Στην “θεσμική και συνταγματική γιάφκα” του Ευάγγελου Βενιζέλου…
Στο (παραπλανητικό) ερώτημα εάν ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι ΠΑΣΟΚ ή… Βενιζέλος, η απάντηση είναι πώς, χωρίς να χαρίζει σε κανέναν το πρώτο, πλέον είναι πολύ περισσότερο το δεύτερο. Μετά την ήττα του Ιανουαρίου του 2015, στην οποία σημειώθηκε η χαμηλότερη επίδοση του ιστορικού κόμματος-πυλώνα της μεταπολίτευσης, προτίμησε να αυτοσυστήνεται ως “αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά”. Την προσωπική του ιστοσελίδα, όμως, κοσμεί ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ με μία ασπρόμαυρη φωτογραφία της παλαιάς “χρυσής” περιόδου.
Είναι σπάνιο στην σύγχρονη πολιτική ιστορία να βρει κανείς πολιτικούς που συνιστούν “μια κατηγορία από μόνοι τους”. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι ένας απ΄ αυτούς. Έχει συνδεθεί με μερικές από τις κακές στιγμές του πολιτικού συστήματος, κάποιες ίσως τις έχει χρεωθεί, υπήρξε, όμως, στο επίκεντρο ιστορικών εξελίξεων. Έλκει την καταγωγή του από την υπεράσπιση του Ανδρέα Παπανδρέου στο μακρινό και αμφιλεγόμενο ’89, και έκτοτε διέτρεξε μια φρενήρη πορεία που θα μπορούσε να είχε καταλήξει σε μία πρωθυπουργία. Δεν συνέβη, ίσως επειδή αρέσκεται συχνά να ασκείται σε ένα παράλληλο σύμπαν της πολιτικής, όπου η ισχύς καμια φορά ανοίγει τις πύλες της κολάσεως- λέγεται πως το έκανε από το καλοκαίρι του 2011 μέχρι την επεισοδιακή Σύνοδο των Καννών και την αποκαθήλωση του Γιώργου Παπανδρέου. Όμως είχε τις προδιαγραφές να γίνει σημαντικός και το κατόρθωσε.
Μπορεί κανείς να ξοδέψει ώρες για να αντιπαρατεθεί μαζί του σχετικά με πολιτικές επιλογές που έκανε. Δεν θα διαφύγει από την βάσανο και, είτε λόγω μιας ιδιότυπης προσωπικής αντοχής, είτε εξαιτίας της πολυμάθειας και της ρητορικής του ικανότητας, δεν θα ηττηθεί. Μπορεί να μην νικήσει, αλλά δεν θα ηττηθεί.
Ένα πράγμα δεν θα δεχθεί ποτέ να του αμφισβητήσουν. Την επιστημονική του πληρότητα και επάρκεια, την ικανότητα, δηλαδή, να διαθέτει προβάδισμα τεκμηρίωσης περί τα συνταγματικά από νεότερους πανεπιστημιακούς και δη από εκείνους που προσπαθούν να στριμώξουν την ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων σε συγκυριακές κομματικές σκοπιμότητες. Σε αυτό το σφάλμα υπέπεσε ο καθηγητής του Μεγάρου Μαξίμου, υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης που ξεκίνησε την γνωστή αντιπαράθεση και την συνέχισε, αναβαθμίζοντάς την, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, αναφερόμενος περιπαικτικά στον Ευάγγελο Βενιζέλος με την αναφορά “ε, δεν είναι και παντογνώστης”.
Δεν χρειάστηκε κάτι περισσότερο και η συνέχεια είναι γνωστή. Οι απαντήσεις στην “πρόκληση” ήρθαν κατά ριπάς, με αποκορύφωμα την συνέντευξή του στα “Νέα” και τον Ηλία Κανέλη, ο οποίος ανέλαβε την επικίνδυνη εργασία να επιχειρήσει να αμφισβητήσει τις προθέσεις του πολιτικού.
«Αντί να ρωτάει ο κ. Μητσοτάκης τον κ. Τσίπρα «πού βρήκες τα ονόματα;», θα έπρεπε να γίνει μια σοβαρή συζήτηση αν όντως παρακολουθούνταν αυτοί οι άνθρωποι», είπε μεταξύ άλλων ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
«Αν ως πρωθυπουργός θεωρεί ότι η παρακολούθηση ήταν νόμιμη, να εξηγήσει ποιος την έκανε, ποιος άκουσε τις μαγνητοταινίες, ποιος διάβασε τα δελτία και σε τι συμπέρασμα κατέληξε… Θεωρεί ότι αυτό καθιστά την κυβέρνηση υπερήφανη ή υπόλογη;».
«Υπάρχει πρόβλημα κράτους δικαίου, υπάρχει πρόβλημα έννομης τάξης», επέμεινε, για να αναρωτηθεί, “παίζοντας” ρητορικά, με τον δημοσιογράφο, “δηλαδή, τις παρακολουθήσεις τις έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ”. Και να συμπληρώσει το αμίμητο “εκτιμώ πάντοτε το καλό χιούμορ”.
Η δε υπεράσπιση του προέδρου της ΑΔΑΕ Χρήστου Ράμμου έχει γίνει σημείο σύγκλισης σχεδόν όλων των συνταγματολόγων, οι οποίοι αναγνωρίζουν στον Ευάγγελο Βενιζέλο την πρωτοκαθεδρία στην συγκεκριμένη υπόθεση και δεν διστάζουν να τον συμβουλεύονται. Οι γνωρίζοντες λένε πως το γραφείο του συνταγματολόγου και πολιτικού λειτουργεί τους τελευταίους μήνες ως “θεσμική και συνταγματική γιάφκα”, εκεί όπου παράγεται νομική τεκμηρίωση και οικοδομούνται τα επιχειρήματα έναντι της -κατά τον ίδιο τον κ. Βενιζέλο- κατάλυσης του κράτους Δικαίου.
Η δράση Βενιζέλου παράγει, ωστόσο, και πολιτικά αποτελέσματα:
–Προκαλεί βέρτιγκο στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο που είχε συσπειρωθεί γύρω του τα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα μετά την υπόθεση Novartis και την καταφανώς άδικη (όπως και άλλων) παραπομπή του, ανάμεσα στους γνωστούς δέκα πολιτικούς. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν συγχώρεσε ποτέ εκείνη την πράξη, φαίνεται, όμως, πως μπορεί να ιεραρχεί τα κρίσιμα και να έχει περάσει σε μία νέα φάση. Η αντίδραση της Άννας Διαμαντοπούλου στην απόφασή του να συμμετάσχει στην γνωστή εκδήλωση για τις υποκλοπές που είχε τον τίτλο “Μένουμε Ευρώπη;”, τον ανάγκασε να απαντήσει δημοσίως και, μάλιστα, σκληρά. Άλλωστε, εκείνος ήταν που είχε μιλήσει παλαιότερα για “θεσμική λαίλαπα” της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ. Το ό,τι έχει αφήσει πίσω του το “αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο” δεν μπορεί να θεωρηθεί, φυσικά, πως υιοθετεί απόψεις του 2015, τις οποίες, άλλωστε, πρώτος άφησε πίσω του ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας.
Όλα αυτά προκαλούν ρωγμές στην προσπάθεια της κυβέρνησης να ανακαλεί στην προεκλογική συλλογική μνήμη τις “περιπέτειες” του πρώτου εξαμήνου του ’15 και να καταλογίζει ακτιβισμό στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και ως εκ τούτου ουδόλως αρέσουν στο Μέγαρο Μαξίμου. H αντιπαράθεση αυτή με τον Κυριάκο Μητσοτάκη έχει λάβει πλέον προσωπικά χαρακτηριστικά και είναι βέβαιο πως δεν στοιχίζει -αντιθέτως- στον πολιτικό που έχει ενδυθεί τον ρόλο του “statesman” και τον ασκεί με επιτυχία. Το ό,τι έχει βρεθεί, άλλωστε, σχετικά με το σκάνδαλο των υποκλοπών, στην ίδια όχθη με τον Αλέξη Τσίπρα δεν σημαίνει πως στο μέλλον δεν θα ξαναβρεθεί απέναντί του.
–Προκαλεί πονοκεφάλους στον Νίκο Ανδρουλάκη, αφού ως θύμα των υποκλοπών δυσκολεύεται να εξηγήσει γιατί είναι μαλθακός στο συγκεκριμένο θέμα και δεν υιοθετεί την τεκμηριωμένη άποψη του πολιτικού του μέντορα.
-Δεν διέλαθε, δε, της προσοχής των παρατηρητικών η προτροπή του (για θεσμική παρέμβαση) προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελαροπούλου. Ωσάν να ήθελε να της υποδείξει (και όχι μόνο σε αυτήν) πόσο ευρύχωρες μπορούν να γίνουν οι συνταγματικά περιορισμένες αρμοδιότητες της προεδρίας, εάν ο φέρων, ή η φέρουσα το ύπατο αξίωμα έχει το θάρρος και την συγκρότηση να τοποθετείται σε θέματα μείζονος δημοσίου συμφέροντος και κράτους Δικαίου.
Ουδείς μπορεί να μπει στο μυαλό του Ευάγγελου Βενιζέλου και να αντιληφθεί εάν, πέραν της επίδειξης επιστημονικής ισχύος και της προβολής της απελευθερωμένης πιά αυτοπεποίθησής του, υπάρχουν και φιλοδοξίες ή σκοπιμότητες. Ακόμα κι έτσι, όμως, είναι τόσο στέρεα τοποθετημένη η άποψή του που δύσκολα μπορεί να του καταλογίσει κανείς κάτι άλλο.
Είναι βέβαιο, όμως, πως στα 66 του ο Ευάγγελος Βενιζέλος μπορεί να απολαμβάνει τις διδασκαλίες στο ΑΠΘ, ή την συμμετοχή σε εκδηλώσεις κύρους, ή ακόμα και την οργάνωση παρεμβατικών διαλέξεων μέσω του e-kyklos, είναι μάλλον νωρίς να εγκαταλείψει την κεντρική πολιτική σκηνή. Το πώς θα σχεδιαστεί η επιστροφή του και με ποιόν ρόλο θα κριθεί από τους πολιτικούς συσχετισμούς μετά τις εκλογές. Είναι βέβαιο πως όντας “μια κατηγορία μόνος του” και έχοντας διαγράψει μακρά και ενδιαφέρουσα πορεία, τα κόμματα δεν τον χωρούν. Εάν βρεθεί κάτι, θα είναι ευρύτερο…