Έκθεση ΕΚΤ: ‘Ερχεται “σεισμός” χρεών σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις- Ποιοί θα επηρεαστούν περισσότερο
Προσδεθείτε -ήταν το χτεσινό μήνυμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ο αντιπρόεδρός της, Λουίς ντε Γκίντος, παρουσιάζοντας την 6μηνιαία έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, κάλεσε τις τράπεζες της Ευρωζώνης να πάρουν μεγαλύτερες προβλέψεις για κόκκινα δάνεια, σύστησε στα επενδυτικά funds να αυξήσουν τα ρευστά διαθέσιμά τους και εξήγησε ότι ο συνδυασμός ύφεσης, πληθωρισμού, περιορισμένης ρευστότητας και υψηλών επιτοκίων μπορούν να πυροδοτήσουν μεγάλη αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές της Ευρωζώνης, γιατί θα εκδηλώνονται ταυτόχρονα και θα αλληλοεπιδρούν, επιδεινώνοντας το ένα το άλλο.
Τις σκληρότερες συνέπειες θα κληθούν να αντιμετωπίσουν πρώτα τα ήδη υπερχρεωμένα νοικοκυριά κι επιχειρήσεις (πρέπει να περιμένουμε αύξηση των χρεωκοπιών) αλλά και τα υπερχρεωμένα κράτη. Σχετικά με το τελευταίο, ο Λουίς ντε Γκίντος εξέφρασε την «προσωπική γνώμη» ότι το ποσοτικό σφίξιμο (η ΕΚΤ έχει αποφασίσει να περιορίσει το χαρτοφυλάκιο ομολόγων της, ύψους 5 τρισ. ευρώ) θα πρέπει να γίνει «με μεγάλη σύνεση». Παράλληλα, κάλεσε τις κυβερνήσεις των 18 της Ευρωζώνης να διασφαλίσουν ότι τα μέτρα στήριξης έναντι της ενεργειακής κρίσης θα είναι στοχευμένα και προσωρινά -δεν ισχύει, είπε, το «θα κάνουμε ό,τι πρέπει» που ίσχυσε στην πανδημία.
Η περίληψη της έκθεσης της ΕΚΤ (ολόκληρη εδώ)
- Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πολλαπλές προκλήσεις, όπως η αποδυνάμωση των οικονομικών προοπτικών, ο υψηλότερος πληθωρισμός και οι αυστηρότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες
- Η μειωμένη ρευστότητα της αγοράς αυξάνει τον κίνδυνο άτακτων προσαρμογών των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, που θα μπορούσαν να δοκιμάσουν την ανθεκτικότητα των επενδυτικών κεφαλαίων
- Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι η υποστήριξη προς τους ευάλωτους τομείς είναι στοχευμένη και δεν παρεμβαίνει στην ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής
Οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη ζώνη του ευρώ έχουν αυξηθεί εν μέσω εκτίναξης των τιμών της ενέργειας, του αυξημένου πληθωρισμού και της χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης, δείχνει η Επισκόπηση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας Νοεμβρίου 2022 που δημοσιεύθηκε σήμερα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Ταυτόχρονα, οι χρηματοοικονομικές συνθήκες έχουν σφίξει καθώς οι κεντρικές τράπεζες ενεργούν για να περιορίσουν τον πληθωρισμό.
«Οι άνθρωποι και οι επιχειρήσεις αισθάνονται ήδη τον αντίκτυπο του αυξανόμενου πληθωρισμού και της επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος. «Η εκτίμησή μας είναι ότι οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχουν αυξηθεί, ενώ μια τεχνική ύφεση στη ζώνη του ευρώ έχει γίνει πιο πιθανή».
Αυτές οι πρόσφατες εξελίξεις αυξάνουν την ευπάθεια των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων που έχουν μεγαλύτερο χρέος. Προσθέτουν επίσης πιέσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και δοκιμάζουν την ανθεκτικότητα των επενδυτικών κεφαλαίων. Επιπλέον, όλα αυτά τα τρωτά σημεία θα μπορούσαν να ξεδιπλωθούν ταυτόχρονα, ενισχύοντας δυνητικά το ένα το άλλο.
Οι προκλήσεις του εταιρικού τομέα έχουν αυξηθεί εν μέσω υψηλότερου κόστους ενέργειας και άλλων εισροών, με τα κέρδη να αναμένεται να μειωθούν καθώς αυξάνεται το κόστος χρηματοδότησης. Εάν οι προοπτικές επιδεινωθούν περαιτέρω, δεν μπορεί να αποκλειστεί η αύξηση της συχνότητας των εταιρικών αθετήσεων, ιδίως μεταξύ των επιχειρήσεων έντασης ενέργειας.
Ο πληθωρισμός, καθώς και οι αυξανόμενοι λογαριασμοί φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος, πλήττουν επίσης τα νοικοκυριά, μειώνοντας την αγοραστική τους δύναμη και ενδεχομένως μειώνοντας την ικανότητά τους να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα που γενικά δαπανούν μεγαλύτερο μερίδιο του εισοδήματός τους σε ενέργεια και τρόφιμα επηρεάζονται ιδιαίτερα.
Καθώς οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θεωρούν ότι είναι όλο και πιο δύσκολο να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, οι τράπεζες θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες πιστωτικές απώλειες μεσοπρόθεσμα. Ενώ ο τραπεζικός τομέας πρόσφατα γνώρισε ανάκαμψη της κερδοφορίας καθώς τα επιτόκια αυξήθηκαν, υπάρχουν αρχικές ενδείξεις επιδείνωσης της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων, κάτι που μπορεί να απαιτήσει μεγαλύτερες προβλέψεις.
Πολλές κυβερνήσεις παρέχουν δημοσιονομική στήριξη σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά για να αμβλύνουν τον αντίκτυπο της αύξησης των τιμών της ενέργειας. Ωστόσο, τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους μετά την πανδημία, σε συνδυασμό με αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης, περιορίζουν το περιθώριο μέτρων δημοσιονομικής επέκτασης που δεν προκαλούν κινδύνους για τη βιωσιμότητα του χρέους. Συνεπώς, η υποστήριξη θα πρέπει να είναι προσωρινή και να στοχεύει σε όσους πλήττονται περισσότερο.
Η αβεβαιότητα γύρω από τις προοπτικές για τον πληθωρισμό και τα επιτόκια έχει αυξήσει τον κίνδυνο άτακτης προσαρμογής των τιμών των περιουσιακών στοιχείων στις χρηματοπιστωτικές αγορές, παρά τις πρόσφατες διορθώσεις. Πολλά επενδυτικά κεφάλαια παραμένουν σε μεγάλο βαθμό εκτεθειμένα σε περαιτέρω αποτιμήσεις και πιστωτικές απώλειες. Εκείνα με μεγάλες διαρθρωτικές αναντιστοιχίες ρευστότητας και χαμηλά ταμειακά αποθέματα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στις μετατοπίσεις της αγοράς και στην εκροή χρηματοδότησης. Η μειωμένη ρευστότητα σε ορισμένες χρηματοπιστωτικές αγορές θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει προκλήσεις για την προσαρμογή των χαρτοφυλακίων ή την άντληση κεφαλαίων. Αυξάνει επίσης τον κίνδυνο απροσδόκητα μεγάλων κλήσεων περιθωρίου, οι οποίες θα μπορούσαν να επιδεινώσουν την δυσμενή δυναμική της αγοράς εάν τα αμοιβαία κεφάλαια αναγκαστούν να πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία για να τα καλύψουν.
Συνολικά, το τραπεζικό σύστημα της ζώνης του ευρώ βρίσκεται σε καλή θέση για να αντέχει πολλούς κινδύνους, εν μέρει λόγω των ρυθμιστικών και προληπτικών μεταρρυθμίσεων της πολιτικής της περασμένης δεκαετίας. Δεδομένης της επιδείνωσης των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών προοπτικών, οι στοχευμένες μακροπροληπτικές πολιτικές, όπως τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας, μπορούν να συμβάλουν στην περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Οι επίμονες ευπάθειες και κίνδυνοι στον μη τραπεζικό χρηματοπιστωτικό τομέα απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές. Απαιτείται επείγουσα πρόοδος στα ρυθμιστικά πλαίσια για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του κλάδου, ιδίως για την αντιμετώπιση των αναντιστοιχιών ρευστότητας και της μόχλευσης.