Κοροναϊός: Τα “θαυματουργά” φάρμακα για τη νόσο είναι αναποτελεσματικά – Οι μεταλλάξεις επιβιώνουν
Ο κορονοϊός μπορεί να ξεχάστηκε από μία μεγάλη μερίδα ανθρώπων, οι οποίοι έχουν την ανάγκη να αφήσουν στο παρελθόν τα δύο δύσκολα χρόνια της πανδημίας και τους αυστηρούς περιορισμούς, όμως, δεν τελείωσε εν μία νυκτί.
Επέστρεψε δριμύτερος και μαζί με άλλες ιώσεις και λοιμώξεις, στέλνει χιλιάδες στα νοσοκομεία.
Η «δύναμη» του κορονοϊού και ταυτόχρονα η δική μας μεγάλη «αδυναμία» είναι πως τρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της επιδημίας, δεν υπάρχει μία μέθοδος, ένα φάρμακο κτλ, για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του.
Τα εμβόλια είναι μέτρο πρόληψης, αλλά όχι θεραπεία.
Η έλλειψη, λοιπόν, εξειδικευμένων θεραπειών για την Covid-19 και ειδικά για ανθρώπους με αδύναμο ανοσοποιητικό αποτελεί το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του κορονοϊού, σε συνδυασμό με τις αλλεπάλληλες μεταλλάξεις του.
Σε άρθρο του, το Politico εξετάζει την κατάσταση που επικρατεί σήμερα με τις άλλοτε σωτήριες θεραπείες για την Covid – 19 και κατά πόσο αποτελεσματικές είναι σήμερα.
Στις αρχές της πανδημίας το 2020, σε ένα από τα αλλεπάλληλα κύματά της, είχε νοσήσει και ο άλλοτε πρόεδρος της Αμερικής, Ντόναλντ Τραμπ. Τότε, όπως είχε γίνει γνωστό, του χορηγήθηκαν μονοκλωνικά αντισώματα, τα οποία αναμενόταν να «αλλάξουν το παιχνίδι» όσον αφορά στις θεραπείες.
Ωστόσο, δύο χρόνια μετά, και έπειτα από δεκάδες μεταλλάξεις της Covid-19, τα μονοκλωνικά αντισώματα είναι πλέον σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματικά έναντι των τωρινών μεταλλάξεων.
Επίσης, η πρώτη επιλογή – για τους περισσότερους ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο σοβαρής νόσησης – το αντιιικό φάρμακο Paxlovid δεν είναι ασφαλές για όλους τους ανασοκατεσταλμένους, καθώς αλληλεπιδρά με άλλα φάρμακα, προκαλώντας παρενέργειες.
Την ίδια ώρα έχει στερέψει η χρηματοδότηση προς τις φαρμακοβιομηχανίες, σε σχέση με τον πρώτο καιρό της Covid – 19, με αποτέλεσμα οι κατασκευαστές φαρμάκων να έχουν μικρότερο κίνητρο για την παραγωγή νέων θεραπειών αντισωμάτων, που θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικές.
Όπως επισημαίνει το Politico, χωρίς ένα κυβερνητικό πρόγραμμα όπως το Operation Warp Speed για την ανάπτυξη εμβολίων και θεραπειών δεύτερης γενιάς, οι ευάλωτοι κινδυνεύουν να νοσήσουν σοβαρά από Covid – 19 και να «πλημμυρίσουν» τα νοσοκομεία κι ενώ το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης των ΗΠΑ είναι ήδη στα «κόκκινα».
Παράλληλα, μέσα στο 2022 ο FDA απέσυρε την έγκριση για τέσσερις θεραπείες αντισωμάτων, καθώς η Omicron και οι υποπαραλλαγές της εξάλειψαν την αποτελεσματικότητά τους. Οι θεραπείες απευθύνονταν σε ενήλικες και παιδιά με ήπια έως μέτρια νόσηση που θεωρούνταν ότι διατρέχουν κίνδυνο να αναπτύξουν σοβαρή νόσο και να καταλήξουν σε νοσοκομείοο.
Υπενθυμίζεται πως, τα μονοκλωνικά αντισώματα – τα οποία έχουν κατασκευαστεί από εταιρείες όπως η Regeneron, η Eli Lilly και η Vir – είναι μόρια που έχουν δημιουργηθεί στο εργαστήριο και έχουν σχεδιαστεί για να εμποδίζουν την είσοδο ενός ιού στα ανθρώπινα κύτταρα. Ωστόσο, για να γίνει αυτό πρέπει να συνδεθούν με την πρωτεΐνη ακίδας του ιού για να την εξουδετερώσουν, οι πολλές μεταλλάξεις του όμως έχουν καταστήσει σταδιακά αναποτελεσματικά τα διαθέσιμα προϊόντα.
Σχετικά με το Paxlovid, o CDC έχει προτρέψει τους παρόχους να συμβουλευτούν τις κατευθυντήριες γραμμές θεραπείας Covid του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας για τρόπους δυνητικής διαχείρισης του – λόγω των αλληλεπιδράσεων του με άλλα φάρμακα – όπως η προσωρινή παύση ή η μείωση της δόσης.
Το Remdesivir, από την άλλη, είναι ένα αντιικό που χορηγείται ενδοφλέβια, και αποτελεί επιλογή για τη θεραπεία ανοσοκατεσταλμένων ατόμων, ωστόσο απαιτεί εγχύσεις για τρεις ημέρες είτε σε νοσοκομείο είτε σε εξωτερικά ιατρεία.
Η άλλη θεραπεία που εξακολουθεί να είναι επιλογή για τους ανοσοκατεσταλμένους που μολύνονται από την Covid – 19 είναι η θεραπεία με πλάσμα που περιέχει αντισώματα κατά του ιού, ωστόσο, αλλά η διαθεσιμότητά του – στην Αμερική – δεν είναι μεγάλη.
Από την άλλη, όπως αναφέρει γιατρός στο Politico, έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της.
«Επιβιώνει» από τις παραλλαγές του ιού και μπορεί να προσαρμοστεί σε διαφορετικά στελέχη, αλλά είναι δύσκολο να χορηγηθεί και απαιτεί να γίνει ομαδοποίηση αίματος για τον λήπτη.
Ο FDA έχει εγκρίνει την επείγουσα χορήγηση πλάσματος για ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, αλλά το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ παρέμεινε ουδέτερο ως προς τη θεραπεία, κάτι που η Janet Handal, πρόεδρος της Ομάδας Υποστήριξης Μεταμοσχεύσεων και Ανοσοκατεσταλμένων Ασθενών, λέει ότι έχει οδηγήσει ορισμένα νοσοκομεία να διστάζουν να το χορηγήσουν.
Οι οδηγίες για το πλάσμα, που ενημερώθηκαν τελευταία την 1η Δεκεμβρίου, αναφέρουν ότι δεν υπάρχουν «επαρκή στοιχεία» για να προτείνεται η χρήση ή μη της θεραπείας σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς.