Γεραπετρίτης: Αν είχαμε πλήρες σύστημα τηλεδιοίκησης, δεν θα είχε συμβεί το δυστύχημα
“Η κυβέρνηση δεν θα επιτρέψει καμία συγκάλυψη και δεν θα επιδιώξει κανενός είδους ανούσια κομματική αντιπαράθεση”, είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου στη συνέντευξη Τύπου για τα μέτρα για τον σιδηρόδρομο και έπειτα το λόγο πήρε ο κ. Γεραπετρίτης.
«Θέλω να εκφράσω την οδύνη και τον σπαραγμό μου για τα όσα συνέβησαν στα Τέμπη, πρόκειται για μια εθνική τραγωδία που μας σημάδεψε όλους. Η οδύνη αυτή θα πρέπει να βρει μια κάθαρση», είπε, ενώ ζήτησε ξανά συγγνώμη για το δυστύχημα εκ μέρος της κυβέρνησης από τις οικογένειες των θυμάτων και τους Έλληνες πολίτες.
Ανέλαβα αυτό το δύσκολο καθήκον να διασφαλίσω πως θα προχωρήσουν οι έρευνες για αυτό που συνέβη και να διαμορφώσω ένα πλαίσιο δράσεων ώστε να υπάρξει η επανεκκίνηση των σιδηροδρόμων με τους αναγκαίους όρους ασφαλείας, συνέχισε.
«Δεν έχω καμία αρμοδιότητα να εμπλακώ με την απόδοση ευθυνών», σημείωσε λέγοντας πως έχει αναλάβει η δικαιοσύνη.
Ο κ. Γεραπετρίτης συνέχισε λέγοντας πως θα υπάρξει πλήρης διαφάνειας και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο και πως και θα προκαλέσει μια συζήτηση στη Βουλή για να συζητηθούν τα ζητήματα παθογένειας στους σιδηρόδρομους.
Επίσης, ανακοίνωσε πως έχουν τεθεί στη διάθεση του πρωθυπουργού οι παραιτήσεις των διοικητών ΟΣΕ και ΕΡΓΟΣΕ. «Τις επόμενες ημέρες θα υπάρξει αντικατάσταση της διοίκησης. Ο πρωθυπουργός έκανε δεκτές τις παραιτήσεις».
Μιλώντας για το δυστύχημα και την αυτοψία που έκανε τις προηγούμενες ημέρες ο υπουργός είπε: «Βρέθηκα στον τόπο της τραγωδίας και είχα την δυστυχία να έχω μια προσωπική άποψη για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες λειτουργεί το σύστημα διοίκησης στην Θεσσαλονίκη και την Λάρισα. Οι διαπιστώσεις που έκανα ήταν ότι το τοπικό κέντρο τηλεδιοίκησης της Λάρισας λειτουργούσε αδιαλλείπτως και δεν υπήρξε καμία διακοπή λειτουργίας στο τοπικό κέντρο τηλεδιοίκησης της Λάρισας. Άρα και το μοιραίο βράδυ θα έπρεπε να έχει γίνει η αυτόματη χάραξη πορείας. Επίσης δεν συντελέστηκε η χειροκίνητη αλλαγή κλειδιού σε δεύτερο επίπεδο και σε τρίτο επίπεδο θα έπρεπε να υπάρχει παρακολούθηση στον πίνακα και για μια απόσταση 5,5 χλμ. Αν είχε υπάρξει παρακολούθηση στον πίνακα μετά την αναχώρηση της αμαξοστοιχίας θα είχε διαπιστωθεί η μετάπτωση της αμαξοστοιχίας στην εσφαλμένη γραμμή».
«Υπήρξαν πλημμέλειες στην ανθρώπινη διαχείριση ωστόσο αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι άσχετα με το ανθρώπινο λάθος αν είχαμε ένα πλήρες σύστημα τηλεδιοίκησης στη χώρα κατά πάσα βεβαιότητα, δεν θα είχε συμβεί το δυστύχημα», τόνισε.
Δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει και τους Πυροσβέστες, το ΕΚΑΒ και όλους όσους εργάστηκαν στο σημείο του δυστυχήματος.
Για τις ελλείψεις του προσωπικού στα τρένα, ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως: «Σε ότι αφορά το κομμάτι του προσωπικού θα ήθελα να πω πως είναι προφανές ότι πάντοντε απαιτείται περισσότερο, πιο εξιδεικευμένο προσωπικό. Έγινε μια μεγάλη προσπάθεια τα τελευταία χρόνια για την ενίσχυση των σιδηροδρόμων. Την τελευταία 15ετία υπήρξε σημαντική μείωση του προσωπικού που συνετέλεσαν και η υπαγωγή της χώρας μας σε κανόνες προσλήψεων και ένα μαζικό κύμα συνταξιοδοτήσεων. Δεν είχαμε σημαντική αναπλήρωση. Με την παρούσα κυβέρνηση έγινε μια προσπάθεια σε 3 επίπεδα μέσω της κινητικότητας, μέσω προσλήψεων με ΔΠΥ περίπου 200, 69 κλειδούχοι και 73 σταθμάρχες και δρομολόγηση ενός σημαντικού αριθμού μόνιμων προσλήψεων στον ΟΣΕ. Για το 2021 είχαμε τον διαγωνισμό για πρόσληψη 117 ατόμων εκ των οποίων 36 σταθμάρχες και το 2022 ακόμα 100, δηλαδή συνολικά 217 άτομα επιπλέον».
Ο υπουργός αναγνώρισε πως ο σιδηρόδρομος υφίσταται μια διαχρονική απαξίωση, μια υποβάθμιση σε ό,τι αφορά τη λειτουργικότητά του, την συντήρηση και την αναβάθμιση.
«Ο σιδηρόδρομος λειτούργησε επί 50 χρόνια με έμφαση στην χειροκίνητη λειτουργία. Για πρώτη φορά το 2014 υπογράφηκε η σύμβαση με την οποία θα έχουμε καθολική αναβάθμιση υποδομών με την σηματοδότηση και την καθολική λειτουργία της τηλεδιοίκησης.
Η σύμβαση αυτή αναπτύχθηκε μερικώς έως το 2017 και είχε υπάρξει παράδοση του 32% του παραδοτέου και δυστυχώς υπήρχαν σημαντικά σφάλματα και μόνο ένα 18% ήταν γνήσια λειτουργικό. Το 2017 σταμάτησε η εφαρμογή της σύμβασης γιατί προέκυψαν λάθη στην εφαρμογή και η αρμόδια αρχή χρηστού ελέγχου της ΕΕ διαπίστωσε ότι υπάρχουν σφάλματα. Και από το 2017 έως το 2019 καμία απολύτως παράδοση. Τότε αλλάζει η διοίκηση την ΕΡΓΟΣΕ και από το Νοέμβριο γίνεται προσπάθεια ανάταξης της σύμβασης. Υπογράφηκε συμπληρωματική το 2021. Τότε επανεκκίνησε η σύμβαση. Τώρα έχει παραδοθεί το 70% της σύμβασης και μέσα στο 2023 θα έχουμε την παράδοση του υπόλοιπου τμήματος».