Γεραπετρίτης: “Δεν είναι δυνατόν εγκληματικές οργανώσεις να λειτουργούν ως παίκτες στο πολιτικό σύστημα”
Αναλυτικές απαντήσεις για τη ρύθμιση που κατέθεσε την Πέμπτη η κυβέρνηση για τις προϋποθέσεις συμμετοχής στις εκλογές, των πολιτικών κομμάτων, έδωσε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης.
Σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό «Παραπολιτικά» ο Γιώργος Γεραπετρίτης έστειλε ταυτόχρονο πολιτικό μήνυμα ότι «απέναντι σε εκείνους που φέρονται να επιβουλεύονται τη δημοκρατία δεν χωρεί καμία ανοχή από το πολιτικό σύστημα».
Όπως σημείωσε αναλυτικώς, «είναι ώρα ευθύνης για όλους μας, είναι μία στιγμή κατά την οποία όλο το πολιτικό σύστημα οφείλει συντεταγμένα να σταθεί απέναντι σε εκείνους που φέρονται να επιβουλεύονται τη δημοκρατία -και δεν ομιλώ μόνο για το συγκεκριμένο κόμμα. Αλλά για οποιονδήποτε, αξιοποιώντας την ανοχή της δημοκρατίας, έχει ως σκοπό να έλθει να την συρρικνώσει και να την καταλύσει. Στις περιπτώσεις αυτές δεν χωρεί καμία ανοχή από το πολιτικό σύστημα».
Το Σύνταγμα, συνέχισε, έχει, «πράγματι, μία διάταξη, η οποία δεν επιτρέπει σε κάποιον, ο οποίος έχει καταδικασθεί αμετάκλητα να είναι υποψήφιος για τις βουλευτικές εκλογές. Εδώ μιλάμε για κάτι διαφορετικό ποιοτικά, σε εντελώς άλλη συνταγματική βάση, την υποχρέωση που προκύπτει εκ του Συντάγματος, τα κόμματα να εξυπηρετούν την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Είναι τελείως διαφορετική η νομική βάση. Εδώ δεν ομιλούμε για έναν απλό βουλευτή που θα κατέλθει (στις εκλογές) ή όχι, εδώ ομιλούμε για πολιτικά κόμματα, τα οποία στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά εγκληματικές οργανώσεις. Ή, εγκληματικές οργανώσεις που περιβάλλονται το ένδυμα του πολιτικού κόμματος».
Η διάταξη που κατατέθηκε χθες, εξ άλλου, «δεν έρχεται ξαφνικά ούτε έρχεται σε νομικό και πραγματικό κενό. Έρχεται ως ένα επιστέγασμα σε μια συνολική προσπάθεια που έχει κάνει η Πολιτεία, έτσι ώστε διασφαλίσει και να εγγυηθεί τη δημοκρατία της. Ήδη από το 2013 έχουμε διατάξεις πολύ σαφείς που αναστέλλουν τη χρηματοδότηση κομμάτων που έχουν στους κόλπους τους εγκληματική οργάνωση […] Δεύτερη, και πιο σημαντική, πράξη, στις εκλογές του 2019, όταν ο λαός με σοφία αφήνει έξω από τη Βουλή όλα τα νεοναζιστικά μορφώματα. Το 2021 σε ανύποπτο χρόνο ερχόμαστε και εισάγουμε διάταξη, σύμφωνα με την οποία δεν είναι δυνατόν εκείνοι οι οποίοι έχουν καταδικασθεί για ηγεσία εγκληματικής οργάνωσης, να είναι ταυτόχρονα και ηγέτες σε πολιτικά κόμματα. Το αυτονόητο δηλαδή. Δεν είναι δυνατόν εγκληματικές οργανώσεις να λειτουργούν ως παίκτες στο πολιτικό σύστημα».
Μία διάταξη, που όπως υπογράμμισε, «υπερψηφίζεται το 2021 με μεγάλη πλειοψηφία από εμάς που είχαμε την πρωτοβουλία, από τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ και από την Ελληνική Λύση. Σε εκείνη τη διάταξη ερχόμαστε σήμερα να κλείσουμε ένα παράθυρο», που δεν είναι άλλο, όπως εξήγησε στη συνέχεια ο υπουργός Επικρατείας, από το να εναλλάσσεται μία κατ’ ουσίαν εγκληματική οργάνωση μανδύες κομματικών σχηματισμών.
Κατά το μέρος της Νέας Δημοκρατίας, ταυτοχρόνως, «δεν πρόκειται να έλθει στη Βουλή μία πρόταση που δεν θα είναι συνταγματική. Θα μπορούσαμε να έλθουμε με μία πρόταση, η οποία θα χτυπούσε ευθέως το Σύνταγμα λέγοντας ότι κανένα μέλος, κανένας υποψήφιος δεν μπορεί να έχει καταδικασθεί για απαξιωτικά εγκλήματα, για εγκλήματα κατά της Πολιτείας. Δεν το πράξαμε -και δεν το πράξαμε συνειδητά γιατί κάτι τέτοιο θα είχε συνταγματικό πρόβλημα. Εμείς στη θεσμική διάσταση είμαστε πάρα πολύ αυστηροί», σημείωσε με έμφαση ο Γ. Γεραπετρίτης.
Για τα σκέλη της ρύθμισης
Και, αμέσως μετά, εισερχόμενος στις λεπτομέρειες της προτεινόμενης από την κυβέρνηση, ρύθμισης, αυτή έχει δύο σκέλη: Στο πρώτο σκέλος, η διάταξη «ακουμπά» και τον πραγματικό ηγέτη ενός τέτοιου κόμματος, και όχι απλώς τον «αχυράνθρωπο». «Είναι απλό να αποδειχθεί (ποιος είναι) αυτός ο οποίος κινεί τα νήματα, προβαίνει σε δημόσιες δηλώσεις κλπ». Όπως τόνισε δε, σε επόμενο σημείο της συνέντευξής του ο υπουργός Επικρατείας, «η κυβέρνηση και η Βουλή, κατά το μέρος της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, θα κάνουν τα πάντα έτσι ώστε να υπάρξουν οι διατάξεις αυτές. Δεν μπορεί με νόμο να αποκλεισθεί ένα κόμμα από το να συμμετέχει στις εκλογές. Η ανακήρυξη των κομμάτων γίνεται πάντοτε από τον ‘Αρειο Πάγο και αυτό θα γίνει και στη συγκεκριμένη περίπτωση».
Στο θέμα της διακομματικής συναίνεσης, ειδικότερα, «από μακρού χρόνου τα κόμματα γνωρίζουν ποια ήταν η δική μας διάθεση. Η διαβουλευτική μας διάθεση είναι αποδεδειγμένη, έχουμε ήδη ενσωματώσει και κάποιες από τις παρατηρήσεις που μας ετέθησαν […] είμαστε ανοιχτοί στο να διαφοροποιήσουμε κατά τι το κείμενο που έχουμε καταθέσει. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη γενικότερη διάθεσή μας».
Ενώ σε ό,τι αφορά την προτεινόμενη ρύθμιση εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης – εάν πράγματι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία είναι αυτή που είδε το φως της δημοσιότητας, παρατήρησε ο Γ. Γεραπετρίτης – είναι «μία πρόταση που κινείται σε άλλη κατεύθυνση. Βάζει τον ‘Αρειο Πάγο στη λογική της αναζήτησης εάν ένα κόμμα έχει ναζιστικά ή ρατσιστικά χαρακτηριστικά ή αν τα μέλη του σε δράσεις τους εμφορούνται από ναζιστικά ή ρατσιστικά κίνητρα. Αυτό, κατά την άποψή μου, είναι εξαιρετικά ανοιχτό, δημιουργεί συνθήκες που δύσκολα μπορούν να ελεγχθούν», σημείωσε.
Με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι μια τέτοια διάταξη «θα δημιουργούσε συνθήκες να ανοίξει ένας ασκός του Αιόλου που δεν θα ξέραμε πού θα τελειώσει. Στον κοινό Ποινικό Κώδικα η έννοια του ρατσισμού είναι μία ευρύτατη έννοια που περιλαμβάνει κάθε μορφής εχθροπάθεια ή αντίθεση σε βασικές αξίες. Είναι δύσκολα ελέγξιμη, δύσκολα προσδιορίσιμη. Εμείς θέλουμε να “κλειδώσουμε” όσο το δυνατόν περισσότερο τις πραγματικές εγκληματικές οργανώσεις, να μην συμμετέχουν. Δεν μπαίνουμε σε ένα κυνήγι αναζήτησης της ιδεολογίας των κομμάτων, το οποίο έχει ιστορικό βάρος για την Ελλάδα, δεν είναι μια απλή υπόθεση».
Όμως, διευκρίνισε ο υπουργός Επικρατείας, «ναι, θα ήθελα και προσωπικά και ως παράταξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πλειοψηφία στο θέμα, και άρα θα ήταν ευχής έργον η αξιωματική αντιπολίτευση να μπορέσει να συνταχθεί ή, εν πάση περιπτώσει, να βρούμε μια κοινή ζώνη στην οποία να μπορούμε να προσγειωθούμε».
Στο ερώτημα εάν απασχολεί την κυβέρνηση η πολιτική συμπεριφορά των ψηφοφόρων του Ηλία Κασιδιάρη, ο Γ. Γεραπετρίτης ήταν κατηγορηματικός εξ άλλου: «Σε ό,τι με αφορά είναι πολιτικά αδιάφορο το πού θα κινηθεί το ποσοστό, εγώ θέλω να τονίσω ότι δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να ξανανοίξουν μαύρες σελίδες, τις οποίες όλοι μας θυμόμαστε, δεν θέλουμε να τις ξαναδούμε. Θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας η επόμενη Βουλή να είναι μια Βουλή με δυνάμεις που θα εμφορούνται μόνο από τα δημοκρατικά ιδεώδη».
Σε ένα άλλο θέμα, αυτό των μετεκλογικών συνεργασιών, «είμαστε πάρα πολύ στοχοπροσηλωμένοι στο να κάνουμε σήμερα τη δουλειά μας ως κυβέρνηση. Και αύριο, στο να φέρουμε στον ελληνικό λαό ένα πρόγραμμα που θα θέσουμε στην κρίση του και πιστεύουμε ότι θα το εμπιστευθεί. Δεν θα μπούμε σε μια λογική εύκολης εχθροπάθειας, τα περί εκβιασμών είναι προφανές ότι είναι και ανέξοδοι βερμπαλισμοί αλλά και δεν έχουν κανένα απολύτως στοιχείο τεκμηρίωσης» ανέφερε και συμπλήρωσε: «Ανεξαρτήτως των λαθών, καθυστερήσεων, πλημμελειών που μπορεί να υπάρχουν σε κάθε κυβέρνηση, θεωρούμε ότι έχουμε εισφέρει ένα έργο το οποίο είναι θετικό για την κοινωνία, την οικονομία, τα εθνικά μας θέματα. Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά να κάνουμε».
Κληθείς, τέλος, να σχολιάσει εάν αποδίδει κάποια σημασία στο ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής Νίκος Ανδρουλάκης αφαίρεσε, όπως ελέχθη, ο όρος «προοδευτική διακυβέρνηση» από πρόσφατη ομιλία του, ο Γ. Γεραπετρίτης απάντησε ως εξής: «Εγώ ειλικρινά δεν αντιλαμβάνομαι καθόλου αυτού του τύπου τους όρους. Προοδευτική διακυβέρνηση είναι κάτι το οποίο διαμορφώνει υποσυνείδητα κάποιος για να εξωραΐσει δικές του καταστάσεις. Η παρούσα κυβέρνηση είναι η πιο προοδευτική της Μεταπολίτευσης, επέδειξε σθένος στα εθνικά θέματα, συνοχή στην οικονομία και πολύ μεγάλη ευαισθησία στη στήριξη της κοινωνίας. ‘Αρα, όλα αυτά τα ακούω λίγο απόμακρα, εμείς εξακολουθούμε να αισθανόμαστε ότι είμαστε εκείνοι, οι οποίοι μπορούν να εκφράσουν περισσότερο από τον καθένα τη γνήσια βούληση του ελληνικού λαού να προοδεύσει η χώρα. Δεν ετεροκαθοριζόμαστε από το τι πράττουν τα άλλα κόμματα και αυτό, πιστεύω, θα το εκτιμήσει ο ελληνικός λαός».
Και, εν κατακλείδι, «χρειαζόμαστε μια ισχυρή κυβέρνηση. Δεν λέω κατ’ ανάγκην ότι μία αυτοδύναμη κυβέρνηση είναι εξ ορισμού μία καλή κυβέρνηση. Μια αυτοδύναμη κυβέρνηση είναι εξ ορισμού μια ισχυρή κυβέρνηση – και είναι αυτό το οποίο χρειάζεται σήμερα ο τόπος».