Καμπαγιάννης: Καταγγελία για τον ξυλοδαρμό δικηγόρου από τα ΜΑΤ μέσα στην Ευελπίδων
Τον άγριο ξυλοδαρμό του δικηγόρου Νικόλαου Κουτσελόπουλου εντός της Ευελπίδων, κατόπιν της παράνομης αυτόφωρης διαδικασίας σε βάρος του, καταγγέλλουν ο Θανάσης Καμπαγιάννης και η Εναλλακτική Παρέμβαση Δικηγόρων Αθήνας και ζητούν απαντήσεις.
Παράλληλα, οι απαντήσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου για τη βίαιη σύλληψη του φωτορεπόρτερ Νίκου Πηλού προκάλεσαν αίσθηση…
«Για άλλη μια φορά, η Ελληνική Αστυνομία έκανε κουρέλι κάθε έννοια νομιμότητας συλλαμβάνοντας την Τρίτη 22/11 στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας (Προσφυγικά) και κρατώντας με την αυτόφωρη διαδικασία δικηγόρο, παρότι ήταν γνωστή η ιδιότητά του και η ειδική δωσιδικία που απολαμβάνει» σημειώνει σε δήλωσή του ο Θανάσης Καμπαγιάννης, επισημαίνοντας ότι ο Ν. Κουτσελόπουλος οδηγήθηκε στον Εισαγγελέα το επόμενο πρωί, αν και είναι σαφής και ξεκάθαρη η εντολή της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου ότι δικηγόρος δεν μπορεί να κρατηθεί στα πλαίσια αυτοφώρου. Υπογραμμίζει, στη συνέχεια, ότι όταν απελευθερώθηκε με εντολή εισαγγελέα, ο ίδιος δικηγόρος χτυπήθηκε στο κεφάλι από τα ΜΑΤ εντός της Ευελπίδων, μπροστά στο κτίριο 7, στη διάρκεια επίθεσης των αστυνομικών σε αλληλέγγυους προς τους 78 συλληφθέντες. Τις αγριότητες των ΜΑΤ έχουν καταγγείλει οι συνήγοροι υπεράσπισης που παρίσταντο στο Αυτόφωρο Τριμελές, με δημόσια δήλωσή τους.
«Μετά το “ατυχές περιστατικό” της σύλληψης του φωτορεπόρτερ Νίκου Πηλού, τι έχει να πει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος για την παράνομη αυτόφωρη διαδικασία σε βάρος του δικηγόρου Ν. Κοτσελόπουλου και τον ξυλοδαρμό του εντός δικαστηρίων» διερωτάται ο Θ. Καμπαγιάννης. Καλεί δε τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και τα θεσμικά όργανα του δικηγορικού σώματος να λάβουν άμεσα θέση και να καταγγείλουν την κλιμακούμενη αστυνομική βία και αυθαιρεσία με θύματα πολίτες και δικηγόρους.
Θυμίζουμε πως κατά την αστυνομική επιχείρηση και την εισβολή στα Προσφυγικά, ανάμεσα στους 79 που οδηγήθηκαν στη ΓΑΔΑ, και ο βραβευμένος φωτορεπόρτερ Νίκος Πηλός. Βρισκόταν στο σημείο κάνοντας φωτορεπορτάζ και οι αστυνομικές δυνάμεις τον συνέλαβαν και τον μετέφεραν στη ΓΑΔΑ παρά το γεγονός ότι είχε κάνει γνωστή την επαγγελματική του ιδιότητα. Μάλιστα, όπως ανέφεραν φωτορεπόρτερς – αυτόπτες μάρτυρες, οι αστυνομικοί προχώρησαν σε αναίτια προσαγωγή συναδέλφου τους επειδή έκανε απλώς τη δουλειά του, κάνοντας πράξη τις απειλές τους περί προσαγωγών σε περίπτωση που «τολμήσουν και σηκώσουν κάμερες».
Ο Γιάννης Οικονόμου δήλωσε χαρακτηριστικά όταν ρωτήθηκε για το θέμα: «Tο περιστατικό που αναφέρετε, ήταν ένα ατυχές περιστατικό. Νομίζω ότι δόθηκαν άμεσα οδηγίες για την απελευθέρωση, για τη μη σύλληψη του συγκεκριμένου δημοσιογράφου. Και η Ελληνική Αστυνομία, πάντοτε όταν δημοσιογράφοι επιδεικνύουν τις ταυτότητές τους ή, γνωστοποιούν την ιδιότητά τους, έχει τις οδηγίες να συμπεριφέρεται με τον τρόπο που πρέπει να συμπεριφέρεται. Αυτό είναι ένα τεχνικό ζήτημα. Του έχουν απαγγελθεί κατηγορίες, επειδή ήδη είχε γίνει η σύλληψη, κατά τη διάρκεια της οποίας, σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπάρχουν, δεν είχε επιδείξει την ταυτότητά του, είχε εκδοθεί το γραφειοκρατικό της σύλληψης, είχε ξεκινήσει η διαδικασία. Δόθηκαν, όμως, άμεσες οδηγίες για την απελευθέρωσή του και είναι σαφές ότι η υπόθεση αυτή θα έχει την κατάληξη που πρέπει να έχει, χωρίς περαιτέρω περιπέτειες για τον συνάδελφό σας».
«Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, κατά την τακτική ενημέρωση των δημοσιογράφων στις 24-11-2022, ανέφερε ότι η προσαγωγή και παραμονή μου επί 8 και πλέον ώρες στη Γ.Α.Δ.Α. οφείλεται δήθεν στο ότι «δεν επέδειξα την ταυτότητά μου. Πιθανότατα, ο κ. Οικονόμου διαθέτει εσφαλμένες πληροφορίες, αφού, τόσο κατά την αρχική «δέσμευσή» μου όσο και κατά την προσαγωγή μου στη Γ.Α.Δ.Α., αμέσως επέδειξα την αστυνομική μου ταυτότητα αλλά και τις 2 επαγγελματικές μου ταυτότητες της Ένωσης Φωτορεπόρτερ Ελλάδας και της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου Ελλάδας που είναι σε ισχύ. Άλλωστε, το γεγονός αυτό έχει καταγραφεί στην κατάθεση (έκθεση εξέτασης κατηγορουμένου) που οικειοθελώς έδωσα στους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας, στην οποία καταχωρούνται τα πλήρη στοιχεία του δελτίου αστυνομικής μου ταυτότητας, καθώς και το επάγγελμά μου (φωτοειδησεογράφος) το οποίο εδώ και 35 χρόνια ασκώ, τηρώντας τους κανόνες που το διέπουν» απαντά ο φωτορεπόρτερ.