Η απολογία του 26χρονου που μαχαίρωσε τον Γιάννη Μάρκου – “Με χτύπησε πρώτος, είπε πως θα με σκοτώσει”
Ο κατηγορούμενος, ο 19χρονος γνωστός του, που διασκέδαζαν μαζί αλλά και οι φίλοι του Γιάννη Μάρκου, καταλήγουν σε ένα κοινό συμπέρασμα. Όλα έγιναν για ασήμαντη αφορμή. Για τη θέση στην ουρά, για ένα σάντουιτς. Ο 26χρονος Παναγιώτης Καζανάκης, τα ρίχνει όλα στο αλκοόλ και στην ανάγκη να φάει κάτι, γιατί ήταν μεθυσμένος. Το βίντεο, αλλά και η μαρτυρία του Μάρκου, αποτυπώνουν όλο το σκηνικό.
Όπως περιέγραψε στους φίλους και τον δικηγόρο του κ. Γιάννη Μαρακάκη ο επιχειρηματίας, ο 26χρονος, όπως φαίνεται στο οπτικό υλικό που έχει στη διάθεση της η Αστυνομία, προσπερνά την ουρά και προκαλείται δυσφορία. Ο επιχειρηματίας όπως είπε, του ζητά τον λόγο και τότε ο 26χρονος τον σπρώχνει, ο 58χρονος χάνει προς στιγμήν την ισορροπία του, ανταποδίδει και σπρώχνει. Μέτα τα σπρωξίματα, ο επιχειρηματίας δεν δίνει σημασία και στρέφεται προς τους φίλους του.
Ήμουν μεθυσμένος
Στην απολογία του, στις 3 Νοεμβρίου στον ανακριτή, ο 26χρονος Παναγιώτης Καζανάκης από το Ίλιον, ανέφερε τα εξής “Ήμουν μαζί με τους φίλους μου σε μπαρ στην Κηφισιά με την επωνυμία Jasmin και εκεί καταναλώσαμε όλοι ένα μπουκάλι ουίσκι και κάποια σφηνάκια. Στη συνέχεια εγώ ο φίλος μου και μια φίλη του, πήγαμε γύρω στις δύο με δυόμισι σε ένα μπαρ με την επωνυμία Mini Blue στη Νέα Ερυθραία, όπου μετά από λίγο ήρθε και ο συγκατηγορούμενος μου. Τον συγκατηγορούμενο, δεν τον γνώριζα.
Είναι φίλος του ενός φίλου μου και τον είχα συναντήσει μόνο μια φορά στο παρελθόν το καλοκαίρι του 2022. Επειδή ο φίλος μου έφυγε μαζί με την κοπέλα του, εγώ με τον συγκατηγορούμενο αποφασίσαμε να πάμε στο κατάστημα Al Cantino στη Νέα Ερυθραία, το οποίο διανυκτερεύει, για να φάμε και μετά εγώ να πάρω ένα ταξί να γυρίσω στο σπίτι μου” αναφέρει.
Στις επόμενες γραμμές προσθέτει: “Όταν έφτασα στο κατάστημα, επειδή ήμουν μεθυσμένος, πήγα κατευθείαν στο ταμείο για να παραγγείλω και ρώτησα την πωλήτρια τι ήταν πιο γρήγορο για να φάω. Λόγω και της μέθης, δεν κατάλαβα ότι υπήρχε κάποια ουρά. Ενώ μιλούσα με την πωλήτρια, ένα άγνωστο σε μένα άτομο, με έπιασε, νομίζω από το δεξί μου χέρι, και μου είπε «ποιος είσαι εσύ που περνάς την σειρά;». Εγώ του είπα να με αφήσει και ήρθαμε πολύ κοντά, μούρη με μούρη. Μετά ο άγνωστος αυτός άνδρας, που στη συνέχεια όπως έμαθα είναι ο Ιωάννης Μάρκου, με έσπρωξε έξω απ’ το μαγαζί πάνω σε κάτι γλάστρες και ήρθε ύστερα ήρθε προς το μέρος μου και μου έριξε μια σφαλιάρα”.
Και συνεχίζει: “Στη συνέχεια σπρωχτήκαμε και πάλι και τότε αυτός μου έκανε κεφαλοκλείδωμα στο λαιμό και άρχισα να μην μπορώ να αναπνεύσω. Ταυτόχρονα άκουγα τον παθόντα να φωνάζει και να με απειλεί “θα σε σκοτώσω, θα σε πυροβολήσω”. Τότε εγώ επειδή ένιωσα κάτι σαν σίδερο και πίστεψα ότι ο παθών έχει όπλο, πάνω στο φόβο να μη με σκοτώσει, έβγαλα από την τσέπη μου ένα μπρελόκ σουγιαδάκι, με μήκος λάμας 4 με 5 εκατοστά το πολύ, το οποίο είχα αγοράσει πριν δύο μήνες από εμποροπανήγυρη στη Σκιάθο, όπου εργαζόμουν ως μάγειρας και είχα κρεμασμένο στα κλειδιά μου και άρχισα να χτυπάω τον παθόντα στα πόδια για να ελευθερωθώ.
Στη συνέχεια αφού κατάφερα να ελευθερωθώ, κατευθύνθηκα προς το αυτοκίνητο του συγκατηγορουμένου μου και αφού του είπα “μπες μέσα” μπήκα και εγώ στην θέση του συνοδηγού, χωρίς να μιλήσουμε καθόλου και φύγαμε. Λίγο πιο κάτω σε μια οδό Παπαναστασίου, με άφησε και έφυγε. Εγώ επειδή βρισκόμουν σε σοκ, καθώς είχα αίματα στο δεξί χέρι, αν θυμάμαι καλά, άρχισα να τριγυρίζω σε δρόμους και σε πάρκα στην περιοχή της νέας Ερυθραίας και της Κηφισιάς μέχρι να ξημερώσει.
Όταν ξημέρωσε, συνέχισα σοκαρισμένος να κάνω βόλτες και μετά στο κινητό μου, είδα την σοβαρότητα του περιστατικού, επικοινώνησα με το συνήγορο μου και αποφάσισα να παραδοθώ. Κάνω περιστασιακά χρήση χασίς χωρίς όμως να είναι εξαρτημένος. Έχω σπουδάσει μαγειρική και δουλεύω συνεχώς από ηλικία 16 με 17 ετών. Το καλοκαίρι του 2022 δούλεψα σαν μάγειρας στην Σκιάθο. Μένω με τη μητέρα μου στο Ίλιον Αττικής όταν δεν εργάζομαι εκτός Αθηνών. Δεν ήθελα να σκοτώσω, δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος Και πραγματικά λυπούμαι και ζητώ συγγνώμη από τον παθόντα”.
Ο συγκατηγορούμενος
Ο 19 χρόνος συγκατηγορούμενος του μάγειρα, στην απολογία του ανέφερε ότι: “Συναντηθήκαμε, με τους φίλους μου και τον Καζανάκη, μεταμεσονύκτιες ωρες της 28ης Οκτωβρίου στο μπαρ Mini Blue. Στο κατάστημα αυτό παρέμεινα μέχρι τις 4 περίπου οπότε ο φίλος μου και η κοπέλα του φύγανε με το δικό τους αυτοκίνητο κι εμείς μετά από παράκληση του Καζανάκη, πήγαμε στο κατάστημα Al Cantino για να φάμε κάτι.
Όταν κατέβηκα απ’το αυτοκίνητο, εγώ ήμουν λίγο πιο πίσω και ο συγκατηγορούμενος μου προχώρησε στο χώρο εξυπηρέτησης της καραντίνας. Όταν έφτασα εκεί αντιλήφθηκα ότι αυτός είχε προσπεράσει την ουρά με αποτέλεσμα την ενόχληση άλλων πελατών που περίμεναν εκεί. Τότε ένας από τους πελάτες έφυγε από την ουρά και πήγε προς το μέρος του Καζανάκη, τον τράβηξε από το χέρι και άρχισαν να λογομαχούν σε έντονο ύφος για την σειρά προτεραιότητας. Στη συνέχεια ο ανωτέρω πελάτης που όπως πληροφορήθηκα είναι ο Ιωάννης Μάρκου, έπιασε τον Καζανάκη με τα δύο χέρια από το γιακά του, άρχισαν να σπρώχνονται και μετακινήθηκαν στο πλάι της καντίνας σε ένα σημείο σκοτεινό ανάμεσα στα αυτοκίνητα” λέει ο νεαρός.
Και προσθέτει: “Εγώ δεν μετακινήθηκα κι έμεινα στη θέση μου. Εγώ επειδή υπέθεσα ότι συμπλέκονται μεταξύ τους, έφυγα αμέσως και πήγα στο αυτοκίνητο μου, που ήταν παρκαρισμένο πιο πέρα στο πάρκινγκ του καταστήματος. Σκοπός μου ήταν να φύγω για να μην μπλέξω. Όταν έφτασα στο αμάξι μου είδα τον Καζανάκη, να έρχεται από πίσω μου και όταν εγώ μπήκα στη θέση του οδηγού μπήκε κι αυτός στη θέση του συνοδηγού, κάνοντας ένα κύκλο γύρω από το όχημα, και χωρίς να μου πει οτιδήποτε μου είπε να φύγουμε.
Το μόνο που διέκρινα μέσα στον πανικό μου ήταν ότι είχε το χέρι μέσα στην τσέπη του χωρίς όμως να αντιληφθώ αν κρατούσε κάποιο αντικείμενο. Αφού οδήγησα για μικρό χρονικό διάστημα, ένα δυο λεπτά περίπου, αυτός μου ζήτησε να σταματήσω και κατέβηκε απ’το αυτοκίνητο χωρίς να πει κουβέντα, ούτε όμως και εγώ τον ρώτησα κάτι γιατί φοβόμουν. Μετά πήγα στο σπίτι μου και στη συνέχεια μετά από μικρό χρονικό διάστημα, ήρθαν εκεί αστυνομικοί και μου ζήτησαν να της ακολουθήσω”.
Οι φίλοι του Γιάννη Μάρκου
Οι δύο φίλοι του επιχειρηματία στις καταθέσεις τους κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος αναφορικά με τα γεγονότα. Ο ένας ανέφερε: “Στις 27 Οκτωβρίου, κατά τις βραδινές ώρες, πήγαμε για ποτό με τον Ιωάννη Μάρκου. Αρχίσαμε από το Κολωνάκι και αν συνέχεια πήγαμε στην Ερυθραία, για να συνεχίσουμε την διασκέδαση.
Μετά την αποχώρηση μας από το κατάστημα που πήγαμε για ποτό στην Ερυθραία, πήγαμε στο κατάστημα με την επωνυμία Al Cantino, επί της οδού Ερυθραίας 2 στην Ερυθραία για να φάμε. Δε θυμάμαι τι ώρα ήταν πρέπει να ήταν γύρω στις 4. Ενώ περιμέναμε στη σειρά του καταστήματος, πέρασε από μπροστά μας κάποιο άγνωστο σε μένα άτομο, αγνοώντας όλη την σειρά που περίμενε.
Τότε ο φίλος μου Ιωάννης Μάρκου αντέδρασε και τον ρώτησε για ποιο λόγο το έκανε. Υπήρξε διαπληκτισμός και ο άγνωστος δράστης προκάλεσε το φίλο μου να πάει στο πάρκινγκ των αυτοκινήτων. Τότε ο φίλος μου πήγε και υπήρξε ένταση για λίγη ώρα, καθώς πάλεψαν χτυπώντας ο ένας τον άλλον με κλωτσιές και μπουνιές. Το περιστατικό έλαβε χώρα ανάμεσα σε δύο αυτοκίνητα και δεν είχα καλή ορατότητα. Εγώ κι άλλα 30 περίπου άτομα που ήμασταν παρόντες, αρχίσαμε να φωνάζουμε να σταματήσουν.
Τότε ο άγνωστος δράστης, έφυγε με ένα μαύρο αυτοκίνητο μάρκας Ford fiesta. Πήγα στο σημείο που ήταν 9ο φίλος μου και με έκπληξη διαπίστωσα ότι ήταν γεμάτος αίματα. Ο άγνωστος δράστης τον είχε μαχαιρώσει επανειλημμένως. Ο δράστης ήταν 1.70 περίπου στο ύψος με κοντό μαύρο μαλλί και είμαι κοντά γενιά. Άμεσα εγώ και ο φίλος μου βάλαμε τον Ιωάννη Μάρκου αυτοκίνητο και ο φίλος μου τον μετέφερε στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών στο Μαρούσι”.
Ο δεύτερος φίλος του Γιάννη Μάρκου, στην περιγραφή του συμβάντος, περιέγραψε το ίδιο σκηνικό, αναφέροντας επιπλέον πως όταν ο δράστης έφυγε με ένα μαύρο αυτοκίνητο μάρκας Ford fiesta τον τράβηξε φωτογραφία την οποία προσεκόμισε στις αρχές.