Νέα καταγγελία για το γηροκομείο στον Κορυδαλλό: “Πήγαν τη γιαγιά μου στο νοσοκομείο μισοπεθαμένη”
Όλο και μεγαλύτερη οργή και ανατριχίλα προκαλούν οι καταγγελίες για το γηροκομείο στον Κορυδαλλό, όπου οι ηλικιωμένοι αντί για φροντίδα, αντιμετώπιζαν την εγκατάλειψη, την έλλειψη υγιεινής, τον υποσιτισμό ακόμη και κακοποιητικές συμπεριφορές.
Ακόμη μία καταγγελία αναδεικνύει σήμερα το enikos.gr. Η γιαγιά της κα Αναστασίας Μαραντάκη έμεινε στο γηροκομείο για τέσσερα χρόνια, από το 2018 έως το 2022. Τα όσα περιγράφει προκαλούν σοκ και αποτροπιασμό.
Μιλώντας στο enikos.gr, η κα Μαραντάκη είπε ότι αρχικά ο γιατρός – υπεύθυνος του γηροκομείου δεν επέτρεπε στην ίδια και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς της να την βλέπουν με το επιχείρημα ότι θα έπρεπε να προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον. Ωστόσο η ίδια θορυβήθηκε όταν σε ένα επισκεπτήριο – το οποίο γινόταν μεταξύ 5-8 μ.μ.- είδε στο σαλονάκι του οίκου ευγηρίας μια ηλικιωμένη, της οποία είχαν δέσει τα χέρια στο καλοριφέρ.
«Ο γιατρός απουσίαζε εκείνη την ημέρα. Ρώτησα μια νοσηλεύτρια – σημειωτέον οι περισσότερες ήταν αλλοδαπές και άλλαζαν συχνά – και η απάντηση που πήρα ήταν ότι η συγκεκριμένη κυρία είχε άνοια και την έδεναν για να μην πέσει και χτυπήσει. Της είπα «μα είναι δυνατόν; Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να την προσέχετε;» τόνισε χαρακτηριστικά η κα Μαραντάκη.
Σύμφωνα με την ίδια, μια μέρα η μητέρα και η θεία της επισκέφτηκαν την γιαγιά της στον οίκο ευγηρίας και την βρήκαν χάλια, καθώς τους είπαν ότι έκανε εμετούς.
«Πήραμε τον γιατρό τηλέφωνο και μας είπε ότι μάλλον κάτι την πείραξε. Τότε τού είπαμε ότι πρέπει να μεταφερθεί στο νοσοκομείο. Πήγα να την πάρω για να την συνοδεύσω στο νοσοκομείο. Μου την κατέβασαν με λερωμένο από τους εμετούς νυχτικό και χωρίς παντόφλες. Εξαγριώθηκα. Είπα στην νοσηλεύτρια να την αλλάξει και να φέρει τα παπούτσια της. Όταν φτάσαμε στο νοσοκομείο, μου μύριζε κάτι πολύ άσχημα, σαν σάπιο. Η γιαγιά μου είχε κατάκλιση, δεν την είχαν καθαρίσει. Πήρα τηλέφωνο τον υπεύθυνο του γηροκομείου και τσακωθήκαμε άγρια. Τον έβρισα γιατί μου έλεγε κάτι δικαιολογίες του τύπου ότι δεν ήταν ώρα να καθαριστεί ακόμα και του έκλεισα το τηλέφωνο» περιέγραψε η κα Μαραντάκη και πρόσθεσε:
«Από εκεί και πέρα άρχισα να καταλαβαίνω ότι δεν την πρόσεχαν όπως έπρεπε. Του είπα ότι «θα έρχομαι κάθε μέρα εκεί να βλέπω τι γίνεται» και επικοινώνησε αμέσως η γυναίκα του μαζί μου. Αυτός ήταν πάντα πολύ επιθετικός».
Την περίοδο του κορονοϊού όμως τα επισκεπτήρια δεν πραγματοποιούνταν με αποτέλεσμα να μην βλέπει κανείς τι πραγματικά συμβαίνει εκεί.
«Η γιαγιά μου μού έλεγε στο τηλέφωνο ότι αλλάζουν συνεχώς ορόφους στους ηλικιωμένους καθώς το κτίριο δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Ωστόσο εκείνοι ως δικαιολογία παρουσίαζαν ότι τσακώνονταν μεταξύ τους οι ηλικιωμένοι. Μου έλεγε ακόμη η γιαγιά ότι δεν τρώνε και ότι και τα τρόφιμα που πηγαίναμε οι συγγενείς τα έπαιρναν οι υπεύθυνοι. Είχε αδυνατίσει η γιαγιά μου. Την ρωτούσα αν την είχαν χτυπήσει και το αρνήθηκε, όμως, μια μέρα είδα κοκκινίλα στη μύτη της και υποθέτω μήπως την απειλούσαν, την είχαν τρομοκρατήσει και δεν μιλούσε» είπε η κα Μαραντάκη.
Όπως υποστηρίζει η ίδια, «πολλές φορές απείλησα τον υπεύθυνο με καταγγελία αλλά δεν πτοείτο. Είχαμε απευθυνθεί στην Αστυνομία και μας έλεγαν ότι δεν χρειάζεται να γίνει κάτι και ότι μπορεί η γιαγιά να έχει άνοια και να λέει τέτοια πράγματα».
Μέχρι που η 96χρονη γιαγιά της πέθανε στο νοσοκομείο «Αττικόν», όπου όπως λέει η κα Μαραντάκη, την είχαν μεταφέρει όταν ήταν αργά.
«Η γιαγιά μου νόσησε με Η1Ν1 και όταν πήγε στο νοσοκομείο ήταν μισοπεθαμένη, αφυδατωμένη και είχε ήδη νεφρική ανεπάρκεια. Ήταν πλέον αργά» είπε χαρακτηριστικά η εγγονή της.
Σε ερώτησή μας «τι ζητεί τώρα», η κα Μαραντάκη απάντησε ότι «θέλω να κλείσει το γηροκομείο. Είναι κρίμα τόσες ανθρώπινες ψυχές να υποφέρουν. Με θυμώνει όλο αυτό που γίνεται τώρα, που βγαίνουν γείτονες που λένε ότι άκουγαν φωνές και δεν είχαν ενημερώσει κανέναν. Είναι λυπηρό όλο αυτό».
Πηγή: enikos.gr