Guardian: Πολιτική απόφαση του Πούτιν να στοχεύσει σε αμάχους πολίτες στην Ουκρανία -Ποιες είναι οι προθέσεις του
Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί δεν θα αλλάξουν την ισορροπία δυνάμεων στο μέτωπο και δεν θα επηρεάσουν την επιθυμία της Ουκρανίας να αντισταθεί -τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
Το κύμα επιθέσεων της Ρωσίας με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη με στόχο το Κίεβο και άλλες μεγάλες πόλεις της Ουκρανίας σε ώρες αιχμής το πρωί της Δευτέρας σηματοδοτεί την κυνική απάντηση του Κρεμλίνου στον βομβαρδισμό της γέφυρας του στενού Κερτς προς την Κριμαία.
Τα θύματα από τα χτυπήματα στην πρωτεύουσα -τα πρώτα από τα τέλη Ιουνίου- ήταν τα περισσότερα απλοί πολίτες και οι επιθέσεις έπληξαν κτίρια, δρόμους, πάρκα και παιδικές χαρές.
Η παροχή ρεύματος στο Λβιβ και στο Χάρκοβο επλήγη επίσης, σε μια επίθεση που προκάλεσε μαζικό φόβο, ο οποίος έχει να δημιουργηθεί από τις πρώτες έξι εβδομάδες του πολέμου.
Καμία από τις δομές που στοχοποιήθηκαν δεν έχει στρατιωτική σημασία για τη Ρωσία
Από τις δομές που υπέστησαν βομβαρδισμό, ελάχιστες -ή και καμία- φαίνεται να έχουν άμεση στρατιωτική σημασία και η κυνική απόφαση να στοχοποιηθούν το Κίεβο και άλλα αστικά κέντρα ήταν ξεκάθαρα πολιτική, παρά τα όσα είπε ο Ρώσος πρόεδρος το πρωί της Δευτέρας, τονίζει σε ανάλυσή του ο Guardian.
«Έγινε ένα μαζικό χτύπημα με μεγάλης εμβέλειας όπλα υψηλής ακρίβειας από αέρα, θάλασσα και ξηρά στις εγκαταστάσεις ενέργειας, στρατιωτικής διοίκησης και επικοινωνιών της Ουκρανίας» είπε ο Ρώσος πρόεδρος, προκαλώντας ανατριχίλα.
Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η εσκεμμένη ή απερίσκεπτη στόχευση αμάχων και πολιτικών υποδομών είναι, απλώς, εγκλήματα πολέμου που έχουν αφήσει τουλάχιστον 11 νεκρούς.
Στόχος της είναι να προκαλέσει φόβο στην ηγεσία της Ουκρανίας και στον άμαχο πληθυσμό της, με την ελπίδα ότι το Κίεβο θα αισθανθεί τελικά αναγκασμένο να διαπραγματευθεί ενώ η Ρωσία εξακολουθεί να καταλαμβάνει πάνω από το ένα έκτο της γης της Ουκρανίας.
Τη Δευτέρα, η Ουκρανία ήταν αναμφισβήτητα ανήσυχη και ο πρόεδρός της, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, θα χρησιμοποιήσει τις επιθέσεις για να πιέσει για ακόμη πιο σκληρές δυτικές κυρώσεις και περισσότερα συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας στη διαδικτυακή συνάντηση της G7 την Τρίτη το μεσημέρι, τα οποία σαφώς χρειάζεται.
Πόσο πιθανό είναι να συνεχίσει η Ρωσία να στοχεύει τις πόλεις της Ουκρανίας;
Όμως, παρά το χάος που έφεραν οι επιθέσεις, το ερώτημα θα είναι αν θα συνεχιστεί αυτή η επίθεση στις πόλεις.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου, το Χάρκοβο βρέθηκε στο στόχαστρο ενός φαύλου κύματος πυραυλικών επιθέσεων μετά την επιτυχία της Ουκρανίας στο πεδίο της μάχης κοντά στη δεύτερη πόλη της χώρας, με τις παροχές ηλεκτρικού ρεύματος και νερού να τίθενται προσωρινά εκτός λειτουργίας.
Ωστόσο, η ένταση των επιθέσεων στη συνέχεια υποχώρησε και δεν είχαν σημαντικό αντίκτυπο στο πεδίο της μάχης, όπου η Ρωσία συνεχίζει να χάνει έδαφος στο βόρειο τμήμα του μετώπου, χάνοντας την πόλη Λιμάν τις τελευταίες ημέρες.
Δεν είναι καθόλου προφανές ότι η Ρωσία μπορεί να διατηρήσει σε υψηλά επίπεδα τις πυραυλικές επιθέσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα, δεδομένου του πόσα πυρομαχικά έχει χρησιμοποιήσει στον πόλεμο μέχρι στιγμής και πόση διεθνή πολιτική καταδίκη θα προσελκύσουν τέτοιες επιθέσεις.
Η στρατιωτική πραγματικότητα είναι επίσης ότι τα ρωσικά πυραυλικά χτυπήματα δεν θα κάνουν τίποτα για να αλλάξουν την ισορροπία δυνάμεων στις μάχες, και, όποιος και αν είναι ο φόβος που προκαλούν, δεν θα επηρεάσουν την επιθυμία της Ουκρανίας να αντισταθεί, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
Στόχος του Πούτιν, να ηρεμήσει όσους τον επικρίνουν στη Ρωσία -Γι’ αυτό συμπράττει με τον Λουκασένκο
Προς το παρόν, η Ουκρανία κερδίζει έδαφος στο δρόμο προς τη Χερσώνα στο νότο καθώς και στο βόρειο Ντονμπάς. Το Κρεμλίνο γνωρίζει ότι η τρέχουσα στρατιωτική του θέση είναι αδύναμη, γι’ αυτό η επίθεση της Δευτέρας εξυπηρετεί έναν δεύτερο σκοπό, να προσπαθήσει να ηρεμήσει τους σκληροπυρηνικούς εθνικιστές, που είναι οι κύριοι επικριτές του.
Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, ότι η Μόσχα φαίνεται να προσπαθεί να φέρει τη Λευκορωσία πιο κοντά στον πόλεμο, με τις δύο χώρες να υπόσχονται να αναπτύξουν μια κοινή στρατιωτική ομάδα εργασίας. Αλλά ο στρατός της Λευκορωσίας είναι μικρός, μόνο 11.700 στρατιώτες και ακόμη 6.150 που ανήκουν στις ειδικές δυνάμεις (οι περισσότερες δυνάμεις της είναι πολιτοφυλακές για την καταστολή των εσωτερικών διαφωνιών).
Αυτό, λοιπόν, μπορεί να σημαίνει ότι τα φρικτά γεγονότα της Δευτέρας έχουν μικρότερη μακροπρόθεσμη σημασία από ό,τι φαίνεται. Αλλά το πρόβλημα είναι ότι, με τις ρωσικές δυνάμεις να χάνουν σαφώς έδαφος, οι αποφάσεις του Πούτιν γίνονται πιο μοχθηρές.
Η Μόσχα γνωρίζει ότι πρέπει να κλιμακώσει και έχει ήδη δοκιμάσει τη στρατολόγηση κρατουμένων και την αναγκαστική στράτευση, χωρίς άμεσα αποτελέσματα. Τώρα έχει καταφύγει σε ένα κύμα μαζικών αστικών βομβαρδισμών, και μπορεί κάλλιστα να το κάνει ξανά.