Ντογιάκος κατά ΑΔΑΕ: Πώς οι ασθενείς μετασεισμοί μπορούν να προκαλέσουν (πολιτικό) τσουνάμι
Για την ιστορία: Κλιμάκιο της ΑΔΑΕ επισκέφθηκε δύο φορές τον μεγάλο τηλεπικοινωνιακό πάροχο. Την πρώτη φορά, η νομική σύμβουλος επιχείρησε να αντισταθεί στο αίτημα ελέγχου των διατάξεων για την παρακολούθηση για λόγους “εθνικής ασφαλείας”, προς τούτο, μάλιστα, επικοινώνησε με τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για να ζητήσει… κατευθύνσεις, μετά την ψήφιση του νέου νόμου για την ΕΥΠ.
Ο Ισίδωρος Ντογιάκος διατύπωσε μία πρώτη άποψη, η νομική σύμβουλος “αντιστάθηκε”, ο έλεγχος της ΑΔΑΕ δεν ολοκληρώθηκε πλήρως. Ο Εισαγγελέας του ΑΠ δεσμεύθηκε να εκδώσει γνωμοδότηση. Στο μεσοδιάστημα, η ΑΔΑΕ επανήλθε στον πάροχο και με αποφαιστικό τρόπο διεξήγαγε ελέγχους μετά και το αίτημα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι πληροφορίες αναφέρουν πως επιβεβαιώθηκε πλήρως η παρακολούθηση μέσω ΕΥΠ, δύο κορυφαίων προσώπων, ενός υπουργού και του Α/ΓΕΕΘΑ, απομαγνητοφωνήσεις των συνομιλιών των οποίων είχαν ήδη δημοσιευθεί από το Documento.
Εκ των υστέρων, ο κ. Ντογιάκος εξέδωσε την γνωστή, πλέον, γνωμοδότηση. Μέχρι εκείνη την στιγμή είχαν εκδηλωθεί μόνο ασθενείς πολιτικοί μετασεισμοί (του σκανδάλου των υποκλοπών), τους οποίους η κυβέρνηση διαχειριζόταν επικοινωνιακά με αρκετή επιτυχία. Τι θα ακολουθούσε εάν δεν παρενέβαινε ο Εισαγγελέας του ΑΠ: Η ΑΔΑΕ θα έπρεπε να ενημερώσει τον αιτούντα (Αλέξη Τσίπρα), πιθανότατα, όμως, λόγω της επιμονής του προέδρου της Αρχής στην θεσμική οδό, ο Χρήστος Ράμμος θα προέκρινε την ενημέρωση μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Άλλωστε, με την συνέντευξή του στην “Καθημερινή” (παραμονή της Πρωτοχρονιάς) κατέστηκε σαφές πως επιμένει στην λογοδοσία ενώπιον της Βουλής. Εκεί, η κυβέρνηση με την συνδρομή του προέδρου Κωνσταντίνου Τασούλα θα μπορούσε σε κάποιο βαθμό να ελέγξει την διαδικασία, είτε χρονοτριβώντας, είτε με την επίκληση του απόρρητου.
Ήρθε, όμως, η γνωμοδότηση Ντογιάκου, η οποία είναι βέβαιο πως θα αποκτήσει διαχρονικά και συμβολικά χαρακτηριστικά. Άπαντες στο μέλλον θα την επικαλούνται ως “μνημείο παρέμβασης και αντισυνταγματικότητας”. Αυτό, όμως, αφορά την δική του υστεροφημία. Εκείνο που δεν υπολόγισε -στην αμηχανία της- η κυβέρνηση είναι πως υπάρχουν πολλοί άλλοι πολύ πιο επαρκείς συνταγματικά και νομικά από τον Εισαγγελέα του ΑΠ. Για τους Ευάγγελο Βενιζέλο και Νίκο Αλιβιζάτο, για παράδειγμα, η επιστημονική τους πληρότητα βαραίνει περισσότερο από την όποια πολιτική σκοπιμότητα. Όπως και για 14 ακόμα συνταγματολόγους -οι κορυφαίοι-, οι οποίοι συντάχθηκαν σε μία κατηγορηματική και αυστηρή αντιπαράθεση με τις “ακροβασίες” της γνωμοδότησης.
Αν ένας πολίτης καταγγείλει παράνομη παρακολούθηση όχι στην ΑΔΑΕ αλλά σε έναν εισαγγελέα, αυτός μπορεί να διενεργήσει προκαταρκτική εξέταση ή πρέπει να βάλει στον πάγο την δικογραφία περιμένοντας να περάσει μια τριετία, της οποίας το σημείο έναρξης αγνοεί; Και η ΑΔΑΕ δικαιούται να ασκεί την αρμοδιότητά της, όχι για να ενημερώσει τον θιγόμενο που ο νέος νόμος της απαγορεύει, αλλά για να ενημερώσει την Βουλή ή την δικαστική αρχή, όπως οφείλει; Κι αν το κάνει, παρανομεί και τα μέλη της θα διωχθούν; Με αυτά τα δύο ρητορικά ερωτήματα ο Ευάγγελος Βενιζέλος επιχείρησε να αναδείξει το παράλογο της νομικής επιχειρηματολογίας της γνωμοδότησης Ντογιάκου (η οποία μάλιστα, κατά την γνώμη του, εξεδόθη καθ’ υπέρβαση αρμοδιότητας).
Όλα τα πολιτικά κόμματα αντέδρασαν σκληρά, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Νίκος Ανδρουλάκης επαναφέρουν το σκάνδαλο των υποκλοπών στην προθήκη της προεκλογικής επικαιρότητας, η υπόθεση φθάνει (ξανά) στο Ευρωκοινοβούλιο, με την επιτροπή PEGA να αναμένεται να δημοσιοποιήσει το πόρισμά της το αργότερο μέχρι τον Μάρτιο (σε προεκλογικό χρόνο), η δε επιβεβαίωση της ΑΔΑΕ για τις παρακολουθήσεις είναι βέβαιο πως αργά ή γρήγορα θα δει το φως της δημοσιότητας.
Εαν δε, όπως αναμένεται, επιχειρηθεί -μέσω της διάσκεψης των προέδρων της Βουλής- να μπει “φίμωτρο” στην ΑΔΑΕ μέσω της αντικατάστασης κάποιων μελών της που συγκροτούν την ομάδα συνεργατών του κ. Ράμμου, τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα…
Εν κατακλείδι, η γνωμοδότηση Ντογιάκου “φούντωσε” την υπόθεση των παρακολουθήσεων, η παρέμβαση-καταπέλτης σύσσωμης της αντιπολίτευσης και, κυρίως, των κορυφαίων συνταγματολόγων, αποδομεί το επιχείρημα περί “υποκίνησης” από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και αποτελεί μείζον πλήγμα για την κυβέρνηση την ώρα που προσπαθούσε να βγάλει το θέμα από την ειδησεογραφία.
Αυτό ακριβώς το στοιχείο ανέδειξε ο κ. Τσίπρας με ανάρτηση του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: “Όσοι δεν καταλαβαίνουν ότι στις μέρες μας απειλείται ο πυρήνας του Κράτους Δικαίου και των δημοκρατικών ελευθεριών, ας διαβάσουν με προσοχή τις σημερινές παρεμβάσεις των καθηγητών Ευάγγελου Βενιζέλου, Προκόπη Παυλόπουλου, Γιώργου Σωτηρέλη, Ακρίτα Καϊδατζή, Ξενοφώντα Κοντιάδη”, έγραψε.