάσιστους.
Τι δείχνουν οι πρώτες “βιαστικές” δημοσκοπήσεις
Στην πρόθεση ψήφου, της GPO (Παραπολιτικά), για παράδειγμα, η ΝΔ συγκεντρώνει ποσοστό 29,5%, έναντι 25,6% του ΣΥΡΙΖΑ – μια διαφορά της τάξης των 3,9 ποσοστιαίων μονάδων.
Το κυβερνών κόμμα εμφανίζει απώλειες των 4,3 μονάδων.
Ειδικότερα, η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει ποσοστό 29,5%, ο ΣΥΡΙΖΑ 25,6%, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ. 9,2%, το ΚΚΕ 6,7%, το ΜέΡΑ25 3,3%, η Ελληνική Λύση 3%, οι Έλληνες για την Πατρίδα 1,4%, η Εθνική Δημιουργία 1,4%, Άλλο κόμμα 3,6% και η αδιευκρίνιστη ψήφος 16,3%.
Στην μέτρηση της Marc, η διαφορά μεταξύ της Ν.Δ και του ΣΥΡΙΖΑ ήταν στις 4,6 μονάδες, καθώς το κυβερνών κόμμα εμφανίζεται να χάνει λιγότερο από τρεις μονάδες.
Στην έρευνα της Interview -δεύτερη κατά σειρά- που έγινε για λογαριασμό της POLITIC και διενεργήθηκε το διάστημα από 6 Μαρτίου έως 9 Μαρτίου, η ψαλίδα μεταξύ ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει κατακόρυφη «βουτιά» στο 3,6% από 6,7% της προηγούμενης μέτρησης.
Συγκεκριμένα, η ΝΔ καταγράφει ποσοστό 28% (από 33,2%) έναντι 24,4% του ΣΥΡΙΖΑ (από 26,5%). Το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ είναι σταθερά στο 9%, το ΚΚΕ στο 5,5%, η Ελληνική Λύση στο 4,2%, το ΜέΡΑ25 στο 3,5% και ακολουθούν η Εθνική Δημιουργία με 1,5%, και οι Έλληνες για την Πατρίδα με 1,6%.
Επίσης, σύμφωνα πάντα με την Interview, το ποσοστό των αναποφάσιστων εμφανίζεται αρκετά ενισχυμένο, καθώς από το 9% σκαρφαλώνει στο 15,3%.
Ωστόσο, όπως προκύπτει από τις προβλέψεις των δημοσκόπων η διαφορά μεταξύ της Ν.Δ και του ΣΥΡΙΖΑ κυμαίνεται μεταξύ 2,5-3,5% και βρίσκεται ουσιαστικά στα όρια του στατιστικού λάθους, ενώ από την πλευρά του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπάρχουν αρκετοί που θεωρούν πως μπορεί να είναι και μικρότερη.
Είναι σαφές πως η Ν.Δ υφίσταται δημοσκοπική καθίζηση, ενώ η άποψη πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καρπούται κάτι από αυτό το φαινόμενο δεν φαίνεται ιδιαίτερα λογική, όσο κι αν πολλοί ψηφοφόροι μετακομίζουν προς την αδιευκρίνιστη ζώνη. Πάντως, τα ποσοστά της Ν.Δ που καταγράφονται σε αυτές τις τρεις πρώτες δημοσκοπήσεις -χωρίς να σημαίνει αυτό ότι δεν θα αλλάξουν στην πορεία- φέρνει το κυβερνών κόμμα σε ποσοστά της εκλογικής αναμέτρησης του Ιουνίου του 2012 (περίπου 28%).
Αλλάζει άρδην η εκλογική στρατηγική Μητσοτάκη
Το ερώτημα είναι εάν ο χρόνος μέχρι τις εκλογές μπορεί να απορροφήσει περαιτέρω κραδασμούς για την κυβέρνηση και μια στροφή στην λεγόμενη θετική ατζέντα (παροχές, κατώτατος μισθός κ.ά) μπορεί να επιφέρει ακόμα και ανάταξη. Η κυβέρνηση διαθέτει έναν χρονικό ορίζοντα περίπου 2,5 μηνών, ωστόσο η τραγωδία των Τεμπών δεν θα φύγει από τις προθήκες της επικαιρότητας για πολλούς λόγους.
Πρώτον, το επόμενο διάστημα θα δωθούν πολλές αφορμές για πολιτική αντιπαράθεση, καθώς από τις αρχές της εβδομάδας θα γίνει συζήτηση περί ευθυνών στην επιτροπή Μεταφορών και Εμπορίου της Βουλής. Η Ν.Δ φρόντισε, ωστόσο, να κρατήσει εκτός κάδρου τον παραιτηθέντα υπουργό Κώστα Αχ. Καραμανλή και έτσι θα είναι ο “μεταβατικός” Γ. Γεραπετρίτης που θα σηκώσει το βάρος της αντιπαράθεσης με την αντιπολίτευση, ενώ την ίδια ώρα ζητά να μετάσχει ο πρώην υπουργό Υποδομών και Μεταφορών επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ Χρήστος Σπίρτζης. Εμφανής η προσπάθεια να διασπαρούν οι ευθύνες για την κατάσταση στο σιδηροδρομικό δίκτυο, αν και από την Κουμουνδούρου λένε πως έχουν συλλέξει όλα τα στοιχεία και έγγραφα που αποδεικνύουν τον μεγάλο βαθμό της ευθύνης της θητείας Καραμανλή στο συγκεκριμένο υπουργείο.
Η δήλωση- δέσμευση του τελευταίου, στις 20 Φεβρουαρίου, από το βήμα της Βουλής, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, είναι ένα καταλυτικό επιχείρημα που έχει καταγραφεί και μάλιστα το επικαλούνται συγγενείς θυμάτων του δυστυχήματος αλλά και δικηγόροι που εκπροσωπούν τις οικογένειές τους. Την ίδια ώρα, ο τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς έχει αναρτήσει βίντεο με τις δικές του παρεμβάσεις στη Βουλή όπου επισημαίνει την διάλυση του δικτύου, τις ευθύνες της κυβέρνησης και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για κάποιο ατύχημα. Τα εξώδικα των εργαζομένων στον σιδηρόδρομο, από την άλλη, που απ΄ ότι φαίνεται έφτασαν και στο γραφείο του παραιτηθέντα υπουργού, σε αυτά των υφυπουργών και του Γενικού Γραμματέα Μεταφορών, καθιστούν σαφείς τις ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας.
Παράλληλα, οι δύο εφέτες ανακριτές που ορίστηκαν θα αναγκαστούν σχετικά σύντομα να καλέσουν τις διοικήσεις του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ, και οι ευθύνες θα προσωποιηθούν και σε εκείνους.
Τούτων δοθέντων, οι εικόνες της τραγωδίας και των κηδειών με τα λευκά φέρετρα θα παραμείνουν “ζωντανές”, ενώ θα απαιτείται να τηρηθεί η δέσμευση του πρωθυπουργού για απόδωση ευθυνών πριν τις εκλογές.
Η κατάρρευση του επιχειρήματος περί ικανότητας διαχείρισης και το τέλος του αφηγήματος για αυτοδυναμία
Σε δεύτερο πλάνο, η κυβέρνηση πλήττεται στον σκληρό πυρήνα της εικόνας που καλλιέργησε, ήτοι στην διαχειριστική της ικανότητα. Ακόμα και υπουργοί αφήνουν να εννοηθεί πως τα όποια επιτεύγματα με την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και τις μεταρρυθμίσεις εξανεμίστηκαν την στιγμή που συγκρούστηκαν δύο τρένα στην ίδια γραμμή.
Οι χαμηλοί τόνοι του Κυριάκου Μητσοτάκη κρίθηκαν αναγκαίοι -όπως και οι εικόνες της κατήφειας στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου-, ωστόσο αναζητείται εσπευσμένα νέο αφήγημα στην πορεία προς τις εκλογές. Το “αυτοδύναμη Ελλάδα” που πρόβαλλε ο πρωθυπουργός το προηγούμενο διάστημα (διεκδικώντας την αυτοδυναμία στην δεύτερη κάλπη) έχει καταρρεύσει, καθώς είναι πολύ δύσκολο να επιχειρηματολογήσει πλέον για την αναγκαιότητα να λάβει κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να κυβερνήσει μόνος του.
Αντιθέτως, αρκετοί είναι οι αναλυτές που επισημαίνουν πως θα “φουντώσει” το αίτημα για συναινέσεις και κυβερνήσεις συνεργασίας προκειμένου να αλλάξει το μοντέλο διοίκησης της χώρας. Η κρίση εμπιστοσύνης, επίσης, προς το πολιτικό σύστημα, κυρίως από τους νέους αλλά όχι μόνο, αποτελεί νέα συνθήκη που δεν μπορεί να την υπερβεί η πρόταση για πολιτική σταθερότητα μέσω μονοκομματικών κυβερνήσεων.
Η απλή αναλογική αναδεικνύεται έτσι ως ένα πλαίσιο αναμέτρησης που επιτρέπει στους πολίτες να εκφράζουν τον θυμό τους, οπότε η εκλογική αριθμητική που θα προκύψει απ΄ αυτήν την πρώτη κάλπη ίσως δημιουργήσει ανάγκες συγκλίσεων που δεν έχουν διατυπωθεί ποτέ κατά το παρελθόν με τόσο δυναμικό τρόπο.
Στο Μέγαρο Μαξίμου σχεδιάζονται διάφορα μοντέλα διαχείρισης του αποτελέσματος της πρώτης κάλπης, ανάλογα, όπως λένε συνεργάτες του πρωθυπουργού, εάν η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι κάτω από 3 μονάδες, ή κάτω από 4, ή 5 μονάδες. Όλα αυτά, βεβαίως, μπορεί να ανατραπούν άρδην αφού για πρώτη φορά ουδείς μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα πως είναι αδιαμφισβήτητη η νίκη της Ν.Δ.
Τα απρόβλεπτα
Το παράδοξο στις μετρήσεις κοινής γνώμης είναι η στασιμότητα ή και ελάχιστη απώλεια στα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ. Τουναντίον, πιο προσεκτικοί αναλυτές λένε πως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μπορεί να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους του 2019 σε ποσοστό κοντά στο 80% ή και 90% και ο Αλέξης Τσίπρας να εκπροσωπήσει το αίτημα για ανατροπή του “μοντέλου Μητσοτάκη”. Από την άλλη η Ν.Δ θα επιμείνει στην προσπάθεια να αναδεικνύει την διακυβέρνηση 2015-19 ως “καταστροφική” και να συγκρίνει τα δύο μοντέλα. Ο πρωθυπουργός έχει ήδη αποκαλύψει τις προθέσεις του: θα υποστηρίξει πως η τραγωδία των Τεμπών ανέδειξε την “διαχρονική” κακοδαιμονία της χώρας και θα ζητήσει ανανέωση της θητείας του ως ο μόνος που μπορεί να ξεκινήσει την πολιτική “σταυροφορία” για την αλλαγή του μοντέλου διοίκησης.
Η αδυναμία του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι πως εάν συνεχιστεί ή και ενταθεί η τάση αποσυσπείρωσης της εκλογικής βάσης της Ν.Δ και το ποσοστό της πρώτης κάλπης κυμαίνεται κοντά στο 30%, το επιχείρημα περί αυτοδυναμίας εξανεμίζεται. Εφόσον, δε, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε μικρή απόσταση (μεταξύ 2-3%) το παιχνίδι ανοίγει και όλα τα ενδεχόμενα μπαίνουν στο τραπέζι.
Από το να ασκηθούν εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις για κυβέρνηση εθνικού σκοπού για διάστημα ενός έτους (πρόταση που έχουν ήδη διατυπώσει κάποιοι πριν την τραγωδία και λόγω του δυσμενούς διεθνούς και εσωτερικού οικονομικού περιβάλλοντος τα επόμενα χρόνια), μέχρι να κινηθούν διαδικασίες εντός της Ν.Δ μεταξύ της πρώτης και δεύτερης κάλπης. Άλλωστε, ως έχουν τα πράγματα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι μάλλον απίθανο να βρει εταίρους για μια κυβέρνηση συνεργασίας, καθώς το ΠΑΣΟΚ δεν έχει πλέον κανένα λόγο να κάνει κάτι τέτοιο- άλλωστε και το ίδιο συρρικνώνεται δημοσκοπικά.