Ιράν: Ο κοινωνικός αναβρασμός διαρκεί πάνω από δέκα χρόνια
Η κατάσταση σήμερα, πρέπει να ερμηνευθεί μέσα από μια αλυσίδα εξεγέρσεων που από το 2009 και μετά, σαρώνουν την κοινωνία του Ιράν.
Η κατάσταση στο Ιράν μετά τον ξεσηκωμό για τον θάνατο της Μαχσά Αμινί κατά τη διάρκεια της κράτησής της από τη «αστυνομία ηθικής» του Ιράν, πήρε διαστάσεις εξέγερσης ενάντια στο θεοκρατικό καθεστώς της χώρας. Ρίχνοντας μια ματιά στον χάρτη των ταραχών ανά το Ιράν, ειρηνικών και μη παρατηρούμε τη συγκέντρωση των σημείων διαμαρτυρίας σε όλο το Ιράν, στις μεγάλες πόλεις της χώρας, αλλά πυκνά, στο ιρανικό Κουρδιστάν και στην επαρχία του δυτικού Αζερμπαϊτζάν.
Για να έχουμε όμως μια εικόνα της εμβέλειας των διαδηλώσεων θα πρέπει να τις δούμε στα συμφραζόμενα της αλυσίδας εξεγέρσεων, διαδηλώσεων και διαμαρτυριών που από το 2009 και μετά σαρώνουν κατά κύματα την κοινωνία του Ιράν.
Δεκατρία χρόνια σε κατάσταση αναταραχής
Σημείο καμπής της συγκρότησης μιας – ετερόκλητης – αντιπολιτευτικής συμμαχίας στο δρόμο, ήταν οι τεράστιες διαμαρτυρίες που ξέσπασαν μετά τη νοθεία στις προεδρικές εκλογές του 2009, όταν ο υποστηριζόμενος από τους συντηρητικούς Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ επανεξελέγη έναντι του Μιρ Χοσεΐν Μουσαβί, πρώην πρωθυπουργού του Χομεϊνί, ο οποίος ήταν ο μεταρρυθμιστής υποψήφιος. Από τις διαμαρτυρίες αυτές προέκυψε το ιρανικό «Πράσινο Κίνημα», το οποίο αποτέλεσε για αρκετά χρόνια μέτωπο όλης της «νομιμόφρονος» αντιπολίτευσης. Η καταστολή των διαδηλώσεων διαμαρτυρίας για τις νόθες εκλογές πάντως ήταν άμεση και αμείλικτη, και ο αριθμός των νεκρών έφτασε, κατά την αντιπολίτευση τους 72.
Οι διαμαρτυρίες για την εκλογική νοθεία κράτησαν χρόνια και αναζωπυρώθηκαν την εποχή της «Αραβικής άνοιξης» το 2011 -12.
Από το 2016 και μετά (με τις φιλοβασιλικές ταραχές την «ημέρα του Κύρου του Α΄» που συγκέντρωσε απρόσμενα πολύ κόσμο στον τάφο του Κύρου του Μέγα στις Πασαργάδες) κάθε χρόνο ξεσπούν μεγάλες διαμαρτυρίες, τοπικές και εθνικές, για θέματα δικαιωμάτων και μειονοτήτων, αλλά κυρίως οικονομίας και διαβίωσης. Όλες κατεστάλησαν σκληρά, σε πολλές οργανώθηκαν αντιδιαδηλώσεις, συσπειρώνοντας τους συντηρητικούς οπαδούς της Ισλαμικής Δημοκρατίας σαν ασπίδα στο καθεστώς, και συνήθως το διαδίκτυο και η πρόσβαση σε ΜΚΔ περιοριζόταν όσα κρατούσε η αναταραχή.
Ενδεικτικά (και όχι εξαντλητικά):
Στο τέλος του 2017 αρχές του 2018 μεγάλες διαμαρτυρίες αρχικά για την οικονομική κατάσταση, εξαπλώθηκαν σε όλη τη χώρα και εξελίχθηκαν σε αντικυβερνητικές. Η καταστολή ήταν άμεση και άφησε πίσω της 25 νεκρούς. Οι διαμαρτυρίες άνοιξαν την αυλαία για σειρά γενικών απεργιών και κινητοποιήσεων και επί μέρους διαμαρτυρίες για την ποιότητα ζωής, καθώς η κυβέρνηση του μεταρρυθμιστή προέδρου Χασάν Ρουχανί, αποτύγχανε να βάλει τέρμα στις αμερικανικές κυρώσεις, να απαλύνει τις οικονομικές πιέσεις στα νοικοκυριά παρά τη δέσμευσή του στη συμφωνία για τα πυρηνικά με τις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα είχε να αντιμετωπίσει τη σκληρή κριτική των συντηρητικών ακριβώς επειδή έκλεισε αυτήν τη συμφωνία (που στη συνέχεια θα εγκατέλειπε μονομερώς ο Τραμπ).
Οι εργατικές κινητοποιήσεις και οι οικονομική δυσφορία συνεχίστηκαν το 2019 και κορυφώθηκαν τον Νοέμβριο στη μεγαλύτερη ίσως αναταραχή που έχει γνωρίσει το Ιράν μετά την επανάσταση: Η εξέγερση ξεκίνησε από τη διαμαρτυρία για την αύξηση των τιμών των καυσίμων, εξαπλώθηκε παντού στη χώρα και οδήγησε στον «ματωμένο Νοέμβριο» του 2019. Στις συγκρούσεις δολοφονήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής του καθεστώτος 250 άτομα κατά την κυβέρνηση και 1500 κατά τον Ρόιτερς. Η εξέγερση απέκτησε σαφή χαρακτήρα εναντίον του Χαμενεΐ και του ισλαμιστικού καθεστώτος, παράλληλα με τα οικονομικά αιτήματα και τα συνθήματα εναντίον της διαφθοράς. Δεν ήταν ειρηνική: 731 καταστήματα τραπεζών και 140 δημόσια κτήρια πυρπολήθηκαν, πάνω από 50 σταθμοί των δυνάμεων ασφαλείας δέχθηκαν επίθεση κατά τη διάρκεια των ταραχών. Ήταν η πιο δύσκολη πρόκληση που είχε ποτέ να αντιμετωπίσει η ισλαμική κυβέρνηση.
Το επόμενο κύμα διαμαρτυριών ξεκίνησε με την χαλάρωση των πανδημικών μέτρων το καλοκαίρι του 2021, πάλι για θέματα ακρίβειας, λειψυδρίας και οικονομικών προβλημάτων, και ξέσπασαν πάλι την άνοιξη του 2022 εξαιτίας της διατροφικής κρίσης, για να ξεκινήσουν και πάλι – όπως ξέρουμε -πριν από λίγες ημέρες.
Η γενική εικόνα είναι λοιπόν η εξής: από το 2009 και μετά, αλλά ιδίως με τις προσδοκίες από τη συμφωνία για τα πυρηνικά με τις ΗΠΑ να διαψεύδονται, με αιχμή τα οικονομικά θέματα υπό το βάρος των αμερικανικών κυρώσεων, και δευτερευόντως τα δικαιωματικά, υπάρχει μια συνεχής και έντονη κοινωνική αναταραχή στο Ιράν, που εκδηλώνεται με διαμαρτυρίες, απεργίες, διαδηλώσεις, βίαιες συγκρούσεις, σκληρή καταστολή, περιορισμό της πρόσβασης στο διαδίκτυο και μαζικές συλλήψεις.
Όλες αυτές οι ταραχές, αξίζει να τονιστεί, συνέβησαν επί κυβέρνησης Χασάν Ρουχανί, δηλαδή υπό τους λεγόμενους μεταρρυθμιστές. Η απογοήτευση από την οικονομική πολιτική, οι ανισότητες που αυξήθηκαν στη θητεία του, η κατάρριψη ενός επιβατηγού αεροπλάνου από λάθος το 2020 που οδήγησε σε νέο γύρο διαμαρτυριών, η κακοδιαχείριση της πανδημίας, η αδυναμία να επιβάλλουν την αποκατάσταση βασικών ελευθεριών, αλλά και ο αποκλεισμός δημοφιλών υποψηφίων από το Συμβούλιο των Θεματοφυλάκων, οδήγησε σε μαζική αποχή από τις εκλογές του 2021. Επρόκειτο για ένα μποϊκοτάζ από τα κάτω, που επέτρεψε έτσι να εκλεγεί στην προεδρία της χώρας, με μεγάλη διαφορά ο συντηρητικός Εμπραχίμ Ραϊσί, ένας υπερσυντηρητικός δικαστής, σχετικά δημοφιλής λόγω της δράσης του εναντίον της διαφθοράς. Στις εκλογές αυτές η συμμετοχή των πολιτών ήταν η μικρότερη στην ιστορία της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Από 73% το 2017, έπεσε μόλις στο 48% το 2021, και ένα 6,5% από αυτούς ψήφισε άκυρο ή λευκό. Η συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2020, τρεις μήνες μετά τον ματωμένο Νοέμβρη του 2019, πάλι υπό το μποϊκοτάζ των αντιπάλων του Χαμενεΐ, ήταν ακόμα χαμηλότερη, μόλις 42%, πάλι το χαμηλότερο ποσοστό εκλογικής συμμετοχής στην ιστορία του μετεπαναστατικού Ιράν
Οι μεταρρυθμιστές έπαψαν να εμπνέουν καθώς δεν κατάφεραν να μεταρρυθμίσουν τίποτα, συν τοις άλλοις, λόγω της υπονόμευσης/αδειάσματος του Τραμπ και της συνέχισης των κυρώσεων, αλλά κυρίως της διάρθρωσης του Ιρανικού πολιτικού συστήματος. Πρακτικά καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να νομοθετήσει απέναντι στις επιλογές του Χαμενεΐ και του Συμβουλίου των Θεματοφυλάκων, ενώ το δικαστικό σώμα είναι υπερσυντηρητικό. Ας σημειωθεί πως ο απελθών πρόεδρος Ρουχανί ήταν πολύ πιο ανοιχτός στο ζήτημα του χιτζάμπ, και της ελευθερίας του λόγου, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τη μαζική αποδοκιμασία εναντίον του.
Ο Ραϊσί και η σκλήρυνση της «ηθικής επιβολής»
Οι τελευταίες εξελίξεις, η δολοφονία της Μάχσα Αμινί και οι εκτεταμένες διαδηλώσεις, μαζί με την αντίδραση των συντηρητικών και την αιματηρή – πάλι – καταστολή, σχετίζονται μάλλον με σκλήρυνση της στάσης της (υπερσυντηρητικής) ιρανικής κυβέρνησης. Η ηθική αυστηρότητα ξεκίνησε φέτος από τα πανεπιστήμια, (όπου οι συντηρητικοί έχουν ζητήσει μέχρι και διαχωρισμό των τάξεων ανά φύλο), ήδη από τον Ιούλιο και απαντήθηκε στα ΜΚΔ την12η Ιουλίου, όταν Ιρανές χρήστριες «εόρτασαν» την ημέρα «χιτζάμπ και αγνότητας» που καθιέρωσε η κυβέρνηση του Ραϊσί, με το hashtag #notohijab / “όχι στο χιτζάμπ». Αυτό οδήγησε σε μαζικές συλλήψεις και εξαναγκασμένες δηλώσεις «μετανοίας» των αμφισβητριών. Η αντίδραση στη σκλήρυνση της νομοθεσίας οδήγησε στη νομοθέτηση περαιτέρω περιορισμών στη γυναικεία ενδυμασία τον Αύγουστο. Στις αρχές του μήνα η ιρανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της να εγκαταστήσει ψηφιακά συστήματα αναγνώρισης προσώπου στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και τους δημόσιους χώρους των πόλεων, προκειμένου να εντοπίζει αυτόματα όσες γυναίκες παραβιάζουν το γράμμα της νομοθεσίας. Ήδη, το 2020, οι ιρανικές αρχές κυνηγούσαν τις παραβάτιδες της μαντήλας μέσα στα αυτοκίνητα. Ανακοινώθηκε επίσης η πρόθεση να δημιουργηθούν προγράμματα μάστερ και διδακτορικού για την «ηθική αστυνόμευση». Αξίζει να σημειωθεί πως η οικονομία και η οικονομική κατάσταση του πληθυσμού εξακολουθεί να κυριαρχεί στις ανησυχίες των περισσότερων Ιρανών και καταβαραθρώνει και τη δημοφιλία του Ραϊσί.
(Η σκλήρυνση της «ηθικής επιβολής» είχε συνοδευτεί πρόσφατα από αντισταθμιστικά «ανοίγματα», όπως την άδεια παρουσίας γυναικών σε αθλητικούς αγώνες, ή – επί Ρουχανί – το τυπικό δικαίωμα των γυναικών να διεκδικούν την προεδρία της χώρας. )
Κι όμως η Ιρανική κοινωνία εξελίσσεται
Υπάρχει ένα διευρυνόμενο στρώμα του πληθυσμού που ασφυκτιά υπό τους περιορισμούς της καθημερινότητας που επιβάλλει το καθεστώς. Πρόκειται για εξέλιξη που οδηγείται από δημογραφικές και κοινωνιολογικές μεταλλαγές στο Ιράν:
Η γεννητικότητα στο Ιράν έχει πέσει κάτω από τα όρια αναπλήρωσης φτάνοντας τα 1,6 παιδιά ανά γυναίκα, από 6,5 το 1986. Το Ιράν έχει ήδη τη χαμηλότερη γεννητικότητα σε όλο τον ισλαμικό κόσμο μεταξύ Μαρόκου και Πακιστάν.
Αυτό έχει να κάνει και με τη ραγδαία αστικοποίηση. Πάνω από τo 75% των Ιρανών ζει σε πόλεις, από 50% την εποχή της επανάστασης.
Οι γυναίκες παρά τη θρησκευτική καταπίεση, έχουν πλέον – όπως και σε όλη τη Μέση Ανατολή – ευκαιρίες εκπαίδευσης πρωτοφανείς, και τις εκμεταλλεύονται. Π.χ. το 70% των αποφοίτων των θετικών και πολυτεχνικών σχολών του Ιράν είναι γυναίκες, το υψηλότερο ποσοστό στην περιοχή, ενώ οι γυναίκες αποτελούν και το ένα τέταρτο των διδασκόντων στα πανεπιστήμια.
Παρόλα αυτά η συμμετοχή των γυναικών στο Ιράν στο εργατικό δυναμικό της χώρας είναι μόλις 16%, σε απόλυτη αναντιστοιχία με την εκπαίδευση.
Το πραγματικό ΑΕΠ κατά κεφαλήν ανέβαινε σταθερά μέχρι το 2010 και η πτώση του βιοτικού επιπέδου που έχουν προκαλέσει οι αμερικανικές κυρώσεις, έχει δημιουργήσει τη ματαίωση των προσδοκιών και των φιλοδοξιών ενός όλο και πιο εγγράμματου και απολύτως διασυνδεδεμένου με τον υπόλοιπο κόσμο πληθυσμού.
Η Ισλαμική Επανάσταση παραδόξως ενδέχεται να έφερε και μια προϊούσα εκκοσμίκευση του πληθυσμού. Μια έρευνα του 2020 έδειξε πως μόλις το 32% των ερωτώμενων θεωρεί εαυτόν Σιίτη μουσουλμάνο και μόλις το 40% μουσουλμάνο. Σχεδόν 8% θεωρούν εαυτούς Ζωροάστρες (κάτι που συνδέεται με την άνοδο του Περσικού εθνικισμού), ενώ 17% αθροιστικά ταυτοποιούνται ως άθεοι / αγνωστικιστές / ανθρωπιστές και 22% άθρησκοι. (Να σημειωθεί, πάντως, πως η μεθοδολογία της έρευνας ενδέχεται να υποτιμά τον συντηρητισμό του πιο ηλικιωμένου, αγράμματου πληθυσμού της χώρας και να επιτρέπει την υπερεκπροσώπηση νεαρότερων πολιτών)
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα πάνω από το 60% των ερωτηθέντων δεν προσεύχονται κατά τα ισλαμικά προαπαιτούμενα καθημερινά (το ποσοστό αυτό ήταν, σε έρευνα του 1975 στο προεπαναστατικό Ιράν, 6% – καθόλου – και 11% μερικές φορές).
Όσο για το χιτζάμπ, η έρευνα έδειξε τεράστιες πλειοψηφίες υπέρ της κατάργησης της υποχρεωτικότητάς του. Γνωρίζουμε, άλλωστε, χάρη σε έρευνα που δημοσιοποίησε ο Χασάν Ρουχανί, πως ήδη το 2014, σε άλλη ανεξάρτητη έρευνα, η μισή ιρανική κοινωνία ήταν αντίθετη στην υποχρεωτικότητα του χιτζάμπ. Η έρευνα – στον βαθμό που οι μεθοδολογίες είναι συγκρίσιμες – δείχνει ή πως το ποσοστό αυτό έχει διευρυνθεί ή πως ο κόσμος είναι πιο επιφυλακτικός στις απαντήσεις του σε κρατικές έρευνες. Πάντως, επιβεβαιώνει την κοινωνική τάση.
Υπάρχει μια συζήτηση στο Ιράν που ξεπερνά τους (όλο και περισσότερους) μη-μουσουλμάνους, και εμπλέκει στο μέτωπο ενάντια στην ηθική επιβολή και τους θρησκευόμενους, που έχουν κινητοποιηθεί υπέρ του δικαιώματος επιλογής του χιτζάμπ. Μετά την αλλαγή του νόμου στη Σαουδική Αραβία το 2019, το Ιράν είναι πλέον μαζί με το Αφγανιστάν, η μόνη χώρα που επιβάλλει δια νόμου τη μανδηλοφορία στις γυναίκες (και τα σορτς στους άντρες) σε μουσουλμάνες και μη.
Αξίζει να σημειώσουμε πως το Ιράν δεν είναι απλά Περσία (60-65% είναι Πέρσες ή περσικής καταγωγής στη χώρα). Συναποτελείται από πολλές εθνότητες, με μεγαλύτερες εθνοτικές μειονότητες τους Αζέρους (ο υπέρτατος ηγέτης Αλί Χαμενεΐ είναι κατά το ήμισυ Αζέρος) και τους Κούρδους, αλλά με πολλές μικρότερες, όπως Άραβες ή Βαλούχοι. Οι μειονότητες βρέθηκαν την τελευταία δεκαετία στους δρόμους, αλλά υπάρχουν οργανώσεις σε αυτές που μετέρχονται τρομοκρατικών μεθόδων και έχουν χρηματοδοτηθεί από τη CIA.
Δεν θα πρέπει να αγνοείται, τέλος, η επιρροή της πολυπληθέστατης Ιρανικής διασποράς σε όλο τον κόσμο, αλλά ιδίως στις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Ευρώπη.
Το Ιράν βρίσκεται σε μια κατάσταση σχεδόν διαρκούς πολιτικής αναταραχής για λόγους που είναι πολιτικοί, διπλωματικοί και οικονομικοί. Η συνεχής εκδήλωση έντονων διαδηλώσεων και διαμαρτυριών την τελευταία δωδεκαετία, με αποκορύφωμα εκείνες του 2019, η νοθεία στις εκλογές, η απαγόρευση υποψηφίων και η φονική ένταση της καταστολής από την Ισλαμιστική ηγεσία, δείχνουν υπάρχει μια πορεία που αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει σε πολιτικές ρήξεις, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Η δημογραφική και πολιτική μεταστροφή που συντελείται καθώς το Ιράν απομακρύνεται από το 1979, και η δια της τεθλασμένης εισαγωγή της Ιρανικής κοινωνίας στη νεωτερικότητα και την εκκοσμίκευση μέσω της αντιπαράθεσης με την Ισλαμιστική ηγεσία, προμηνύουν αλλαγές, που αν δεν ανακατευτούν ξένοι παράγοντες μπορεί να είναι και ομαλές.
Οι πρόσφατες βίαιες διαδηλώσεις στο Λονδίνο, και η αναθέρμανση της υποστήριξης στην οργάνωση Μουτζαχεντίν του Λαού (που εδρεύει πλέον στην Αλβανία), δείχνει πως οι ξένοι παράγοντες δεν θα μείνουν αδρανείς.
Violent thugs affiliated with Iranian MEK London-based terrorist group attack British passerby who was comeing out of #MaidaVale Mosque, then attack British police and the overwhelmed police fled the scene!@MayorofLondon deal with these thugs before they cause more harm pic.twitter.com/cFbVuKL5wn
— Iraq MidEast Updates (@IraqLiveUpdate) September 26, 2022
Ο ΜτΛ (ΜEK) είναι μια μαρξιστική-ισλαμιστική οργάνωση που συμμετείχε στην Ιρανική επανάσταση τη δεκαετία του 1960-70, αλλά έχει χάσει όμως κάθε υποστήριξη μέσα στο Ιράν (το Πράσινο Κίνημα την αποκήρυττε μετά βδελυγμίας), μετά από τρομοκρατικές δράσεις που υπολογίζεται πως έχουν στοιχήσει τη ζωή 17.000 Ιρανών, και την υποστήριξη του Ιράκ στον πόλεμο Ιράν – Ιράκ. Η οργάνωση έχει όμως πέραση στις ΗΠΑ – αφού αφαιρέθηκε από τον αμερικανικό κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων, από τη Χίλαρυ Κλίντον – όπου έχει τη στήριξη πολλών μελών του Κογκρέσου, στους οποίους το Ιράν επέβαλλε κυρώσεις για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Μεταξύ της τρομοκρατικής δράση των ΜτΛ και της υποδαύλισης αποσχιστικών κινημάτων, αλλά και μέσα από την πάγια απειλή επίθεσης από τις ΗΠΑ, είναι σαφές πως οι προσπάθειες επηρεασμού των εξελίξεων στο Ιράν θα είναι συνεχείς.
Οι διαδηλώσεις προφανώς θα συνεχιστούν φθίνουσες προς το παρόν. Ήδη ο στρατός και οι Φρουροί της Επανάστασης απειλούν, ενώ μεγάλες αντισυγκεντρώσεις των συντηρητικών έχουν ξεκινήσει, συνοδευόμενες από απειλές. Αλλά δεν θα κλείσει εδώ ο κύκλος της πολιτικής σύγκρουσης, όπως δεν έχει κλείσει από το 2009, ή ίσως από το 1979. Αντίθετα, όλες οι ενδείξεις συντείνουν στη συνέχιση αυτής της εξεγερτικής απειθαρχίας και στην ένταση των εσωτερικών κοινωνικών συγκρούσεων στη χώρα. Παρόλα αυτά θα ήταν εξαιρετικά αμφίβολη η εκτίμηση περί άμεσης αποσταθεροποίησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας: οι διαδηλώσεις είναι ετερόκλητες, δεν έχουν κοινά αποδεκτή πολιτική ηγεσία και η Ιρανική κυβέρνηση έχει τα μέσα να τις αντιμετωπίσει. Όπως παρατηρούν αναλυτές, η δολοφονία της Αμινί, δεν είναι γεγονός ανάλογο με τη δολοφονία του Μπουαζιζί στην Τυνησία που πυροδότησε την Αραβική άνοιξη. Δεν θα ήταν φρόνιμο να ποντάρει κανείς στην άμεση ανατροπή της Ισλαμικής Δημοκρατίας, παρότι η δυσαρέσκεια είναι υπαρκτή και μάλλον διευρυνόμενη…